Τουρκία: O ανορθόδοξος πόλεμος της CBRT
By David O' Byrne
Από τον Δεκέμβριο του 2010, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκικής Δημοκρατίας (CBRT) έχει θέσει ως βασικούς στόχους της πολιτικής της την υποχώρηση του πληθωρισμού, την σταθερότητα της τουρκικής λίρας, τον έλεγχο του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την μάχη κατά των κερδοσκοπικών εισροών.
Για να τα πετύχει όλα αυτά εφαρμόζει ένα μίγμα πολιτικής που επέσυρε διάφορους χαρακτηρισμούς, επικρίθηκε, και κατά περιπτώσεις λοιδορήθηκε ως «ανορθόδοξο», «αντισυμβατικό», «νεομοντέρνο» και «νέο-μεταμοντέρνο».
Για να τα πετύχει όλα αυτά εφαρμόζει ένα μίγμα πολιτικής που επέσυρε διάφορους χαρακτηρισμούς, επικρίθηκε, και κατά περιπτώσεις λοιδορήθηκε ως «ανορθόδοξο», «αντισυμβατικό», «νεομοντέρνο» και «νέο-μεταμοντέρνο».
Οπωσδήποτε, το να ελέγχει κανείς τα επιτόκια και τις εισροές του κερδοσκοπικού ζεστού χρήματος μέσω ενός επιτοκιακού corridor, και το να χρησιμοποιεί ελάχιστα γνωστούς συντελεστές για να διαμορφώνει ανώτατο όριο στην πιστωτική επέκταση, δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Αντί για να διατηρήσει έναν και μόνο δείκτη επιτοκίων, όπως συνηθίζεται, η CBRT λειτούργησε επιλέγοντας ανάμεσα στο overnight, το εβδομαδιαίο και το μηνιαίο επιτόκιο σε ένα επιτοκιακό corridor στο οποίο το 5% του δανεισμού overnight αποτελεί το χαμηλό του εύρους και το 11,5% των overnight χορηγήσεων το ανώτατό του.
Επιπρόσθετα, προκειμένου να παρακολουθείται η πιστωτική επέκταση, η CBRT αύξησε τις απαιτήσεις για το ποσοστό των απαραιτήτως διακρατουμένων ποσών στο 10%, ενώ την ίδια στιγμή έδωσε την ευκαιρία να καλυφθούν οι ανάγκες της τουρκικής λίρας σε ρευστότητα, επιτρέποντας ένα ποσοστό των διακρατουμένων να είναι σε ξένο συνάλλαγμα, αντί για λίρα.
Τον Αύγουστο, η CBRT αύξησε το ποσοστό των αποθεμάτων που οι τράπεζες μπορούν να διατηρούν σε ξένο συνάλλαγμα από το 55% στο 60%, αν και ο υπολογισμός για τις διάφορες κατηγορίες γινόταν μέσω ενός σύνθετου πλέγματος συντελεστών. «Σε συνάλλαγμα μπορεί να διακρατηθεί έως το 40% της αξίας των αποθεμάτων που υπάρχει σε λίρα, ενώ από 40% έως 45% για κάθε λίρα οι τράπεζες πρέπει να κρατούν 1,4 λίρες ισοδύναμης αξίας με το συνάλλαγμα και ούτω καθεξής», λέει ο Inana Demir, επικεφαλής στην Finansbank. «Η κεντρική τράπεζα διαφοροποιεί αυτούς τους συντελεστές, οπότε για κάθε λίρα αποθεμάτων οι τράπεζες μπορεί να πρέπει να διακρατούν δύο λίρες συναλλάγματος».
Το μπέρδεμα δεν σταματάει εδώ, αφού η CBRT επιτρέπει στις τράπεζες να διακρατούν το 25% των αποθεμάτων τους σε χρυσό- μια πολιτική που αποφασίστηκε ειδικά για να μπορέσουν οι τράπεζες να μαζέψουν τον χρυσό που οι πελάτες τους κρύβουν «κάτω από τα στρώματα». Πρόκειται για ένα πονηρό κόλπο το οποίο ενθάρρυνε τους Τούρκους που αρέσκονται στην αποταμίευση να θέσουν τις οικονομίες τους στην υπηρεσία της οικονομίας, ενώ απελευθέρωσε περισσότερη ρευστότητα για τις τράπεζες.
Ανάμικτα αποτελέσματα
Το μίγμα αυτό πολιτικής δέχθηκε δίκαια μέρος της κριτικής που προήλθε και από τις τουρκικές τράπεζες. Μαζί με τη δυνατότητα που έχει τώρα η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας να ανταποκριθεί γρήγορα στο ταχέως διαμορφούμενο παγκόσμιο περιβάλλον, έρχεται και η τεράστια αβεβαιότητα για τις αγορές, ενώ την ίδια στιγμή οι τράπεζες αντιμετωπίζουν το πρόβλημα να δομήσουν τα περιθώρια των επιτοκίων τους χωρίς να υπάρχει σταθερό επιτόκιο για να ξεκινήσουν.
«Το πρόβλημα με την πολιτική αυτή είναι ότι πίεσε σε μεγάλο βαθμό το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο του τραπεζικού συστήματος, γιατί έκανε το κόστος του δανεισμού πιο ακριβό χωρίς ταυτόχρονα να δώσει στις τράπεζες την ευκαιρία να αποτυπώσουν αυτή την αύξηση στα στοιχεία ενεργητικού τους», λέει ο Omer Aras, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Finansbank. Σε απάντηση αυτού, η CBRT επιχείρησε να θέσει κάποια στάνταρτ προβλεψιμότητας, αποκαλύπτοντας τακτικά το μίνιμουμ ποσό έως το οποίο θα χρηματοδοτεί τις τράπεζες.
Ωστόσο, τα άσχημα στοιχεία από τον πληθωρισμό και η διόγκωση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στο δεύτερο τρίμηνο του 2011 πυροδότησαν έλλειμμα εμπιστοσύνης έναντι των πολιτικών της τράπεζας, προκαλώντας πτώση της τάξης του 35% στην αξία της λίρας έναντι του δολαρίου.
Καθώς η θέση της λίρας επιδεινωνόταν στα τέλη του 2011, η CBRT αναγκάστηκε να παρέμβει. Ο διοικητής ης CBRT, Erdem Basci ανακοίνωσε ότι η τράπεζα άλλαζε την αντίδρασή της σε καθημερινή βάση ανάλογα με το αν μια δεδομένη ημέρα χαρακτηριζόταν «απλή» ή «εξαιρετική».
Τις «κανονικές ημέρες» εξήγησε, η τράπεζα θα πουλούσε μόνο 50 εκατ. δολ. σε δημοπρασίες συναλλάγματος, κρατώντας τα χρηματοδοτικά κόστη των τραπεζών σε επίπεδα μεταξύ 5,75% και 8% και προσφέροντας σε εβδομαδιαίες δημοπρασίες repos ποσά ανάμεσα στα 3 και τα 7 δισ. τουρκικές λίρες (περίπου 1,67 δισ. δολ.). Στις «εξαιρετικές ημέρες», η τράπεζα δεν θα χρηματοδοτεί τις αγορές καθόλου και θα παρεμβαίνει απευθείας στις ισοτιμιακές αγορές όταν κρίνεται απαραίτητο.
Ενώ η ετερόκλητη πολιτική έφερε σταθεροποίηση της λίρας, οδήγησε και σε ουσιαστικό σφίξιμο των νομισματικών συνθηκών, οι οποίες άρχισαν να χαλαρώνουν στο δεύτερο μισό του 2012. «Κατά το πρώτο μισό του έτους, υπήρξε ένα σημαντικό σφίξιμο των νομισματικών συνθηκών της αγοράς, και το μέσο κόστος του repo έφτασε σχεδόν το 11%», λέει ο Cihan Saraoglou, τραπεζικός αναλυτής στην Istanbul brokerage Ekspres Invest.
Υπήρχαν όμως και χειρότερα που ήλθαν τον φετινό Μάιο, όταν ο επίμονα υψηλότερος του αναμενομένου πληθωρισμός έφτασε σε υψηλά τριετίας στο 11,4%, και φάνηκε ότι το σύστημα εκτός από «ανορθόδοξο» είναι και «μη λειτουργικό». Όπως πάντα όμως, καμία κρίση δεν διαρκεί περισσότερο από την δημοσιοποίηση των επόμενων στοιχείων. Έτσι, οι επόμενες ανακοινώσεις στοιχείων κατέδειξαν ότι οι πολιτικές αυτές ίσως έχουν πιο θετική επίπτωση από ό,τι είχε αρχικά νομιστεί.
Προβλέποντας την πρόοδο
Παρά την κριτική για τις πολιτικές της, έως τα μέσα του 2012, το ανορθόδοξο μίγμα της CBRT φάνηκε να αποδίδει καρπούς. Η τουρκική εθνική στατιστική υπηρεσία ανακοίνωσε στα τέλη Ιουλίου ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε στο 8,9% τον Ιούνιο, ενώ η κεντρική τράπεζα αναθεώρησε τις εκτιμήσεις της για τον πληθωρισμό στο τέλος του έτους έως το 6,2%, προβλέποντας ταυτόχρονα ότι θα σταθεροποιηθεί στο περίπου 5% έως το τέλος του 2013.
Αν και αρκετοί αναλυτές εξακολουθούν να θεωρούν τις προβλέψεις αυτές ως μάλλον αισιόδοξες, αυτές δεν απέχουν πολύ από εκείνες που έκανε τον Ιούνιο η Παγκόσμια Τράπεζα. Σχολιάζοντας ότι η Τουρκία κατάφερε να πραγματοποιήσει ομαλή προσγείωση παρά τα εμπόδια των ευρωπαϊκών αγορών, η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεψε πληθωρισμό για το τέλος του έτους στο 7%, υποχώρηση του στο 5,2% στο τέλος του 2013, και στο 5% στη διάρκεια των επόμενων τριών ετών.
Σύμφωνα με τον κ. Demir, στο άμεσο μέλλον η CBRT μπορεί να έχει μεγαλύτερη ευελιξία κινήσεων. Πράγματι, στο σχόλιο που συνόδευσε την ανακοίνωση των επιτοκίων στα μέσα Αυγούστου, ο κ. Basci επιβεβαίωσε ότι η πολιτική των επιτοκίων στο 5,75% θα παραμείνει αμετάβλητη και αύξησε τα αποθέματα που οι τράπεζες μπορούν να διακρατούν σε ρευστό, από το 55% σε 60%. Το ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι ότι ο κ. Basci άφησε να εννοηθεί ότι θα υπάρξει στο μέλλον στένεμα του επιτοκιακού corridor και μεγαλύτερη χρήση των απαιτήσεων για συγκεκριμένη σύσταση αποθεματικού, ως μέτρα ελέγχου της νομισματικής πολιτικής.
«Η CBRT θα χρησιμοποιήσει ένα στενό επιτοκιακό corridor αλλά αν δούμε μεγάλης έκτασης νομισματική επέκταση παγκόσμια θα προχωρήσουμε σε νομισματικό σφίξιμο μέσω των απαιτήσεων για τη σύσταση των αποθεμάτων», λέει ο κ. Demir.
Κίνδυνοι εν όψει
Οι ανορθόδοξες πολιτικές της CBRT ήρθαν ως απάντηση στο γεμάτο προκλήσεις οικονομικό περιβάλλον, αλλά η επιτυχία αυτών των πολιτικών θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της τράπεζας να προβλέψει σωστά και να αντιδράσει στο μεταβαλλόμενο χρηματοοικονομικό κλίμα.
Στην τελευταία του δήλωση για τον πληθωρισμό, ο κ. Basci επιβεβαίωσε ότι δεδομένης της πτώσης 20% στις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου τους τελευταίους μήνες του 2012, οι προσδοκίες της CBRT για τον πληθωρισμό βασίζονται σε μέσο όρο τιμής του αργού στα 100 δολ. ανά βαρέλι για το υπόλοιπο του 2012 και το 2013. Η υπόθεση αυτή είναι βαρύνουσας σημασίας αν σκεφτεί κανείς ότι η Τουρκία καλύπτει τις ανάγκες της σε αργό πετρέλαιο κατά 90% από εισαγωγές, ενώ το ποσοστό αυτό για το φυσικό αέριο, του οποίου η τιμή είναι σε άμεση συνάρτηση με εκείνη του αργού- είναι στο 100%.
Καθώς το κόστος ενεργειακών εισαγωγών της Τουρκίας είναι περίπου στα 25 δισ. δολ. το χρόνο, μελέτες της CBRT εκτιμούν ότι κάθε 10 δολ. που προστίθενται στην τιμή ενός βαρελιού πετρέλαιο, προσθέτουν 0,4 ποσοστιαίες μονάδες στον ετήσιο πληθωρισμό της Τουρκίας.
Ενώ η υποδοχή των νέων ότι η Τουρκία κατάφερε να περιορίσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών κατά 2 δισ. δολ. για το Μάιο ήταν θερμή, συνοδεύτηκε από την επιφύλαξη ότι μεγάλο μέρος της μείωσης πρέπει να αποδοθεί στον συνδυασμό πτωτικών τιμών του πετρελαίου και ορισμένων αυξήσεων στις τουρκικές εξαγωγές.
Σύμφωνα με τον κ. Demir, η Τουρκία παραμένει ιδιαίτερα ευάλωτη σε περιφερειακή αστάθεια σημείων όπως η Συρία και το Ιράν, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Εξίσου ανησυχητική, λέει, είναι η πιθανότητα νέων αναταράξεων στην ευρωζώνη, οδηγώντας την τιμή του πετρελαίου χαμηλότερα – κάτι που θα έπληττε τις τουρκικές εξαγωγές προς την Ευρώπη, οι οποίες άλλωστε έχουν ήδη υποχωρήσει από το 48,2% των συνολικών εξαγωγών της χώρας, σε 37,1% τον περασμένο χρόνο.