Oρόσημο ο χειμώνας για το μέλλον της Βουλγαρίας
Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει λιτότητα ή οικονομική χαλάρωση
Του Σταύρου Τζίμα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Η Βουλγαρία έχει από την Τετάρτη νέα κυβέρνηση, το ερώτημα, όμως, που τίθεται ήδη είναι αν και πόσο θα αντέξει.
Οι αισιόδοξοι βλέπουν να μακροημερεύει, υπό την προϋπόθεση ότι τα τρία κόμματα που τη στηρίζουν δεν θα τα «σπάσουν» στις πρώτες δυσκολίες και, κυρίως, ότι θα λάβει κάποια μέτρα ανακούφισης του δοκιμαζόμενου από τη μακροχρόνια αυστηρή λιτότητα πληθυσμού.
Οι σκεπτικιστές, με πρώτους τους πολιτικούς της αντιπάλους, αμφιβάλλουν, δίνοντας στο υπό τον οικονομολόγο Πλάμεν Ορεσάρσκι κυβερνητικό σχήμα περιθώρια ζωής το πολύ έως τα πρώτα κρύα του χειμώνα. Τότε, όπως προβλέπουν, τα νοικοκυριά δεν θα μπορούν να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Και όπως λένε, οι αγανακτισμένοι θα βγουν και πάλι στους δρόμους…
Το ποιοι θα δικαιωθούν μένει να αποδειχθεί. Με τον σχηματισμό κυβέρνησης, πάντως, η γειτονική χώρα απέφυγε τις νέες εκλογές και προσωρινά τουλάχιστον αποκαταστάθηκε περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας. Ωστόσο, δεν ήταν καθόλου αυτονόητο ότι μετά τις εκλογές η Βουλγαρία θα αποκτούσε και κυβέρνηση.
Η κάλπη έβγαλε πρώτο κόμμα το κεντροδεξιό GERB του τέως πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ και δεύτερους τους Σοσιαλιστές, χωρίς όμως να δώσει σε κανένα από τα δύο αυτοδυναμία. Υστερα από παρασκήνιο και διαβουλεύσεις, οι Σοσιαλιστές κατάφεραν να συγκροτήσουν κυβέρνηση με τη στήριξη του κόμματος των τουρκόφωνων Κίνημα Δικαιωμάτων και Ελευθεριών (ΚΔΕ) και του ακροδεξιού ΑΤΑΚΑ. Το ΚΔΕ συμμετέχει στην κυβέρνηση με υπουργούς και γενικά δείχνει να τα έχει βρει με το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Το ξενοφοβικό ΑΤΑΚΑ μπορεί να στηρίζει, αλλά παραμένει απρόβλεπτο. Γιατί εκτός από τη «λήψη μέτρων για την ανακούφιση του λαού», για τα οποία συμφώνησε με τους Σοσιαλιστές -με το ΚΔΕ να αρνείται να συνομιλήσει θεωρώντας το μακρύ χέρι της Τουρκίας-, δεν αποκλείεται να αξιώσει ανταλλάγματα που έχουν να κάνουν με ρατσιστικές πολιτικές. Και εκεί μπορεί να τιναχθούν όλα στον αέρα.
Η νέα κυβέρνηση βρίσκεται από την επομένη της ορκωμοσίας της σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο διακεκριμένος οικονομολόγος, πρώην υπουργός Οικονομικών στις κυβερνήσεις της Κεντροδεξιάς του Ιβαν Κόστοφ και των Σοσιαλιστών του Σεργκέι Στανίσεφ, δυτικόστροφος και αμερικανοσπουδαγμένος, Πλάμεν Ορεσάρσκι, καλείται να επιλέξει: Θα συνεχίσει τη σκληρή λιτότητα του προκατόχου του, που οδήγησε μεν στη δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά κατέβασε τους φτωχούς Βούλγαρους στους δρόμους ή θα χαλαρώσει την ανελαστική οικονομική πολιτική του Μπορίσοφ, με κίνδυνο να υπονομευθεί το όλο πρόγραμμα εξόδου από την οικονομική κρίση;
Προεκλογικά οι Σοσιαλιστές, που αποτελούν και τη σπονδυλική στήλη της κυβέρνησης, είχαν υποσχεθεί, αν και όχι με ιδιαίτερα ξεκάθαρο τρόπο, λύσεις στα δύο καυτά προβλήματα. Αυτά που, στις αρχές του χρόνου, προκάλεσαν τη λαϊκή έκρηξη, με μαζικές και μαχητικές διαδηλώσεις, αυτοπυρπολήσεις κ.ά. και οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης Μπορίσοφ. Η υπόσχεση αφορά τη μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και την άμεση αύξηση των χαμηλών συντάξεων.
Τα περιθώρια έστω και για τέτοιες παροχές -πολύ περισσότερο δε για ριζικές τομές στη δημοσιονομική πολιτική- δεν είναι μεγάλα και αυτό το γνωρίζει καλά ο Ορεσάρσκι. Μπορεί, λένε οι οικονομικοί αναλυτές, να ελπίζει, με δεδομένο ότι το χρέος βρίσκεται κάτω του 1,5% του ΑΕΠ, όταν το όριο που θέτει η Ε.Ε. είναι 3%, σε κάποιον δανεισμό ώστε να βοηθήσει τους φτωχούς που αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού. Ευκολότερη και με λιγότερο οικονομικό κόστος για την κυβέρνηση ίσως αποδειχθεί η μάχη για την προώθηση κάποιων μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα και η πάταξη της καλπάζουσας διαφθοράς.
Οι μεταρρυθμίσεις είναι καλές και άγιες, βεβαίως, για τη γενικότερη λειτουργία του κράτους και της κοινωνίας. Ωστόσο, δεν θα ζεστάνουν τους φτωχούς Βούλγαρους στο παγωμένο Βέλικο Τίρνοβο ή στα ορεινά χωριά της Ροδόπης, όταν θα πέσουν τα πρώτα χιόνια και τα νοικοκυριά δεν θα μπορούν να πληρώσουν το ηλεκτρικό ρεύμα. Και τότε ούτε η κυβέρνηση ούτε ο Πλάμεν Ορεσάρσκι με το υψηλό, επί του παρόντος, κύρος του στον πληθυσμό θα μπορέσουν να συγκρατήσουν εύκολα τα «ποτάμια» των εξαγριωμένων πολιτών, που «έπνιξαν», και μάλιστα μεσούσης της άνοιξης, τον φαινομενικά παντοδύναμο Μπορίσοφ.
Ο Μπορίσοφ επιθυμεί εξουσία
Ο Μπόικο Μπορίσοφ μοιάζει με πληγωμένο θηρίο. Μολονότι είναι ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών, δεν δείχνει με τίποτα ότι προτίθεται να τα παρατήσει.
Περιμένει έτσι, γαντζωμένος στην ηγεσία του GERB, να φθαρεί σύντομα και να καταρρεύσει η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, για να επιστρέψει αυτός μετά... βαΐων και κλάδων.
Ο Μπορίσοφ πιστεύει ότι με την πρώτη ευκαιρία οι ψηφοφόροι που τον γκρέμισαν από την εξουσία, μετανοημένοι, θα τον επαναφέρουν στον «θρόνο».
Η ήττα δεν είναι για τον Βούλγαρο «μπάτμαν», όπως είναι το παρατσούκλι του, παρά μια παρένθεση. Το πολιτικό του ένστικτο τον προέτρεψε να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, ώστε να «ξεφουσκώσει» τη διογκούμενη λαϊκή οργή εναντίον της ανελέητης λιτότητας, η οποία είχε οδηγήσει στην ευημερία των αριθμών και στην εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, αλλά η κάλπη τον τιμώρησε.
Ο ίδιος, πάντως, εμφανιζόταν βέβαιος ότι θα κερδίσει τις εκλογές, αλλά έπεσε έξω. Τώρα προσδοκά και πάλι να παίξει ρόλο «Μεσσία». Τον ίδιο ρόλο έπαιξε ενώπιον των απογοητευμένων από τον προηγούμενο «σωτήρα» τους, γαλαζοαίματο Συμεών Σαξομπουρκόσκι, και απαυδισμένων από τη μετακομμουνιστική πολιτική τάξη, Βουλγάρους. Το αποτέλεσμα ήταν να τον εκλέξουν, και μάλιστα δύο φορές, πρωθυπουργό.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν τον Μπόικο Μπορίσοφ πολιτικά τελειωμένο, εκτιμώντας ότι δεν είναι εύκολο να ξεχάσουν τόσο γρήγορα αυτοί που τον καταψήφισαν στις αρχές Μαΐου.
Ο ίδιος φαίνεται να πιστεύει βαθιά πως η ζωή κάνει κύκλους. Μένει να φανεί αν θα δικαιωθεί τελικά ή όχι στο σχετικά άμεσο μέλλον.