Ιστορίες Παναθηναϊκής παράνοιας: «ναι, αλλά πώς παίξαμε έτσι στο δεύτερο μέρος»;
Κώστας Βαϊμάκης
(Πηγή : http://www.koolnews.gr/)
Το πρώτο ημίχρονο του Παναθηναϊκού κόντρα στην ΑΕΚ, ήταν σχεδόν «διαστημικό»: πίεση ψηλά, πάσες με τη μια, φαντασία, εναλλαγές θέσεων, γρήγορη σκέψη, ακόμα πιο γρήγορη εκτέλεση.
Δυο γκολ, δυο κλασσικές ευκαιρίες με τον Βιγιαφάνες, μια περίπτωση πέναλτι που δεν δόθηκε, απόλυτος έλεγχος του αγώνα για 45' με την ΑΕΚ να κάνει την πρώτη της τελική στο 42'. Κι όλα αυτά σε ντέρμπι κι όχι σε κάποια ματς ανάμεσα σε δυο ομάδες διαφορετικής δυναμικής, απάναντι σε μια ΑΕΚ ανεβασμένη αγωνιστικά και ψυχολογικά και μέσα στο ΟΑΚΑ, την έδρα της ΑΕΚ, εκεί όπου δεν χάνει σχεδόν ποτέ. Κι όμως, χάνει....
Το δεύτερο ημίχρονο, είχε πολλή ΑΕΚ: ο Χιμένεθ άλλαξε πρόσωπα και διάταξη, η ομάδα του μπήκε δυνατά και αποφασισμένα να παρουσιάσει κάτι διαφορετικό, από τη στιγμή που το σκορ του ημιχρόνου ήταν «μόλις» 0-2 και όχι 0-3 ή 0-4. Ήταν καλύτερη η ΑΕΚ στην επανάληψη και άφαντος ο Παναθηναϊκός μέχρι το νικητήριο γκολ του Μπεργκ, καμία αντίρρηση. Αλλά με μια υποσημείωση: στο ημίχρονο της πράσινης κυριαρχίας, είχαμε δυο κανονικά και αδιαμφισβήτητα γκολ, δυο κλασσικές ευκαιρίες και ένα πέναλτι που δεν δόθηκε. Στο κιτρινόμαυρο ημίχρονο είχαμε ένα γκολ από πέναλτι που δεν ήταν, ένα δεύτερο γκολ που δεν έπρεπε να μετρήσει διότι ο σκόρερ ήταν οφσάιντ και 1-2 ακόμα φάσεις αλλά όχι κλασσικές ευκαιρίες. Οπότε στη σούμα του παιχνιδιού, προφανώς κέρδισε η ομάδα που ήταν καλύτερη στο 90λεπτο, η πιο αποτελεσματική και αυτή που είχε να «αντιμετωπίσει» κι όλα τα λανθασμένα σφυρίγματα - όλα τα σοβαρά διαιτητικά λάθη, υπέρ της ΑΕΚ και κατά του Παναθηναϊκού ήταν. Τουλάχιστον όλα τα λάθη «ανθρώπινα» μοιάζουν και δεν σε βάζουν σε διαδικασία άλλου τύπου και ακόμα κι αυτό, είναι ένα μικρό κέρδος.
Γίνεται λοιπόν η κουβέντα από το τέλος του ντέρμπι και μετά, για ποιο λόγο ο Παναθηναϊκός ήταν τόσο κακός στο δεύτερο ημίχρονο, αντί να γίνεται η πραγματικά σημαντική κουβέντα, για το πώς ήταν τόσο καλός στο πρώτο. Ο Παναθηναϊκός που ταλαιπωρήθηκε και μας ταλαιπώρησε τόσο πολύ από την αρχή της σεζόν, που δεν ήξερε πού πατούσε και πού βρισκόταν επί Στραματσόνι, που δεν είχε αρχή μέση και τέλος, δεν είχε συγκεκριμένη 11άδα και διάταξη, φτάνει αρχές Απριλίου και κάνει το καλύτερο ημίχρονο της χρονιάς με τον Ουζουνίδη στον πάγκο. Κι αντί να τρίβουμε τα μάτια μας με τη μπάλα του πρώτου ημιχρόνου - που έρχεται σαν συνέχεια αρκετών αγώνων τον τελευταίο καιρό, συμπεριλαμβανομένου και του ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, ξινίζουμε και τα μούτρα μας που δεν κυμάνθηκε στα ίδια υψηλά επίπεδα ποιότητας και αποτελεσματικότητας η απόδοση και του δεύτερου ημιχρόνου. Λες και δεν μιλάμε για τον Παναθηναϊκό, αλλά για τη Ρεάλ, τη Μπάγερν ή τη Μπαρτσελόνα, λες και έχουμε ξεχάσει πόσο πόναγαν τα μάτια μας με το Στραματσόνι στον πάγκο και έχουμε πλέον απαιτήσεις για 90λεπτα αμείωτου ρυθμού και έντασης.
Ο Μαρίνος Ουζουνίδης θα ψάξει - και πολύ καλά θα κάνει - να βρει τι έφταιξε και να το διορθώσει. Θα κοιτάξει πώς θα μπορεί η ομάδα του να διαχειρίζεται και να καταμερίζει καλύτερα τις δυνάμεις της, θα δει ενδεχομένως ποια πράγματα έκανε ή δεν έκανε ο ίδιος στην επανάληψη για να φρεσκάρει την 11άδα του και να ανακόψει το ρυθμό του αντιπάλου. Θα κάνει όλα αυτά που πρέπει να κάνει ενόψει ημιτελικών κυπέλλου και play-offs. Όλοι οι υπόλοιποι, ας απολαύσουμε επιτέλους μια ομάδα που πρίν λίγους μήνες δεν μπορούσε να κάνει ούτε τα στοιχειώδη και πλέον δείχνει ικανή για ακόμα καλύτερα πράγματα, όχι διότι την άγγιξε κανένα μαγικό ραβδί, αλλά διότι βρήκε έναν νοικοκύρη και δουλευταρά άνθρωπο, με συγκεκριμένη ποδοσφαιρική φιλοσοφία για τον πάγκο της.