Ο Πόλεμος του 1940 στα μετόπισθεν
Η καθολική συμμετοχή του άμαχου πληθυσμού στον αγώνα συνέβαλε καθοριστικά στην εποποιία του Μετώπου
Της Μαρίνας Πετράκη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Οταν οι σειρήνες του πολέμου ξυπνούσαν τον κόσμο, το αξέχαστο εκείνο πρωινό της 28ης Οκτωβρίου, ένας άνεμος καινούργιος άρχισε να φυσάει πάνω από την ελληνική επικράτεια.
Ενας άνεμος που φούσκωνε και γέμιζε τις αγουροξυπνημένες καρδιές των Ελλήνων με ενθουσιασμό, περηφάνια και λεβεντιά. Γινόταν θύελλα αγανάκτησης και αποφασιστικότητας, βουερή φωνή περιφρόνησης που μετατρεπόταν σε ένα κέφι αλλιώτικο, αλλόκοτο, γιατί οι ξέφρενες εκδηλώσεις και πανηγυρισμοί δεν αφορούσαν ένα χαρμόσυνο γεγονός αλλά την κήρυξη του πολέμου.
Ενα ολόκληρο έθνος, σαν μια γροθιά, γιόρταζε και χαιρετούσε τα στρατευμένα παιδιά ωσάν να πήγαιναν σε πανηγύρι και όχι στο μέτωπο. Πού βρέθηκε στα αλήθεια όλη αυτή η λεβεντιά; Ξεχάστηκαν διά μαγείας οι προσωπικές φιλοδοξίες, οι ταξικές διαφορές, τα πολιτικά πάθη και οι αντιπαραθέσεις, οι πικρίες κατά του καθεστώτος, οι εξορίες, οι διώξεις, έμεινε μόνο το προσκλητήριο «νυν υπέρ πάντων αγών».
«Και δεν ήμασταν όλοι μέχρι την παραμονή της ημέρας αυτής ούτε ήρωες ούτε φανατικοί πατριώτες. Μέτριοι άνθρωποι, φρόνιμοι, της φαμίλιας και της δουλειάς, όχι το σπίτι, τα παιδιά και τους εαυτούς μας, αλλά ούτε το περιεχόμενο της τσέπης μας δεν ήμασταν πρόθυμοι να δώσουμε στον έρανο της πατρίδας. Και παρουσιάστηκε ο έρανος του αίματος το αξέχαστο εκείνο πρωί. Και η Ελλάς αμέσως άνοιξε όλες τις φλέβες της. Ηταν Αγών υπέρ της Πατρίδος», θα γράψει ο Γεώργιος Βλάχος στην «Καθημερινή» τις μέρες του πολέμου.
Φανέλα του Στρατιώτη από όλη την Ελλάδα
Η επιστράτευση άψογα οργανωμένη γινόταν μέσα σε ένα απερίγραπτο κύμα ενθουσιασμού, καθώς τα πλήθη χαιρετούσαν και ευλογούσαν τα χιλιάδες παιδιά που με το χαμόγελο στα χείλη βιάζονταν να φτάσουν στο μέτωπο, εκεί ψηλά στον βωμό της θυσίας να πολεμήσουν «έστω και χωρίς καμία ελπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει». Και η «υβρισμένη Παναγιά της Τήνου» πάντα μαζί τους - πάνω στα μικρά δελτάρια, μικρή εικόνα στον χιτώνα τους, όνειρο και όραμα μαζί στα χαρακώματα, σκέπη και αγκαλιά στην αφίσα του Γουναρόπουλου, ύμνος και ψαλμωδία στα χείλη του στρατευμένου ιερέα, παρηγοριά στον τραυματία και στον ετοιμοθάνατο.
Οι παραλείψεις πολλές, οι ελλείψεις περισσότερες (ποιος αμυνόμενος λαός στ’ αλήθεια βρέθηκε ποτέ καλά προετοιμασμένος για πόλεμο;). Πολεμικό υλικό δεν περίσσευε, ο ιματισμός ήταν του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου με γκέτες και αρβύλες πλήρως ακατάλληλες για τα παγωμένα βουνά, τα κλινοσκεπάσματα μετρημένα, οι προμήθειες περιορισμένες, τα μέσα μεταφοράς ανεπαρκή, και τα κρυοπαγήματα ένας νέος, άγνωστος εχθρός πιο ύπουλος από τον Ιταλό, που τότε φάνταζε πάνοπλος και αήττητος. Ομως δίπλα στους «φτωχοδιάβολους που ενώ πήγαιναν να πολεμήσουν, ταλαιπωρημένοι βαδίζοντας μερόνυχτα με στολές πολύ μεγαλύτερες από το νούμερό τους, γελούσαν και τραγουδούσαν» (Λίλαντ Στόου, Αμερικανός δημοσιογράφος), τραγουδούσε και πολεμούσε και «μεθούσε με το αθάνατο κρασί του εικοσιένα» η επιστρατευμένη ελληνική ψυχή. «Γιατί η φτώχεια», θα γράψει ο Τερζάκης, «όταν πηγαίνει να σκοτωθεί για μια ιδέα, για το φιλότιμο, τραγουδάει».
Και η ιστορία γραφόταν εκεί πάνω στα βουνά της Ηπείρου στην πρώτη γραμμή ένδοξη και λαμπρή, με αυταπάρνηση και αίμα χωρίς ίχνος ψευτο-εθνικισμού και πατριδοκαπηλίας.
Πολιτική επιστράτευση
Η ιστορία γραφόταν όμως και στο εσωτερικό μέτωπο της Ελλάδας που πολεμούσε με τα δικά του μέσα για να στηρίξει την πρώτη γραμμή. Οπως στη Βρετανία όπου ο πόλεμος στα μετόπισθεν (British Home Front) αποτελούσε επιχείρηση υψίστης σημασίας για την αντιμετώπιση των γερμανικών βομβαρδισμών και την έκβαση του πολέμου γενικότερα, έτσι και στην Ελλάδα, που μόνη πολεμούσε τον φασισμό, οι μάχες στα μετόπισθεν απεδείχθησαν εξίσου σημαντικές με αυτές της πρώτης γραμμής. Παράλληλα, με το σχέδιο επιστράτευσης των ενόπλων δυνάμεων, η οποία πραγματοποιήθηκε με απόλυτη τάξη και ταχύτητα, ενεργοποιήθηκε άμεσα το σχέδιο Πολιτικής Επιστράτευσης θέτοντας σε άμεση εφαρμογή τα σχέδια που είχαν εκπονηθεί από τις αρχές του 1939 με σκοπό την κινητοποίηση όλων των φορέων και των μη επιστρατευμένων πολιτών σε υπηρεσίες ύψιστης σημασίας για την άμυνα της χώρας και την ενίσχυση του μετώπου σε περίπτωση πολέμου.
Η Παθητική Αεράμυνα αναλαμβάνει το δύσκολο έργο της εφαρμογής μέτρων συσκότισης για την αποφυγή βομβαρδισμών, οργανώνει τη διάταξη ορυγμάτων και καταφυγίων, εφοδιάζει τον πληθυσμό με προσωπίδες (μάσκες) και συντονίζει την Πυροσβεστική και την Υγειονομική Υπηρεσία, ενώ μπαίνουν σε εφαρμογή τα σχέδια για τη Γεωργική Επιστράτευση, για την οικονομική λειτουργία της χώρας και την οικονομική ενίσχυση της πολεμικής προσπάθειας μέσω εράνων και έκδοσης Πολεμικού Λαχείου.
Παράλληλα λαμβάνει χώρα μια γιγάντια προσπάθεια πλήρωσης του κενού της ειδικής στρατιωτικής ένδυσης από δεκάδες γυναικείες οργανώσεις που δραστηριοποιήθηκαν κάτω από την Οργάνωση «Η Φανέλα του Στρατιώτη» που ιδρύθηκε το 1939 από μια ομάδα Αθηναίων κυριών και τέθηκε αργότερα υπό την αιγίδα της πριγκίπισσας Φρειδερίκης. Σκοπός της πρωτοβουλίας αυτής, στην οποία συμμετείχε όλος σχεδόν ο γυναικείος πληθυσμός της χώρας, ήταν η συγκέντρωση ρουχισμού για τον μαχόμενο ελληνικό στρατό στα αλβανικά σύνορα όπου ο δριμύς χειμώνας αποδεικνυόταν ο χειρότερος εχθρός. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εποχής, τα πλεκτά μάλλινα είδη που παραδίδονταν στην οργάνωση για προώθηση στο μέτωπο, έφταναν καθημερινά τις τρεις χιλιάδες. Παρόμοιος αριθμός φτάνει στα γραφεία της ΕΟΝ, που έχει αναλάβει την Πολιτική Αμυνα, και στο ειδικό τμήμα του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Παράδειγμα αυτοθυσίας οι γυναίκες της Ηπείρου
Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός με την έγκαιρη και πλήρη προετοιμασία, την αυταπάρνηση και την υψηλή επιστημονική κατάρτιση των διπλωματούχων και εθελοντριών αδελφών αναδεικνύεται ο σπουδαιότερος βοηθός και συνεργάτης του κράτους στην τιτάνια εθνική προσπάθεια. Συγκροτεί και αποστέλλει στην πρώτη γραμμή πλήρως εξοπλισμένα και επαρκώς πλαισιωμένα κινητά χειρουργεία μετώπου, καταρτίζει μόνιμα νοσοκομεία εκστρατείας και νοσοκομεία διακομιδής τραυματιών και ασθενών στρατιωτών, ενώ διαθέτει σε νοσοκομεία του μετώπου αλλά και των μετόπισθεν εθελόντριες αδελφές καθώς και υγειονομικό υλικό. Συνιστά την «Επιτροπή και Τμήμα Βοήθειας Μαχομένων - Το Δέμα του Στρατιώτου» για την ετοιμασία, και αποστολή χιλιάδων μάλλινων ενδυμάτων για την πρόληψη κρυοπαγημάτων και επανιδρύει το «Γραφείο Αιχμαλώτων». Οργανώνει την «Επιτροπή Κυρίων και Τμήμα Ψυχαγωγίας του Στρατιώτου» και τις «Γωνίες του Τραυματία» για την ψυχαγωγία και απασχόληση των τραυματιών. Από τις 2.836 αδελφές νοσοκόμες του ΕΕΣ που επάνδρωσαν τα 58 στρατιωτικά νοσοκομεία, τους προκεχωρημένους υγειονομικούς σχηματισμούς, τα πλωτά νοσοκομεία, τους Σταθμούς Πρώτων Βοηθών και Παθητικής Αεράμυνας, πολλές ήταν αυτές που έχασαν τη ζωή τους στον βωμό του πατριωτικού καθήκοντος.
Το Λύκειο Ελληνίδων ήταν ένας άλλος φορέας που η συνεισφορά του στον αγώνα υπήρξε σημαντική. Από τις αρχές τους 1939 οργανώθηκαν στις εγκαταστάσεις του μαθήματα παθητικής αεράμυνας όπου εκπαιδεύτηκαν ως νοσοκόμες εκατοντάδες μέλη του, ενώ οργανώνονται σεμινάρια εκμάθησης βασικών αγροτικών λειτουργιών για την καλλιέργεια κηπευτικών σε πάρκα, πλατείες και άλλους δημόσιους χώρους στο πλαίσιο της εκστρατείας για την αυτάρκεια τροφίμων στα μετόπισθεν και τη σίτιση του στρατού στο μέτωπο. Παράλληλα δίδονται μαθήματα διαφώτισης του αμάχου πληθυσμού σε περίπτωση χημικού πολέμου, ενώ με την ίδρυση του «Τμήματος Μερίμνης Στρατιώτου» τα μέλη επιδίδονται σε έναν πόλεμο «πλεκτικής» για τα παιδιά που πολεμούν. Καθιερώνονται τα περίφημα «Πλεκτικά Τέια» όπου οι Αθηναίες αστές ανταποκρίνονται στις εκκλήσεις της πολιτείας πλέκοντας ασταμάτητα, υπό το βλέμμα της αφίσας της Βάσως Κατράκη, ενώ πίνουν το τσάι τους.
Λαϊκά συσσίτια
Η Εκκλησία, η οποία θέτει στη διάθεση της πατρίδος όλα τα τιμαλφή αφιερώματα της Παναγίας της Τήνου, πρωτοστατεί μαζί με πολλές γυναικείες οργανώσεις και κοινωνικούς φορείς σε εράνους και λαϊκά συσσίτια όπου σιτίζονται οι οικογένειες που ο πόλεμος τους στέρησε τα προς το ζην, ενώ εύπορες αστικές οικογένειες καλούνται να φιλοξενήσουν αυτούς που έχουν ανάγκη.
Ωστόσο, δεν ήσαν μόνο οι αστές Ελληνίδες που έδωσαν το μερτικό τους στον αγώνα της πατρίδας. Ηταν και οι χιλιάδες απλές, ανώνυμες γυναίκες που έκαναν τη βελόνα τους σπαθί και τον καημό τους τραγούδι και προσευχή για τα παιδιά της Ελλάδας. Μάνες, γυναίκες, αδελφές, κόρες, αρραβωνιαστικιές, άνοιξαν τα μπαούλα τους, ξήλωσαν τις προίκες τους, εκποίησαν τις βέρες τους, και πάνω στα δέματα για τα παιδιά καρφίτσωναν ευχές για τη νίκη. Στην επαρχία οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι αντικαθιστούν στις αγροτικές και κτηνοτροφικές δουλειές τους άντρες που έχουν στρατευθεί στο μέτωπο, και καθώς τα υποζύγια υπηρετούν και αυτά την πατρίδα, ζώνονται το αλέτρι, την αξίνα, το φόρτωμα. Αγόγγυστα, υπερήφανα. Κάθε προσφορά δεκτή χωρίς κριτήρια, χωρίς διακρίσεις σαν τις εισπράξεις των ιερόδουλων του Πειραιά, θυσία στον αγώνα.
Κανένα παράδειγμα αυτοθυσίας, ηρωισμού και λεβεντιάς δεν πλησιάζει ωστόσο αυτό της γυναικείας Ηπειρώτικης προσφοράς. Σκληρή, αγέλαστη, μαυροφορεμένη με τα γουρνοτσάρουχα και τα σεγκούνια της η Ηπειρώτισσα παραστάθηκε σε όλον τον αγώνα. Ζαλώνεται κασόνια ασήκωτα με πυρομαχικά και προμήθειες από διάσελο σε διάσελο, από κορφοβούνι σε κορφοβούνι «να μην αφήσει τα παιδιά εκεί ψηλά χωρίς» και όταν τα γαϊδούρια κολλούν ξυλιασμένα στις λάσπες και στο χιόνι, μεταφέρει στις πλάτες της τους τραυματίες και θάβει τους νεκρούς. Και η προσφορά της γίνεται θρύλος, αφίσα, τραγούδι και ταινία που προβάλλεται χωρίς διακοπή σε κεντρικό θέατρο του Πικαντίλυ στο Λονδίνο, για να εμψυχωθεί ο χειμαζόμενος πληθυσμός της βρετανικής πρωτεύουσας που μετρά καθημερινά εκατοντάδες νεκρούς από τους ναζιστικούς βομβαρδισμούς.
Βομβαρδισμοί
Αλλά και το ελληνικό μετόπισθεν μετρά τους δικούς του νεκρούς από τους ιταλικούς βομβαρδισμούς. Από την πρώτη κιόλας μέρα του πολέμου η Πάτρα βομβαρδίζεται ανηλεώς και θρηνεί πενήντα αμάχους. Ακολουθούν καταστροφικοί βομβαρδισμοί στη Θεσσαλονίκη, στα Γιάννενα, στον Βόλο, στη Λάρισα, στην Κέρκυρα, με εκατοντάδες νεκρούς και μεγάλες καταστροφές.
Και οι Ελληνες εξακολουθούν να πλέκουν, να ζωγραφίζουν τον πόλεμο, να γράφουν ποιήματα για τον αγώνα, να γελούν και να γελοιοποιούν τον εισβολέα. Να διαβάζουν εφημερίδες, να ακούν ραδιόφωνο, και να πηγαίνουν στο θέατρο όπου οι πατριωτικές παραστάσεις και τα τραγούδια της Βέμπο τους κάνουν να αισιοδοξούν και να παλεύουν.
Οι συναγερμοί, οι βομβαρδισμοί, η απαγόρευση της κυκλοφορίας, και έλεγχοι της ΕΟΝ, οι πανηγυρισμοί στους δρόμους, η επιστολή του Ν. Ζαχαριάδη, οι έρανοι, το τιτάνιο έργο της απόκρυψης των αρχαιολογικών θησαυρών, οι τραυματίες και οι παγόπληκτοι, η αποφυγή διασποράς ειδήσεων και ο φόβος της Πέμπτης Φάλαγγας, όλα συνθέτουν την εμπόλεμη εικόνα των μετόπισθεν. Οι συγκινητικές προσφορές του λαού, της Εκκλησίας και των διανοουμένων, ο πόλεμος της βελόνας, οι γυναίκες, τα παιδιά, συγκροτούν μια τεράστια εμπόλεμη δύναμη αμάχων πολεμιστών χωρίς την οποία ίσως να μην είχε γραφτεί ποτέ η εποποιία του 1940.
* Η κ. Μαρίνα Πετράκη είναι ιστορικός και ερευνήτρια.