Η συνθηκολόγηση του Τσίπρα και τα φαντάσματα του Τρότσκι
Tου Tony Barber
(Πηγή : http://www.euro2day.gr/)
Η ώρα της αλήθειας για τον ΣΥΡΙΖΑ πλησιάζει. Οι ομοιότητες με την συμφωνία ειρήνης των Μπολσεβίκων το 1918. Μόνο ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει τι τίμημα είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να κρατήσει ζωντανό το αριστερό «όραμα».
Η συνθηκολόγηση του Τσίπρα και τα φαντάσματα του Τρότσκι
Ως πολιτικοί με μαρξιστικό υπόβαθρο και με μια εγγύτητα με την Ρωσία, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Έλληνας πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ θα γνωρίζουν τα πάντα γύρω από την συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ τον Μάρτιο του 1918.
Ή τουλάχιστον ας ελπίσουμε ότι το γνωρίζουν.
Γιατί όσα αντιμετωπίζει η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, εφόσον επιθυμεί να κλείσει μια συμφωνία με τους πιστωτές της Ελλάδας και να αποφύγει μια χρεοκοπία και μια πιθανή έξοδο από το ευρώ, δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια εκδοχή του Μπρεστ-Λιτόφσκ στον 21ο αιώνα.
Υπό τους σκληρούς όρους της συνθήκης αυτής, ο Βλαντιμίρ Λένιν και οι Μπολσεβίκοι, οι οποίοι είχαν πάρει την εξουσία τον Νοέμβριο του 1917 στην Αγία Πετρούπολη, συνθηκολόγησαν στην Γερμανία, παραχωρώντας σχεδόν τα μισά εδάφη της ρωσικής αυτοκρατορίας - συμπεριλαμβανομένων των Βαλτικών κρατών και της Ουκρανίας – και το ένα τέταρτο του ρωσικού πληθυσμού.
Οι Μπολσεβίκοι εκχώρησαν τον έλεγχο των περισσότερων ανθρακωρυχείων της Ρωσίας, το μισό των υπόλοιπων βιομηχανιών και πάνω από το ένα τρίτο των πιο εύφορων αγροτικών εδαφών τους. Ο Λένιν αποδέχτηκε αυτή την Καρχηδόνια ειρήνη για έναν απλό λόγο, για να επιβιώσει στην εξουσία και να μπορέσει να κάνει μια επανάσταση μέσα στην χώρα του.
Οι όροι που επιβάλλουν στην Ελλάδα οι κυβερνήσεις της Ε.Ε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι πολύ λιγότερο επαχθείς. Περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις, στην αγορά εργασίας και στο φορολογικό σύστημα και απαιτούν δέσμευση σε μια μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πειθαρχία με αντάλλαγμα χρηματοδοτική βοήθεια που θα κρατήσει την χώρα εντός της ευρωζώνης.
Aλλά στα μάτια του ΣΥΡΙΖΑ οι όροι αυτοί δεν είναι λιγότερο εξευτελιστικοί, γιατί απαιτούν μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση να αθετήσει καίριες υποσχέσεις προς τους οπαδούς της και ουσιαστικά να παραδοθεί με όρους που υπαγορεύουν οι ξένοι. Οι σκληροπυρηνικοί του ΣΥΡΙΖΑ ορκίζονται να μην υποταχθούν, όπως ακριβώς ο Λέον Τρότσκι, ο σύντροφος του Λένιν, ορκίστηκε το 1918 να μην αποδεχτεί τους όρους των Γερμανών για την ειρήνη.
Στο τέλος ωστόσο, o Tρότσκι υποχώρησε και ο Λένιν κατάφερε να συγκεντρώσει την πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής για την υπογραφή της συνθήκης.
Υπάρχουν μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα στην συμπεριφορά του Τρότσκι στις συνομιλίες Μπολσεβικών- Γερμανών που προηγήθηκαν της συνθήκης και της συμπεριφοράς του ΣΥΡΙΖΑ με τους πιστωτές της Ελλάδας από τότε που το κόμμα ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο.
Ο Τρότσκι χρησιμοποίησε τις συνομιλίες στο Μπρεστ-Λιτόφσκ ως ένα φόρουμ για να προπαγανδίσει το μήνυμα του για την επανάσταση στους εργάτες και τους στρατιώτες στην Ευρώπη, που είχαν εξαντληθεί από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Έτσι και ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, χρησιμοποίησαν τους τελευταίους πέντε μήνες για να κάνουν κήρυγμα στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη για την ανάγκη να μπει τέλος στην «λιτότητα».
Ένας άλλος παραλληλισμός είναι ότι ο κ. Τσίπρας και άλλοι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκαν στην εξουσία χωρίς να έχουν καμία εμπειρία από κυβερνητικά πόστα και χωρίς καμία διάθεση να βασιστούν στις συμβουλές των κατά την γνώμη τους σάπιων δομών εξουσίας του παλιού καθεστώτος. Για τον λόγο αυτό, οι αρχικές διαπραγματεύσεις ήταν χάσιμο χρόνου – τουλάχιστον στα μάτια του ΔΝΤ και της Ε.Ε. – γιατί οι Έλληνες εμφανίστηκαν απροετοίμαστοι για εξονυχιστικές τεχνικές διαπραγματεύσεις.
Ωστόσο, η απροθυμία του ΣΥΡΙΖΑ να συμβιβαστεί απορρέει και από παράγοντες που έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την Ελλάδα. Η μαχητική νοοτροπία του κόμματος αντανακλά έναν αιώνα πολωμένων ελληνικών πολιτικών συγκρούσεων, από τον Εθνικό Διχασμό του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ως τον εμφύλιο πόλεμο και την σύγκρουση ανάμεσα στην στρατιωτική χούντα και των αριστερών φοιτητών.
Την ίδια στιγμή, όπως ανακάλυψαν με μεγάλη απογοήτευση οι πιστωτές της Ελλάδας μετά την πρώτη διάσωση το 2010, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις – είτε κεντροαριστερές, κεντροδεξιές, τεχνοκρατικές ή αριστερές σαν τον ΣΥΡΙΖΑ – αδυνατούν να καθαρίσουν το δημόσιο από τις πελατειακές σχέσεις, να διαλύσουν τις επιχειρηματικές ολιγαρχίες και να εξυγιάνουν το πολιτικό σώμα από τα εγκατεστημένα συμφέροντα που αντιστέκονται στις μεταρρυθμίσεις.
Στις συνομιλίες της Ελλάδας με τους πιστωτές, οι αδυναμίες αυτές μεταφράζονται σε περιφρόνηση και σε αδιέξοδο σε μεταρρυθμίσεις όπως αυτή του ασφαλιστικού, ένα ζήτημα στο οποίο ο Αντώνης Σαμαράς, ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός από τον Ιούνιο του 2012 ως τον περασμένο Ιανουάριο, κωλυσιεργούσε όσο περίπου και ο κ. Τσίπρας σήμερα.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και για τους Μπολσεβίκους το 1918, η ώρα της αλήθειας πλησιάζει. Μόνο ο κ. Τσίπρας γνωρίζει τι τίμημα είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να κρατήσει ζωντανό ένα αριστερό όραμα για την Ελλάδα.