Ζητείται Δεξιά, ζητείται Αριστερά
Tου Νικου Γ. Ξυδακη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Η αποτύπωση των προτιμήσεων στα δύο εκλογικά αποτελέσματα του περασμένου καλοκαιριού, μαζί με τις δημοσκοπικές καταγραφές έκτοτε, δείχνει την κοινωνία ως προς τις πολιτικές εκφράσεις της σε κατάσταση ρευστότητας και κινητικότητας.
Για πρώτη ίσως φορά μεταπολεμικά το κοινωνικό σώμα φυγοκεντρίζεται, συσπειρώνεται προς τα άκρα του συμβατικού φάσματος, όπως κι αν τα ορίσουμε. Ταυτόχρονα, αδειάζει το κέντρο. Γιατί; Μια πρώτη εξήγηση: ο κεντρώος-κεντροαριστερός πολιτικός σχηματισμός θεωρείται υπεύθυνος για την εν εξελίξει κοινωνική καταστροφή, και τα πληττόμενα στρώματα τον τιμώρησαν. Οι παραγωγικές προπάντων ηλικίες, αυτές που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και την ύφεση, βρέθηκαν άστεγες πολιτικά και μεγάλο μέρος αναζήτησε καταφύγιο στην αριστερά. Αλλά αυτοί είναι ένα 20-25%. Τι απέγιναν οι υπόλοιποι; Οχι οι εκλογείς του κεντροαριστερού ΠΑΣΟΚ, αλλά και της κεντροδεξιάς Ν.Δ.; Είναι προφανές ότι παρά την ένταση και τον φόβο της προεκλογικής περιόδου, πολλοί συντηρητικοί ψηφοφόροι δεν πήγαν στη Νέα Δημοκρατία αλλά στους νεοπαγείς δεξιούς σχηματισμούς που την πλαγιοκόπησαν. Και έκτοτε η Ν.Δ. νιώθει καυτή την ανάσα των όμορων χώρων, παρότι απορρόφησε τον εξαχνωθέντα ΛΑΟΣ.
Το κενό έκφρασης του κεντρώου χώρου είναι ένα μέτρο της πνευματικής και ιδεολογικής κρίσης, ίσως το πιο φανερό. Ο πολιτικός λόγος διχάστηκε βαθιά ανάμεσα στον φιλομνημονιακό και τον αντιμνημονιακό, και ό,τι πήγε να φυτρώσει ανάμεσα, στα διάκενα και τις χαραμάδες, ποδοπατήθηκε. Ποδοπατήθηκαν η μετριοπάθεια, η νηφαλιότητα, ο πραγματισμός, η ιστορική αίσθηση, η μαχητικότητα επί των υπαρκτών πεδίων και όχι κατά ανεμομύλων. Από την πόλωση που προέκυψε βγαίνουν βαριά τραυματισμένες και η συντηρητική παράταξη και η κεντροαριστερή· η μεν πρώτη διότι έχει πια να αντιπαλαίψει τον δαίμονα του νεοναζιστικού άκρου, η δε δεύτερη διότι εξαχνώθηκε υπό το παλαιό της πρόσωπο και τώρα αναζητεί έκφρασή της εξ αριστερών, από τον νεοπαγή ΣΥΡΙΖΑ. Η πολιτική ανασυγκρότηση προϋποθέτει την ανασυγκρότηση αυτών των δύο μεγάλων ρευμάτων. Η ιστορία κρούει και τα δύο πορτόφυλλα της ελληνικής δημοκρατίας, διότι τα χρειάζεται εξίσου.
Ανασυγκρότηση του καθενός πόλου δεν σημαίνει πόλωση έως διχασμού· δεν σημαίνει ούτε σύγκλιση. Σημαίνει σαφή, διακριτά όρια στην ιδεολογία και στην έκφραση διαφορετικών ταξικών ομάδων· άλλωστε η κρίση επανέφερε στο οπτικό πεδίο τις ταξικές και άλλες ομαδώσεις του παραγωγικού πληθυσμού. Η διαφοροποίηση θα παγιωθεί σε πολλούς άλλους χαρακτήρες, διότι εν τω μεταξύ υπό το βάρος της ένδειας ή της απειλής πληβειοποίησης, η κοινωνία μετασχηματίζεται και ιεραρχεί τις υλικές ανάγκες της και το φαντασιακό της με άλλες προτεραιότητες πια, με άλλες απαιτήσεις. Υπό αυτή την έννοια, ούτε οι υπάρχοντες δεξιοί ούτε οι υπάρχοντες αριστεροί είναι σε θέση προς το παρόν να συλλάβουν τις αναδυόμενες ανάγκες της κοινωνίας και να τις εκφράσουν. Είναι ακόμη εγκλωβισμένοι σε παλαιά σχήματα πρόσληψης και ερμηνείας, με εξαιρέσεις φυσικά.
Ας πούμε, η νεοναζιστική απειλή δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί ικανοποιητικά μόνο από την αριστερά· απαιτείται και η δράση των συντηρητικών. Μάλιστα η δαιμονοποίηση της αριστεράς ως το αντίστοιχο ετερώνυμο άκρο εντέλει ενισχύει το νεοναζιστικό μόρφωμα του φυλετισμού και της εχθροπάθειας, εφόσον του δίνει την ευκαιρία να αποκρύψει τα ειδεχθή ιδεολογικά χαρακτηριστικά του και να μεταμφιεστεί σε υπερασπιστή του ελληνοχριστιανισμού. Και ακριβώς με την προβιά του υπερεθνικιστή ελληνοχριστιανού αποσπά ακροατήριο από την παραδοσιακή δεξιά, την οποία μέμφεται ως χλιαρή, συστημική ή σάπια. Η ανασυγκρότηση της δεξιάς δεν μπορεί λοιπόν να μην περιλαμβάνει την υπεράσπιση του συνταγματικού δημοκρατικού χώρου και την ιδεολογική ανανέωση προς την κατεύθυνση της μετριοπάθειας.
Αντιστοίχως, η οικοδόμηση ενός ισχυρού κεντροαριστερού πόλου, ελκυστικού για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, τους ελευθεροεπαγγελματίες, τους μικροεπιχειρηματίες και μικροαστούς, φαίνεται να πέφτει στους ώμους του πρώην μικρού, αριστερού ΣΥΡΙΖΑ. Ο οποίος υπό την ώθηση της ιστορικής δυναμικής και υπό την πίεση περίπου 1,5 εκατομμυρίου εκλογικών μεταναστών, καλείται να μετασχηματιστεί ιδεολογικά και πολιτικά, ταχύτατα, σε συγχρονισμό με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, εφόσον εξακολουθεί να επιθυμεί τη δοκιμασία της κυβερνητικής εξουσίας. Στην περίπτωσή του, οι κίνδυνοι διαρροών προς τα αριστερά δεν είναι ανύπαρκτοι, αλλά είναι μάλλον αμελητέοι συγκρινόμενοι με τα προσδοκώμενα κέρδη από το κέντρο. Στην πραγματικότητα, οι δισταγμοί για εγκατάλειψη της αριστερίστικης ή παλαιοαριστερής ρητορικής πηγάζουν από τον παλαιό μικρό εαυτό του, εκεί όπου όμως αισθανόταν βολεμένος: στην καταγγελτική αντιπολίτευση και στην υπεράσπιση μειονοτικών δικαιωμάτων. Ως μικρός, δεν ήταν καν αναγκασμένος να έχει επεξεργασμένο πραγματιστικό πρόγραμμα για τη μεγάλη πολιτική· αρκείτο στη ρητορική πολυχρωμία. Η ιστορική πρόκληση όμως σήμερα είναι άλλη: είναι μια χώρα πτωχευμένη και μια κοινωνία φοβισμένη και απελπισμένη, που καταστρέφεται οικονομικά και αποσαθρώνεται πνευματικά. Τα ιδεολογήματα δεν αρκούν. Ούτε οι σοφτ ιδέες της ευρωπαϊκής Αριστεράς του ύστερου Ψυχρού Πολέμου και των χρόνων της χρηματοπιστωτικής φούσκας. Η οικουμενικότητα των προβλημάτων επιβαρύνεται δραματικά από το εντόπιο ρήγμα: τη χρεοκοπία, την έλλειψη παραγωγικού μοντέλου, την ξεχαρβαλωμένη διοίκηση, την απουσία στοιχειώδους πνευματικού υποδείγματος. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να διασταλεί, να μεγεθυνθεί, να χωρέσει προσδοκίες, να παίξει ηγεμονικό ρόλο - ή να συρρικνωθεί έως διαλύσεως. Η ιστορία κρούει τη θύρα και, αν αυτή δεν ανοίξει, προσπερνά.
Υπό μία έννοια, λοιπόν, η ανασυγκρότηση μιας μετριοπαθούς συντηρητικής παράταξης και της αριστερής προοδευτικής, συσχετίζονται· όχι μόνο για αποτροπή της ακροδεξιάς νεοναζιστικής απειλής, αλλά κυρίως για να δοθούν πειστικές πολιτικές εκφράσεις στα κοινωνικά υποκείμενα που αναδύονται μέσα από τον πόνο και τα ερείπια της πτώχευσης.