Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο της Washington Post για τις θέσεις των Ομπάμα - Ρόμνεϊ για τη Μέση Ανατολή


Ο Ομπάμα, ο Ρόμνεϊ και η Μέση Ανατολή
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Όπως και άλλοι σχολιαστές, βρήκα πολλά κοινά της πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα στη Μέση Ανατολή, στην υποτιθέμενη σκληρή κριτική της από τον Μιτ Ρόμνεϊ, στο Στρατιωτικό Ινστιτούτο της Βιρτζίνια, τη Δευτέρα.
Υποθέτω ότι αυτό επιβεβαιώνει ότι ο Ρόμνεϊ βλέπει τα ίδια προβλήματα που βλέπει και ο Ομπάμα, και σε πολλές περιπτώσεις ότι θα χρειάζονταν οι ίδιες ενέργειες. Βρήκα επίσης πολλά σημεία της ομιλίας που έκαναν αίσθηση.
Ενα από αυτά ήταν ότι ο Ρόμνεϊ εξύμνησε τον στρατηγό Τζορτζ Μάρσαλ ωσάν να μη γνώριζε –από τους πιο φιλο-ισραηλινούς υποψήφιους προέδρους στην ιστορία– ότι ο Μάρσαλ ήταν αντίθετος με την αμερικανική αναγνώριση του Ισραήλ και τον Μάιο του 1948 απείλησε ότι θα ψήφιζε εναντίον του προέδρου Τρούμαν εάν αναγνώριζε το εβραϊκό κράτος.
Μια και αναφέραμε τον Μάρσαλ, όμως, ο αείμνηστος στρατηγός φημίζεται ότι συμβούλευε τους συνεργάτες του: «Μην πολεμάτε το πρόβλημα! Αποφασίστε!». Πρόκειται για μια σαφέστατη δήλωση πολιτικο-στρατιωτικού πραγματισμού και αναδεικνύει ένα από τα χαρακτηριστικά του Ομπάμα: Δεν πολεμάει το πρόβλημα. Μετράει ρεαλιστικά την κατάσταση, αναλύει το πρόβλημα και μετά (συνήθως) παίρνει απόφαση.
Αυτό που έλειπε από την ομιλία Ρόμνεϊ ήταν η κατανόηση ότι στη Μέση Ανατολή εξελίσσεται μια επανάσταση, ότι η αραβική εξέγερση στρέφεται εναντίον των αστυνομικών καθεστώτων, και ότι η Αμερική δεν μπορούσε να σταματήσει αυτό το παλιρροϊκό κύμα, ακόμη και αν το ήθελε.
Ο Ομπάμα έχει κατανοήσει τη φύση αυτής της επανάστασης από την αρχή και, παρότι θα ήθελα να είναι πιο σαφής και δυναμικός σε ορισμένα σημεία, στον καθορισμό των αμερικανικών συμφερόντων και αξιών, θα έλεγα ότι κατανόησε σωστά την ουσία. Γνωρίζει τα όρια της αμερικανικής ισχύος και την ανάγκη ν’ αφήσει τους Αραβες να μάθουν ότι γράφουν μόνοι τους αυτό το κεφάλαιο της ιστορίας τους.
Ειδικότερα, στο θέμα του Ιράκ, ο Ρόμνεϊ έχει δίκιο όταν ισχυρίζεται ότι «έχουν φαλκιδευτεί όσα πέτυχαν τα στρατεύματά μας». Αυτή η αποτυχία μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στον αντιπρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος ήταν ο κύριος υπεύθυνος για την πολιτική στο Ιράκ σ’ αυτή την κυβέρνηση.
Η συγκαταβατική αμερικανική πολιτική έναντι του πρωθυπουργού Νούρι αλ Μαλικί προκαλεί απορία, καθώς ήταν σαφές σε πολλούς παρατηρητές πως ο Μαλικί, ρέποντας προς το Ιράν, θα απαιτούσε την έξοδο όλων των αμερικανικών στρατευμάτων, όπως επέμενε η Τεχεράνη.
Στη Λιβύη, θεώρησα ότι ο Ρόμνεϊ είχε δίκιο, όταν είπε ότι η επίθεση κατά την οποία σκοτώθηκε ο πρέσβης Κρίστοφερ Στίβενς «δεν ήταν μεμονωμένο γεγονός» και μέρος μιας προσπάθειας εξτρεμιστών να δημιουργήσουν προβλήματα σε διάφορες χώρες. Αυτό όμως που έλειπε από την ανάλυση του Ρόμνεϊ ήταν και πάλι η κατανόηση πως πρόκειται για μια ρευστή, μετεπαναστατική κατάσταση.
Στις λεπτομέρειες της αμερικανικής πολιτικής έναντι της Λιβύης και της Αιγύπτου, όπως έχει επισημανθεί, η πολιτική Ρόμνεϊ ήταν σχεδόν παρόμοια με του Ομπάμα: περισσότερο εμπόριο, οικονομική βοήθεια, έμφαση στην έννομη τάξη. Η ίδια πολιτική συγγένεια μεταξύ Ρόμνεϊ και Ομπάμα ήταν εμφανής περιέργως και στο κορυφαίο ζήτημα του Ιράν. Η διαφορά είναι ότι ο Ρόμνεϊ μιλάει για αποτροπή της «ικανότητας» της Τεχεράνης να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, ενώ ο Ομπάμα επικεντρώνει στην ίδια την ατομική βόμβα, που θα μπορούσε να είναι ένα πρώιμο έναυσμα για στρατιωτική δράση.
Στο θέμα του Αφγανιστάν, υπάρχουν επίσης περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές. Το σχέδιο Β του Ρόμνεϊ είναι «μια ρεαλιστική και επιτυχημένη μετάβαση του ελέγχου στις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας έως το τέλος του 2014». Δηλαδή η σημερινή αμερικανική πολιτική.
Ακουσα μία διακριτή διαφορά, στο θέμα της Συρίας, που έμοιαζε με μια πιο ενισχυμένη εκδοχή της θέσης του Ομπάμα για μυστική υποστήριξη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. Ο Ρόμνεϊ είπε: «Στη Συρία θα εργαστώ με τους εταίρους μας για να εντοπίσουμε και να οργανώσουμε εκείνα τα μέλη της αντιπολίτευσης που συμμερίζονται τις αξίες μας και, εν συνεχεία, θα διασφαλίσουμε ότι διαθέτουν τα όπλα που χρειάζονται για να νικήσουν τα τανκς, τα ελικόπτερα και τα μαχητικά αεροπλάνα του Ασαντ».
Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ αυτών των υποψηφίων στη Μέση Ανατολή αφορά ενδεχομένως στο Ισραήλ. Ο Ρόμνεϊ το είπε αρκετά καθαρά ότι τίποτα δεν χωρίζει τα δύο κράτη κι αυτό φαίνεται να σημαίνει πως οι ΗΠΑ δεν θα έπρεπε να λάβουν δημοσίως άλλη θέση, από εκείνη του Ισραήλ. Αυτή είναι μια τοποθέτηση με την οποία ελάχιστοι Ρεπουμπλικανοί διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής θα μπορούσαν να συμφωνήσουν. Ανάμεσά τους ο Χένρι Κίσινγκερ ο Τζορτζ Σουλτς, ο Μπρεντ Σκόουκροφτ, ο Τζέιμς Μπέικερ και η Κοντολίζα Ράις.
Ο Ρόμνεϊ δεν μπορεί να εννοεί σοβαρά ότι σε όλα τα μεγάλα θέματα που αφορούν στο Ισραήλ θα συντάσσεται με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Καμιά χώρα δεν παραδίδει τις επιλογές της σε άλλη, ούτε και στον καλύτερο της φίλο.
Τελικώς, το πιο εξοργιστικό ήταν η αδιάντροπη αναφορά του στις αμυντικές δαπάνες, ενώ μιλάει για μείωση του προϋπολογισμού. «Θα αποκαταστήσω τις μεγάλες και αυθαίρετες περικοπές του Ομπάμα στην εθνική μας άμυνα, που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τον στρατό μας», είπε ο Ρόμνεϊ. Αυτό τώρα είναι καθαρή δημαγωγία, καθώς ο Ομπάμα προέβη στις σχετικές περικοπές με τη σύμφωνη γνώμη των επικεφαλής των σωμάτων του αμερικανικού στρατού.
Η ομιλία του Ρόμνεϊ για τη Μέση Ανατολή ήταν μια σοβαρή συζήτηση για τα μεγάλα προβλήματα. Κι έχει βέβαια δίκιο ότι υπάρχει μια επικίνδυνη κινητικότητα στην περιοχή, καθώς η «ομίχλη της επανάστασης» αποκρύπτει προς τα πού οδεύουν αυτά τα σημαντικά γεγονότα. Αλλά η επισήμανση ότι αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο λάθος της Αμερικής, και μπορεί να διορθωθεί με την επαναφορά της παλιάς, σκληροπυρηνικής πολιτικής, είναι λάθος και δυνάμει επικίνδυνο για τα αμερικανικά συμφέροντα.