Αν δεν συζητούσαν μόνο με την τρόικα!
Κώστας Καλλίτσης
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Εκδόσεις ομολόγων διάρκειας ενός αιώνα; Ασυνήθιστο, αλλά επίκαιρο. Μεγάλες επιχειρήσεις (Canadian Pacific Railway, Petrobras) και κράτη (το Βέλγιο πέρυσι για 50 εκατ. ευρώ) έχουν αρχίσει να εκδίδουν 100ετή ομόλογα, επιδιώκοντας (όχι να δανειστούν φτηνά) αλλά να ανταποκριθούν στη ζήτηση που εκδηλώνεται στις διεθνείς αγορές για ασφαλή επενδυτικά προϊόντα με υψηλή απόδοση. Το αξιοσημείωτο, όμως, είναι ότι 100ετές ομόλογο, για 100 εκατ. ευρώ, εκδίδει και η Ιρλανδία! Μέχρι πριν από δύο χρόνια ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές, αλλά σήμερα προσφέρει αποδόσεις 2,35% σε όσους τοποθετηθούν στο 100ετές ομόλογό της...
Η Ιρλανδία είχε μπει σε πρόγραμμα τον Νοέμβριο 2010, είχε πάρει 85 δισ. ευρώ και βγήκε μετά από μια 3ετία. Η Πορτογαλία είχε μπει σε πρόγραμμα τον Απρίλιο 2011, είχε πάρει 78 δισ. και βγήκε ύστερα από μια 3ετία. Από προχθές, Παρασκευή, η Κύπρος είναι επίσης εκτός προγράμματος. Κατάφερε να εφαρμόσει μέσα σε τρία χρόνια ένα πρόγραμμα που δικαίως είχε χαρακτηριστεί το σκληρότερο από όλα όσα επιβλήθηκαν σε ευρωπαϊκή χώρα. Γι’ αυτό (ακριβώς, το κυπριακό πρόγραμμα, όχι κάποιο άλλο...) είχε χρησιμοποιηθεί ως απειλή προς όλο τον ευρωπαϊκό νότο: «Προσέξτε, γιατί θα πάθετε αυτό που έπαθε η Κύπρος!»
Η Ιρλανδία, λοιπόν, ψαρεύει επενδυτές – ενώ δανείζεται για τη 10ετία με απόδοση 0,80% ή ακόμα μικρότερη, παρά τα πολιτικά προβλήματά της. Η Κύπρος δανειζόταν για 10ετία πληρώνοντας απόδοση 3,8% πριν καν λήξει το δικό της Μνημόνιο. Παρά τη δυσπιστία με την οποία την αντιμετωπίζουν οι αγορές, σήμερα η Πορτογαλία δανείζεται για 10ετία με απόδοση 2,95%. Η χώρα μας βρίσκεται σε διαδοχικά Μνημόνια από το 2010 και (εφόσον δεν υπάρξουν απρόοπτα...) θα βγει από το 3ο Μνημόνιο στα τέλη 2018. Παραμένει σταθερά αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές, δεν μπορεί να δανειστεί. Είναι ενδεικτικό ότι, παρότι το 85% του χρέους μας είναι εκτός διαπραγμάτευσης (το κρατούν δημόσιοι ευρωπαϊκοί φορείς), η απόδοση του 10ετούς ομολόγου προχθές ήταν 8,5% – περίπου 11 φορές μεγαλύτερη από εκείνην της Ιρλανδίας, 3 φορές από της Πορτογαλίας, υπερδιπλάσια της Κύπρου.
Αν δεν πιστέψουμε ότι το ελληνικό πρόγραμμα ήταν σκληρό, ενώ τα άλλα τρία προγράμματα ήταν ήπια – όπερ δεν ισχύει. Αν δεν δεχτούμε ότι το ελληνικό πρόγραμμα ήταν το μόνο ελαττωματικό, ενώ όλα τα άλλα ήταν, δήθεν, αψεγάδιαστα – όπερ δεν ισχύει. Αν απορρίψουμε «αριστερές» ανοησίες ότι ο ιμπεριαλισμός μας έχει βάλει στο μάτι γιατί είμαστε... ανυπότακτοι (!) και θέλει να μας ταπεινώσει. Τότε, ζητείται απάντηση στο ερώτημα γιατί όλοι οι άλλοι τα καταφέρνουν, ενώ εμείς συστηματικά αποτυγχάνουμε. Γιατί όλοι οι άλλοι προχωρούν και μας αφήνουν πίσω; Γιατί Ιρλανδοί, Κύπριοι, Πορτογάλοι, βγήκαν από τα Μνημόνια με τις δικές τους δυνάμεις, ενώ εμείς μένουμε με το χέρι απλωμένο και την κοινωνία ασθμαίνουσα από την αφόρητη πίεση της ανεργίας;
Διότι στις άλλες χώρες υπήρξαν όχι μόνο συνεννόηση αλλά και συναίνεση. Στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία διαμορφώθηκε συναίνεση των βασικών πολιτικών κομμάτων – όχι πάντα με τον πιο κομψό τρόπο. Στην Κύπρο, επίσης, άρχισε μια συζήτηση σε πνεύμα εθνικής συνεννόησης για το πρόγραμμα και για τη δική της επόμενη μέρα, για τη μετά-την-κρίση-Κύπρο. Στην Ελλάδα συζητούμε για να συνεννοηθούμε να πετύχουμε κάτι; Οχι.
Στην Ελλάδα διεξάγεται μια μεγάλη συζήτηση σε όλη τη διάρκεια των τελευταίων 6 ετών για όλη τη νομοθεσία, για το ασφαλιστικό, τη φορολογία, επεκτείνεται σε λεπτομέρειες για τον συντελεστή ΦΠΑ στο ένα ή άλλο προϊόν και υπηρεσία, στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν για να αρχίσει (κάποτε!) να απονέμεται η δικαιοσύνη, στις δομές του κράτους, στον αριθμό των δασκάλων για τα σχολεία, στο κόστος των φορτωτικών για τις νταλίκες κ.λπ. κ.λπ. Διεξάγεται συζήτηση και διαπραγμάτευση σε όλο το φάσμα κρατικών, οικονομικών, κοινωνικών υποθέσεων. Είναι η διαρκής συζήτηση που κάνει η εκάστοτε κυβέρνηση με την τρόικα. Μόνο με αυτήν.
Αυτονόητη η διεξαγωγή αυτής της συζήτησης. Και η σημερινή κυβέρνηση καλώς την κάνει – παρότι θα ήταν πιο σοβαρό να μην την κάνει σε ξενοδοχεία και πιο αποδοτική αν δεν διαρκούσε 6 μήνες και δεν χάναμε το 2016 όπως χάσαμε το 2015. Το κακό είναι ότι δεν συζητάμε μεταξύ μας. Καμία ουσιαστική συζήτηση δεν γίνεται στη Βουλή, ούτε καν στο εσωτερικό των κομμάτων, ούτε βεβαίως με τον ελληνικό λαό. Το κακό είναι ότι η εκάστοτε κυβέρνηση συζητεί μόνο με τη τρόικα – δέχεται, λες, τη συζήτηση μόνο όταν επιβάλλεται από υπέρτερες δυνάμεις. Ενώ αποφεύγει φοβικά κάθε ουσιαστική συζήτηση σε εθνικό επίπεδο, σε πνεύμα εθνικής συνεννόησης. Αν δεχόταν μια τέτοια συζήτηση και της αφιέρωνε τον μισό από τον χρόνο που δαπανά για τη συζήτηση με την τρόικα, σήμερα δεν θα ζηλεύαμε Κύπρο, Πορτογαλία και Ιρλανδία.