Ο ρόλος των μικρών κομμάτων στις εκλογές της Γερμανίας
Επιλογές συνασπισμού για την επόμενη κυβέρνηση
Paul Hockenos
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr/)
Η σε εθνική τηλεοπτική κάλυψη εκλογική συζήτηση (debate) στην Γερμανία, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, μεταξύ της καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, και του αντιπάλου της, Martin Schulz, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) δεν είχε καμία υπερβολή.
Η «μονομαχία», όπως αποκλήθηκε, έδινε την αίσθηση περισσότερο μιας ευγενικής διαμάχης μεταξύ ενός ηλικιωμένου ζευγαριού. Δεν ξεσήκωσε τον υπναλέο, στερημένο από ουσία ανταγωνισμό μεταξύ των δύο κομμάτων, που θα ολοκληρωθεί την ημέρα των εκλογών στις 24 Σεπτεμβρίου.
Σε πλήρη αντίθεση, η συζήτηση μεταξύ των πέντε μικρότερων κομμάτων της Γερμανίας την επόμενη νύχτα παρουσίασε μια υπέροχη, θυμωμένη φιλονικία. Ο Cem Özdemir των Πρασίνων πυροβόλησε με δύο βολές τον Βαυαρό χριστιανοδημοκράτη (CSU) Joachim Herrmann, προκαλώντας τον για τον καταστροφικό αντίκτυπο της χρήσης του άνθρακα, και κατηχώντας τον στις χριστιανικές αξίες, όπως η λατρεία των δημιουργιών του Θεού. Ο Χέρμαν απάντησε, χαμογελώντας: «Αλλά δεν υπάρχουν εργοστάσια άνθρακα στην Βαυαρία!» (Το CSU, μέλος του συνασπισμού της Μέρκελ, έχει αγωνιστεί για την απαγόρευση της παραγωγής άνθρακα σε ολόκληρη την Γερμανία). Εν τω μεταξύ, οι φιλελεύθεροι «Ελεύθεροι Δημοκράτες» (FDP) και το σοσιαλιστικό «Αριστερό Κόμμα» συγκρούστηκαν για τους ελέγχους των ενοικίων, την κοινωνική ασφάλιση, την μετανάστευση, τα πυρηνικά όπλα στην Ευρώπη και τα αυτοκίνητα με κινητήρα ντίζελ. Το ακροδεξιό «Εναλλακτική για την Γερμανία» (AfD) κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «έκανε συμφωνίες με Ισλαμιστές πολέμαρχους στην Λιβύη», αναφερόμενο στις διαπραγματεύσεις της Μέρκελ για τον περιορισμό των ροών προσφύγων από την Βόρεια Αφρική.
Πράγματι, δεδομένου ότι πρόκειται για ένα ουσιαστικά προκαθορισμένο συμπέρασμα ότι η Angela Merkel και οι Χριστιανοδημοκράτες της (CDU) θα πετύχουν μια τέταρτη θητεία, υπάρχουν πολλές εικασίες σχετικά με τις ενδιαφέρουσες επιλογές συνασπισμού που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την επόμενη κυβέρνηση, μια διαδικασία που θα εξαρτηθεί, σε μεγάλο βαθμό, από το πώς τα μικρότερα κόμματα πορεύονται προς τις εκλογές. Η ψηφοφορία έρχεται σε μια καθοριστική στιγμή για την Ευρώπη, καθώς πρέπει να καταπιαστεί ταυτόχρονα με την αναζωογόνηση της ΕΕ, την αντιμετώπιση των κρίσεων της μετανάστευσης και του ευρώ, και την ταχυδακτυλουργική διαχείριση των σχέσεων με παλιούς και νέους αυταρχικούς [ηγέτες]. Το πώς θα παιχτεί αυτό για την Γερμανία, και την Ευρώπη στο σύνολό της, εξαρτάται από το χρώμα της επιλογής εταίρου ή εταίρων συνασπισμού από την Μέρκελ.
ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ
Το πιο σίγουρο στοίχημα μπορεί αρχικά να μοιάζει με ανανέωση του «μεγάλου συνασπισμού» μεταξύ του CDU και του SPD, που κυβέρνησε την Γερμανία για οκτώ από τα 12 χρόνια της Merkel και απολαμβάνει μεγάλης εμπιστοσύνης από το κοινό [1]. Αλλά δεν είναι εγγυημένο. Αποκλείοντας μια εντελώς απροσδόκητη εξέλιξη, τα δύο μεγάλα κόμματα της Γερμανίας θα επαναλάβουν τις επιδόσεις τους στις τελευταίες εκλογές, αλλά θα χάσουν ψηφοφόρους. Οι δημοσκοπήσεις [2] δείχνουν ότι το CDU συγκεντρώνει το 36% των ψήφων και το SPD 23%, δηλαδή πέντε και τρείς ποσοστιαίες μονάδες λιγότερες αντίστοιχα, από το 2013. Πίσω από την κεντροδεξιά διακυβέρνηση της Μέρκελ, τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν φιλόξενα, θεσπίζοντας νόμους που ευνοούν τα δικαιώματα των ενοικιαστών και έναν ελάχιστο μισθό, αντιμετωπίζοντας την κρίση του ευρώ και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία και επιβλέποντας την υιοθέτηση της ανανεώσιμης ενέργειας από την Γερμανία. Εξάλλου, η οικονομία της Γερμανίας έχει ευημερήσει από τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 2000, όπως και κανένα άλλο στην Ευρώπη.
Η Μέρκελ, που δεν αναλαμβάνει ρίσκα, θα προτιμούσε έναν ακόμα μεγάλο συνασπισμό και το κόμμα της θα την ακολουθούσε. Οι απογοητευμένοι υποστηρικτές του SPD, από την άλλη πλευρά, θα μπορούσαν να το προκαταλάβουν, έχοντας παρακολουθήσει το κόμμα τους να συρρικνώνεται συνεχώς μέσα στους μεγάλους συνασπισμούς. Ενώ ήταν στην εξουσία, το προφίλ του SPD θόλωσε καθώς το CDU αποκόμιζε εύσημα για [το ότι εφάρμοζε] την μια κλασική πολιτική του SPD μετά την άλλη. Αμέσως μετά τις εκλογές του 2013, το SPD έθεσε την τελική απόφαση για την ένταξή του σε ένα μεγάλο συνασπισμό σε ψηφοφορία μεταξύ των μελών του. Συγκατένευσαν μόνο απρόθυμα όταν τα ανώτερα στελέχη υποσχέθηκαν ότι θα σταματούσαν την αιμορραγία του κόμματος. Αλλά δεν το έκαναν. Είναι επομένως δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι οπαδοί του θα πεισθούν από την ίδια υπόσχεση τώρα.
Τα κορυφαία στελέχη του SPD αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να απομακρύνουν το κόμμα από την σκιά της Μέρκελ. Ο Schulz ισχυρίζεται ότι κατεβαίνει [στις εκλογές] για να κερδίσει, αλλά παρά ταύτα το SPD έχει καταθέσει εντυπωσιακές, «μη διαπραγματεύσιμες» προϋποθέσεις [3] για την συμμετοχή του σε έναν συνασπισμό: Ίσες αμοιβές ανδρών και γυναικών, δωρεάν εκπαίδευση συμπεριλαμβανομένου του νηπιαγωγείου, και ανώτατο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 έτη. Το ερώτημα είναι αν οι πιστοί στο SPD ή η δεξιά πτέρυγα του CDU/CSU θα συναινούσαν.
Εάν οι σοσιαλδημοκράτες δεν μπορέσουν να παρακινηθούν ή να δελεαστούν, η Μέρκελ πρέπει να καταφύγει σε ένα «Σχέδιο Β», το οποίο σημαίνει συνασπισμό είτε με τους Πράσινους στα αριστερά είτε με τους Ελεύθερους Δημοκράτες, στα δεξιά. Και τα τέσσερα μικρότερα κόμματα της Γερμανίας (το πέμπτο, το CSU, κατεβαίνει με την ίδια πλατφόρμα του CDU) πιθανότατα θα κερδίσουν έδρες στην Bundestag, γεγονός που αποτελεί περαιτέρω μαρτυρία για την παρακμή των μεγάλων κομμάτων στην Ευρώπη. Αλλά μόνο οι Πράσινοι και το FDP, αμφότερα γύρω στο 8% με 9% στις δημοσκοπήσεις, θα μπορούσαν να είναι εταίροι της Μέρκελ. Θα χρειαζόταν μόνο μια μετατόπιση μερικών ποσοστιαίων μονάδων εδώ ή εκεί, για να γίνουν καθοριστικοί παράγοντες. Έτσι, στην πραγματικότητα, είτε το ένα είτε το άλλο μικρό κόμμα θα μπορούσε να βρεθεί σε επίζηλη θέση, με την προοπτική να ασκήσει δυσανάλογη επιρροή στον καθορισμό ενός συνασπισμού.
ΜΑΥΡΟ-ΠΡΑΣΙΝΟ
Τα 16 ομοσπονδιακά κρατίδια της Γερμανίας διαθέτουν ένα ποτπουρί με διάφορους συνδυασμούς συνασπισμών, με τους Πράσινους σε δέκα από αυτούς [τους συνδυασμούς]. Τώρα δεν δημιουργεί πλέον εντύπωση ότι οι αντι-πολιτισμικοί Πράσινοι, που γεννήθηκαν από τα κινήματα διαμαρτυριών της δεκαετίας του ’70, συμμετέχουν με συντηρητικούς σε περιφερειακές κυβερνήσεις, ικανοποιημένοι με το να μετριάζουν τις χειρότερες παρορμήσεις των χριστιανοδημοκρατών, ενώ βλέπουν [κάποιες] προοδευτικές προτεραιότητες στις μεταφορές, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και την προστασία των καταναλωτών να μετατρέπονται σε πολιτική.
Ως επί το πλείστον, αυτοί οι συνασπισμοί έχουν δουλέψει αξιοθαύμαστα. Ο πιο γνωστός είναι στο νοτιοδυτικό [κρατίδιο] Μπάντεν-Βυρτεμβέργη, όπου οι Πράσινοι ηγούνται της συνεργασίας και το CDU είναι το δεύτερο κόμμα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον πρωθυπουργό των Πρασίνων εκεί, τον Winfried Kretschmann, έναν 69χρονο πρώην διευθυντή σχολείου, του οποίου ο σουαβιανός πραγματισμός του τον κάνει τέλειο για τους συντηρητικούς. Ο Kretschmann είναι το νέο πρόσωπο των Πράσινων, [ένα πρόσωπο] πρόθυμο να συναντήσει το CDU στα μισά του δρόμου˙ βάζοντας στην άκρη τα ταμπού των Πρασίνων, μέχρι που μιλά περιστασιακά για την ισχυρή αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία εδρεύει στη νοτιοδυτική Γερμανία. Πράγματι στέκεται, παρά την πικρή αντίθεση της αριστερής φατρίας των Πρασίνων, ως πρότυπο για την δυνατότητα, ακόμη και επιθυμία, της επιλογής «Μαύρο-Πράσινο» στο Βερολίνο. Σε αυτή την περίπτωση, η Μέρκελ, που τον επαινεί, θα μπορούσε να επιμείνει για τον Kretschmann ως αναπληρωτή καγκελάριο.
Το να γίνει όμως το γιγαντιαίο βήμα της διαμόρφωσης μιας εθνικής κυβέρνησης CDU-Πρασίνων, είναι ένα άλλο θέμα. Ορισμένες από τις κεντρικές εκλογικές περιφέρειες των Πρασίνων θα εγκαταλείψουν το κόμμα. Το πιο συντηρητικό μπλοκ του CDU, από την άλλη πλευρά, ανυπομονεί να απαλλαγεί από τους Σοσιαλδημοκράτες που βοήθησαν την Μέρκελ να μετατοπίσει το CDU δραματικά στα αριστερά. Οι Πράσινοι, οι οποίοι θα μπορούσαν να τραβήξουν το CDU ακόμη περισσότερο αριστερά, είναι επομένως ο εφιάλτης τους.
Ωστόσο, πολλά παραπέμπουν σε μια Μαύρη-Πράσινη κυβέρνηση, επίσης. Η κληρονομιά της καγκελαρίου θα εξαρτηθεί από δύο ζητήματα: Την κλιματική αλλαγή και την μεταρρύθμιση της ΕΕ. Όσον αφορά το πρώτο, οι Πράσινοι θα εξασφάλιζαν ότι το CDU θα συμμορφώνεται με τους περιβαλλοντικούς στόχους της Γερμανίας και ίσως να ξανάπαιρνε την θέση του παγκόσμιου ηγέτη στην καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Οι Πράσινοι λένε ότι οποιοσδήποτε συνασπισμός στον οποίον θα συμμετάσχουν πρέπει να είναι σύμφωνος σε ένα χρονοδιάγραμμα για το κλείσιμο των 20 πιο ρυπογόνων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Η Μέρκελ, που είναι πάντα πραγματίστρια, θα μπορούσε να το παρακάμψει αυτό, ενώ οι Πράσινοι θα πρέπει να αποδεχθούν τις περιοριστικές πολιτικές μετανάστευσης που επικρίνουν σθεναρά.
Οι Πράσινοι είναι ιδανικοί εταίροι για να υποστηρίξουν την Μέρκελ στην διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας με τον Γάλλο πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν, για την επιδιόρθωση της ευρωζώνης. Ο Macron είναι πεπεισμένος, όπως και οι Πράσινοι, ότι η στήριξη του κοινού νομίσματος απαιτεί γερμανικούς συμβιβασμούς για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης καθώς και την εναρμόνιση του εταιρικού φόρου στην ΕΕ. Η Μέρκελ δεν πρόκειται να υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη νομισματική ένωση, αλλά μια Μαύρη-Πράσινη κυβέρνηση θα μπορούσε να βοηθήσει στον σχεδιασμό μιας ένωσης στην οποία τα χρήματα και οι δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών-μελών θα συνδέονται πιο στενά μεταξύ τους. Ο Macron ορθώς υπογραμμίζει την αναγκαιότητα μεγαλύτερης «σύγκλισης», έχοντας προωθήσει την ιδέα ενός υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης και ενός κοινού προϋπολογισμού, ο οποίος [προϋπολογισμός] θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει επενδύσεις για την τόνωση της ανάπτυξης στις χώρες της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Η Μέρκελ σηματοδότησε ότι θα μπορούσε να υποχωρήσει ακόμα και τόσο πολύ, αλλά θα χρειαζόταν έναν πρόθυμο εταίρο συνασπισμού.
ΜΑΥΡΟ-ΚΙΤΡΙΝΟ
Σε αντίθεση με τους Πράσινους, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες θα έστρεφαν τον συνασπισμό προς τα δεξιά. Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, το FDP ήταν ο προτιμώμενος εταίρος των χριστιανοδημοκρατών. Τα δύο ελίτ, bürgerliche (αστικά) κόμματα κυβερνούσαν μαζί στους μισούς από τους κυβερνητικούς συνασπισμούς της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας για πάνω από επτά δεκαετίες. Μέσα στο δίδυμο, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες ήταν η φωνή των μεγάλων επιχειρήσεων, της οικονομίας του laissez-faire και ενός απογυμνωμένου κράτους κοινωνικής πρόνοιας˙ το CDU, με τη χριστιανική φιλανθρωπία πλησιέστερα στην καρδιά του, προστάτευε τους μη έχοντες και τα χαμηλά εισοδήματα της Γερμανίας, αρκεί αυτό να μην κόστιζε πάρα πολύ. Η πράξη εξισορρόπησης λειτουργούσε μέχρι την δεύτερη θητεία της Μέρκελ όταν το CDU και το FDP βρήκαν ο ένας τον άλλον ξανά μετά από μια δεκαετία. Ωστόσο, κατά την διάρκεια του Μαύρου-Κίτρινου συνασπισμού για το 2009-13, τα δύο κόμματα είχαν τριβές, με την Μέρκελ να απορρίπτει τις σκληρές οικονομικές προτάσεις του FDP προτιμώντας τις προσαρμογές στο κράτος πρόνοιας. Ο συνασπισμός έληξε με οργή, καθώς το FDP απέτυχε να κερδίσει το κατώτατο όριο του 5% για την είσοδο στην Bundestag.
Σήμερα, το FDP αποτελεί το αποδεκτό πρόσωπο [4] της γερμανικής δεξιάς, σε αντίθεση με το AfD, που είναι ένας μη αποδεκτός εταίρος για όλα τα μεγάλα κόμματα. Ωστόσο, οι σκληρά δεξιές απόψεις του FDP για την μετανάστευση, την μεταρρύθμιση της ΕΕ, την πολιτική για το ευρώ, το ντίζελ και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα καταστήσουν ακόμη πιο πολύπλοκες, αν όχι αδύνατες, τις διαπραγματεύσεις της Μέρκελ με τον Macron και άλλους συμμάχους στην ΕΕ. Για παράδειγμα, ο κορυφαίος υποψήφιος του κόμματος, ο 38χρονος Christian Lindner, ευνοεί την εξαναγκασμό της Ελλάδας σε έξοδο από την ευρωζώνη. Δεν μπορούν να υπάρξουν προκαταρκτικές συμφωνίες με τον Macron πίσω από τις πλάτες του γερμανικού λαού, προειδοποιεί. Είναι το one man show του Lindner, μέσα στα σφιχτά, επώνυμα κοστούμια του, που επέστρεψε το κόμμα από την τετραετή εξορία του και την σχεδόν απόλυτη καταστροφή. Αλλά πίσω από αυτόν δεν υπάρχει ουσιαστικά κανείς με ένα εθνικό προφίλ ή εμπειρία στην διακυβέρνηση. Επιπλέον, με το FDP, η Μέρκελ θα είναι δεμένη με τις πολιτικές τύπου «πρώτα η Γερμανία» που έχουν μετατοπίσει την εξουσία στην ΕΕ προς την Γερμανία κατά την διάρκεια της θητείας της -και οι οποίες έβλαψαν το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Αν η Γερμανία δεν αλλάξει πορεία, η επιδείνωση της ΕΕ θα συνεχιστεί. Όσον αφορά το κλίμα, εάν ακολουθηθούν οι υπέρ των επιχειρήσεων κανόνες του FDP, η Γερμανία θα μπορούσε να ξεχάσει να επιτύχει τους στόχους του 2020 και του 2030 [5] για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που είχε υπογράψει στο Παρίσι το 2015.
ΑΠΟΜΑΚΡΥΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Οι άλλες επιλογές αντικατοπτρίζουν τους συνασπισμούς στα ομοσπονδιακά κρατίδια. Το βόρειο Σλέσβιχ Χολστάιν, για παράδειγμα, έχει ένα συνασπισμό τύπου «Τζαμάικα» με το CDU, το FDP και τους Πράσινους. (Η σημαία της Τζαμάικας είναι μαύρη, πράσινη και κίτρινη). Αλλά οι συμβιβασμοί που ζητούν τα κόμματα της δεξιάς θα ήταν πιθανώς περισσότεροι από όσους οι Πράσινοι θα μπορούσαν να αντέξουν, και αντίστροφα.
Εδώ και χρόνια, τα τρία αριστερά κόμματα -το SPD, οι Πράσινοι και το δημοκρατικό σοσιαλιστικό Αριστερό Κόμμα- τριγυρίζουν γύρω από την ιδέα μιας συμμαχίας «Κόκκινο-Κόκκινο-Πράσινο», ένα όραμα που ενισχύθηκε πρόσφατα από παρόμοιες τριμερείς συμμαχίες στο Βερολίνο και την Θουριγγία. Στο παρελθόν, η εκλογική αριθμητική έχει προστεθεί για να καταστήσει δυνατή μια αριστερή κυβέρνηση, η οποία πιθανώς δεν θα συμβεί αυτή την φορά. Αν και τα τρία κόμματα ενωθούν και δεσμευθούν να συνεργαστούν, αντί να παίζουν στη μέση με την ελπίδα να μοιραστούν την εξουσία με τους συντηρητικούς, η αριστερή συμμαχία θα έχει μια πιθανότητα στη μάχη. Αλλά αυτό δεν συνέβη και η στάση του Αριστερού Κόμματος για τις διεθνείς υποθέσεις (όχι Γερμανοί στρατιώτες στο εξωτερικό, έξοδος από το ΝΑΤΟ) εξακολουθεί να είναι πολύ απομακρυσμένη για τους Σοσιαλδημοκράτες.
Τα χρώματα της επόμενης κυβέρνησης της Γερμανίας θα εξαρτηθούν από έναν σχετικά μικρό αριθμό ψήφων. Τα στοιχήματα είναι πολύ μεγάλα, γι’ αυτό και οι φωνές των μικρότερων κομμάτων έχουν σημασία. Σε αντίθεση με την Μέρκελ και τον Schulz, ασχολούνται με τα μεγάλα θέματα και οι διαφορές τους είναι έντονες. Αυτό μας υποχρεώνει να τα ακούσουμε προσεκτικά.
* Ο PAUL HOCKENOS είναι συγγραφέας και αναλυτής με έδρα το Βερολίνο. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του έχει τίτλο Berlin Calling: A Story of Anarchy, Music, the Wall and the Birth of the New Berlin.
(Στην φωτογραφία : Αφίσες της προεκλογικής εκστρατείας με τα πρόσωπα της Γερμανίδας καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, και του Martin Schulz, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, στην Φρανκφούρτη, στις 13 Σεπτεμβρίου 2017. KAI PFAFFENBACH / REUTERS_
Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/germany/2017-09-20/role-small-pa...
Σύνδεσμοι:
[1] http://www.dw.com/en/the-pros-and-cons-of-merkels-grand-coalition-in-ger...
[2] http://www.wahlrecht.de/umfragen/
[3] https://www.usnews.com/news/business/articles/2017-09-11/germany-merkels...
[4] http://www.huffingtonpost.de/2017/09/07/afd-fdp-christian-lindner_n_1792...
[5] https://www.google.de/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=1&cad=rja&u...