Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο ότι οι ΗΠΑ του 18ου αιώνα αποτελούν παράδειγμα για την Ε.Ε. του 21ου αιώνα



Οι ΗΠΑ του 18ου αιώνα, παράδειγμα για την Ε.Ε. του 21ου αιώνα
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η χώρα μας βρίσκεται τώρα στο χειρότερο είδος παρακμής – σε μια αργή παρακμή, αρκετά αργή ώστε να μας επιτρέπει να συνεχίζουμε να ελπίζουμε. Αλλά η διάσωση της ελληνικής οικονομίας παραμένει εκκρεμής και εξαρτώμενη ολοκληρωτικά από τις δόσεις των δανειστών μας.
Οι χώρες που δεν έχουν την πολυτέλεια να τυπώνουν μόνες τους χρήμα, αφού ποδοπατούνται από τις αγορές, εξαρτώνται πλήρως από τους δανειστές τους. Είναι πασίδηλο ότι η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει νέα Μνημόνια, με δανεισμό που διαρκώς διογκώνει το χρέος και με ύφεση που βουλιάζει όλο και βαθύτερα τη χώρα. Είναι επίσης φανερό ότι η οποιαδήποτε διέξοδος από τον κλειστό βρόχο λιτότητας–ύφεσης δεν υπάρχει στον ορίζοντα.
Επειδή οι Ευρωπαίοι ηγέτες φοβούνται να αντιμετωπίσουν ριζοσπαστικά την κρίση των εθνικών χρεών: αγοράζουν χρόνο και μεταθέτουν τις λύσεις για αργότερα.
Τι θα χρειαζόταν, όμως, για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα χρέους και εσωτερικών τριβών της Ευρωπαϊκής Ενωσης; Η ιστορία των ΗΠΑ αποτελεί ένα είδος παραβολής, που θα μπορούσε να αποδειχθεί διδακτική για τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Στα τέλη του 18ου αιώνα, το τότε νεοπαγές ενωμένο κράτος κινδύνευε να διαλυθεί εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων. Εκείνη η κρίση έμοιαζε με αυτήν που προσπαθεί τώρα δήθεν να αναχαιτίσει η Ευρώπη. Τεράστια χρέη πολιτειών, όπως η Μασαχουσέτη και η Νότια Καρολίνα, στραγγάλιζαν μια οικονομία που βρισκόταν ήδη σε ύφεση. Μια εξέγερση αγροτών που διαμαρτύρονταν για την αύξηση των φόρων έφερε τη χώρα στα πρόθυρα εμφύλιου πολέμου. Η εμπιστοσύνη στο αμερικανικό χρέος υποχώρησε τόσο ώστε βετεράνοι του πολέμου ξεφορτώνονταν αξιόγραφα του κράτους έναντι 15 σεντς για κάθε δολάριο.
Οπως ακριβώς η σημερινή Ευρώπη, οι ΗΠΑ δεν είχαν τότε ένα ομοσπονδιακό εκτελεστικό σώμα αρμόδιο για την κρίση. Ωστόσο, ο πρώτος υπουργός Οικονομικών της χώρας, ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, παρουσίασε μία πρόταση πολύ πιο προωθημένη από όλες όσες εξετάζονται σήμερα στην Ευρώπη. Το σχέδιό του προέβλεπε πως το Κογκρέσο θα εξουσιοδοτούσε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να αναλάβει την ευθύνη για ένα μέρος του χρέους του κράτους, που ανερχόταν σε 25 εκατ. δολάρια –αντίστοιχο περίπου δύο σημερινών τρισ. δολαρίων– και να αντλήσει κεφάλαια για να το αποπληρώσει. Το σχέδιο παρουσίαζε κάποια ψεγάδια που γνώριζε ο Χάμιλτον. Η κυβέρνηση θα πλήρωνε τους κερδοσκόπους που είχαν αγοράσει ομόλογα με έκπτωση, ενώ οι δημοσιονομικά υγιείς πολιτείες θα επιδοτούσαν τις προβληματικές.
Η πρότασή του, όμως, θα έδινε στις οικονομίες των πολιτειών τη δυνατότητα να αναπτυχθούν και θα κατοχύρωνε την εμπιστοσύνη στα χρεόγραφα του κράτους. Τα οφέλη που θα προσποριζόταν ένα έθνος όταν τα ομόλογά του θα εθεωρούντο χρυσός, υποστήριξε ο Χάμιλτον, θα υπερκάλυπταν το κόστος.
Το σχέδιο του Χάμιλτον συνάντησε σθεναρές αντιστάσεις. Οπως κάνει σήμερα η δημοσιονομικά συνετή Γερμανία, όσες πολιτείες είχαν αποπληρώσει τα χρέη τους δεν έβλεπαν γιατί να επιδοτήσουν τους γείτονές τους. Οι αντιπαραθέσεις στο Κογκρέσο γίνονταν σε τόσο υψηλούς τόνους, ώστε πολλοί εξέφραζαν φόβους πως επρόκειτο για το τέλος των Ηνωμένων Πολιτειών. Οταν, όμως, ηττήθηκε σε σχετική ψηφοφορία τον Απρίλιο του 1790, ο Χάμιλτον επέμεινε. Είχε τέτοια αίσθηση του κατεπείγοντος της κατάστασης, ώστε ήταν πρόθυμος να κάνει κάτι που για τον ίδιο ήταν μια επισφαλής πολιτική θυσία: να εγκαταλείψει το αίτημα της δικής του πολιτείας, της Νέας Υόρκης, για ανάδειξή της σε πρωτεύουσα του νέου κράτους. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Οι ΗΠΑ γνώρισαν μια περίοδο ευημερίας και τα ομόλογά τους λειτουργούσαν όπως ο κανόνας του χρυσού. Ακόμη και στη σημερινή κρίση, οι επενδυτές στρέφονται στο ασφαλές καταφύγιο των ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου.
Το 1946, όταν η Ευρώπη έβγαινε από τον καταστροφικό πόλεμο, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ εξέφρασε μια φιλοδοξία που είχαν τότε πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες: «Για να δημιουργήσουμε ξανά μια ευρωπαϊκή οικογένεια», τόνισε, «και να της προσφέρουμε μια δομή με την οποία θα μπορεί να ζήσει εν ειρήνη, ασφάλεια και ελευθερία, πρέπει να οικοδομήσουμε ένα είδος Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης». Σε αυτή την κρίσιμη στροφή της ιστορίας της, η Ευρώπη ίσως χρειάζεται τον δικό της Χάμιλτον για να κάνει το όραμα πραγματικότητα. Ετσι μοιράζουν ελπίδες...
Εως πρόσφατα, το χρέος ήταν κάθε άλλο παρά «βρώμικη» λέξη, ιδίως στις μεγάλες, πλούσιες οικονομίες της Δύσης που δανείζονταν για να χρηματοδοτούν την ανάπτυξή τους. Ελάχιστες όμως από αυτές κατόρθωσαν να το συρρικνώσουν τις καλές εποχές, ενώ αντιθέτως υποσχέθηκαν πλουσιότερες συντάξεις και επιδόματα πρόνοιας. Σήμερα η καθεμιά διαθέτει ένα βουνό χρέους που αποδεικνύεται όλο και πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί, δεδομένης της δομής των κοινωνιών τους. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, τα πλεονάσματα που δημιουργήθηκαν κατά τη θητεία του Μπιλ Κλίντον έγιναν τεράστια ελλείμματα την εποχή του Τζορτζ Μπους.
Εως το 2050, το ένα τρίτο του πληθυσμού των πλούσιων κρατών θα είναι μεγαλύτερο των 60 ετών. Το δημογραφικό κόστος θα είναι δέκα φορές μεγαλύτερο από το δημοσιονομικό κόστος της τρέχουσας κρίσης. Παγιδευμένες σε γηράσκοντες πληθυσμούς, υποχρηματοδοτούμενα συνταξιοδοτικά ταμεία και υποχρεώσεις κοινωνικής ασφάλισης, το πρόβλημά τους έρχεται σε οξεία αντίθεση με το σφρίγος και τη νιότη των αναδυόμενων οικονομιών. Κίνα και Ινδία μπορεί να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα – όμως, το χρέος δεν είναι ένα από αυτά.