Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Άρθρο της Le Monde diplomatique για τις διακυμάνσεις στις σχέσεις Ινδίας-Αφγανιστάν


Διακυμάνσεις στις σχέσεις Ινδίας-Αφγανιστάν
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ
par Racine Jean–Luc , [Λογοθέτης Χάρης (μτφ)]
(Πηγή : http://www.monde-diplomatique.gr)
Από όλους τους περιφερειακούς παίκτες στο Αφγανιστάν -από το Πακιστάν και το Ιράν μέχρι την Κίνα-, η Ινδία είναι η λιγότερο ορατή. Ωστόσο, οι σχέσεις των δύο χωρών χρονολογούνται από την αρχαιότητα.
Και μολονότι δεν ήταν πάντοτε οι καλύτερες, έχουν γίνει στενότερες μετά την πτώση του καθεστώτος των ταλιμπάν, το 2001. Το Νέο Δελχί έχει σημαντική διείσδυση στη χώρα, τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά. Στην Καμπούλ, η εκλογή του νέου προέδρου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Χαμίντ Καρζάι, δεν αναμένεται να αλλάξει τα δεδομένα.
Όταν, στις 23 Μαΐου 2014, το προξενείο της Ινδίας στη Χεράτ, τη μεγάλη πόλη του δυτικού Αφγανιστάν, δέχτηκε επίθεση, όλοι θεώρησαν το περιστατικό ως μήνυμα προς το Νέο Δελχί. Όντως, η επίθεση πραγματοποιήθηκε δύο ημέρες μετά την πρόσκληση του νέου Ινδού πρωθυπουργού, Ναρέντρα Μόντι, προς τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ανατολικής Ασίας (μεταξύ τους και οι πρόεδροι του Αφγανιστάν και του Πακιστάν) να παρευρεθούν στην τελετή ανάληψης των καθηκόντων του, στις 26 Μαΐου. Ο Αφγανός πρόεδρος, Χαμίντ Καρζάι, κατηγόρησε για την επίθεση την ομάδα Λασκάρ ε-Τάιμπα. Η ομάδα αυτή, με βάση το Πακιστάν, δρα στο Κασμίρ και, ορισμένες φορές, στις μεγάλες πόλεις της Ινδίας, όπως στη Βομβάη, το 2008. Η επίθεση στο ινδικό προξενείο δεν ήταν παρά η πιο πρόσφατη από σειρά ενεργειών κατά των ινδικών συμφερόντων, τα οποία έχουν προωθηθεί σημαντικά κατά τη μακρά θητεία του προέδρου Καρζάι (2001-2014), με συμβολικό αποκορύφωμα τη διμερή συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας. Η συμφωνία, που υπογράφηκε το 2011, καλύπτει τόσο ζητήματα ασφάλειας όσο και την οικονομία, το εμπόριο και την κατάρτιση. Πρόκειται για την πρώτη συμφωνία τέτοιου είδους που υπογράφει το Αφγανιστάν, ενώ και η Ινδία δεν είχε προβεί σε ανάλογη κίνηση με κάποια άλλη γειτονική της χώρα.
Με την ολοκλήρωση της εποχής Καρζάι, τον οποίο διαδέχεται ο Ασράφ Γκάνι, μετά από συμφωνία με τον άλλο υποψήφιο για την προεδρία, Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ [1], το μέλλον των διμερών σχέσεων κινητοποιεί το Νέο Δελχί τουλάχιστον για τρεις λόγους : θέλει να διασφαλίσει τα οικονομικά συμφέροντά του, να εδραιώσει την ενισχυμένη επιρροή του και να έχει λόγο για τη θέση του Αφγανιστάν σε μια περιοχή όπου διασταυρώνονται τα συμφέροντα του Πακιστάν, του Ιράν, του Τατζικιστάν και της Κίνας. Μετά την αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους της αμερικανικής στρατιωτικής δύναμης, η οποία έχει προγραμματιστεί για το τέλος του 2014, ένα λεπτό ζήτημα τίθεται για τα ινδικά συμφέροντα : μέχρι πού να φτάσει η στρατιωτική βοήθεια προς τον νέο Αφγανό πρόεδρο, χωρίς να επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο οι ήδη δύσκολες σχέσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν ;
Πολυεθνικό σχέδιο μεταφοράς φυσικού αερίου
Το Νέο Δελχί αρέσκεται να θυμίζει τους αρχαίους δεσμούς του με το Αφγανιστάν, από τους βουδιστικούς χρόνους (3ος αιώνας π.Χ.) μέχρι τις κατακτήσεις των στρατηγών του μουσουλμάνου σουλτάνου Μαχμούντ του Γκαζνί (971-1030), τον 11ο αιώνα μ.Χ., οι οποίοι, όπως και οι ιδρυτές των ινδικών δυναστειών, μαγνητίστηκαν από τα πλούτη της Ινδίας. Το 1880, η βρετανική αυτοκρατορία θα βρει συμβιβαστική λύση απέναντι στις αφγανικές αποσχιστικές τάσεις, τοποθετώντας στον θρόνο της Καμπούλ τον εμίρη Αμπντούρ Ραχμάν, ο οποίος θα δεχτεί να παραχωρήσει στο Λονδίνο τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής του βασιλείου. Το 1893, η γραμμή Ντιράντ θα αποτελέσει, τουλάχιστον στους χάρτες, το σύνορο μεταξύ του Αφγανιστάν και της αυτοκρατορίας : μια διαχωριστική γραμμή που κόβει στα δύο τα εδάφη της φυλής των Παστούν.
Το 1947, με τη γέννηση του Πακιστάν, η Ινδία θα βρεθεί αποκομμένη από το Αφγανιστάν. Το Πακιστάν, ανήσυχο για το ενδεχόμενο ενός κινήματος για την ανεξαρτησία του Παστουνιστάν ή την ένωσή του με το Αφγανιστάν, αποφάσισε να διατηρήσει σε ειδικό καθεστώς τη συνοριακή ζώνη των Παστούν, ενώ η Καμπούλ, από τότε μέχρι και σήμερα, δεν αναγνωρίζει επίσημα τα σύνορά της με το Πακιστάν [2].
Η ανεξάρτητη Ινδία καλλιεργεί καλές σχέσεις με το αφγανικό βασίλειο, σε σημείο που υπογράφει μαζί του συνθήκη φιλίας, το 1950. Διατηρεί σχέσεις με τους Αφγανούς κομμουνιστές μετά την άνοδό τους στην εξουσία, το 1978. Αλλά, όταν η Σοβιετική Ένωση επεμβαίνει στο Αφγανιστάν, το 1979, η Ίντιρα Γκάντι -πρωθυπουργός της Ινδίας, που έχει υπογράψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας με τη Σοβιετική Ένωση- εκφράζει επιφυλάξεις, χωρίς να καταδικάσει ευθέως την εισβολή. Είχε κατανοήσει τους κινδύνους και τις επιπτώσεις της σοβιετικής κίνησης, ειδικά την υποστήριξη της Ουάσινγκτον και του Ισλαμαμπάντ στους Αφγανούς μουτζαχεντίν. Η νίκη τους θα ενισχύσει την εξουσία του στρατηγού Ζία Ουλ Χακ [3] και το ευρύτερο γεωπολιτικό σχέδιο των πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων : να μη βρεθεί η χώρα τους στριμωγμένη ανάμεσα στην Ινδία και σε ένα Αφγανιστάν με φιλο-ινδική κυβέρνηση.
Μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών, τα διαρκή προβλήματα του Αφγανιστάν αποδυναμώνουν τα ερείσματα του Νέου Δελχί, παρά τις σχέσεις που διατηρεί με τον πολέμαρχο Αχμέντ Σαχ Μασούντ, ο οποίος καταλαμβάνει την Καμπούλ το 1992 [4]. Η κατάληψη της πρωτεύουσας από τους ταλιμπάν, το 1996, περιθωριοποιεί ακόμη περισσότερο την Ινδία, την ώρα που συνεχίζεται η αντι-ινδική εξέγερση στο Κασμίρ. Η εξέγερση αυτή, που ξεκίνησε το 1989, υποστηρίζεται από το Πακιστάν, το οποίο, με την κίνηση αυτή, ενσωματώνει στο σχέδιό του τζιχαντιστές (που, συχνά, έχουν εκπαιδευτεί στο Αφγανιστάν), μουτζαχεντίν και, στη συνέχεια, ταλιμπάν, τόσο στο μέτωπο της Ινδίας όσο και στου Αφγανιστάν.
Μετά το σοκ της 11ης Σεπτεμβρίου, η Ινδία ψηφίζει τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών που επιτρέπουν τη στρατιωτική επέμβαση της συμμαχίας με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Δεκέμβριο του 2001, το Νέο Δελχί συμμετέχει στη διάσκεψη της Βόνης για το μέλλον του Αφγανιστάν. Κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του προέδρου Καρζάι, η Ινδία ακολουθεί πολιτική ενεργητικής συνεργασίας και χορηγεί σχεδόν 2 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το σύνολο της υπεσχημένης διεθνούς βοήθειας για την ανοικοδόμηση και την ανάπτυξη της χώρας κατά τη δεκαετία 2002-2012 είναι της τάξης των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων (με χρηματοδότηση κατά 80% από τις Ηνωμένες Πολιτείες). Στην πραγματικότητα, μέχρι το τέλος του 2011, είχαν εκταμιευθεί 70 δισεκατομμύρια δολάρια. Με ένα τέτοιο μέτρο, η συμμετοχή της Ινδίας φαίνεται μικρή, είναι, όμως, πολύ μεγαλύτερη από τη συμβολή του Πακιστάν. Όσο για την Κίνα, προτιμά τις επενδύσεις από τη βοήθεια. Το Ιράν παίζει το χαρτί της επιρροής μέσα από συχνά αδιαφανείς διαύλους, χωρίς η επίσημη βοήθειά του να συγκρίνεται με την αντίστοιχη ινδική.
Οι παρεμβάσεις του Νέου Δελχί είναι συμβολικές (η κατασκευή του νέου κοινοβουλίου μέχρι το 2015), αλλά και κοινωνικοοικονομικές : διατροφική βοήθεια, ιατρικές αποστολές, αναπτυξιακά σχέδια για αγροτικές κοινότητες, 700 υποτροφίες για ανώτατες σπουδές στην Ινδία, άλλες τόσες για τεχνική εκπαίδευση, προγράμματα κατάρτισης σε διάφορους κλάδους, όπως στα μέσα ενημέρωσης, καθώς και επενδύσεις σε υποδομές ενέργειας, μεταξύ τους και στο δίκτυο που μεταφέρει στην Καμπούλ ηλεκτρικό ρεύμα από το Ουζμπεκιστάν.
Σε στρατιωτικό επίπεδο, το Νέο Δελχί συνεργάζεται με την Ουάσινγκτον στην ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά δεν συμμετέχει στη Διεθνή Δύναμη Βοήθειας και Ασφάλειας (ISAF) [5]. Αντίθετα, εκπαιδεύει Αφγανούς αξιωματικούς σε ινδικό έδαφος. Εκτός από την πρεσβεία της στην Καμπούλ, η Ινδία έχει ανοίξει προξενεία στη Χεράτ, στο Μαζάρ ε-Σαρίφ και στις επαρχίες των Παστούν, στην Κανταχάρ και στο Τζαλαλαμπάντ. Το Πακιστάν τα καταγγέλλει ως φωλιές κατασκόπων και κατηγορεί την Ινδία ότι υποστηρίζει τους αυτονομιστές του Μπαλουχιστάν στα κρησφύγετα που διαθέτουν στο Αφγανιστάν.
Προσπαθώντας να διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, το Ισλαμαμπάντ ασκεί συχνά πιέσεις, ώστε η Ινδία να μην προσκαλείται στις διεθνείς συναντήσεις για το Αφγανιστάν. Η τακτική απέδωσε καρπούς το 2008, σε διάσκεψη για το Ιράν, αλλά απέτυχε, το 2010, στη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, μετά από απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης. Το Νέο Δελχί συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της « διαδικασίας της Κωνσταντινούπολης για την περιφερειακή ασφάλεια και τη συνεργασία για ένα σταθερό και ασφαλές Αφγανιστάν », ενός τεράστιου περιφερειακού φόρουμ που υποστηρίζεται από τη « διεθνή κοινότητα » [6]. Στο πλαίσιο της διαδικασίας, η Ινδία κατέχει τη θέση της « ηγέτιδας χώρας » σε ζητήματα εμπορίου και επενδύσεων και έχει επιφορτιστεί με το καθήκον ανάπτυξης συνεργασιών μεταξύ των διαφόρων χωρών που εμπλέκονται -γεγονός που την οδήγησε να οργανώσει, το 2012, στο Νέο Δελχί, διάσκεψη κορυφής για τις επενδύσεις στο Αφγανιστάν.
Στο πολυεθνικό αυτό πλαίσιο, η Ινδία ζήτησε από τους εταίρους της στο σχέδιο κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡΙ (Τουρκμενιστάν, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ινδία) να επιταχύνουν την υλοποίηση του έργου. Ενώ η Κίνα επένδυσε στο ορυχείο χαλκού του Αϊνάκ, νότια της Καμπούλ, ινδική κοινοπραξία επέλεξε το ορυχείο σιδήρου στο Χαζιγκάκ [7]. Όμως, οι συνθήκες ανασφάλειας που επικρατούν στην περιοχή επιβραδύνουν το σχέδιο και η προβλεπόμενη επένδυση (1,5 δισεκατομμύριο δολάρια, επιπλέον των 2 δισεκατομμυρίων σε βοήθεια που ήδη αναφέρθηκαν) θα μπορούσε, τελικά, να ψαλιδιστεί.
Παράκαμψη του Πακιστάν
Για να παρακάμψει τον αποκλεισμό από την πλευρά του Ισλαμαμπάντ, το οποίο, από το 2010, επιτρέπει στους Αφγανούς φορτηγατζήδες να παραδίδουν τα προϊόντα τους στην Ινδία, αλλά απαγορεύει τη μεταφορά οποιουδήποτε εμπορεύματος προς την αντίθετη κατεύθυνση, η Ινδία επιδιώκει, σε συνεργασία με το Ιράν, να προσφέρει στους Αφγανούς εναλλακτική διέξοδο προς τη θάλασσα, εκτός από τα πακιστανικά λιμάνια του Καράτσι και του Γκουαντάρ. Το λιμάνι του Γκουαντάρ το χρηματοδοτεί και το διαχειρίζεται η Κίνα. Από τη μία πλευρά, το Νέο Δελχί επισκεύασε τον δρόμο που συνδέει τον κεντρικό κυκλικό οδικό άξονα του Αφγανιστάν με την πόλη Ζαράντζ, στα σύνορα με το Ιράν. Από την άλλη, χρηματοδότησε την επέκταση του ιρανικού λιμανιού Τσαμπαχάρ, του οποίου η σύνδεση με το Ζαράντζ έχει βελτιωθεί.
Οι αντιδράσεις δεν άργησαν : το εργοτάξιο κατασκευής του οδικού άξονα προς το Ιράν δέχτηκε επανειλημμένες επιθέσεις από ομάδες ύποπτες για σχέσεις με τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν. Ανάλογες υποψίες υπάρχουν για τις επιθέσεις κατά της ινδικής πρεσβείας στην Καμπούλ (2008) και κατά του ινδικού προξενείου στο Τζαλαλαμπάντ (2013).
Για την Ινδία, ο Γκάνι δεν είναι άγνωστος, καθώς είχε επιβλέψει διάφορα επιχειρηματικά σχέδια όταν εργαζόταν στην Παγκόσμια Τράπεζα. Μολονότι η μέχρι σήμερα εικόνα μάλλον δεν θα ανατραπεί, τη μεγάλη αβεβαιότητα γεννούν τα ζητήματα ασφάλειας. Όπως και πολλοί άλλοι, η Ινδία εκφράστηκε υπέρ της « εθνικής συμφιλίωσης » με διαδικασίες που θα αποφασίσουν οι ίδιοι οι Αφγανοί. Είναι, όμως, πιθανό κάτι τέτοιο ; Το Νέο Δελχί δεν φοβάται τόσο τους Αφγανούς ταλιμπάν, όσο το δίκτυο Χακανί, που διαθέτει σχετική αυτονομία, και, κυρίως, τους Πακιστανούς ταλιμπάν και τις ολοένα στενότερες διασυνδέσεις τους με τους τζιχαντιστές του Παντζάμπ -με πρώτους τους Λασκάρ ε-Ταιμπά. Ποιο θα είναι το παιχνίδι του Πακιστάν ;
Η επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Αφγανιστάν και Πακιστάν ώθησε το Νέο Δελχί να υπογράψει με την Καμπούλ τη συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας του 2011, που περιείχε και προβλέψεις για την πολιτική συνεργασία και την ασφάλεια : το άρθρο 5 ορίζει ότι « η Ινδία αποδέχεται να συμβάλει στην εκπαίδευση, στον εξοπλισμό και στα προγράμματα ανάπτυξης της ικανότητας των εθνικών δυνάμεων ασφαλείας του Αφγανιστάν, σύμφωνα με διαδικασίες που θα αποφασιστούν από κοινού ». Αν και το Νέο Δελχί δεν έχει απαντήσει στο αφγανικό αίτημα για προμήθεια τεθωρακισμένων και πολεμικών ελικοπτέρων, φαίνεται ότι, τον Απρίλιο του 2014, συμφωνήθηκε η παράδοση ρωσικών ελαφρών πολυβόλων και εξοπλισμού επιμελητείας στο Αφγανιστάν, με την Ινδία να αναλαμβάνει τα έξοδα. Το Νέο Δελχί δεν συζητάει την αποστολή στρατιωτικών, ούτε καν εκπαιδευτών. Γεγονός που δεν το εμποδίζει, όμως, να εκπαιδεύει Αφγανούς αξιωματικούς, μεταξύ τους και ειδικές δυνάμεις, σε ινδικό έδαφος.
Αν και μετρημένη, μια τέτοια πολιτική κινδυνεύει να οξύνει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της Ινδίας με το Πακιστάν. Όμως, μια νέα παράμετρος πρέπει να ληφθεί υπόψη : οι πακιστανικές ένοπλες δυνάμεις φαίνεται ότι, τον Απρίλιο του 2014, διαμήνυσαν στο δίκτυο Χακανί και στον μουλά Ομάρ, τον εμίρη των Αφγανών ταλιμπάν, ότι θα πρέπει να διαλέξουν μεταξύ του Ισλαμαμπάντ και των Πακιστανών ταλιμπάν, οι οποίοι έχουν πλέον εξεγερθεί κατά της πακιστανικής κυβέρνησης. Εάν κάτι τέτοιο επιβεβαιωνόταν, θα σήμαινε ότι το Πακιστάν δεν εμπιστεύεται πια τους Αφγανούς ταλιμπάν, οι οποίοι, σύμφωνα με το σενάριο που διαμορφώθηκε πριν από είκοσι χρόνια, είχαν αναλάβει να προστατεύουν τα πακιστανικά συμφέροντα στο Αφγανιστάν.
Μια τέτοια κινούμενη άμμος επιβεβαιώνει την ανάγκη για έναν περιφερειακό διάλογο, στον οποίο το Νέο Δελχί θα διέθετε κάποια πλεονεκτήματα. Η Ινδία δίνει τη δυνατότητα, μέσω Ιράν ή Ρωσίας, να παρακαμφθεί ο αποκλεισμός του Αφγανιστάν από το Πακιστάν. Έχει κάποια κοινά συμφέροντα με την Κίνα, η οποία έχει επενδύσει οικονομικά και φοβάται την ανάδυση ενός πόλου εξτρεμιστών, που ενδέχεται να επηρεάσει και το Σινγιάνγκ : το Αφγανιστάν αποτελεί πια μέρος της ατζέντας στις συναντήσεις του Πεκίνου με το Νέο Δελχί.
Στην πρώτη του έκθεση προς την Ουάσινγκτον, το 2009, ο στρατηγός Στάνλεϊ Μακ Κρίσταλ, τότε διοικητής των δυνάμεων της ISAF στο Αφγανιστάν, εμφανιζόταν ανήσυχος για τις ενδεχόμενες παρενέργειες της ενίσχυσης της ινδικής επιρροής στο Αφγανιστάν, κυρίως για την αντίδραση του Πακιστάν [8]. Τρία χρόνια αργότερα, σε επίσκεψή του στο Νέο Δελχί, ο τότε υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, Λίον Πανέτα, πίεζε την Ινδία να εμπλακεί περισσότερο στη σταθεροποίηση του Αφγανιστάν στη μετά το 2014 εποχή. Η αρχή που διατυπώθηκε το 2013 από τους επικεφαλής του Institute for Defence Studies and Analyses (IDSA), της σημαντικότερης ινδικής δεξαμενής σκέψης για στρατηγικά θέματα, ισχύει ακόμη : απέναντι σε ενδεχόμενη επανάκαμψη των ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, « η Ινδία δεν μπορεί ούτε να παραμείνει απλός θεατής ούτε να υιοθετήσει έναν επιπόλαιο ακτιβισμό [9] ».

Notes
[1] Στις 21 Σεπτεμβρίου 2014, ο Γκάνι ανακηρύχθηκε νικητής των προεδρικών εκλογών του Ιουνίου. Ο αντίπαλός του, Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ, συμμετέχει στη νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
[2] Βλ. Georges Lefeuvre, « La frontière afghano-pakistanaise, source de guerre, clef de la paix », Le Monde diplomatique, Οκτώβριος 2010.
[3] Αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων του Πακιστάν. Ανέτρεψε τον πρόεδρο Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο, το 1977, και παρέμεινε στην εξουσία μέχρι το 1988.
[4] Βλ. Gilles Dorronsoro, « L’injustice faite aux Afghans », Le Monde diplomatique, Ιούνιος 2001.
[5] Πρόκειται για το στρατιωτικό σκέλος της διεθνούς συμμαχίας και λειτουργεί κάτω από την αιγίδα του Οργανισμού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ).
[6] Στη διαδικασία της Κωνσταντινούπολης, που ξεκίνησε στις 2 Νοεμβρίου 2011, από τις χώρες της λεγόμενης « καρδιάς της Ασίας » συμμετέχουν : Αφγανιστάν, Αυστραλία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ινδία, Ιράν, Καζακστάν, Κίνα, Κιργιζία, Πακιστάν, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τατζικιστάν, Τουρκία, Τουρκμενιστάν. Την πρωτοβουλία υποστηρίζουν : Αίγυπτος, Καναδάς, Ηνωμένες Πολιτείες, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία, Σουηδία, Νορβηγία. Επίσης, τα Ηνωμένα Έθνη, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ, ο ΟΑΣΕ κ.ά..
[7] Βλ. Sarah Davison, « Inde et Chine se disputent l’Afghanistan », Le Monde diplomatique, Δεκέμβριος 2009.
[8] Stanley McChrystal, « Commander’s Initial Assessment », ISAF, Καμπούλ, 30 Αυγούστου 2009.
[9] Arvind Gupta και Ashok Behuria, « President Karzai’s visit to India : Leveraging strategic partnership », IDSA Comment, Νέο Δελχί, 23 Μαΐου 2013.