Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο ότι οι ΗΠΑ έχουν πέσει στην «ιρακινή παγίδα»



Οι ΗΠΑ στην «ιρακινή παγίδα»
Φιόντορ Λουκιάνοφ, RIA Novosti
(Πηγή : http://rbth.gr)
Μόλις προ μηνός, ο ιρακινός πρόεδρος συμφώνησε με τη Μόσχα μια μεγάλη αγορά όπλων. Τώρα, οι ΗΠΑ προσπαθούν να την ακυρώσουν. Ποιο είναι το παρασκήνιο αυτής της υπόθεσης, και πως συνδέεται με την κατάσταση στη χώρα και στην περιοχή;
Οι πωλήσεις ρωσικών όπλων στο Ιράκ εξελίσσεται σε αληθινό αστυνομικό μυθιστόρημα. Το προηγούμενο Σάββατο το πρωΐ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανακοίνωσε την απόφαση της Βαγδάτης να ακυρώσει τη μεγάλη συμφωνία για προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού, την οποία είχε υπογραφεί στη διάρκεια της επίσκεψης του στη Μόσχα, προ μηνός, ο ιρακινός πρωθυπουργός Νουρί Αλ Μαλίκι.
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, όταν ο Αλ Μαλίκι επέστρεψε από τη Ρωσία, άρχισε να έχει αμφιβολίες για τη διαφάνεια αυτής της συναλλαγής, γεγονός που στάθηκε η αιτία για την ακύρωσή της. Κι’ όμως, το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, ο τηλεοπτικός σταθμός Αλ Τζαζίρα μετέδωσε ότι ο υπουργός Άμυνας του Ιράκ, Σαντούν Αντ Ντουλαϊμί, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Βαγδάτη, πως «το συμβόλαιο εκτελείται βάσει των συμφωνηθέντων».
Το θέμα της προμήθειας ρωσικών όπλων ύψους 4,2 δις δολαρίων πιθανόν θα ξεκαθαρίσει μέσα στις επόμενες ημέρες. Ωστόσο, η ανάλυση των λόγων που δημιουργήθηκε αυτή η ιδιόμορφη κατάσταση, μπορεί να γίνει ήδη από τώρα. Να σημειωθεί πως στη Μόσχα, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να πουληθούν στο Ιράκ 30 επιθετικά ελικόπτερα Mi-28 και 42 αντιαεροπορικών συστημάτων Pantsir. Σε περίπτωση υλοποίησης της συμφωνίας αυτής, η Ρωσία θα γίνει ο δεύτερος -μετά τις ΗΠΑ- προμηθευτής στρατιωτικού υλικού στο Ιράκ, το οποίο στο προηγούμενο καθεστώς είχε δαπανήσει συνολικά 30 δις δολάρια για αγορές όπλων από την ΕΣΣΔ.
Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων του Οκτωβρίου ανάμεσα στη Ρωσία και το Ιράκ δημιούργησαν αίσθηση. Με φόντο την εμφανή επιδείνωση των σχέσεων της Μόσχας με τις περισσότερες αραβικές χώρες εξαιτίας του προβλήματος της Συρίας, το Ιράκ, λόγω της εγγύτητας των συνόρων του με το Ιράν, τηρεί μια συγκρατημένη στάση. Γεγονός που αποτελεί ευκαιρία για τη Ρωσία, ώστε να αποδείξει ότι είναι ικανή να διατηρήσει την παρουσία της στην περιοχή. Επιπλέον, η στροφή της Βαγδάτης προς τη Μόσχα, θα ήταν μια ακόμη πικρή επιβεβαίωση της αποτυχίας της αμερικανικής πολιτικής στο Ιράκ.
Αμερικανική δυσαρέσκεια και πιέσεις
Τα νέα από τη Μόσχα τον περασμένο μήνα προκάλεσαν τις αμήχανες ερωτήσεις των αμερικανών δημοσιογράφων προς την εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Βικτόρια Νούλαντ. Τόνισαν μάλιστα ιδιαίτερα το γεγονός ότι, ενώ οι ΗΠΑ πολέμησαν για το Ιράκ, αυτό τώρα συνάπτει συμφωνίες με έναν επικίνδυνο ανταγωνιστή.
Η κ. Νούλαντ υποβάθμισε το θέμα -και φυσικά δεν θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά- αφού αν κατηγορούσε επιδεικτικά ένα κυρίαρχο κράτος και του απαγόρευε με ποιόν πρέπει να έχει συναλλαγές και με ποιόν όχι, θα προκαλούσε ένα μεγάλο σκάνδαλο. Ωστόσο, κρίνοντας από τις πληροφορίες που προέρχονται από τη Βαγδάτη, στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ δεν είναι καθόλου αδιάφορες για τις επαφές της χώρας με τη Ρωσία. Και είναι προφανές, ότι στον «απείθαρχο» Αλ Μαλίκι ασκήθηκε ισχυρή πίεση.
Οι ΗΠΑ χάνουν την επιρροή τους
Τα επτά χρόνια κατοχής του Ιράκ, έδειξαν ότι η Αμερική δεν θα καταφέρει να διατηρήσει τη χώρα ως προτεκτοράτο της, αν και θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι αμερικανοί στρατηγοί έσβησαν την καταστροφική φωτιά της βίας που ξέσπασε στο Ιράκ από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για ένα νέο πολιτικό οικοδόμημα. Οι εκλογές στο Ιράκ, παρ’ όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν, αντικατοπτρίζουν τον καταμερισμό των δυνάμεων και τις προτιμήσεις που υπάρχουν στη χώρα. Αποδείχθηκε μάλιστα, πως σε συνθήκες ελεύθερης έκφρασής του, ο κόσμος στη Μέση Ανατολή δεν ψηφίζει σε καμία περίπτωση εκείνους που η Ουάσιγκτον θεωρεί ως ιδανικούς.
Η σιιτική πλειοψηφία του Ιράκ, η οποία υπέστη την καταστολή από το καθεστώς του Σαντάμ, έστρεψε το βλέμμα προς τους ομόθρησκούς της του Ιράν. Φυσικά, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι στην εξουσία βρίσκεται μια κυβέρνηση-μαριονέτα του Ιράν, αλλά είναι σαφές πως ο Αλ Μαλίκι και οι συνεργάτες του αφουγκράζονται με ευαισθησία τις φωνές που προέρχονται από την Τεχεράνη και την ιερή σιιτική πόλη Κουμ του Ιράν.
Οι παράγοντες Ιραν και Συρία
Η σύγκρουση στη Συρία αποκρυστάλλωσε την ιδιαίτερη θέση που κατέχει το Ιράκ μεταξύ των αραβικών χωρών. Δεν είναι τυχαία η δήλωση του Βλαντίμιρ Πούτιν μετά τις συνομιλίες με τον Νουρί Αλ Μαλίκι, ότι οι απόψεις της Ρωσίας και του Ιράκ για τη συριακή κρίση είναι σχεδόν ταυτόσημες.
Η ανάγκη του Ιράκ για στενότερες σχέσεις με τη Ρωσία εξηγείται ακριβώς από αυτή την ενδιάμεση θέση που κατέχει η τελευταία μεταξύ των διαφόρων περιφερειακών στρατοπέδων. Οι ΗΠΑ αναμένουν ότι τα κελεύσματά τους θα πρέπει να γίνονται δεκτά με νομιμοφροσύνη από το Ιράκ, και παρακολουθούν με αυξανόμενη δυσαρέσκεια την πολιτική ατζέντα της Βαγδάτης.
Σημαντικές αραβικές χώρες που συσπειρώθηκαν εναντίον του Μπασάρ Άσαντ αρχίζουν και βλέπουν τον Αλ Μαλίκι σαν μια νέα έκδοση της «πέμπτης φάλαγγας» επ’ ωφελεία του Ιράν. Την ίδια ώρα, μια πλήρης μετατόπιση της Βαγδάτης προς την πλευρά του Ιράν εγκυμονεί πολλά και μεγάλα προβλήματα. Πρώτον, η απώλεια της ανεξάρτητης πολιτικής είναι δυσάρεστη, ακόμη και αν αυτή συμβαίνει προς όφελος ενός στενού εταίρου. Δεύτερον, οι σιίτες στο Ιράκ δεν αποτελούν απόλυτη πλειοψηφία και η κυβέρνηση, με σκοπό τη σταθερότητα της χώρας, λαμβάνει υπόψη της τη γνώμη των υπολοίπων.
Υπό τις συνθήκες αυτές, η στροφή προς τη Ρωσία είναι μια ιδανική λύση. Η Μόσχα δεν έχει εμφανείς πολιτικές φιλοδοξίες στο Ιράκ και δεν επιδιώκει το μοντέλο που είχε διαμορφωθεί επί Σαντάμ Χουσεΐν. Η Ρωσία ενδιαφέρεται για τη διεύρυνση των αγορών όπου μπορεί να δραστηριοποιηθεί. Ειδικά ύστερα από τις αλλαγές στη Λιβύη και τη Συρία οι οποίες στενεύουν τα περιθώρια ελιγμών της. Γι’ αυτό, είναι έτοιμη να παράσχει πολιτική υποστήριξη.
Ο ρόλος της Ρωσίας
Η «Αραβική Ανοιξη» έδειξε ότι η Ρωσία δεν είναι σημαντικός παράγοντας στη Μέση Ανατολή. Παράλληλα όμως, απέδειξε ότι χωρίς τη συμμετοχή και τη στήριξη του Κρεμλίνου, δεν είναι δυνατόν να επηρεαστούν οι εξελίξεις. Είναι απαραίτητος ένας ισορροπιστής. Κάποιος που να μπορεί, αν όχι να αλλάξει τη ροή ολόκληρου του παιχνιδιού, τουλάχιστον να ενθαρρύνει κάποιο σενάριο. Και η Ρωσία είναι μια ιδιαίτερα καλή επιλογή.
Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση εμπλέκονται μεγάλα εξωτερικά συμφέροντα. Οι ΗΠΑ είναι σίγουρο ότι δεν επιθυμούν να απωλέσουν ξανά το Ιράκ, το οποίο ανακτά ξανά μια από τις πρώτες θέσεις στην παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου. Είναι μη αποδεκτό πολιτικά, και ζημιογόνο οικονομικά. Πολύ περισσότερο που το μέλλον των υπολοίπων σημαντικών παραγωγών πετρελαίου στην περιοχή είναι σήμερα πιο δύσκολο να προσδιοριστεί, από ότι δύο χρόνια πριν.
Η Ουάσιγκτον χρησιμοποιεί όλα τα μέσα προκειμένου να πείσει την Βαγδάτη ότι μόνο η Αμερική μπορεί να παίξει τον ρόλο του εταίρου που θα τη στηρίξει. Φαίνεται ότι γύρω από το Ιράκ και την περαιτέρω πορεία του, αρχίζει να εκτυλίσσεται μια νέα αλυσίδα αντιφάσεων, η οποία θα νόμιζε κανείς ότι είχε διαρρηχτεί οριστικά μετά την αμερικανική επέμβαση το 2003. Και η Ρωσία, εισέρχεται ξανά σε ένα μεγάλο πολιτικοδιπλωματικό παιχνίδι.


Ο Φιόντορ Λουκιάνοφ είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού «Η Ρωσία στην παγκόσμια πολιτική».