Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Ένα ενδιαφέρον του Economist για τις ταραχές στη Βραζιλία και τη σχέση τους με τις αθλητικές διοργανώσεις


Η Βραζιλία πληρώνει πανάκριβα την μπάλα
Λαϊκά δικαστήρια για τις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις με φόντο τους Ολυμπιακούς
The Economist
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Εν μέσω του Κυπέλλου Συνομοσπονδιών της FIFA, ένα χρόνο πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου και τρία έτη πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Ρίο, η Βραζιλία συγκλονίζεται από ταραχές που κάθε άλλο παρά άνετη κάνουν την κυβέρνηση να νιώθει, την ώρα που περνά ένα μεγάλο αθλητικό και οργανωτικό τεστ.
Με μια ταχύτητα απίστευτη, οι διαμαρτυρίες που ξεκίνησαν στις 6 Ιουνίου στο Σάο Πάολο ενάντια στην αύξηση κατά 20 σεντάβος (0,09 ευρώ) των τιμών των εισιτηρίων στα λεωφορεία μετεξελίχθηκαν στις μεγαλύτερες διαδηλώσεις που έχει γνωρίσει η Βραζιλία για περισσότερα από 20 χρόνια, αφότου οι πολίτες είχαν ξεχυθεί στους δρόμους για να απαιτήσουν την καθαίρεση του προέδρου τους λόγω κατηγοριών διαφθοράς.
Οι πρώτες διαμαρτυρίες άφησαν σχετικά αδιάφορους τους κατοίκους του Σάο Πάολο, καθώς δεν έτρεφαν και μεγάλη συμπάθεια για τους διοργανωτές, το Movimento Passe Livre, δηλαδή «Κίνημα για τις Ελεύθερες Μεταφορές», μια ριζοσπαστική οργάνωση με τον μη ρεαλιστικό στόχο να κάνει τις δημόσιες μεταφορές δωρεάν για όλους.
Οι χρήστες των μέσων μαζικής μεταφοράς δεν χάρηκαν καθόλου βλέποντας τις ήδη δύσκολες διαδρομές τους να καθίστανται δυσχερέστερες λόγω των οδοφραγμάτων, ενώ εξοργίστηκαν από τους βανδαλισμούς στους οποίους προέβη ένας σκληρός πυρήνας των διαδηλωτών.
Ο Τύπος
Ο συντηρητικός Τύπος της πόλης κάλεσε την αστυνομία να καταπνίξει το κίνημα αυτό. Ολα αυτά όμως άλλαξαν στις 13 Ιουνίου, όταν η κρατική αστυνομία, που δεν δίνει λόγο σε κανέναν, είναι κάκιστα εκπαιδευμένη και συχνά βάναυση, μετέτρεψε μια κατά κύριο λόγο ειρηνική διαμαρτυρία σε ένα ποτάμι βίας. Δεκάδες βίντεο από δημοσιογράφους, συμμετέχοντες στις διαδηλώσεις ή απλώς παρισταμένους δείχνουν τους αστυνομικούς να έχουν αφαιρέσει τις ταμπελίτσες με τα ονόματά τους από τη στολή τους και να ρίχνουν χειροβομβίδες κρότου - λάμψης και λαστιχένιες σφαίρες αδιακρίτως στους διαφεύγοντες διαδηλωτές και τους περαστικούς, κυνηγώντας τους όλους στα σοκάκια.
Οι οδηγοί που παγιδεύτηκαν μέσα στον χαμό κατέληξαν να εισπνέουν σπρέι πιπεριού και δακρυγόνα. Διαδηλωτές που βρέθηκαν να έχουν μαζί τους ξίδι (που μπορεί να ανασχέσει τις συνέπειες των δακρυγόνων) συνελήφθησαν. Πολλοί δημοσιογράφοι τραυματίστηκαν, δύο πυροβολήθηκαν στο πρόσωπο με λαστιχένιες σφαίρες από κοντά. Στον έναν είπαν ότι πιθανόν να χάσει την όραση από το ένα του μάτι. Ετσι την επόμενη μέρα, τα άρθρα των εφημερίδων πήραν έναν αισθητά διαφορετικό τόνο. Μέχρι την περασμένη Δευτέρα το κίνημα που ονομάστηκε «Επανάσταση Σαλάτα», λόγω των ετερόκλητων διαδηλωτών με διάφορα αιτήματα, είχε επεκταθεί σε πάνω από δέκα πρωτεύουσες πολιτειών της Βραζιλίας, καθώς και στην πρωτεύουσα της χώρας, Μπραζίλια.
Οι στόχοι των διαδηλωτών είχαν γίνει ακόμη πιο ποικίλοι, αφού οι διαμαρτυρίες στράφηκαν κατά της διαφθοράς και υπέρ της βελτίωσης των δημόσιων υπηρεσιών και του ελέγχου του πληθωρισμού. Πολλά πανό όμως στρέφονταν ξεκάθαρα κατά του ντροπιαστικού κόστους των γηπέδων που ανηγέρθησαν για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014.
Οι συνθήκες
Η Βραζιλία έχει ήδη ξοδέψει 7 δισεκατομμύρια ρεάλ, δηλαδή τρεις φορές περισσότερα από το σύνολο όσων δαπάνησε η Νότια Αφρική πριν από τέσσερα χρόνια, ενώ στη Βραζιλία μόνο τα μισά γήπεδα έχουν ολοκληρωθεί. «Γήπεδα πρώτου κόσμου, σχολεία και νοσοκομεία τρίτου κόσμου» ανέγραφε ένα από τα πανό. Ομοίως και οι διαδηλωτές ήταν πολύ ετερόκλητοι. Περίπου 65.000 συμμετείχαν στο Σάο Πάολο, με την παρουσία πολύ περισσότερων γυναικών, οικογενειών και μεσόκοπου πληθυσμού από ό,τι σε προηγούμενες διαδηλώσεις.
Οι περισσότερες διαδηλώσεις είχαν ειρηνικό χαρακτήρα στις άλλες πόλεις, αν και στο Ρίο ντε Τζανέιρο οι διαδηλωτές και η αστυνομία συγκρούστηκαν μπροστά από το στάδιο Μαρακανά, που ανακαινίστηκε έναντι 1 δισ. ρεάλ, μόλις έξι χρόνια ύστερα από την πολυέξοδη ανοικοδόμησή του. Δεν είναι τυχαίο ότι η βία ξέσπασε στο Ρίο, όπου η αστυνομία δεν διστάζει να πατήσει τη σκανδάλη και μαστίζεται από διαφθορά, ακόμη και πάνω από τα συνήθη επίπεδα. Αντιθέτως στην Μπραζίλια, όπου μια ομάδα διαδηλωτών κατάφερε να σκαρφαλώσει στην κορυφή του Κογκρέσου, η αστυνομία αντέδρασε εκεί με αυτοσυγκράτηση.
Oι μεγάλες πληγές της χώρας
Αντίστοιχες κοινωνικές εκρήξεις με φαινομενικά ασήμαντες αφετηρίες τα τελευταία χρόνια στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Σουηδία και την Τουρκία έδειχναν να συνδέονται με ορισμένα ή όλα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: Κυβερνητική καταπίεση, υψηλή ανεργία των νέων, φυλετικές συγκρούσεις, πτώση του βιοτικού επιπέδου και οργή για τη μετανάστευση.
Η Βραζιλία όμως είναι άλλη ιστορία. Η δημοκρατία της είναι σταθερή. Η ανεργία των νέων βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά. Ο ρατσισμός στη Βραζιλία αποτελεί μια κατασταλαγμένη πραγματικότητα, όχι μια καθημερινή μάχη στους δρόμους, αλλά έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι από τους διαδηλωτές είναι λευκοί. Η περασμένη δεκαετία βίωσε την πιο έντονη και συνεχή άνοδο του βιοτικού επιπέδου στην ιστορία της χώρας. Οσο για τους μετανάστες, αν και η Βραζιλία οικοδομήθηκε χάρη σε αυτούς, τώρα διαθέτει ελάχιστους. Μόνο το 0,5% του πληθυσμού της έχει γεννηθεί σε άλλη χώρα.
Αυτά βεβαίως δεν σημαίνουν πως οι Βραζιλιάνοι δεν έχουν λόγο να διαμαρτύρονται: Πληρώνουν τους υψηλότερους φόρους από οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός του ανεπτυγμένου κόσμου, και ως ανταπόδοση λαμβάνουν τραγικές δημόσιες υπηρεσίες. Το βίαιο έγκλημα είναι ενδημικό, η κοκαΐνη πωλείται και καταναλώνεται ανοιχτά σε κάθε κέντρο μεγάλης πόλης.
Ενας εργαζόμενος που παίρνει τον κατώτατο μισθό στο κέντρο του Σάο Πάολο και ο εργοδότης του δεν του καλύπτει τα έξοδα μετακίνησης (πράγμα που για επίσημους υπαλλήλους αποτελεί υποχρέωση για τον εργοδότη), πληρώνει το ένα πέμπτο του μεικτού μισθού του για να ξοδέψει ώρες κάθε μέρα σε πολύ ζεστά και ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία που συρρέουν από την περιφέρεια της πόλης. Ολα αυτά βέβαια δεν αποτελούν κάτι το καινούργιο σε μια χώρα τεράστιων ανισοτήτων, και μάλιστα η ανάπτυξη της τελευταίας δεκαετίας ενίσχυσε κυρίως τη βάση της οικονομικής πυραμίδας. Αρα γιατί όλα αυτά τώρα;
Ενας λόγος είναι σίγουρα η πρόσφατη άνοδος του πληθωρισμού, που κατατρώει την αγοραστική δύναμη των Βραζιλιάνων με τα μέτρια ή χαμηλά εισοδήματα. Τα εισιτήρια των λεωφορείων είχαν να ανέβουν 30 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο πληθωρισμός ανέβηκε πολύ περισσότερο από ό,τι ακρίβυναν τώρα τα εισιτήρια στο Σάο Πάολο και το Ρίο. Ομως τα εισιτήρια είναι υπό κρατικό έλεγχο και ίσως επελέγησαν ως ο εύκολος στόχος.
Γενικότερα, η ίδια η μεσαία τάξη που δημιουργήθηκε στη Βραζιλία την τελευταία δεκαετία αναπτύσσει μια ολότελα καινούργια σχέση με την κυβέρνηση. Θεωρεί την περαιτέρω βελτίωση στο βιοτικό της επίπεδο ως δικαίωμά της και θα πολεμήσει με νύχια και με δόντια για να μη βρεθεί ξανά στη φτώχεια. Ισως οι θριαμβολογίες της κυβέρνησης για τα αστραφτερά νέα γήπεδα να ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.