Οι αυτονομιστές του Κεμπέκ τιμωρούνται για τα σφάλματά τους
par Nadeau Jean-François, [Κούτσης Θανάσης (μτφ)]
(Πηγή : http://www.monde-diplomatique.gr)
Έχοντας επανέλθει στην εξουσία το 2012, το Κόμμα του Κεμπέκ, υπέρ της αυτονομίας των γαλλόφωνων περιοχών του Καναδά, δεν άργησε να απογοητεύσει τους ψηφοφόρους του.
Καθώς τάσσεται, όπως και οι υπερασπιστές της καναδικής ομοσπονδίας αντίπαλοί του, υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, της δημοσιονομικής αυστηρότητας και της, με κάθε μέθοδο, εκμετάλλευσης του πετρελαίου, προσπάθησε να διαφοροποιηθεί μέσω ενός επιθετικού πολιτισμικού εθνικισμού, επικεντρωμένου στην υπεράσπιση των « αξιών του Κεμπέκ ». Η ήττα του στις εκλογές της 7ης Απριλίου σημαίνει, άραγε, και το τέλος της ιδέας περί εθνικής ανεξαρτησίας του Κεμπέκ ;
Αποδυναμωμένο από μια φοιτητική απεργία διαρκείας, μπλεγμένο σε υποθέσεις διαφθοράς, φθαρμένο μετά από δέκα χρόνια εξουσίας, το Φιλελεύθερο Κόμμα του Κεμπέκ (Parti Libéral du Québec, PLQ) κατέγραψε, τον Σεπτέμβριο του 2012, μία από τις πιο επώδυνες ήττες στην ιστορία του. Λίγοι σχολιαστές φαντάζονταν τότε ότι, δεκαοκτώ μήνες αργότερα, ο σχηματισμός των υπέρμαχων της καναδικής ομοσπονδίας θα προκαλούσε, με τη σειρά του, στο Κόμμα του Κεμπέκ (Parti Québécois, PQ), τον υπέρ τής ανεξαρτησίας αντίπαλό του, την πιο πικρή πανωλεθρία του.
Κι ωστόσο, αυτό ήταν που συνέβη στις 7 του περασμένου Απριλίου. Έναν μήνα νωρίτερα, η Πολίν Μαρουά, η πρωθυπουργός στην κυβέρνηση του PQ, αποφάσιζε να προκηρύξει εκλογές. Βέβαιη για τη νίκη της, ήλπιζε να εξασφαλίσει τις λίγες έδρες που της έλειπαν, προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση πλειοψηφίας. Όμως, αντίθετα με όλες τις προσδοκίες, το PLQ, με επικεφαλής τον γιατρό Φιλίπ Κουγιάρ, επικράτησε στις περισσότερες εκλογικές περιφέρειες –στις εβδομήντα από τις εκατόν είκοσι πέντε– χωρίς να κερδίσει την πλειοψηφία (41,5% των ψήφων), εξαιτίας του εκλογικού συστήματος (μονοεδρικές περιφέρειες σε έναν γύρο). Το PQ αποκόμισε μόλις το 25% των ψήφων και τριάντα έδρες. Ποτέ πριν κυβέρνηση δεν είχε κρατήσει για τόσο μικρό χρονικό διάστημα στο Κεμπέκ.
Μίζες για συμβάσεις με το Δημόσιο
Προκειμένου να υπολογίσουμε την έκταση της απογοήτευσης που προκάλεσε το PQ, θα πρέπει να επιστρέψουμε στην άνοιξη του 2012. Μετά την εξαγγελία του φιλελεύθερου πρωθυπουργού Ζαν Σαρέστ για αύξηση των πανεπιστημιακών διδάκτρων, οι φοιτητές κατεβαίνουν στον δρόμο και ξεκινούν τη μεγαλύτερη απεργία που έζησε ποτέ η τριτοβάθμια καναδική εκπαίδευση. Η υιοθέτηση ενός ειδικού νόμου, ο οποίος απαγορεύει τις συγκεντρώσεις και δικαιολογεί έναν αριθμό συλλήψεων, οδηγεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού να ταχθεί στο πλευρό των φοιτητών [1]. Η ίδια η Μαρουά φοράει τότε το κόκκινο τετράγωνο που έγινε το έμβλημα της απεργίας και επιχειρεί να παρουσιάσει το PQ ως τον φυσικό πολιτικό εκφραστή τού κινήματος.
Εύλογα, οι εκλογείς που την έφεραν στην εξουσία τον Σεπτέμβριο του 2012, ήλπιζαν πως θα ερχόταν σε ρήξη με την πολιτική τού προκατόχου της. Τον Φεβρουάριο του 2013, μετά τη διάσκεψη κορυφής για την ανώτατη εκπαίδευση, το PQ όντως ανακοινώνει την κατάργηση της αύξησης κατά 75% των διδάκτρων (μέσα σε πέντε χρόνια), μειώνοντας όμως παράλληλα τις φορολογικές ελαφρύνσεις για αυτές τις δαπάνες : το δικαίωμα έκπτωσης από 20% κατεβαίνει στο 8%. Η αύξηση των βοηθημάτων προς τους οικονομικά ασθενέστερους φοιτητές δεν προσφέρει τίποτε : προερχόμενη από ένα κόμμα που παρουσιάζεται ως ο εκφραστής της « άνοιξης του σφενταμιού [2] », η πολιτική αυτή απογοητεύει. « Η κοινωνική δικαιοσύνη, το περιβάλλον και ο πολιτισμός βρίσκονταν στην καρδιά του κινήματος του 2012· θέλησαν όμως να κλείσουν τη συζήτηση μέσα από το εκλογικό παιχνίδι », παρατηρεί ο Γκαμπριέλ Ναντό-Ντιμπουά, ένας από τους ηγέτες της φοιτητικής κινητοποίησης.
Καθώς πραγματικά δεν συνέφερε κανένα από τα μεγάλα κόμματα να επιμείνει στο ζήτημα, πολύ λίγος λόγος έγινε περί παιδείας –το δεύτερο μεγαλύτερο κονδύλι στον προϋπολογισμό του Κεμπέκ μετά την υγεία– κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2014. Στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ μεταξύ αρχηγών κομμάτων, ο Κουγιάρ αρκέστηκε να ανακοινώσει την πρόθεσή του να αποκαταστήσει τη διδασκαλία των αγγλικών στο δημοτικό σχολείο, κάτι στο οποίο η Μαρουά απάντησε υπενθυμίζοντας το πρόβλημα της μούχλας στα ετοιμόρροπα σχολεία. Ούτε μία λέξη για την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, η οποία απειλείται όλο και πιο πολύ στο Κεμπέκ. Ένα σημάδι της ρήξης μεταξύ του PQ και της « άνοιξης του σφενταμιού » : ο Λεό Μπιρό-Μπλουέν, συνδικαλιστής φοιτητής που προσχώρησε στο αυτονομιστικό κόμμα και θριάμβευσε στις προηγούμενες εκλογές, και η Μαρτίν Ντεζαρντέν, μία ακόμη μορφή τού κινήματος του 2012, ηττήθηκαν στις εκλογές της 7ης Απριλίου.
Ανίκανο να εκφράσει σε μονιμότερη βάση τη φοιτητική δυσαρέσκεια, το PQ δεν μπόρεσε ούτε και να επωφεληθεί από τις υποθέσεις διαφθοράς που άγγιζαν τον αντίπαλό του. Μετά τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής, τον Οκτώβριο του 2011, μια μακρά σειρά επιχειρηματιών από τον χώρο των κατασκευών παρουσιάστηκε ενώπιον της δικαστού Φρανς Σαρμπονό. Μίζες για την ανάληψη συμβάσεων με το Δημόσιο, εξαγορασμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, ευνοιοκρατία στην αξιολόγηση των προσφορών : επί τρία χρόνια, διεξάγονταν έρευνες στα τοπικά παραρτήματα του PLQ· ο δήμαρχος του Λαβάλ, δεύτερης σε μέγεθος πόλης του Κεμπέκ, συνελήφθη· φιλελεύθεροι βουλευτές αναγκάστηκαν να παραιτηθούν· πρώην υπουργός, η Ναταλί Νορμαντό, κατηγορήθηκε ότι επιδότησε με 11 εκατομμύρια δολάρια μια τεχνική εταιρεία, με αντάλλαγμα την οικονομική υποστήριξη του PLQ κ.ο.κ. Πώς, όμως, να επωφεληθεί το PQ από αυτές τις αισχρότητες, όταν πρόσφατες αποκαλύψεις έχουν εμπλέξει την ίδια την κυβέρνησή του [3] ;
Ωστόσο, το βασικό σημείο όπου το κόμμα που ίδρυσε ο Ρενέ Λεβέσκ εμφανίστηκε εντυπωσιακά σιωπηλό, αν όχι φοβισμένο, κατά τη διάρκεια της σύντομης διακυβέρνησής του, ήταν στο ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, κάποτε στην καρδιά του προγράμματός του. Στις δύο προηγούμενες περιόδους που βρέθηκε στην εξουσία, είχε διοργανώσει δημοψήφισμα σχετικά με την εθνική κυριαρχία (το 1980 και το 1995). Η Μαρουά, όμως, ποτέ δεν επικαλέστηκε μια ανάλογη ιδέα, παρά μόνο για να την απορρίψει. Αντί να μιλήσει για εθνική κυριαρχία, για υπεράσπιση της γαλλικής γλώσσας ή για επέκταση των προνομίων των καναδικών επαρχιών, το PQ εξέφρασε τον εθνικισμό του μέσω ενός « καταστατικού χάρτη αξιών », που ονομάστηκε επίσης « καταστατικός χάρτης του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους ». Παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2013 και δίχασε τον πληθυσμό. Βρίσκεται στον αντίποδα της έκθεσης της συμβουλευτικής επιτροπής για τις πρακτικές συμβιβασμού, όσον αφορά τις πολιτισμικές διαφορές [4], η οποία, μετά από μήνες εργασιών, τον Μάιο του 2008 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εύλογοι συμβιβασμοί –δηλαδή οι παραχωρήσεις που γίνονται στη βάση πολιτισμικών ή θρησκευτικών διαφορών– δεν προκαλούν πραγματικό πρόβλημα στο Κεμπέκ, με τις αμφιλεγόμενες περιπτώσεις να παραμένουν ελάχιστες. Η έκθεση πρότεινε τον περιορισμό τής απαγόρευσης της επίδειξης θρησκευτικών συμβόλων αποκλειστικά στους εκπροσώπους της εξουσίας του κράτους (δικαστές, αστυνομικούς).
Η φημολογία περί πισίνας
Αντιθέτως, βασισμένος σε ασαφείς έννοιες όπως η « κοινή κληρονομιά » και οι « αξίες » της κοινωνίας του Κεμπέκ, ο καταστατικός χάρτης του PQ υποστήριζε την απαγόρευση των θρησκευτικών συμβόλων για το σύνολο των απασχολούμενων στον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τους υπερασπιστές του σχεδίου, ιδίως τον υπουργό Δημοκρατικών Θεσμών, Μπερνάρ Ντρενβίλ, οι όλο και περισσότερες απαιτήσεις μεταναστών σχετικά με θρησκευτικές παραχωρήσεις έθιγαν τις αξίες τού Κεμπέκ, ιδίως την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Μολονότι καμία μελέτη ή έκθεση δεν υποδεικνύει μια τέτοια εξέλιξη, ήταν καιρός, σύμφωνα με τον Ντρενβίλ, η κυβέρνηση να « σηκώσει τα μανίκια » και να δράσει εναντίον του θρησκευτικού φανατισμού.
Η διολίσθηση του πολιτικού εθνικισμού των ιδρυτών του PQ προς έναν αμυντικό πολιτισμικό εθνικισμό, δίχασε το κίνημα της ανεξαρτητοποίησης, προκαλώντας μια ιδιαίτερα επιζήμια, για τον κυβερνητικό σχηματισμό τής Μαρουά, διασπορά στις φωνές υπέρ τής εθνικής κυριαρχίας. Σε ένα άρθρο του, δημοσιευμένο στη Journal de Montréal (3 Οκτωβρίου 2013), ο πρώην πρωθυπουργός του PQ, Ζακ Παριζό –βρισκόταν στην εξουσία την περίοδο του δημοψηφίσματος του 1995– εκτιμούσε ότι ο καταστατικός χάρτης μπορεί να απομάκρυνε από την ιδέα της εθνικής κυριαρχίας τους πολίτες που μετανάστευσαν πρόσφατα στο Κεμπέκ. Επιπλέον, τον θεωρούσε αντίθετο με την παράδοση του Κεμπέκ όσον αφορά το κοσμικό κράτος : « Έως σήμερα, το ζήτημα της ένδυσης με θρησκευτικό χαρακτήρα δεν είχε ποτέ δώσει αφορμή για κανονιστικές ρυθμίσεις. Τα ράσα και οι σκούφιες των θρησκευόμενων εξαφανίστηκαν, ενώ τα ακολούθησε το κολάρο των ιερωμένων, χωρίς να αισθανθούμε την ανάγκη να φτιάξουμε νόμους και κανονισμούς ».
Στον καταστατικό χάρτη της κυβέρνησης Μαρουά, ο κοσμικός χαρακτήρας του κράτους δεν προστατευόταν καθαυτός, αλλά χρησιμοποιούνταν για εκλογικούς στόχους. Για τον Ζεράρ Μπουσάρ, τον έναν από τους δύο συντάκτες της έκθεσης του 2008 για τους εύλογους συμβιβασμούς, το κείμενο αυτό ενέχει τον κίνδυνο « να προκαλέσει σε μια μερίδα τού πληθυσμού πρωτογενή αισθήματα ξενοφοβίας και παράλογους φόβους (η μεγάλη ισλαμική συνωμοσία που εξυφαίνεται μυστικά στο Κεμπέκ, η ανάληψη του ελέγχου της κοινωνίας μας από τους μουσουλμάνους : “Αρνούνται να ενσωματωθούν”, “μας επιβάλλουν τις αξίες τους” [5] ».
Επιπλέον, το PQ υποστηρίζει μια α λα καρτ αντίληψη του κοσμικού κράτους. Τη στιγμή που ετοιμαζόταν να απαγορεύσει τα θρησκευτικά διακριτικά σημεία στο σύνολο του δημόσιου τομέα –οι υπάλληλοι που θα αρνούνταν να αφαιρέσουν το τουρμπάνι, τη μαντήλα ή το σκουφάκι τους, πολύ απλά θα απολύονταν– επέτρεπε στους αιρετούς, εν ονόματι της « κοινοβουλευτικής ασυλίας », να συνεχίσουν να φέρουν τα δικά τους. Όσο για την Εθνοσυνέλευση, « εν ονόματι της ιστορίας » έλαβε την άδεια να διατηρήσει τον Εσταυρωμένο που είχε τοποθετηθεί το 1936 από την κυβέρνηση του Μορίς Ντιπλεσίς, ένα έμβλημα της συναρμογής της πολιτικής εξουσίας με την Καθολική Εκκλησία. Τα σύμβολα που προέρχονται από τη βρετανική μοναρχία, πυλώνα της Αγγλικανικής Εκκλησίας, πανταχού παρόντα στην πολιτική ζωή του Κεμπέκ, απαλλάσσονται και αυτά.
Στην πραγματικότητα, η αντιπαράθεση γύρω από τον καταστατικό χάρτη επικεντρώθηκε στην ισλαμική μαντήλα. Παρ’ όλο που τίποτε δεν υποδηλώνει πως απειλείται ο κοσμικός χαρακτήρας τού κράτους του Κεμπέκ, ο δημόσιος λόγος που δείχνει με το δάχτυλο τους μουσουλμάνους, και γενικότερα τους μετανάστες, έγινε κοινός τόπος τους τελευταίους μήνες. Μερικές ημέρες πριν από τις εκλογές, η Μαρουά, αγωνιώντας για την αναζωογόνηση της προεκλογικής εκστρατείας της –οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η πλειοψηφία των κατοίκων του Κεμπέκ υποστήριζε τον καταστατικό χάρτη των αξιών, ιδίως εκτός Μόντρεαλ– εμφανίστηκε μαζί με τη Ζανέτ Μπερτράν, δημοφιλή συγγραφέα, τηλεοπτική φεμινίστρια και συνυπογράφουσα έναν « καταστατικό χάρτη των γυναικών », ο οποίος, με το πρόσχημα της ισότητας των φύλων, υποστηρίζει τον καταστατικό χάρτη των αξιών. « Στο κτήριο όπου κατοικώ υπάρχει μια πισίνα », διηγούνταν η Μπερτράν κατά τη διάρκεια ενός « γεύματος για το κοσμικό κράτος » που διοργάνωσε το PQ στις 30 Μαρτίου 2014. « Πηγαίνω εκεί μία φορά την εβδομάδα για να κάνω αεροβική γυμναστική στο νερό. Και κάποια στιγμή έρχονται δύο άντρες, που απογοητεύονται επειδή δύο γυναίκες βρίσκονται στην πισίνα (...). Ας φανταστούμε ότι φεύγουν και πηγαίνουν να βρουν τον ιδιοκτήτη (...) και απαιτούν : ωραία, θέλουμε και εμείς μία ημέρα δική μας. Κι ύστερα, μέσα σε μερικούς μήνες, αυτοί θα έχουν την πισίνα όλη την ώρα. Αυτό ακριβώς είναι που φοβόμαστε, τη σταδιακή διείσδυση και διάβρωση, και αυτό θα συμβεί αν δεν έχουμε καταστατικό χάρτη ». Αποκαλύφθηκε ότι αυτή η ιστορία ήταν ολοκληρωτικά επινοημένη –το παραδέχθηκε στο τέλος και η ίδια η Μπερτράν– τα μέσα ενημέρωσης όμως είχαν ήδη αναμεταδώσει τη φήμη...
Ένας δισεκατομμυριούχος υπέρ της ανεξαρτησίας
Ο πολλαπλασιασμός των δηλώσεων τέτοιου τύπου είχε ως αποτέλεσμα την όξυνση των εντάσεων και μια ισχυρή κινητοποίηση εναντίον του PQ σε ορισμένες πολυεθνικές συνοικίες του Κεμπέκ. Στα βόρεια του Μόντρεαλ, λόγου χάρη, στην εκλογική περιφέρεια Μπουρασά-Σοβέ, όπου βρίσκεται μια σημαντική βορειοαφρικανική κοινότητα, σχεδόν το 60,5% των ψήφων πήγε στον εκπρόσωπο του Φιλελεύθερου Κόμματος, έναντι του 42,3%, το 2012. Και, παρά τις ακροβασίες του PQ προκειμένου να αποφύγει να προσεγγίσει μετωπικά το ζήτημα της εθνικής κυριαρχίας, το θέμα έκανε αναπάντεχα την εμφάνισή του στην προεκλογική καμπάνια, από τον Πιερ Καρλ Πελαντό. Μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης (κληρονόμος της αυτοκρατορίας Quebecor, η οποία συμπεριλαμβάνει σαράντα τρεις ημερήσιες εφημερίδες, τηλεοπτικά κανάλια, τηλεφωνικές υπηρεσίες... ), με τη δέκατη έκτη μεγαλύτερη περιουσία στην επαρχία του Κεμπέκ, ο επιχειρηματίας ανακοίνωσε, στις 9 Μαρτίου 2014, πως θα έβαζε υποψηφιότητα με τα χρώματα του PQ στην εκλογική περιφέρεια του Σεν-Ζερόμ. Στη συνέχεια, κραδαίνοντας τη γροθιά του, εκδήλωσε την επιθυμία του « να κάνει χώρα το Κεμπέκ ». Αυτή η φαινομενικά κοινότοπη διατύπωση –αναγράφεται ξεκάθαρα στον ιστοχώρο του PQ– αποσταθεροποίησε βαθύτατα την προεκλογική καμπάνια τής απερχόμενης κυβέρνησης.
Η Μαρουά με αυτό τον τρόπο αναγκάστηκε να μιλήσει για ανεξαρτησία και δημοψήφισμα : με τον Πελαντό στην κυβέρνηση, δεν θα έπρεπε να ξαναζωντανέψει από τις στάχτες του το ιδρυτικό πρόταγμα του κόμματός της ; Θα το έκανε σύμφωνα με τις νεοφιλελεύθερες απόψεις του Πελαντό, πρώην στρατευμένου μαοϊστή που αναδείχτηκε σε σύμβολο του αντισυνδικαλιστικού αγώνα, ιδίως στη Journal de Montréal και του οποίου η αδιαλλαξία οδήγησε σε μια εργοδοτική ανταπεργία με διάρκεια-ρεκόρ, 764 ημερών ; Ερωτηθείσα από τους δημοσιογράφους, η Μαρουά αναγκάστηκε να αυτοσχεδιάσει μερικές απαντήσεις σχετικά με τη συνέχιση της χρήσης του καναδικού δολαρίου, υπενθυμίζοντας, παρεμπιπτόντως, ότι η εκδοχή της ανεξαρτησίας που ευαγγελίζεται το PQ δεν θα επέφερε κανενός τύπου οικονομική ρήξη...
Η πρωθυπουργός, παρ’ όλο που επανέλαβε πολλές φορές, τις ημέρες που ακολούθησαν, πως κανένα δημοψήφισμα δεν προβλεπόταν, δεν κατάφερε τίποτε : οι άνθρωποι του PQ έδιναν την εντύπωση πως απέφευγαν τον θεμελιώδη στόχο τους, τη στιγμή που οι αντίπαλοί τους δεν έπαυαν να τους τον υπενθυμίζουν. Σε τέτοιον βαθμό και τόσο καλά, ώστε τον άφησαν να γίνει καρικατούρα και να μεταβληθεί σε φόβητρο. Μέσα σε τρεις ημέρες, μια προεκλογική εκστρατεία που δεν πήγαινε πουθενά, πήρε χαρακτήρα δημοψηφίσματος.
Την επομένη της ψηφοφορίας, οι εφημερίδες της Power Corporation of Canada (La Presse, Le Soleil, Le Nouvelliste, La Tribune, Le Quotidien... ιδιοκτησία της οικογένειας του εκλιπόντος δισεκατομμυριούχου Πολ Ντεμαρέ) θριαμβολογούν : οι κάτοικοι του Κεμπέκ είχαν οριστικά απορρίψει την επιλογή της αυτονομίας. Μια βιαστική εκτίμηση, καθώς, αν κοιτάξουμε από πιο κοντά το αποτέλεσμα, οι σχετικοί δείκτες πολύ λίγο μεταβάλλονται. Από το 1995, και ενώ το ζήτημα δεν βρέθηκε ποτέ στο επίκεντρο των συζητήσεων, το ποσοστό των υπέρμαχων της ανεξαρτησίας τού Κεμπέκ παραμένει σταθερό : γύρω στο 40% στις δημοσκοπήσεις. Όμως, το συγκεκριμένο εκλογικό σώμα διασπείρεται σε διάφορους κομματικούς σχηματισμούς. Αθροίζοντας τα ποσοστά τους, το PQ, το Québec Solidaire (« Αλληλέγγυο Κεμπέκ », υπέρ της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και της ανεξαρτησίας) και το Coalition Avenir Québec (« Συμμαχία για το Μέλλον του Κεμπέκ ») συγκέντρωσαν το 56% των ψήφων. Είναι, λοιπόν, κυρίως το PQ που διαλύθηκε στις εκλογές της 7ης Απριλίου.
Notes
[1] Βλ. Pascale Dufour, « Ténacité des étudiants québécois », Le Monde Diplomatique, Ιούνιος 2012.
[2] Σ.τ.Ε. : Το εθνικό σύμβολο του Καναδά, καθώς το φύλλο του απεικονίζεται στη σημαία της χώρας.
[3] Βλ. Robert Dutrisac, « Commission Charbonneau. Le PQ sur la défensive », Le Devoir, Μόντρεαλ, 23 Ιανουαρίου 2014.
[4] Γνωστή επίσης και ως επιτροπή Μπουσάρ-Τέιλορ ή ως επιτροπή εύλογων συμβιβασμών.
[5] Gérard Bouchard, « La démagogie au pouvoir », La Presse, Μόντρεαλ, 10 Ιανουαρίου 2014.