Ανάγκη διαφάνειας για την επίθεση στη Βεγγάζη
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Η επίθεση κατά του αμερικανικού προξενείου στη Βεγγάζη αναδείχθηκε σε μήλον της Εριδος της προεκλογικής εκστρατείας στις ΗΠΑ. Παρά τον κοπετό παραπληροφόρησης και μεγαλοστομίας που συνόδευσε το θέμα, το ειδησεογραφικό δίκτυο Fox News έθεσε ορισμένα αξιόλογα ερωτήματα στην κυβέρνηση Ομπάμα.
Η δημοσιογράφος Τζένιφερ Γκρίφιν μετέδωσε, την Παρασκευή, ότι υπάλληλοι της CIA στη Βεγγάζη διατάχθηκαν να παραμείνουν στη βάση τους ένα χιλιόμετρο από την πόλη, όταν ζήτησαν άδεια να μεταβούν στο προξενείο την ώρα της επίθεσης. Το Fox μετέδωσε επίσης ότι οι άνδρες της CIA δεν εξασφάλισαν –παρά τις σχετικές τους εκκλήσεις– στρατιωτικές ενισχύσεις. Την αποκάλυψη του Fox διέψευσε σε ανακοίνωσή της η CIA, αναφέροντας: «Μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι η υπηρεσία μας κινήθηκε άμεσα για να βοηθήσει τους συναδέλφους που κινδύνευαν. Επιπλέον, ουδείς αξιωματούχος της CIA δεν απαγόρευσε την αποστολή ενισχύσεων».
Τι συνέβη λοιπόν στη Βεγγάζη τη νύχτα της 11ης Σεπτεμβρίου; Ο καλύτερος τρόπος για να ανακαλύψουμε την αλήθεια θα ήταν ένα ακριβές μη απόρρητο χρονολόγιο των εξελίξεων, το οποίο πρόκειται να δημοσιοποιηθεί αυτή την εβδομάδα, σύμφωνα με αξιωματούχους της αμερικανικής κυβέρνησης. Η πρωτοβουλία αυτή είναι αναγκαία, ανεξάρτητα από την ατυχή χρονική συγκυρία, λόγω των εκλογών. Στο μεταξύ, ορισμένα από τα θέματα που πρέπει να αποσαφηνισθούν είναι τα εξής:
Πρώτον, στο ζήτημα του εάν οι άνδρες της CIA δέχθηκαν διαταγή να παραμείνουν στη βάση τους τη νύχτα της επίθεσης, η απάντηση είναι ότι όντως δέχθηκαν τέτοια διαταγή, αν και αυτή αποσύρθηκε λίγα λεπτά αργότερα. Η καθυστέρηση ήταν της τάξης των 20 λεπτών. Η κύρια αιτία της καθυστέρησης, σύμφωνα με γνώστες της κατάστασης, ήταν οι προσπάθειες αξιωματούχων της CIA να έρθουν σε επαφή με λιβυκή πολιτοφυλακή, γνωστή ως «Ταξιαρχία 17ης Φεβρουαρίου», που είχε αναλάβει την τήρηση της τάξης στη Βεγγάζη. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εξαρτώνται από τοπικές αστυνομικές δυνάμεις για την προστασία των προξενικών τους εγκαταστάσεων και η εμμονή της Ουάσιγκτον να συντονιστεί με τις τοπικές αρχές οδήγησαν στη μοιραία καθυστέρηση. Ηταν, όμως, σωστό να αφεθεί η ασφάλεια του προξενείου σε αμφίβολης ικανότητας πολιτοφυλακή; Μήπως τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά εάν οι άνδρες της CIA είχαν μεταβεί αμέσως στο προξενείο;
Δεύτερον, γιατί οι ΗΠΑ δεν έστειλαν αμέσως στρατιωτική αποστολή στη Βεγγάζη; Η απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι πιο δύσκολη. Η CIA απέστειλε εκείνη τη νύχτα στο προξενείο ομάδα άμεσης επέμβασης, που δεν κατάφερε όμως να φθάσει εκεί εγκαίρως. Tι άλλο θα μπορούσε να έχει γίνει; Η απάντηση του Πενταγώνου είναι ότι ο χρόνος δεν επαρκούσε για την αποστολή άλλων δυνάμεων, ικανών να σώσουν τις ζωές των Αμερικανών διπλωματών.
Ο εκπρόσωπος του υπουργού Αμυνας μου είπε την Τετάρτη ότι, αν και μέσα σε λίγες ώρες ο υπουργός Λίον Πανέτα είχε διατάξει την ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων στη Βεγγάζη, η επίθεση είχε ήδη ολοκληρωθεί πριν οι δυνάμεις αυτές αξιοποιηθούν. Αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης διατείνονται πως ο στρατός δεν αποτελεί υπηρεσία έκτακτης ανάγκης. Δύο ομάδες ανδρών των ειδικών δυνάμεων μετακινήθηκαν τη νύχτα εκείνη στην αεροπορική βάση Σιγκονέλα της Σικελίας, με αποστολή να μεταβούν στη Βεγγάζη ή σε όποια άλλη διπλωματική αποστολή των ΗΠΑ θα κινδύνευε στη Βόρεια Αφρική. Οι άνδρες αυτοί, όμως, έφθασαν στη Σικελία στις 12 Σεπτεμβρίου, πολλές ώρες μετά την επίθεση στη Βεγγάζη. Σε ό,τι αφορά τα μη επανδρωμένα βομβαρδιστικά αεροσκάφη ή τα βομβαρδιστικά AC-130, Αμερικανοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι αυτά βρίσκονταν πολύ μακριά για να αποδειχθούν χρήσιμα. Η πιο κοντινή βάση τέτοιων αεροσκαφών βρίσκεται στο Τζιμπουτί, σε απόσταση 2.000 χιλιομέτρων από τη Βεγγάζη και πολύ πέρα από την ακτίνα δράσης του.
Αν οι απαντήσεις αυτές είναι ακριβείς, αυτό δημιουργεί ένα ακόμη ανησυχητικό ερώτημα: Σε μια στιγμή, κατά την οποία η Αλ Κάιντα ενισχύει την παρουσία της στη Λιβύη και τη Βόρεια Αφρική, γιατί οι ΗΠΑ δεν φρόντισαν να διατηρούν ισχυρότερη στρατιωτική παρουσία στην περιοχή;
Εκ των υστέρων, η απόφαση να μη βομβαρδιστούν λιβυκοί στόχοι εκείνη τη νύχτα υπήρξε λογική. Δεδομένης της οργής στον αραβικό κόσμο τις ημέρες εκείνες, αυτό θα ήταν ανάλογο με τη ρίψη λαδιού σε ανοιχτή φωτιά. Η οργή των συγγενών των Αμερικανών θυμάτων της Βεγγάζης είναι δικαιολογημένη. Οι ζωές αυτές θα μπορούσαν να έχουν σωθεί χάρη σε πιο δυναμική αντιμετώπιση της κρίσης. Η κυβέρνηση Ομπάμα οφείλει να δώσει εξηγήσεις στο έθνος για τους λόγους που την οδήγησαν στις αποφάσεις της.
Ενα τελικό ζήτημα αφορά την «αχλύ του πολέμου», την αναμενόμενη σύγχυση και ασάφεια ενός πεδίου μάχης, που εκείνη τη νύχτα αποδείχθηκε πυκνή όχι μόνο στη Βεγγάζη, αλλά και στο Κάιρο, στην Τύνιδα και αλλού. Οπως ομολογεί κυβερνητικός αξιωματούχος: «Εκείνη τη νύχτα, οι ειδήσεις έρχονταν από παντού και επικρατούσε μεγάλη σύγχυση». Η Αμερική χρειάζεται καλύτερη πληροφόρηση από τις μυστικές της υπηρεσίες. Αυτό είναι το σημαντικότερο –και το πλέον δυσεπίλυτο– πρόβλημα των ημερών μας.