Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Η καυστική αποτύπωση της επικαιρότητας από το Στ. Κασιμάτη


Συγκρίνοντας δύο αυτοτραυματισμούς
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Στην ωραία και περήφανη Καλαμάτα, έχουν μια ακατανόητη παράδοση να αυτοακρωτηριάζονται τελετουργικά κάθε Πάσχα, παίζοντας με κάτι πρωτόγονα πυρομαχικά που τα λένε «σαΐτες». Φυσικά, δεν διακινδυνεύουν όλοι οι Καλαματιανοί, παρά μόνον οι προικισμένοι με ειδικές ικανότητες, οι οποίοι και διαπρέπουν στο ωραίο πλην επικίνδυνο άθλημα.
Ολοι έχουμε ήδη ξεχάσει, φαντάζομαι, ότι το τελευταίο Πάσχα ένας νέος είκοσι τριών ετών υπέστη φρικτό ακρωτηριασμό από σαΐτα: έδωσε το φως και τα χέρια του στην προσπάθεια να διαιωνισθεί η παράδοση των σαϊτών, ώστε και άλλοι νέοι στο μέλλον να υποστούν κάτι παρόμοιο. Ο τρόπος με τον οποίο καλύφθηκε το θλιβερό γεγονός από τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ ήταν απολύτως χαρακτηριστικός της νοοτροπίας που αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες της πλαστής ευημερίας. Στον τόνο με τον οποίο προβλήθηκε η είδηση από τους περισσότερους σταθμούς ήταν έκδηλη η σύγχυση της τραγωδίας με την ανοησία. Το μελοδραματικό ύφος, η παλλόμενη από το συναίσθημα φωνή, όλα στην παρουσίαση της είδησης υπονοούσαν κάτι μεταξύ υψηλού και τραγικού, ενώ στην πραγματικότητα η αιτία του δράματος ήταν η άφρων απερισκεψία του παθόντος.
Δεν εννοώ, προς Θεού, ότι ο παθών δεν είναι άξιος της λύπης μας· όμως, τραγωδία στην περίπτωση ενός -υποτίθεται- εχέφρονος ενηλίκου, ο οποίος αποφασίζει να παίξει με εκρηκτικά, εγώ δεν βλέπω και να με συγχωρείτε. Ωστόσο, υπήρχε και κάτι άλλο, εξίσου έντονο, στην παρουσίαση της είδησης: το αίτημα «να κάνει κάτι το κράτος». Μα τι να κάνει το κράτος, αφού δεν είναι διατεθειμένο να απαγορεύσει μια και καλή το συγκεκριμένο έθιμο; Το κράτος δεν έχει (και ούτε θα όφειλε να έχει) τη δυνατότητα να προστατεύει τον καθένα από την ανοησία του. Αυτό που μάλλον συμβαίνει στην Καλαμάτα είναι ότι οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι, αν απαγορεύσουν τις σαΐτες του Πάσχα, η απαγόρευση δεν θα τηρηθεί και οι απώλειες θα συνεχίσουν να σημειώνονται κάθε χρόνο. Η κρατούσα λογική λέει, υποθέτω, ότι δεν απαγορεύεις κάτι εφόσον δεν μπορείς να εφαρμόσεις την απαγόρευση, εκτός αν δεν σε ενοχλεί να εκθέσεις την αδυναμία σου σε όλους. Συνεπώς, παρά τον πόνο των παρουσιαστών των δελτίων για τον δυστυχή νέο που πλήρωσε ένα τόσο βαρύ τίμημα στον βωμό της παράδοσης, το κράτος δεν μπορεί να κάνει τίποτε γι’ αυτόν, εκτός του να του προσφέρει την αναγκαία ιατρική φροντίδα.
Αναρωτιέμαι, εντούτοις, σε τι διαφέρει η περίπτωση του φουκαρά στην Καλαμάτα από την περίπτωση του Σάββα Ξηρού, ο οποίος υπέστη ανάλογο τραυματισμό το 2002, ώστε η Πολιτεία να νομοθετεί φωτογραφική τροπολογία για χάρη του ώστε να τον στείλει στο σπίτι του. Διαφέρει κατά το ότι ο Ξηρός τραυματίστηκε όταν η βόμβα (κάτι σαν τη σαΐτα, αλλά πιο ισχυρό και επικίνδυνο...) που τοποθετούσε, και η οποία ίσως τραυμάτιζε αθώους ανθρώπους που ούτε τους ήξερε, εξερράγη στα χέρια του. Διαφέρει, εν τέλει, διότι ο Ξηρός έχει δολοφονήσει εν ψυχρώ πέντε ανθρώπους, ενώ ο φουκαράς στην Καλαμάτα κανέναν. Πολύ κυνικό, θα μου πείτε. Πρώτη φορά Αριστερά, θα σας πω εγώ...
Μπράβο, Σάκη!
Συγγνώμη που ξεκινώ έτσι, αλλά το είχα προβλέψει! Ημουν εκατό τοις εκατό βέβαιος και επαληθεύτηκα: ο Μίκης Θεοδωράκης όχι απλώς δεν έχει αντίρρηση, αλλά είναι και ενθουσιασμένος με την ιδέα ότι ο Σάκης Ρουβάς θα τραγουδήσει «Αξιον Εστί». Η στήλη συγχαίρει τον Σ. Ρουβά για την αυταπάρνησή του, διότι με τη δοκιμασία αυτή (δοκιμασία για τον ίδιο, ενδεχομένως και για τους τρίτους) εξασφαλίζει στον δαφνοστεφή μουσουργό την εσωτερική γαλήνη που έχει ανάγκη, ώστε να μην ασχολείται με την πολιτική.
Διότι, τι θέλει ακριβώς ο Μίκης Θεοδωράκης ασχολούμενος με την πολιτική τα τελευταία χρόνια; Πολύ απλό: επιζητεί το υποκατάστατο για τη δημοσιότητα που του εξασφάλιζε κάποτε η μουσική του, η οποία όμως εδώ και πολλά χρόνια έχει πάψει πια να αρέσει, καθώς το ύφος της αναδίδει σεβεντίλα, ταγάρι και Μαργαρίτα Ζορμπαλά με σοβιετικό λουλουδάτο φόρεμα. Διόλου τυχαίο είναι ότι, στη σχετική δήλωση που έκανε, ο Μ. Θεοδωράκης αναφέρθηκε ευθέως στην πικρία του για τον παραγκωνισμό της μουσικής του. Θυμήθηκε τους δικηγόρους του Οδυσσέα Ελύτη, επειδή τόλμησαν κάποτε να παραπονεθούν για την ποιότητα εκτέλεσης του έργου («κι ήμουν εγώ στο πόντιουμ», σημειώνει ο μουσουργός...), θυμήθηκε επίσης τις εταιρείες που αποσύρουν τους δίσκους του από την αγορά, αλλά και τραγουδιστές που βγάζουν τα τραγούδια του από το ρεπερτόριό τους. Γενικά, έδωσε την εντύπωση ανθρώπου που δεν χόρτασε ακόμη την επιτυχία, την κολακεία, την αποθέωση και, σήμερα, δεν υποφέρει με τίποτα την αδιαφορία.
Γι’ αυτό λοιπόν αξίζει το εύγε ο Σάκης Ρουβάς. Αν όλοι οι γνωστοί και δημοφιλείς στη νεολαία ομότεχνοί του (Ρέμος, Βίσση, Παντελίδης κ.ά.) συνεννοούντο μεταξύ τους, ώστε να κάνει ο καθένας τους, εκ περιτροπής, το ψυχικό κάθε χρόνο τραγουδώντας Θεοδωράκη, ο μουσουργός δεν θα τσαλαβουτούσε με τα πολιτικά και όλοι μας θα ήμασταν καλύτερα―πλην, ίσως, εκείνων που θα άκουγαν τη μουσική του...
Μεταμεσoνύχτια τηλεφωνήματα
Ανώτατος πολιτειακός παράγων έπαιρνε τα μεσάνυχτα της Δευτέρας τηλέφωνα πολλούς δημάρχους, προκειμένου να τους καθησυχάσει σε ό,τι αφορά τον αναγκαστικό δανεισμό στον οποίο κατέφυγε η κυβέρνηση. Τους έλεγε λοιπόν πως δεν ήταν δυνατό να μην υπογραφεί η σχετική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, αλλά ότι δεν πρέπει να ανησυχούν γιατί τα χρήματα θα τους επιστραφούν στο ακέραιο...


(Στην φωτογραφία : Τα μπαγάσικα τη γλίτωσαν! Δεν πειράζει όμως· και του χρόνου έχει Πάσχα...)