Ένα βράδυ, ένας μεθυσμένος κάτω από μια πολυκατοικία, χτυπάει το κουδούνι ενός διαμερίσματος.
- Ποιος είναι; ρωτάει ο άντρας.
- Ρε φίλε, σε παρακαλώ, έλα να δώσεις ένα χεράκι! Λίγο σπρώξιμο θέλω μόνο! απαντάει ο μεθυσμένος.
- Άσε μας ρε φίλε, βραδιάτικα! του απαντάει και ξαναπέφτει στο κρεβάτι του.
- Ποιός ήταν; τον ρωτάει γυναίκα του
- Ένας μεθυσμένος που θέλει λίγο σπρώξιμο! της απαντάει.
Σε λίγο ξανά ακούγεται το κουδούνι. Ο ίδιος πάλι!
- Βρε μωρό μου, λέει η γυναίκα, πήγαινε να δεις τι θέλει! Σκέψου ότι μπορεί κι εμείς να βρισκόμασταν στη θέση του! Δεν θα θέλαμε να μας βοηθήσει κάποιος; Τι να κάνει ο άντρας, ντύνεται, κατεβαίνει κάτω, δεν βλέπει κανέναν.
Οπότε βάζει μια φωνή:
- Εεεε! Εσύ που ήθελες σπρώξιμοοοο! Πού είσαιιιι;; Κι ακούγεται μια φωνή:
- Εδωωωωώ!! Στις κούνιεεες!!
- Ποιος είναι; ρωτάει ο άντρας.
- Ρε φίλε, σε παρακαλώ, έλα να δώσεις ένα χεράκι! Λίγο σπρώξιμο θέλω μόνο! απαντάει ο μεθυσμένος.
- Άσε μας ρε φίλε, βραδιάτικα! του απαντάει και ξαναπέφτει στο κρεβάτι του.
- Ποιός ήταν; τον ρωτάει γυναίκα του
- Ένας μεθυσμένος που θέλει λίγο σπρώξιμο! της απαντάει.
Σε λίγο ξανά ακούγεται το κουδούνι. Ο ίδιος πάλι!
- Βρε μωρό μου, λέει η γυναίκα, πήγαινε να δεις τι θέλει! Σκέψου ότι μπορεί κι εμείς να βρισκόμασταν στη θέση του! Δεν θα θέλαμε να μας βοηθήσει κάποιος; Τι να κάνει ο άντρας, ντύνεται, κατεβαίνει κάτω, δεν βλέπει κανέναν.
Οπότε βάζει μια φωνή:
- Εεεε! Εσύ που ήθελες σπρώξιμοοοο! Πού είσαιιιι;; Κι ακούγεται μια φωνή:
- Εδωωωωώ!! Στις κούνιεεες!!