Αναποτελεσματικότητα στην εθνική ασφάλεια
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Οι εκατοντάδες σελίδες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τη Βεγγάζη που δόθηκαν την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα δεν αποκαλύπτουν παρά ελάχιστα όσον αφορά στις συνθήκες του τραγικού θανάτου των τεσσάρων Αμερικανών σε αυτήν την πόλη της Λιβύης.
Μπορούν, ωστόσο, να αποτελέσουν το υλικό μιας μελέτης όσον αφορά στους λόγους για τους οποίους τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην Ουάσιγκτον.
Αντί να διαβάσετε αυτά τα μηνύματα για την ουσία τους αυτή καθαυτήν, δηλαδή την επίθεση στο προξενείο των ΗΠΑ (για την οποία οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν είχαν την παραμικρή ιδέα τρεις ημέρες πριν από την εκδήλωσή της), προσπαθήστε να τις διαβάσετε με προσοχή ως ένα τρανταχτό παράδειγμα για το πώς η γραφειοκρατία των ΗΠΑ ανταποκρίνεται στην εκάστοτε κρίση – ιδιαιτέρως αν οι αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι λειτουργούν υπό το φως της δημοσιότητας.
Αυτό που βλέπει κανείς, λοιπόν, είναι «μυθιστορηματικές» σελίδες ασήμαντων διαξιφισμών και αλληλοκάλυψης. Στο τέλος της ανάγνωσης, δε, το αυθεντικό προϊόν είναι τόσο αναμασημένο που έχει χάσει σχεδόν κάθε νόημα. Ολες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έχουν καταθέσει την εκδοχή τους και χώρος για την άποψη της κοινής γνώμης απλώς δεν υφίσταται. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι ο διευθυντής της CIA, Ντέιβιντ Πετρέους, όταν συναντήθηκε με τα μέλη της επιτροπής για θέματα πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου, δήλωσε δυσαρεστημένος από το αποτέλεσμά της.
Ο στρατηγός ε.α. Πετρέους διαμαρτυρήθηκε ότι «αυτό σίγουρα δεν ικανοποιεί την επιτροπή» και κατέστησε σαφές πως ο ίδιος δεν προτίθεται να χρησιμοποιήσει το υλικό αυτό. Ο Πετρέους, πάντως, επέλεξε να ολοκληρώσει το μήνυμα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με τη φράση «παρ’ όλα αυτά, σας ευχαριστώ για τη σπουδαία δουλειά». Αντ’ αυτού θα έπρεπε να έχει γράψει: «Αυτό είναι αποστειρωμένο σε βαθμό ακαταληψίας. Ξεκινήστε από την αρχή». Με αυτή την, ουσιαστικά, επικρότηση το κείμενο εστάλη στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων και από εκεί στον κόσμο.
Ισως επειδή είμαι ο ίδιος συγγραφέας κατασκοπευτικών μυθιστορημάτων, δεν αντιστάθηκα και διάβασα όλα τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σαν επιστολική ιστορία με θέμα τον γραφειοκρατικό βίο. Οχι, δεν είναι στο ύφος που ο Σάμουελ Ρίτσαρντσον διηγείται ιστορίες μέσα από επιστολές. Μου θυμίζει λιγάκι το πρώτο μυθιστόρημα του Τσαρλς Μακάρι, του Αμερικανού μετρ των κατασκοπευτικών μυθιστορημάτων, με τίτλο «Ο φάκελος Μιέρνικ», το οποίο είναι γραμμένο με τη μορφή απόρρητων επιστολών και άλλων εγγράφων.
Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για την υπόθεση της Βεγγάζης έχουν, φυσικά, αποχαρακτηριστεί, αλλά αποκαλύπτουν το μεγαλύτερο και πιο αληθινό μυστικό της αμερικανικής πολιτικής για την εθνική ασφάλεια – δεν είναι άλλο από την αναποτελεσματικότητα της. Αν ήμουν πράκτορας των ρωσικών ή των κινεζικών μυστικών υπηρεσιών και ήθελα να κατανοήσω πώς λειτουργεί –ή μάλλον δεν λειτουργεί– η Αμερική, θα ξεκινούσα από εδώ.
Ρίξτε μαζί μου μια γρήγορα ματιά σε αυτές τις ανούσιες σελίδες. Αξιωματούχοι της CIA χτυπούν ο ένας τον άλλο φιλικά στην πλάτη και λένε πράγματα όπως «καλή ερώτηση» και «ορθή παρατήρηση». Κυρίως, όμως, οι άνθρωποι της CIA προσπαθούν πάση θυσία να αποφύγουν οτιδήποτε το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως στοιχείο σε μια μελλοντική δίκη. Ολα αυτά τη στιγμή που προτεραιότητα της υπηρεσίας θα έπρεπε να είναι η αναζήτηση των υπευθύνων της επίθεσης και όχι η προστασία των νομικών δικαιωμάτων των μελών της.
Μετά αρχίζει το κατεβατό της παράθεσης γραφειοκρατικών στοιχείων και τα «νομικίστικα», καθώς κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία καταθέτει την άποψή της. Τα μηνύματα έχουν αποδέκτη το γραφείο του διευθυντή της CIA και από εκεί αποστέλλονται στον Λευκό Οίκο και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπου η εκπρόσωπος Τύπου, Βικτόρια Νιούλαντ, η οποία δεν είναι καθόλου ευχαριστημένη από το αποτέλεσμα, εκφράζει φόβους πως «όλο αυτό θα μας γυρίσει μπούμερανγκ». Από εκεί και πέρα η διαδικασία «στείρωσης» του κειμένου ξεκινάει. Μέχρι να ολοκληρωθεί, το πολυπληθές γραφείο των συντακτών θα συμπεριλαμβάνει το FBI, το υπουργείο Δικαιοσύνης, την Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας, πέραν των δεκάδων αξιωματούχων της CIA, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Λευκού Οίκου. Πριν από λίγες ημέρες και ενώ η διαδικασία «κόψε - ράψε» βρισκόταν ήδη σε πλήρη εξέλιξη, ο Τζέικομπ Σάλιβαν, σύμβουλος της υπουργού Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον, λέει (όχι αδίκως): «Δεν κατανοώ τον σκοπό αυτής της άσκησης».
Οι ειδικοί του Λευκού Οίκου για ζητήματα μέσων ενημέρωσης «οσμίζονται» προβλήματα δεδομένου ότι ο Τύπος ενδιαφέρεται πραγματικά να μάθει τι ακριβώς συνέβη στη Βεγγάζη. Ετσι, ο εκπρόσωπος Τύπου της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας, Τόμι Βιέτορ, προειδοποιεί ότι «υπάρχει μαζική παραπληροφόρηση, ειδικά στο Κογκρέσο». Ο τελευταίος που πιάνει στα χέρια του το κείμενο είναι ο υποδιευθυντής της CIA, Μάικλ Μόρελ, το πρωί της επόμενης μέρας. Η περίληψη των έξι κεντρικών σημείων του κειμένου έχει μειωθεί σε μόλις τρία. Στο τέλος του κειμένου, εκεί όπου αναφέρονται τα ονόματα των παραληπτών, υπάρχει κι εκείνο της πρέσβειρας των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Σούζαν Ράις, η οποία και αναλαμβάνει να μεταφέρει την περίληψη στις κυριακάτικες ενημερωτικές εκπομπές. Και μετά αρχίζει η περίπλοκη ιστορία της Βεγγάζης όπως τη γνωρίζουμε.
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Οι εκατοντάδες σελίδες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τη Βεγγάζη που δόθηκαν την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα δεν αποκαλύπτουν παρά ελάχιστα όσον αφορά στις συνθήκες του τραγικού θανάτου των τεσσάρων Αμερικανών σε αυτήν την πόλη της Λιβύης.
Μπορούν, ωστόσο, να αποτελέσουν το υλικό μιας μελέτης όσον αφορά στους λόγους για τους οποίους τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην Ουάσιγκτον.
Αντί να διαβάσετε αυτά τα μηνύματα για την ουσία τους αυτή καθαυτήν, δηλαδή την επίθεση στο προξενείο των ΗΠΑ (για την οποία οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν είχαν την παραμικρή ιδέα τρεις ημέρες πριν από την εκδήλωσή της), προσπαθήστε να τις διαβάσετε με προσοχή ως ένα τρανταχτό παράδειγμα για το πώς η γραφειοκρατία των ΗΠΑ ανταποκρίνεται στην εκάστοτε κρίση – ιδιαιτέρως αν οι αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι λειτουργούν υπό το φως της δημοσιότητας.
Αυτό που βλέπει κανείς, λοιπόν, είναι «μυθιστορηματικές» σελίδες ασήμαντων διαξιφισμών και αλληλοκάλυψης. Στο τέλος της ανάγνωσης, δε, το αυθεντικό προϊόν είναι τόσο αναμασημένο που έχει χάσει σχεδόν κάθε νόημα. Ολες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έχουν καταθέσει την εκδοχή τους και χώρος για την άποψη της κοινής γνώμης απλώς δεν υφίσταται. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι ο διευθυντής της CIA, Ντέιβιντ Πετρέους, όταν συναντήθηκε με τα μέλη της επιτροπής για θέματα πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου, δήλωσε δυσαρεστημένος από το αποτέλεσμά της.
Ο στρατηγός ε.α. Πετρέους διαμαρτυρήθηκε ότι «αυτό σίγουρα δεν ικανοποιεί την επιτροπή» και κατέστησε σαφές πως ο ίδιος δεν προτίθεται να χρησιμοποιήσει το υλικό αυτό. Ο Πετρέους, πάντως, επέλεξε να ολοκληρώσει το μήνυμα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με τη φράση «παρ’ όλα αυτά, σας ευχαριστώ για τη σπουδαία δουλειά». Αντ’ αυτού θα έπρεπε να έχει γράψει: «Αυτό είναι αποστειρωμένο σε βαθμό ακαταληψίας. Ξεκινήστε από την αρχή». Με αυτή την, ουσιαστικά, επικρότηση το κείμενο εστάλη στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων και από εκεί στον κόσμο.
Ισως επειδή είμαι ο ίδιος συγγραφέας κατασκοπευτικών μυθιστορημάτων, δεν αντιστάθηκα και διάβασα όλα τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σαν επιστολική ιστορία με θέμα τον γραφειοκρατικό βίο. Οχι, δεν είναι στο ύφος που ο Σάμουελ Ρίτσαρντσον διηγείται ιστορίες μέσα από επιστολές. Μου θυμίζει λιγάκι το πρώτο μυθιστόρημα του Τσαρλς Μακάρι, του Αμερικανού μετρ των κατασκοπευτικών μυθιστορημάτων, με τίτλο «Ο φάκελος Μιέρνικ», το οποίο είναι γραμμένο με τη μορφή απόρρητων επιστολών και άλλων εγγράφων.
Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για την υπόθεση της Βεγγάζης έχουν, φυσικά, αποχαρακτηριστεί, αλλά αποκαλύπτουν το μεγαλύτερο και πιο αληθινό μυστικό της αμερικανικής πολιτικής για την εθνική ασφάλεια – δεν είναι άλλο από την αναποτελεσματικότητα της. Αν ήμουν πράκτορας των ρωσικών ή των κινεζικών μυστικών υπηρεσιών και ήθελα να κατανοήσω πώς λειτουργεί –ή μάλλον δεν λειτουργεί– η Αμερική, θα ξεκινούσα από εδώ.
Ρίξτε μαζί μου μια γρήγορα ματιά σε αυτές τις ανούσιες σελίδες. Αξιωματούχοι της CIA χτυπούν ο ένας τον άλλο φιλικά στην πλάτη και λένε πράγματα όπως «καλή ερώτηση» και «ορθή παρατήρηση». Κυρίως, όμως, οι άνθρωποι της CIA προσπαθούν πάση θυσία να αποφύγουν οτιδήποτε το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως στοιχείο σε μια μελλοντική δίκη. Ολα αυτά τη στιγμή που προτεραιότητα της υπηρεσίας θα έπρεπε να είναι η αναζήτηση των υπευθύνων της επίθεσης και όχι η προστασία των νομικών δικαιωμάτων των μελών της.
Μετά αρχίζει το κατεβατό της παράθεσης γραφειοκρατικών στοιχείων και τα «νομικίστικα», καθώς κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία καταθέτει την άποψή της. Τα μηνύματα έχουν αποδέκτη το γραφείο του διευθυντή της CIA και από εκεί αποστέλλονται στον Λευκό Οίκο και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπου η εκπρόσωπος Τύπου, Βικτόρια Νιούλαντ, η οποία δεν είναι καθόλου ευχαριστημένη από το αποτέλεσμα, εκφράζει φόβους πως «όλο αυτό θα μας γυρίσει μπούμερανγκ». Από εκεί και πέρα η διαδικασία «στείρωσης» του κειμένου ξεκινάει. Μέχρι να ολοκληρωθεί, το πολυπληθές γραφείο των συντακτών θα συμπεριλαμβάνει το FBI, το υπουργείο Δικαιοσύνης, την Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας, πέραν των δεκάδων αξιωματούχων της CIA, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Λευκού Οίκου. Πριν από λίγες ημέρες και ενώ η διαδικασία «κόψε - ράψε» βρισκόταν ήδη σε πλήρη εξέλιξη, ο Τζέικομπ Σάλιβαν, σύμβουλος της υπουργού Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον, λέει (όχι αδίκως): «Δεν κατανοώ τον σκοπό αυτής της άσκησης».
Οι ειδικοί του Λευκού Οίκου για ζητήματα μέσων ενημέρωσης «οσμίζονται» προβλήματα δεδομένου ότι ο Τύπος ενδιαφέρεται πραγματικά να μάθει τι ακριβώς συνέβη στη Βεγγάζη. Ετσι, ο εκπρόσωπος Τύπου της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας, Τόμι Βιέτορ, προειδοποιεί ότι «υπάρχει μαζική παραπληροφόρηση, ειδικά στο Κογκρέσο». Ο τελευταίος που πιάνει στα χέρια του το κείμενο είναι ο υποδιευθυντής της CIA, Μάικλ Μόρελ, το πρωί της επόμενης μέρας. Η περίληψη των έξι κεντρικών σημείων του κειμένου έχει μειωθεί σε μόλις τρία. Στο τέλος του κειμένου, εκεί όπου αναφέρονται τα ονόματα των παραληπτών, υπάρχει κι εκείνο της πρέσβειρας των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Σούζαν Ράις, η οποία και αναλαμβάνει να μεταφέρει την περίληψη στις κυριακάτικες ενημερωτικές εκπομπές. Και μετά αρχίζει η περίπλοκη ιστορία της Βεγγάζης όπως τη γνωρίζουμε.