Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Άρθρο του Foreign Affairs για τους ήρωες της μεσαίας τάξης

Οι ήρωες της μεσαίας τάξης
Η καλύτερη εγγύηση για καλή διακυβέρνηση
Nancy Birdsall
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Οι δύο οικονομικές εξελίξεις που έχουν κερδίσει την μεγαλύτερη προσοχή τα τελευταία χρόνια είναι η συγκέντρωση μαζικού πλούτου στο πλουσιότερο ένα τοις εκατό [1] του παγκόσμιου πληθυσμού και η τεράστια, λόγω της ανάπτυξης, μείωση [2] των συνθηκών ακραίας φτώχειας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ειδικά στην Κίνα.
Αλλά εξίσου σημαντική ήταν η εμφάνιση των ευρέων μεσαίων τάξεων στις αναπτυσσόμενες χώρες σε όλο τον πλανήτη. Αυτό το φαινόμενο -το αποτέλεσμα του πάνω από σχεδόν δύο δεκαετίες συνεχούς γρήγορου ρυθμού παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης- ήταν καλό όχι μόνο για τις οικονομίες, αλλά και για την διακυβέρνηση. Στο κάτω-κάτω, η ιστορία δείχνει ότι μια μεγάλη και ασφαλής μεσαία τάξη είναι ένα στερεό θεμέλιο για την οικοδόμηση και διατήρηση ενός αποτελεσματικού, δημοκρατικού κράτους. Οι μεσαίες τάξεις δεν έχουν μόνο τα μέσα για την χρηματοδότηση ζωτικών υπηρεσιών, όπως δρόμους και δημόσια εκπαίδευση μέσω των φόρων˙ απαιτούν, επίσης, κανονισμούς, δίκαιη εφαρμογή των συμβάσεων, καθώς και κράτος δικαίου γενικότερα -δημόσια αγαθά που δημιουργούν ένα επίπεδο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο στο οποίο όλοι μπορούν να ευημερήσουν.
Ως εκ τούτου, η γέννηση της νέας μεσαίας τάξης σε όλο τον κόσμο μπορεί να θεωρηθεί ως ένας θρίαμβος του καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης. Αλλά είναι μια εύθραυστη νίκη. Γιατί ο κόσμος τώρα αντιμετωπίζει μια παρατεταμένη περίοδο βραδείας ανάπτυξης [3]. Αυτό είναι κακό νέο, όχι μόνο επειδή θα μπορούσε να σταματήσει τις εντυπωσιακές μειώσεις [4] της φτώχειας, αλλά και επειδή θα μπορούσε να απομακρύνει τις ελπίδες για καλύτερη διακυβέρνηση και δίκαιη οικονομική πολιτική σε ολόκληρο τον αναπτυσσόμενο κόσμο, βλάπτοντας τόσο την μεσαία τάξη όσο και τους πολύ μεγαλύτερους πληθυσμούς των φτωχότερων ανθρώπων στον αναπτυσσόμενο κόσμο, οι οποίοι είναι τα κύρια θύματα των αδύναμων ή καταχρηστικών κυβερνήσεων. Ο πλούσιος κόσμος θα μπορούσε επίσης να χάσει, δεδομένου ότι οι βελτιώσεις στην διακυβέρνηση επιτρέπουν στις φτωχές χώρες να συνεργάζονται με την διεθνή κοινότητα για την διαχείριση των κινδύνων που προκαλούνται από τις πανδημίες, τις τρομοκρατικές ομάδες, την κλιματική αλλαγή, τα κύματα των πολιτικών προσφύγων, καθώς και άλλα περιφερειακά και παγκόσμια προβλήματα. Οι κυβερνήσεις στον αναπτυσσόμενο κόσμο όσο και στις πλούσιες χώρες καλά θα κάνουν να τροφοδοτήσουν και να προστατεύσουν τα νόμιμα συμφέροντα των νέων μεσαίων τάξεων.
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ;
Στις σημερινές χώρες υψηλού εισοδήματος, η «μεσαία τάξη» είναι ένα σχετικό μέτρο: Τα περισσότερα νοικοκυριά κερδίζουν αρκετά χρήματα για να τοποθετηθούν λιγότερο ή περισσότερο στην μέση της κατανομής του εθνικού εισοδήματος. Αλλά η «μεσαία τάξη» ήταν πάντα μια απόλυτη έννοια, επίσης: Για να είναι κάποιος στην μεσαία τάξη σημαίνει ότι απολαμβάνει επαρκή υλική ασφάλεια για να είναι σε θέση να κάνει αξιόπιστα σχέδια για το μέλλον. Αυτός ο ορισμός είναι ιδιαίτερα σημαντικός στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου οι οικονομολόγοι ορίζουν όλο και περισσότερο ως νοικοκυριό της μεσαίας τάξης ένα νοικοκυριό με αρκετό εισόδημα για να επιβιώσει από σοκ όπως μια πρόσκαιρη ανεργία, μια έκτακτη ανάγκη υγείας, ή ακόμη και η πτώχευση μιας μικρής επιχείρησης, χωρίς σημαντική ή μόνιμη μείωση του βιοτικού επιπέδου του. Οι πολίτες της μεσαίας τάξης αντιμετωπίζουν αφθονία οικονομικού άγχους και στρες, αλλά δεν ανησυχούν για το αν θα είναι σε θέση να πληρώσουν το ενοίκιο του επόμενου μήνα, την δόση δανείου αυτοκινήτου, ή τον λογαριασμό της πιστωτικής κάρτας.
Τα στοιχεία από την Λατινική Αμερική δείχνουν ότι η επίτευξη της οικονομικής ασφάλειας της μεσαίας τάξης στην περιοχή αυτή απαιτεί καθημερινό εισόδημα περίπου 10 δολαρίων ανά άτομο [5] ή το ισοδύναμο των περίπου 10.000 δολαρίων τον χρόνο για μια τριμελή οικογένεια. Αυτή η οικογένεια είναι πιθανό να περιλαμβάνει τουλάχιστον έναν ενήλικα ο οποίος έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και εργάζεται με σταθερό μισθό σε γραφείο, εργοστάσιο, ή σε δουλειά στην λιανική, σε αντίθεση με την εργασία στον τομέα της γεωργίας ή της άτυπης οικονομίας.
Αυτό το όριο των 10 δολαρίων ανά ημέρα, προσαρμοσμένο στις διαφορές τιμών μεταξύ των χωρών, μπορεί να εφαρμοστεί και αλλού ως ένα χονδρικό ανάλογο για την θέση της μεσαίας τάξης. Φυσικά, αυτό δεν είναι ένα τέλειο μέτρο: Για παράδειγμα, δεν βάζει τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης σε αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Ινδία και η Κένυα πουθενά κοντά στον πραγματικό μέσο όρο της κατανομής εισοδήματος των χωρών αυτών. Είναι πολύ πιο κοντά στην κορυφή: Από 1,25 δισεκατομμύρια Ινδούς, το πολύ 100 εκατομμύρια να απολαμβάνουν αυτό το επίπεδο εισοδήματος. Πράγματι, για την Ινδία, όπου το μέσο ημερήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα είναι λιγότερο από 5 δολάρια, το όριο των 10 δολαρίων ανά ημέρα είναι ίσως πολύ υψηλό˙ για την Χιλή, την πλουσιότερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, με ένα μέσο ημερήσιο εισόδημα 14 δολαρίων, αυτό είναι πιθανώς πολύ χαμηλό. Όμως, παρότι ασαφής, ο αριθμός των 10 δολαρίων είναι ωστόσο χρήσιμος, δεδομένου ότι επιτρέπει στους οικονομολόγους να συγκρίνουν τα μεγέθη των μεσαίων τάξεων στις διάφορες αναπτυσσόμενες χώρες και να παρακολουθούν την ανάπτυξή τους με την πάροδο του χρόνου.
ΑΣΤΙΚΑ ΟΦΕΛΗ
Το μέγεθος της μεσαίας τάξης μιας χώρας έχει σημαντικές οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις. Μια ευρεία μεσαία τάξη αυξάνει την ζήτηση για εγχώρια αγαθά και υπηρεσίες και βοηθά να τροφοδοτηθεί η ανάπτυξη μέσω της κατανάλωσης. Οι γονείς της μεσαίας τάξης έχουν τους πόρους για να αποταμιεύσουν και να επενδύσουν στην εκπαίδευση των παιδιών τους, οικοδομώντας ανθρώπινο κεφάλαιο για την χώρα στο σύνολό της. Και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, οι άνθρωποι που ζουν με 10 δολάρια ή περισσότερα την ημέρα είναι σε θέση να αναλάβουν λογικά επιχειρηματικά ρίσκα, να γίνουν επενδυτές όπως και καταναλωτές και εργαζόμενοι. Με όλους αυτούς τους τρόπους, η ανάδυση μιας μεσαίας τάξης οδηγεί την οικονομική ανάπτυξη.
Το να υπάρχει μια μεγάλη μεσαία τάξη είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης. Οι πολίτες της μεσαίας τάξης επιθυμούν την σταθερότητα και την προβλεψιμότητα που προέρχονται από ένα πολιτικό σύστημα που θα προωθεί τον θεμιτό ανταγωνισμό, στο οποίο οι πολύ πλούσιοι δεν μπορούν να επικαλεστούν τα προνόμια [της εσωτερικής πληροφόρησης] για να συσσωρεύουν μη δεδουλευμένο πλούτο. Οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης είναι λιγότερο ευάλωτοι από τους φτωχούς στην πίεση για να πληρώσουν δίκτυα πατρωνίας και είναι πιο πιθανό να υποστηρίξουν τις κυβερνήσεις που προστατεύουν την ατομική ιδιοκτησία και την ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων. Όταν η μεσαία τάξη φθάνει σε ένα ορισμένο μέγεθος -ίσως και το 30% του πληθυσμού να είναι αρκετό- τα μέλη της μπορούν να αρχίζουν να αναγνωρίζονται το ένα με το άλλο και να χρησιμοποιούν την συλλογική τους δύναμη διεκδικώντας από την πολιτεία να ξοδεύει τους φόρους τους για να χρηματοδοτεί τις δημόσιες υπηρεσίες, την ασφάλεια, καθώς και άλλα κρίσιμα δημόσια αγαθά. Τέλος, τα μέλη μιας ακμάζουσας μεσαίας τάξης είναι απίθανο να συρθούν στα είδη των εθνοτικών και θρησκευτικών αντιπαλοτήτων που τονώνουν την πολιτική αστάθεια.
Φυσικά, το να υπάρχει μια μεγάλη μεσαία τάξη δεν αποτελεί εγγύηση ότι μια χώρα θα απολαύσει πολιτική σταθερότητα και δημοκρατική (ή ακόμα και υπό λογοδοσία) διακυβέρνηση. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η μεσαία τάξη της Βενεζουέλας είχε μεγαλώσει και περιλαμβάνει περίπου το ήμισυ του πληθυσμού της χώρας, χάρη κυρίως στην αντοχή του υπό κρατικό έλεγχο πετρελαϊκού τομέα. Αλλά σε αντίθεση με τα έσοδα από τον φόρο που πληρώνουν οι μεσαίες τάξεις, τα εύκολα πετρελαϊκά εισοδήματα τείνουν να πλουτίζουν τις κυβερνήσεις χωρίς να τις αναγκάζουν να λογοδοτούν περισσότερο, και αυτό ακριβώς είναι που συνέβη στην Βενεζουέλα. Τις τελευταίες δεκαετίες, η κακή διακυβέρνηση συνέβαλε στην οικονομική ύφεση, και μέχρι το 2006 (το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), η μεσαία τάξη είχε συρρικνωθεί στο 40% του πληθυσμού. Κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, έχει σχεδόν σίγουρα συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο. Το 2012, περισσότερο από το 50% του πληθυσμού της Ταϊλάνδης ανήκε στην μεσαία τάξη των 10 δολαρίων ανά ημέρα. Αλλά το επόμενο έτος, η χώρα μπλέχτηκε σε πολιτικό χάος που κατέληξε σε στρατιωτικό πραξικόπημα [6]. Εν τω μεταξύ, υπό τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, η πλούσια σε πετρέλαιο Ρωσία έχει αναπτύξει μια μεγάλη μεσαία τάξη και μια σταθερή κυβέρνηση, αλλά το καθεστώς του Πούτιν έχει αντισταθεί επιτυχώς στην πίεση να γίνει υπόλογο. (Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι μια μεγάλη μεσαία τάξη δεν αποτελεί προϋπόθεση για σταθερότητα. Η Ρουάντα, όπου λιγότερο από το 10% του πληθυσμού ανήκει στην μεσαία τάξη των 10 δολαρίων ανά ημέρα, έχει απολαύσει μια σταθερή κυβέρνηση και ταχεία, ευρείας επίδρασης ανάπτυξη για περισσότερο από δύο δεκαετίες υπό τον πρόεδρο Paul Kagame [7]).

05012017-1.jpg
Μια γενική άποψη της παραλίας Boa Viagem στην Refice, στα βορειοανατολικά της Βραζιλίας, στις 7 Μαΐου 2010. Μεγάλες κυβερνητικές και ιδιωτικές επενδύσεις δημιούργησαν ευκαιρίες για ανθρώπους που τα προηγούμενα χρόνια ίσως να είχαν επιλέξει την διέξοδο σε μεγάλες πόλεις του νότου όπως το Σάο Πάολο και το Ρίο ντε Τζανέιρο, των οποίων οι παραγκουπόλεις είναι γεμάτες από βορειοανατολικούς. Η ραγδαία ανάπτυξη είναι ορατή στις δεκάδες πολυτελείς πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν κατά μήκος του κεντρικού παραλιακού μετώπου της Ρεσίφε, στην ραγδαία αύξηση των πωλήσεων οικιακών συσκευών και μια άνευ προηγουμένου πιστωτική επέκταση που έβαλε εκατομμύρια ανθρώπους σε μια μεσαία τάξη που απολαμβάνει ιδιόκτητο σπίτι και αυτοκίνητο. REUTERS/Bruno Domingos

Το θέμα είναι ότι, όταν πρόκειται για την μεσαία τάξη, το μέγεθος μετράει, αλλά δεν είναι το παν. Για παράδειγμα, εάν μια μεσαία τάξη μεγαλώνει αλλά στην συνέχεια αισθάνεται να απειλείται κατά την διάρκεια μιας μεγάλης οικονομικής ύφεσης, τα μέλη της μπορεί να υποκύψουν σε δημαγωγικά και λαϊκιστικά δέλεαρ -από τα δεξιά ή τα αριστερά. Στην Αργεντινή, μια δεκαετία πληθωρισμού και μια κρίση χρέους το 2001-2 άνοιξαν τον δρόμο για την αναβίωση του περονιστικού λαϊκισμού που διαμόρφωσε τις πολιτικές του Νέστορ Κίρχνερ, ο οποίος υπηρέτησε ως πρόεδρος από το 2003 ως το 2007, και της συζύγου του, Κριστίνα, η οποία διαδέχθηκε τον σύζυγό της και υπηρέτησε μέχρι πέρυσι, όταν νικήθηκε [8] σε μια προσπάθεια για μια τρίτη θητεία. Αυτή η δυναμική δύσκολα είναι αποκλειστική στον αναπτυσσόμενο κόσμο: Μια μελέτη του Pew Research Center το 2015 [9] κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέγεθος της μεσαίας τάξης των ΗΠΑ και το μερίδιό της επί του εισοδήματος και του πλούτου της χώρας συρρικνώνεται, κάτι που μπορεί να εξηγήσει εν μέρει την ελκυστικότητα των «αουτσάιντερ», μη κατεστημένων υποψηφίων στις προεδρικές εκλογές του τρέχοντος έτους. Και στην Ευρώπη, ο φόβος της αργής ανάπτυξης και οι ανησυχίες για μια «νέα εποχή των μηχανών» [10] στην οποία η αυτοματοποίηση και τα ρομπότ θα εξαλείψουν θέσεις εργασίας που κατέχουν σήμερα τα μορφωμένα μέλη της μεσαίας τάξης, βοηθούν να υπολογιστεί η αυξανόμενη επιρροή των αντι-μεταναστευτικών ακροδεξιών πολιτικών κομμάτων [11].
Με απλά λόγια, για να αποτελέσει μια πολιτικά θετική δύναμη, η μεσαία τάξη πρέπει να είναι όχι μόνο μεγάλη σε σχέση με τις άλλες τάξεις μιας χώρας αλλά και ευημερούσα και έχουσα αυτοπεποίθηση. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη: Οι μελέτες συμπεριφοράς δείχνουν ότι για τους περισσότερους ανθρώπους, η υποχώρηση είναι πιο ανησυχητική από το να μην κερδίζουν ποτέ, μια τάση γνωστή ως [12] η «αποστροφή της απώλειας». Οι ευρέως διαδεδομένες ανησυχίες για διαφαινόμενες απώλειες υπονομεύουν την αίσθηση της ασφάλειας και τις προσδοκίες για ένα καλύτερο μέλλον που χαρακτηρίζουν την μεσαία τάξη.
ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
Είκοσι πέντε χρόνια πριν, σχεδόν καμιά αναπτυσσόμενη χώρα δεν είχε μεγάλη, αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη. Οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο εξακολουθούν να ζουν σε μέρη όπου η κατανομή του εισοδήματος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί (με μικρή μόνο υπερβολή) ως διττή: Μια μικρή ελίτ ζούσε με άνεση, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν φτωχοί. Υπήρξαν εξαιρέσεις, συμπεριλαμβανομένων της Σιγκαπούρης, της Νότιας Κορέας, και μιας σειράς από χώρες της Λατινικής Αμερικής στις οποίες η εκβιομηχάνιση είχε αρχίσει πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι το 1990, η Νότια Κορέα είχε βιώσει 30 χρόνια εξαιρετικής ανάπτυξης. Ως αποτέλεσμα, πάνω από το 60% του πληθυσμού της κέρδιζε ένα ετήσιο οικογενειακό εισόδημα 10.000 δολαρίων ή περισσότερο σε σημερινά δολάρια ΗΠΑ. Η Νότια Κορέα, στην πραγματικότητα, έχει ήδη γίνει μια κοινωνία της μεσαίας τάξης˙ την ίδια στιγμή, επίσης, ολοκλήρωνε την μετάβασή της προς την δημοκρατία μετά από δεκαετίες στρατιωτικής διακυβέρνησης.
Αλλά στις περισσότερες από τις αναπτυσσόμενες χώρες, η μεσαία τάξη των 10 δολαρίων ανά ημέρα ήταν ακόμα μικρή. Στην Κίνα, την Ινδία και την υποσαχάρια Αφρική, αντιπροσώπευε λιγότερο από το 2% του πληθυσμού -και στην Αφρική ο αριθμός αυτός πιθανότατα αποτελείτο κυρίως από τους δημόσιους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους των διεθνών οργανισμών και των ομάδων της Δυτικής βοήθειας. Οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ασία και την Αφρική ήταν ακόμα είτε τρομερά φτωχοί είτε απλώς επιβίωναν.
Στην συνέχεια, στις αρχές του 1990, η ανάπτυξη απογειώθηκε σε όλον τον αναπτυσσόμενο κόσμο και επιταχύνθηκε περαιτέρω κατά την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, καθώς τα χαμηλά επιτόκια και μια έκρηξη των τιμών των πρώτων υλών και των γεωργικών προϊόντων ωφέλησε πολλές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Μεταξύ 1990 και 2015, περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ξέφυγαν από την φτώχεια, συμπεριλαμβανομένων περίπου 650 εκατομμυρίων στην Κίνα και την Ινδία. Κατά την ίδια περίοδο, περίπου 900 εκατομμύρια άνθρωποι εισήλθαν στην μεσαία τάξη των 10 δολαρίων ανά ημέρα.
Η πιο εκπληκτική ανάπτυξη της μεσαίας τάξης έχει έρθει στις αστικές περιοχές της Κίνας. Το 1990, η μεσαία τάξη των 10 δολάρια την ημέρα αποτελούσε ένα εκτιμώμενο 0,3% του αστικού πληθυσμού -περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι στην Κίνα. Μέχρι το 2010, είχε αυξηθεί στο 35% του πλέον πολύ μεγαλύτερου αστικού πληθυσμού -περίπου 220 εκατομμύρια άνθρωποι στην Κίνα. Έως το 2015, το ποσοστό αυτό είχε ανέλθει συνολικά σε περίπου 340 εκατομμύρια. Η Κίνα ίσως να μην παίρνει τον δρόμο που έφερε τη Νότια Κορέα προς την δημοκρατία στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Αλλά ακόμη και η κινεζική κυβέρνηση έπρεπε να ανταποκρίνεται πολύ περισσότερο σε μια οικονομικά ανεξάρτητη μεσαία τάξη που είναι δυσαρεστημένη με προβλήματα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και η διαφθορά.
Η Βραζιλία είναι ένα άλλο μέρος όπου ο αντίκτυπος μιας αυξανόμενης μεσαίας τάξης ήταν αναμφισβήτητος. Κατά την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, τα χαμηλά επιτόκια και οι εξαγωγές σιδηρομεταλλεύματος στην Κίνα ενίσχυσαν την ανάπτυξη και τις εγχώριες επενδύσεις της Βραζιλίας, συμπεριλαμβανομένων των τομέων υψηλής έντασης εργασίας, όπως οι κατασκευές. Εν μέρει ως αποτέλεσμα αυτού, η βραζιλιάνικη μεσαία τάξη των 10 δολαρίων ανά ημέρα υπερδιπλασιάστηκε μεταξύ 1990 και 2015, από το 20% του πληθυσμού στο σχεδόν 50%, και άρχισε να επιδεικνύει την πολιτική ισχύ της. Αυτή η πρόσφατα ενισχυμένη μεσαία τάξη έχει προσδώσει έμμεση αλλά σημαντική στήριξη στο πρόσφατο κατηγορητήριο κατά Βραζιλιάνων αξιωματούχων που κατηγορούνται για διαφθορά [13] στο σκάνδαλο Petrobras, και τα μέλη της είναι πιθανό να αποφεύγουν να προβούν σε οποιεσδήποτε πολιτικές που θα μπορούσαν να αναστήσουν τον καταστροφικό πληθωρισμό που κρατούσε πίσω την χώρα στην δεκαετία του 1990.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, εν τω μεταξύ, η Χιλή, το Ιράν και η Μαλαισία έχουν παρακολουθήσει τις μεσαίες τάξεις τους να αυξάνονται ώστε να περιλαμβάνουν σχεδόν το 60% του πληθυσμού τους. Και το Μεξικό (κοντά στο 40%) και το Περού (50%) έχουν επίσης δει μεγάλη πρόοδο. Η αλλαγή αυτή αποτελεί καλό οιωνό για την οικονομική και πολιτική σταθερότητα και στις πέντε αυτές χώρες -ακόμα και στο Ιράν, όπου το μετριοπαθές, αλλά πολλά υποσχόμενο άνοιγμα του προέδρου Χασάν Ρουχανί προς την Δύση έχει προέλθει εν μέρει από την ανάγκη του να κερδίσει την πολιτική υποστήριξη μιας μεγαλύτερης, καλύτερα μορφωμένης μεσαίας τάξης.
Οι μεσαίες τάξεις έχουν αυξηθεί επίσης στις φτωχότερες χώρες, αν και ξεκίνησαν από πολύ χαμηλότερες βάσεις και έχουν φθάσει σε πολύ μικρότερα μεγέθη. Οι μεσαίες τάξεις εξακολουθούν να αποτελούν λιγότερο από το 10% του πληθυσμού πολλών χωρών της Νότιας Ασίας και της υποσαχάριας Αφρικής˙ το ίδιο ισχύει και στην αγροτική Κίνα. Ακόμη και με υγιή ανάπτυξη, οι μεσαίες τάξεις θα είναι απίθανο να φτάσουν το 30% του πληθυσμού σε αυτά τα μέρη κατά την διάρκεια των επόμενων 20 ετών. Μεταξύ των αραβικών μη πετρελαϊκών χωρών, μόνο το Μαρόκο και η Τυνησία έχουν αρκετά μεγάλη μεσαία τάξη˙ στην Αίγυπτο, την μακράν μεγαλύτερη αραβική χώρα, μόλις το 6% του πληθυσμού ζει πάνω από το όριο των 10 δολαρίων ανά ημέρα.
Σε λίγες αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ινδία, η Κένυα, η Νιγηρία και η Τανζανία, οι μεσαίες τάξεις έχουν εμφανιστεί αλλά δεν έχουν αυξηθεί τόσο πολύ που να πραγματοποιήσουν σημαντική πολιτική αλλαγή. Σε αυτά τα μέρη, το να δημιουργηθεί ένας ενάρετος κύκλος ανάπτυξης της μεσαίας τάξης και υπεύθυνης διακυβέρνησης παραμένει μια μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πρόκληση. Έτσι, αν και είναι λογικό να πανηγυρίζεται η ύπαρξη σύγχρονων εμπορικών κέντρων που εξυπηρετούν την νέα μεσαία τάξη στο Λάγος και στην Bangalore, δεν έχει νόημα να υποθέσουμε ότι κάθε χώρα με πολλά νέα εμπορικά κέντρα είναι σε έναν σταθερό, προβλέψιμο δρόμο προς την χρηστή διακυβέρνηση και την φιλελεύθερη δημοκρατία.

05012017-2.jpg
Μια γυναίκα κοιτάζει τα προϊόντα που εκτίθενται σε ένα κατάστημα της Gucci στο Mumbai, τον Νοέμβριο του 2008. ARKO DATTA / REUTERS

ΠΡΩΤΑ Η ΔΥΣΗ, ΤΩΡΑ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ;
Τα τελευταία 25 χρόνια ήταν μια εξαιρετική περίοδος για τον αναπτυσσόμενο κόσμο και θα μπορούσε τελικά να αποδειχθεί συγκρίσιμη με την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Δύση, που ξεκίνησε με την βρετανική εκβιομηχάνιση τον 19ο αιώνα και τελικά επέτρεψε στην φιλελεύθερη δημοκρατία να εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική. Κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, η Δύση άφησε πίσω της τον υπόλοιπο κόσμο. Η αναλογία του μέσου εισοδήματος των νοικοκυριών στις πλούσιες χώρες της Δύσης με εκείνο στον υπόλοιπο κόσμο αυξήθηκε από το περίπου πέντε προς ένα το 1900 στο περίπου 20 προς 1 το 2000. Η Δύση γνώρισε τον 20ο αιώνα ως έναν μακρύ ενάρετο κύκλο –που βεβαίως διακόπηκε από τον πόλεμο και την ύφεση- στον οποίο η οικονομική ανάπτυξη τροφοδότησε τις μεσαίες τάξεις, που με την σειρά τους πολέμησαν και πλήρωσαν για τα υπό κρατική ηγεσία θεμέλια της συνεχιζόμενης ανάπτυξης: Το κράτος δικαίου, θεσμοί που δημιούργησαν το περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, και καλά ρυθμιζόμενες αγορές.
Οι τελευταίες δεκαετίες θα μπορούσαν να αποδειχθούν ένα αρχικό κεφάλαιο σε μια παρόμοια ιστορία για τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Κατ’ αρχήν, η παγκοσμιοποίηση των αγορών ίσως να επιταχύνει την διαδικασία. Η παγκοσμιοποίηση έχει ευνοήσει την μεσαία τάξη, με την δημιουργία οικονομιών που ανταμείβουν πλουσιοπάροχα τους μορφωμένους εργαζόμενους, καθιστώντας ευκολότερη την απόκτηση στεγαστικών δανείων και άλλες μορφές πίστωσης, και δημιουργώντας προμηθευτικές αλυσίδες στην μεταποίηση και στην λιανική που προσφέρουν πολλές καλές θέσεις εργασίας για τους ειδικευμένους ανθρώπους. Εν τω μεταξύ, οι πρόοδοι στην τεχνολογία της επικοινωνίας -το Διαδίκτυο, οι κινητές συσκευές και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- έχουν ενισχύσει την μεσαία τάξη σε όλο τον κόσμο για να οργανώσει και να υποστηρίξει την εταιρική και την κυβερνητική λογοδοσία.
Οι αισιόδοξοι βλέπουν τις μεταβολές αυτές ως σημαντικούς παράγοντες που οδηγούν τις τρέχουσες πολιτικές τάσεις σε ορισμένες χώρες. Στην Τουρκία, ομάδες μέσα στην αστική μεσαία τάξη αντιστάθηκαν στον υφέρποντα αυταρχισμό του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Στην Αργεντινή, μια μεγάλη και σχετικά ανθεκτική μεσαία τάξη συνέβαλε στην πρόσφατη ήττα του επιλεγμένου διαδόχου της πρώην προέδρου, Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ, απορρίπτοντας το κόστος του συνεχιζόμενου οικονομικού λαϊκισμού. Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η Τυνησία -όπου περίπου το 30% του πληθυσμού ανήκει στην μεσαία τάξη (ένα πολύ μεγάλο ποσοστό σε σύγκριση με το μεγαλύτερο μέρος του αραβικού κόσμου)- είναι η μοναδική χώρα [14], που αναδύθηκε από τις αραβικές εξεγέρσεις του 2010 -11 με κάτι που μοιάζει με δημοκρατική διακυβέρνηση.
ΗΠΙΑ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ
Το πρόβλημα είναι ότι η συνέχιση της μετατροπής των οικονομικών κερδών σε πολιτική πρόοδο απαιτεί συνεχή ανάπτυξη, και η παγκόσμια επιβράδυνση απειλεί τώρα αυτή την διαδικασία. Οι μεσαίες τάξεις στην Βραζιλία, στην αστική Κίνα και στην Τουρκία είναι μεγάλες, αλλά ακόμα νέες˙ η αντοχή των πολιτικών και κοινωνικών παροχών που έχουν παράσχει εξαρτάται από την θεσμοθέτησή τους μακροπρόθεσμα και την υιοθέτηση εθίμων και κανόνων που παίρνουν πολύ χρόνο για να γίνουν συνήθειες. Μια παρατεταμένη επιβράδυνση της ανάπτυξης θα περιπλέξει τα πράγματα σε αυτές τις χώρες, πολύ περισσότερο από ό, τι στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δυτική Ευρώπη, όπου οι μεσαίες τάξεις υποφέρουν, αλλά οι θεσμοί που χτίστηκαν γύρω τους είναι καλά εδραιωμένοι και σχετικά ισχυροί.
Στις περισσότερες αναδυόμενες αγορές, οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης κατά την τελευταία δεκαετία εξαρτήθηκαν από τις εξαγωγές εμπορευμάτων και των χαμηλών επιτοκίων. Τα υψηλά κέρδη και η εύκολη πίστωση δημιούργησαν θέσεις εργασίας για αποφοίτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο λιανικό εμπόριο και στις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά δεν αύξησαν κατ’ ανάγκην την παραγωγικότητα στην μεταποίηση και την μεγάλης κλίμακας γεωργία. Ο οικονομολόγος Dani Rodrik ανησυχεί για αυτό που αποκαλεί «πρόωρη αποβιομηχάνιση» [15] στον αναπτυσσόμενο κόσμο, δεδομένου ότι η μεταποίηση –το σκηνικό για τις αυξήσεις της παραγωγικότητας και τους αγώνες μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου που βοήθησαν να παταχθούν οι δημοκρατικές πολιτικές στην Δύση- έχει ήδη κορυφωθεί στο 15% της απασχόλησης στην Βραζιλία και την Ινδία, πολύ χαμηλότερα από το επίπεδο του 30% που βρέθηκε στην Νότια Κορέα στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ο φόβος είναι ότι οι νέες μεσαίες τάξεις θα πληγούν σκληρά αν αποδειχθεί ότι η παγκόσμια ανάπτυξη χτίστηκε υπέρμετρα πάνω στην εύκολη πίστωση και στην ραγδαία αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων και πολύ λίγο στα κέρδη παραγωγικότητας που αυξάνουν το εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο για όλους.
Αν η μεσαία τάξη και εκείνοι που αγωνίζονται να ενταχθούν σε αυτήν δουν τα εισοδήματά τους να μένουν στάσιμα ή να μειώνονται, είναι λιγότερο πιθανό να υποστηρίξουν τις οικονομικές και ρυθμιστικές πολιτικές που διαχρονικά αυξάνουν το μέγεθος της συνολικής οικονομικής πίτας. Αντ’ αυτού, είναι πιθανό να αγκαλιάσουν βραχυπρόθεσμα, λαϊκιστικά μέτρα που πιστεύουν ότι θα τους βοηθήσουν να διατηρήσουν τα κέρδη τους και να ανταποκριθούν στις αυξημένες προσδοκίες τους. Εν ολίγοις, η αργή ανάπτυξη (ή, ακόμα χειρότερα, μια οικονομική κατάρρευση) θα μπορούσε να διαβρώσει την υποστήριξη της μεσαίας τάξης στην καλή διακυβέρνηση, σε ένα ευρύ κοινωνικό συμβόλαιο, και στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που διατηρούν τις ευκαιρίες από τις οποίες εξαρτάται η μεσαία τάξη.
Η Βραζιλία θα μπορούσε να αποδειχθεί ευάλωτη σε αυτή την δυναμική. Όταν η οικονομία αναπτυσσόταν ραγδαία και σταθερά, η μεσαία τάξη υποστήριξε το εντυπωσιακό πρόγραμμα του πρόεδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα για μεταφορά μετρητών [16] στους πολύ φτωχούς. Αν και οι περισσότερες οικογένειες της μεσαίας τάξης ανταποκρίθηκαν στην αδύναμη δημόσια εκπαίδευση στέλνοντας τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία, δεν αντιστάθηκαν στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις για την βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Στην πιο λιτούς καιρούς, ωστόσο, μια πολιορκημένη μεσαία τάξη μπορεί να είναι λιγότερο ανεκτική στα προγράμματα που ωφελούν τους φτωχούς και την εργατική τάξη, και ίσως αντ’ αυτού να συμμαχήσει πολιτικά με τους πλούσιους. Μια παρόμοια μετατόπιση μπορεί να συμβεί σε κάθε χώρα με μια μεγάλη αλλά σχετικά νέα μεσαία τάξη.
Χρειάζονται αρκετές δεκαετίες για να αναπτυχθούν και να σταθεροποιηθούν οι αποκριτικοί κρατικοί θεσμοί που θέλει η μεσαία τάξη και επί των οποίων στηρίζεται. Και ακόμα και τότε, μια μεγάλη μεσαία τάξη δεν εγγυάται ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί μπορούν να επιβιώσουν σε δύσκολους καιρούς. Η Γερμανία της δεκαετίας του 1920 και του 1930 παρέχει την πεμπτουσία της προειδοποιητικής ιστορίας. Συντετριμμένη από την ήττα της χώρας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και υποφέροντας από ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, η γερμανική οικονομία κατέρρευσε, στερώντας από την μεσαία τάξη την αίσθηση της ασφάλειας που είχε συνδέσει με το κοινό καλό και ανοίγοντας την πόρτα στον επικίνδυνο λαϊκισμό, τη ναζιστική δημαγωγία, και, τελικά, την απολυταρχία και την γενοκτονία των αποδιοπομπαίων τράγων, των Εβραίων.
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΥΑΛΩΤΑ ΚΕΡΔΗ
Σε μια υπερ-διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία, η χαμηλότερη ανάπτυξη στην Κίνα, την Ιαπωνία και την Ευρώπη και η οικονομική αστάθεια [17] στην Βραζιλία και σε άλλες μεγάλες αναδυόμενες αγορές σημαίνει πρόβλημα παντού. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα αποτελέσματα, οι χώρες με αναδυόμενες μεσαίες τάξεις δεν μπορούν να κάνουν παρακάμψεις. Αυτό σημαίνει να αποφευχθούν οι ανεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές και άλλα λάθη που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πληθωρισμό και να βλάψουν τον καθένα. Οι αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει επίσης να εξετάσουν την μεταρρύθμιση του τομέα υγείας, των συντάξεων και των προγραμμάτων ανεργίας, τα οποία στηρίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών σε ένα ασφαλές μέλλον -όχι μόνο μέσα στην αυξανόμενη μεσαία τάξη, αλλά και μεταξύ των ατόμων που έχουν δραπετεύσει από την απόλυτη φτώχεια και τώρα φιλοδοξούν για την ασφάλεια και το κύρος της μεσαίας τάξης. Πάνω απ’ όλα, οι μεσαίες τάξεις στις αναπτυσσόμενες χώρες θα επωφεληθούν από τις μεταρρυθμίσεις [18] στα εκπαιδευτικά συστήματα και από τις αυξημένες επενδύσεις στις υποδομές. Τα καλά σχολεία και οι δρόμοι προσφέρουν υψηλές αποδόσεις σε όλους, αλλά κυρίως ενθαρρύνουν τις ιδιωτικές επενδύσεις και φέρνουν τα κέρδη παραγωγικότητας με τα οποία η μεσαία τάξη οικοδομεί και ευημερεί.
Οι υψηλού εισοδήματος χώρες μπορούν επίσης να διαδραματίσουν ρόλο στην οικοδόμηση κοινωνιών της μεσαίας τάξης στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ωστόσο, η αναπτυξιακή βοήθεια δεν είναι αρκετή, καθώς έχει τελικά μια ελάχιστη επίδραση στις χώρες που την υποδέχονται. Οι πλούσιες χώρες θα πρέπει, αντί για αυτό να επικεντρωθούν στην άρση των εμποδίων που έχουν δημιουργήσει στην υγιή, καθοδηγούμενη από την παραγωγικότητα ανάπτυξη -με την πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής από την πλευρά των μεγάλων πολυεθνικών, κάτι που μειώνει τα φορολογικά έσοδα στις αναπτυσσόμενες χώρες˙ με την διόρθωση των νόμων περί ιδιωτικής ζωής που έχουν καταστήσει πολύ εύκολο να κρυφτούν κλεμμένα περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό˙ με την επιβολή κανόνων κατά της δωροδοκίας˙ με τον τερματισμό των προστατευτικών πολιτικών στους τομείς της γεωργίας και της κλωστοϋφαντουργίας˙ και με την βελτίωση της διαχείρισης των μεταναστευτικών συστημάτων τους.
Ο πλούσιος κόσμος μπορεί επίσης να ηγηθεί συντονίζοντας τις απαντήσεις σε συλλογικά προβλήματα που καμία χώρα δεν έχει κίνητρο να αντιμετωπίσει από μόνη της. Ο πιο άμεσος κίνδυνος προέρχεται από τον κίνδυνο ενός άλλου χρηματοπιστωτικού πανικού που θα μπορούσε να εξαπλωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια τέτοια αναταραχή θα κάνει τεράστια ζημιά στην σε αρχικό στάδιο μεσαία τάξη και στα εκατομμύρια των εργαζομένων στα πρόθυρα της μετάβασης από την χαμηλή παραγωγικότητα και τις άτυπες μορφές απασχόλησης, στις σταθερές και αξιόπιστες θέσεις. Ακόμη πιο ανησυχητική μακροπρόθεσμα είναι η κλιματική αλλαγή, η οποία απειλεί την οικονομική ανάπτυξη παντού και σίγουρα θα μείνει άλυτη χωρίς την ηγεσία και την χρηματοδότηση από τις πλούσιες χώρες.
Πλούσιοι ιδιώτες και επιχειρήσεις μπορούν επίσης να κάνουν το καθήκον τους, συνεχίζοντας να δημιουργούν νέες ευκαιρίες σε όλο τον κόσμο, κυρίως μέσω επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες. Η τεράστια μεσαία τάξη της Βραζιλίας, συγκεντρωμένη στο νότιο τμήμα της χώρας, είναι εν μέρει προϊόν των δημόσιων και εταιρικών ερευνών και επενδύσεων που αύξησαν δραματικά τις αποδόσεις της περιοχής από την σόγια, τα μήλα, και άλλες καλλιέργειες. Η κινητή τεχνολογία βοηθά να δημιουργηθούν ευκαιρίες για την μεσαία τάξη στις φτωχές χώρες. Και η πρόσφατη έναρξη μιας πρωτοβουλίας ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον φιλάνθρωπο Bill Gates για την έρευνα και την ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, θα δημιουργήσει έμμεσα νέες «πράσινες» βιομηχανίες και θέσεις εργασίας για τους εργαζόμενους της μεσαίας τάξης παντού.
Κανένα από αυτά τα βήματα, φυσικά, δεν θα αντισταθμίσει πλήρως τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχει η μακροπρόθεσμη στασιμότητα στην αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη στον κόσμο. Μόνο η ισχυρή ανάπτυξη μπορεί να το κάνει. Αλλά το να μην κάνουμε τίποτα θα ενείχε τον κίνδυνο να επιτραπεί στην νέα μεσαία τάξη του κόσμου -μια από τις πιο ελπιδοφόρες εξελίξεις στα τελευταία 30 χρόνια- να μετατραπεί σε πηγή διχασμού και αστάθειας.

* Η NANCY BIRDSALL είναι ιδρυτική πρόεδρος του Center for Global Development και πρώην εκτελεστική αντιπρόεδρος της Inter-American Development Bank.


Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-02-15/middle-class-heroes

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-12-14/inequality-and-global...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-12-14/prosperity-rising
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/age-secular-stagnation
[4] http://www.worldbank.org/en/news/press-release/2013/04/17/remarkable-dec...
[5] http://www.pewglobal.org/2015/07/08/a-global-middle-class-is-more-promis...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/thailand/2014-05-22/thailands-mi...
[7] https://www.foreignaffairs.com/interviews/2014-04-01/rebooting-rwanda
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/south-america/2015-10-31/argenti...
[9] http://www.pewresearch.org/fact-tank/2015/12/10/5-takeaways-about-the-am...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-06-16/will-humans-go-way-ho...
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/france/2015-12-14/no-right-turns
[12] https://en.wikipedia.org/wiki/Loss_aversion
[13] https://www.foreignaffairs.com/articles/central-america-caribbean/2015-1...
[14] https://www.foreignaffairs.com/articles/tunisia/2014-10-23/tunisia-model
[15] http://www.nber.org/papers/w20935
[16] https://www.foreignaffairs.com/articles/brazil/2015-12-14/brazils-antipo...
[17] https://www.foreignaffairs.com/articles/brazil/2016-01-20/rousseff-ropes
[18] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-08-20/teach-world