Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Εξαιρετικός Στ. Κασιμάτης με θέμα: Τι είναι η πατρίδα μας


Θέμα: Τι είναι η πατρίδα μας
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Κυριάκος πάει γυρεύοντας...» Η φράση συνοψίζει την γκρίνια για την επιλογή της Νέας Δημοκρατίας να προκαλέσει την κυβέρνηση με το αίτημα των εκλογών.
Την εκπέμπουν, δε, οι περίφημοι κύκλοι που επικαλούνται τη νομιμοποίησή τους στον Μαρμαρωμένο Βασιλιά – όχι εκείνον της παράδοσης, τον άλλο της Ραφήνας. Η λογική όσων πιστεύουν ότι η Ν.Δ. πάει γυρεύοντας είναι χονδροειδώς απλοϊκή: αν η Ν.Δ. αναλάβει σύντομα τη διακυβέρνηση θα αναλάβει και το πολιτικό κόστος της ανοησίας του ΣΥΡΙΖΑ, συνεπώς, να καθήσει στ’ αυγά της και να περιμένει ευνοϊκότερες συνθήκες.
Οσοι τα λένε αυτά σοβαρά (εφόσον δεν κάνουν ένα είδος χιούμορ που εγώ αδυνατώ συλλάβω) αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ: τους διαφεύγει εντελώς, δηλαδή. Διότι το πεδίο και οι δυνάμεις της πολιτικής άλλαξαν και αυτοί δεν το έχουν καταλάβει. Περιθώρια πλειοδοσίας του λαϊκισμού δεν υφίστανται πλέον, ιδίως από την πλευρά όπου στέκεται η Ν.Δ., μιας αστικής Κεντροδεξιάς η οποία προτάσσει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας (έτσι λέμε στις μέρες μας το ιστορικό «ανήκωμεν εις την Δύσιν»). Επίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δυνατότητα (και το δικαίωμα, σε μια δημοκρατία) να προσπαθεί να πείσει και να παρασύρει τον κόσμο στο πείραμα του σοσιαλιστικού απομονωτισμού. Η Ν.Δ., όμως, τι είδους παραμύθι για καλύτερες μέρες (και στα γρήγορα) μπορεί να πουλήσει, εφόσον στέκεται μέσα στο πλαίσιο της ιδεολογίας της;
Ο τροχός του λαϊκισμού σταμάτησε να γυρίζει και αυτό αποτυπώνεται πια καθαρά στη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων. Από τι συνίσταται πλέον ο κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ; Από μπόλικο γνήσιο ΠΑΣΟΚ, από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά που άλωσε εκ των έσω την ανανεωτική Αριστερά και από εθνικιστές της λαϊκής Δεξιάς, πρώην πελάτες της Ν.Δ. Είναι μια αγριοπασοκάρα, ούτως ειπείν, με ενισχυμένα τα αριστερά και τα εθνικιστικά χαρακτηριστικά της πολιτικής φυσιογνωμίας της. Και, ενώ ο κάποτε διάσπαρτος σε όλη την έκταση του πολιτικού φάσματος λαϊκισμός μαζεύτηκε σε μία πλευρά και σχημάτισε αυτό το μέτωπο εθνολαϊκισμού, προς γενική κατάπληξη του πολιτικού συστήματος η Ν.Δ. εξέλεξε πρόεδρο τον πιο γνωστό και γνήσιο υπερασπιστή του φιλελευθερισμού, των μεταρρυθμίσεων και του δυτικού προσανατολισμού της χώρας, τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Είναι φανερό ότι μια νέα διαχωριστική γραμμή χαράσσεται στην πολιτική ζωή.
Το άλλο που αλλάζει δραματικά το πεδίο της πολιτικής είναι το μέγεθος του κινδύνου. Καθώς γύρω μας συντελούνται ιστορικές μεταβολές στον γεωπολιτικό χάρτη, εμείς συμβαίνει να έχουμε μια κυβέρνηση σπάνιας ανικανότητας και βαθιάς ιδεοληψίας και, μέρα τη μέρα, βλέπουμε τη χώρα να οδηγείται σε κάτι που μοιάζει τρομακτικά με αυτό που αναλύουν οι Ατσέμογλου και Ρόμπινσον στο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη»: την κρίσιμη τροπή στην εξέλιξη ενός έθνους, μετά την οποία δεν υπάρχει γυρισμός. Είτε από τακτική είτε από ανικανότητα των κυβερνώντων, το φάσμα του Grexit αρχίζει πάλι να προβάλλει δειλά από το βάθος.
Την ίδια ώρα, αυτά που συμβαίνουν καθημερινά και αποτελούν την επικαιρότητα είναι φοβερά. Το μεταναστευτικό, επί παραδείγματι, έχει εξελιχθεί σε μια νέα «Υπατία». Με τη διαφορά, βέβαια, ότι οι «Υπατίες» είναι τώρα τεράστιες και διάσπαρτες σε διάφορα σημεία της χώρας. Επίσης, η αναμέτρηση δεν διεξάγεται μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, όπως τότε, αλλά μέσα στην ίδια την κυβέρνηση και στο κυβερνών κόμμα.
Επειτα, στην οικονομία και στις σχέσεις με τους εταίρους-δανειστές, η ευκολία με την οποία η κυβέρνηση της χώρας έσπευσε να νομιμοποιήσει με τη στάση της το προϊόν μιας τηλεφωνικής υποκλοπής μην αμφιβάλλετε ότι έχει παγώσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Διότι, αν η Ελλάδα είναι ύποπτη για τη διαρροή, η πράξη για την οποία την υποψιάζονται οι εταίροι της είναι της δολιοφθοράς – δεν είναι αστείο πράγμα, θέτει υπό αμφισβήτηση τη βούληση της χώρας να συμμετέχει στην Ενωση. Πάντως, είτε κλείσει η διαπραγμάτευση είτε όχι, τα μέτρα είναι βέβαιο ότι θα συντρίψουν ό,τι απέμεινε όρθιο τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, κατά τους οποίους βιώνουμε τη σπάνια εμπειρία που λέγεται «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός μετά μνημονίου και πατριωτικών εμβατηρίων».
Ο ψηφοφόρος που είναι σε θέση να εκτιμήσει τη σοβαρότητα και τη συχνότητα των γεγονότων τα οποία σπρώχνουν την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό περιθώριο τι να σκέπτεται, αναρωτιέμαι, όταν καθημερινά παρακολουθεί την πτώση της χώρας να επιταχύνεται. Προφανώς, αισθάνεται τον κίνδυνο για τον εαυτό του, τους δικούς του, την πατρίδα του και όχι, βέβαια, για την... κυβερνητική προοπτική της Ν.Δ.! Δεν αναστατώνεται επειδή η Ν.Δ. κινδυνεύει να ζοριστεί αν γίνει κυβέρνηση, αλλά επειδή κινδυνεύει η πατρίδα του.
Ορισμένοι στη Ν.Δ., που βασίζονται σε ξεπερασμένους χάρτες της πραγματικότητας και σχεδιάζουν δήθεν ευφυείς ελιγμούς για την αποφυγή περιττού ρίσκου, θα όφειλαν να ξεκαθαρίσουν οι ίδιοι, μέσα τους, τι θεωρούν πατρίδα τους: την Ελλάδα ή τη Νέα Δημοκρατία; Νομίζω ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι δεν θα δίσταζαν να απαντήσουν ότι πατρίδα τους είναι η Ελλάδα και ότι η Ν.Δ. δεν μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από ένα μέσον για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της χώρας, δηλαδή του κοινού συμφέροντος.
Υπό αυτό το πρίσμα, η απόφαση της ηγεσίας της Ν.Δ. να προκαλέσει σε εκλογές την κυβέρνηση –με κάθε επισημότητα, από το βήμα της Βουλής– δεν είναι ζήτημα τακτικών επιλογών. Είναι ζήτημα ρεαλισμού στην ανάγνωση της πραγματικότητας και ευθύνης στην αντίληψη του ρόλου της ως αντιπολίτευσης. Δεν είναι αν μας αρέσουν ή όχι οι εκλογές, αν μας συμφέρουν ή όχι, αλλά ότι σύντομα μπορεί να γίνουν αναπόφευκτες. Η Ν.Δ. οφείλει να είναι προετοιμασμένη και να προετοιμάζει τον κόσμο. Καλά νέα δεν έχει να μοιράσει. Εχει όμως να δείξει μιαν άλλη αντίληψη της ευθύνης. Αν μπορεί...