Η απόπειρα κατά του Παπαδόπουλου
ΜΙΧΑΛΗΣ Ν. ΚΑΤΣΙΓΕΡΑΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Την Τρίτη 13 Αυγούστου 1968, γύρω στις 8.20 το πρωί, η λιμουζίνα με τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, κατευθυνόμενη από τη βίλα του στο Λαγονήσι –που του είχε προσφέρει ο Αριστοτέλης Ωνάσης– προς την Αθήνα, με προπορευόμενους δύο μοτοσικλετιστές και ακόλουθους σε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο, πλησίαζε στο 31ο χιλιόμετρο την παραλιακής οδού Αθηνών-Σουνίου.
Μία έκρηξη ανατίναξε το κατάστρωμα της οδού. Η πομπή μόλις είχε περάσει. Η λιμουζίνα σταμάτησε, ο δικτάτορας κατέβηκε να δει τι είχε συμβεί, ενώ οι χωροφύλακες κυνηγούσαν στα βράχια, κάτω από τον δρόμο έναν άνδρα ξυπόλυτο και με μαγιό μέχρι που τον συνέλαβαν. Ο Παπαδόπουλος συνέχισε προς Αθήνα και λίγο μετά τις 09.00 προήδρευε της προγραμματισμένης συνόδου του υπουργικού συμβουλίου χωρίς να ενημερώσει τα μέλη του για το συμβάν. Και όμως, την ώρα εκείνη είχε ήδη αρχίσει να εξελίσσεται η πολιτική πλέον αντιπαράθεση ενός ατρόμητου αγωνιστή της Δημοκρατίας, του Αλέκου Παναγούλη, με τον πανούργο ηγέτη του ποικίλων συμφερόντων δικτατορικού καθεστώτος που είχε προκύψει μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Η δημοσιοποίηση του γεγονότος
Την ίδια ημέρα, ανώνυμη ανακοίνωση που έφθασε στα γραφεία του Ασοσιέιτεντ Πρες στο Παρίσι μιλούσε για σειρά εκρήξεων και ταραχές στην Αθήνα. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για δύο εκρήξεις μικρής έντασης. Οταν αργότερα μέσα στην ημέρα ο Παπαδόπουλος είχε πεισθεί ότι διατηρούσε την κατάσταση υπό τον έλεγχό του, κάλεσε δημοσιογράφους του ελληνικού και ξένου Τύπου στο γραφείο του. Τους ανακοίνωσε το γεγονός της απόπειρας εναντίον του, ισχυρίστηκε ότι «ο Θεός είναι φιλέλλην» και διαβεβαίωσε ότι το προγραμματισμένο δημοψήφισμα για νέο Σύνταγμα θα διεξαχθεί. Ως πεπειραμένος προπαγανδιστής μίλησε περί «εχθρών της Δημοκρατίας» και είναι χαρακτηριστικό ότι δεν ανέφερε ούτε μία φορά το ψευδώνυμο «Επανάστασις», αλλά μίλησε περί κυβερνήσεως. Παράλληλα, έδωσε μεγάλη έμφαση στα περί «ηρεμίας, τάξεως, ασφαλείας και χαράς» στην Ελλάδα στην προσπάθειά του να μην ανακοπεί το μεγάλο τουριστικό ρεύμα από το εξωτερικό.
Εν τω μεταξύ, ανακρινόμενος ο Αλέκος Παναγούλης, που είχε συλληφθεί με τα πόδια τραυματισμένα πάνω στους βράχους, για να δώσει ευκαιρία στους συναγωνιστές του να κρυφτούν, ισχυρίστηκε ότι είναι ο Γεώργιος Παναγούλης.
Πριν από τον Παπαδόπουλο, εκάλεσε τους δημοσιογράφους ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, παλαιός σοσιαλδημοκράτης, Βύρων Σταματόπουλος. Εχοντας στο πλάι του τον διευθυντή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων Χριστόφορο Μπιτσίδη, είπε με τον Παναγούλη παρόντα: «Θα σας παρουσιάσω τώρα τον παρ’ ολίγον δολοφόνον: Ονομάζεται Γεώργιος Παναγούλης του Βασιλείου. Είχεν υπηρετήσει ως μόνιμος υπολοχαγός εις τον στρατόν. Τον Αύγουστον του 1967 ελιποτάκτησε και μετέβη εις το Ισραήλ. Αι αρχαί του Κράτους του Ισραήλ απεφάσισαν την έκδοσίν του εις την Ελλάδα, αλλά εξηφανίσθη από το σκάφος». Ο Σταματόπουλος, αφού μίλησε περί τρομοκρατικής ενεργείας, ενθυμούμενος προφανώς τη σοσιαλδημοκρατική του προέλευση, ισχυρίστηκε ότι: «Ο Γεώργιος Παναγούλης ήτο και είναι όργανον κύκλων με φασιστικάς αντιλήψεις, είναι όργανον φασιστικών και αντιδραστικών κύκλων».
Δεύτερη προσωπική νίκη
Οι δηλώσεις Παπαδόπουλου και Σταματόπουλου δημοσιεύθηκαν την επομένη στις εφημερίδες με φωτογραφία του Αλέκου Παναγούλη με μαγιό, όπως είχε συλληφθεί και με λεζάντα που εξηγούσε ότι ήταν ο Γεώργιος Παναγούλης. Οταν κυκλοφόρησαν οι εφημερίδες, πολλοί ήσαν εκείνοι από τα μέλη της ΕΔΗΝ [νεολαία της Ενώσεως Κέντρου] που διαπίστωσαν ότι δεν είναι ο Γεώργιος, αλλά το στέλεχος της οργάνωσής τους Αλέκος Παναγούλης. Κάποια στιγμή το αντελήφθησαν και οι ανακριτές ή έλαβαν γνώση αυτού που γνώριζαν αρκετοί νεολαίοι. Ετσι, στις 9.30 το βράδυ ανακοινώθηκε ότι είναι ο Αλέξανδρος Παναγούλης και ότι είχε ξεγελάσει ακόμα και αξιωματικούς που είχαν συνυπηρετήσει με τον Γεώργιο. Ο Σταματόπουλος, η κυβέρνηση και οι ανακριτές του (όπως έγινε γνωστό αργότερα επρόκειτο για τον Θεόδωρο Θεοφιλογιαννάκο και τον ίδιο τον Δημήτριο Ιωαννίδη) έγιναν καταγέλαστοι, ενώ κάποιοι καθαρώς φασιστικοί θύλακες του καθεστώτος ενοχλήθηκαν με τα περί «φασιστικών κύκλων» του Σταματόπουλου.
Αυτή ήταν η δεύτερη προσωπική νίκη του Αλέκου Παναγούλη στην αναμέτρησή του με τη δικτατορία. Η πρώτη του νίκη ήταν η ίδια η απόπειρα που επανέθεσε διεθνώς και με ένταση το ελληνικό πρόβλημα, αν και η διεθνής δημοσιότητα κυριαρχήθηκε από την παγκόσμια φοιτητική εξέγερση και την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Στο εσωτερικό της Ελλάδας η απόπειρα του Παναγούλη ήρθε σε μία φάση περαιτέρω εδραίωσης του καθεστώτος μετά το αποτυχημένο βασιλικό αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967, την επίσημη διάσπαση του ΚΚΕ και τις εν σειρά διπλωματικές αναγνωρίσεις της κυβέρνησης Παπαδόπουλου –τόσο από χώρες του ΝΑΤΟ όσο και από χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας– αλλά έδειξε, πρώιμα, στους Ελληνες ότι τίποτα δεν είναι ακλόνητο. Από την άλλη πλευρά βεβαίως ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο η θέση του Παπαδόπουλου στο εσωτερικό της χούντας.
Αγριος βασανισμός και δίκη
Ο αρχηγός του ΠΑΚ Ανδρέας Γ. Παπανδρέου από τη Στοκχόλμη, σύμφωνα με δημοσιεύματα του αθηναϊκού Τύπου, δήλωσε ότι επρόκειτο για πράξη ηρωισμού, ενώ το ΚΚΕ διά του ραδιοφωνικού του σταθμού «Η Φωνή της Αλήθειας» φέρεται να εκτίμησε ότι πρόκειται είτε για σκηνοθεσία που αποβλέπει στη διαφήμιση του δικτάτορα Παπαδόπουλου είτε για εκδήλωση εσωτερικών αντιθέσεων του καθεστώτος. Μάλλον είχε πέσει στην παγίδα του Σταματόπουλου περί «φασιστικών κύκλων» με ενισχυτικό το δεδομένο ότι ο Γεώργιος ήταν αξιωματικός καταδρομικών επιχειρήσεων.
Για τον Αλέκο Παναγούλη άρχισε μία σειρά βασανισμών, αλλά και από την πλευρά του εκδηλώθηκε ένα τεράστιο απόθεμα δύναμης. Εγραψε ο ίδιος στην «Καθημερινή» της 19ης Φεβρουαρίου 1975: « [...] Γνωρίζω τον Δημήτριο Ιωαννίδη. Τον γνώρισα το ίδιο βράδυ, την ημέρα που είχα συλληφθεί, στις 13 Αυγούστου 1968. [...] Δεν με χτύπησε ποτέ. [...] Μετά από αυτή την πρώτη φορά, τον ξαναείδα στις 28 Αυγούστου, δηλαδή δεκαπέντε μέρες αργότερα. Ηταν στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, όπου με είχαν πάει πληγιασμένο, σε κωματώδη κατάσταση, επειδή αρνιόμουν να πάρω τροφή. Μετά που συνήλθα από το κώμα, με είχαν αλυσοδεμένο, χειροπόδαρα, στο κρεββάτι. Ο Ιωαννίδης ζύγωσε μαζί με τον αρχηγό των βασανιστών μου, τον Θεοφιλογιαννάκο, κι’ αμέσως ο Θεοφιλογιαννάκος ρίχτηκε επάνω μου, φωνάζοντας: “Μίλα, μίλα, ή θα σε κάνω να μιλήσεις εγώ. [...]”. Μη έχοντας τη δύναμη να του απαντήσω, τον έφτυσα στο πρόσωπο. Ο Θεοφιλογιαννάκος απάντησε με μια φοβερή γροθιά, το αίμα άρχισε να τρέχει από το στόμα κι’ από τη μύτη μου, μα ο Ιωαννίδης σήκωσε το χέρι, σάμπως αγανακτισμένος ή σαν να ήθελε να τον σταματήσει, και είπε: “Φαίνεται, δεν έμαθες ακόμα πως ένας στους εκατό χιλιάδες δεν μιλάει, κι αυτή είναι η περίπτωσή του. Αφού δεν μίλησε ώς τώρα, δεν πρόκειται να μιλήσει. Είναι περιττό να επιμένεις”. Επειτα στράφηκε σε μένα και, πάντοτε ψυχρός και ήρεμος, πρόσθεσε: “Θα σε τουφεκίσω” [...]».
Βαριές ποινές
Η δίκη του Παναγούλη και των φερομένων ως συνεργών του που (πλην του υπουργού Εσωτερικών και Αμύνης της Κύπρου Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1970) συνελήφθησαν, άρχισε, στις 4 Νοεμβρίου 1968, στο Στρατοδικείο Αθηνών με πρόεδρο τον εφέτη Ρουγά και βασιλικό επίτροπο τον εισαγγελέα Ιωάννη Λιαπή. Στις 17 εκδόθηκε η απόφαση: Παναγούλης, δύο φορές σε θάνατο· Λευτέρης Βερυβάκης, ισόβια· Γιάννης Κλωνιζάκης, 24 χρόνια· Νικ. Λεκανίδης, 23· Νίκος Ζαμπέλης και Γ. Ελευθεριάδης, 18· Γ. Αβράμης, 16· Στάθης Γιώτας, 10· Αρ. Κλωνιζάκης, 4 με τριετή αναστολή· Ι. Βαλασέλης, 2 χρόνια και έξι μήνες· Αρ. Πρίντεζης, 1 χρόνο με τριετή αναστολή. Α. Σιγάλας, Ν. Παπούλας, Β. Αναστασόπουλος και Δ. Τιμογιαννάκης, αθώοι. Η δίκη διαχωρίστηκε για τους Στάθη Παναγούλη, Παύλο Βαρδινογιάννη και Πολύκαρπο Γιωρκάτζη.
Αληθινός ήρωας
Η θανατική ποινή έπρεπε να εκτελεστεί σε τρία εικοσιτετράωρα. Οι αντιδράσεις από το εξωτερικό, αλλά και η πολιτική οξύνοια του Παπαδόπουλου –που είδε μια ευκαιρία απάμβλυνσης των αρνητικών εντυπώσεων για το καθεστώς του– συνετέλεσαν στο να μην εκτελεστεί ο Αλέκος Παναγούλης, ο οποίος κατέπληξε και πάλι το Πανελλήνιο με τις αποδράσεις του, μέχρι τη γενική αμνηστία που παρεχώρησε ο Παπαδόπουλος μετά την κατάργηση της Βασιλείας, το 1973. Μάλιστα, η στάση αυτή του αρχηγού του δικτατορικού καθεστώτος προκάλεσε τη μήνιν των δήθεν σκληρών αξιωματικών, αλλά αυτός τους αντιμετώπισε με τριήμερη «αποχή» εκ των καθηκόντων του και αυτοί έντρομοι, προ της απουσίας αποδεκτού εν μέσω αυτών ηγέτη και του «κενού εξουσίας» έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή. Την 1η Μαΐου 1976, ο Αλέκος Παναγούλης, ήρωας του δυναμικού αντιδικτατορικού αγώνα, σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα το οποίο είχε προκαλέσει ερωτήματα σε ορισμένη μερίδα του Τύπου της εποχής.
* Ο κ. Μιχάλης Ν. Κατσίγερας είναι δημοσιογράφος.
(Στην φωτογραφία : Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης του, ακόμη και στο εδώλιο, ο Αλέκος Παναγούλης βρίσκεται διαρκώς εν μέσω δύο ασφαλιτών)