Προσπάθεια εξεύρεσης λύσης για Αφγανιστάν
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Την ώρα που ο πόλεμος στο Αφγανιστάν συνεχίζεται μέσα στη διεθνή αδιαφορία, ομάδα αξιωματούχων σε Ουάσιγκτον, Καμπούλ και Ισλαμαμπάντ προσπαθεί να εκπονήσει στρατηγική, που θα περιόριζε τις απαιτήσεις της κάθε πλευράς, σε μια προσπάθεια εξεύρεσης βιώσιμης λύσης.
Στόχος των διαβουλεύσεων αυτών είναι η δημιουργία των συνθηκών που θα επιτρέψουν την αποχώρηση των Αμερικανών και των στρατιωτών του ΝΑΤΟ από έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδηθεί με στρατιωτικά μέσα. Αυτό θα καταστεί δυνατό μόνον αφού οι απαιτήσεις κάθε πλευράς έχουν συρρικνωθεί στις απολύτως αναγκαίες. Μία τέτοια συμφωνία, όμως, θα αποτελούσε επιτυχία και για τις δύο πλευρές, που βρίσκονται σήμερα εγκλωβισμένες σε ατελέσφορη ένοπλη αντιπαράθεση.
Αξιωματούχοι του Πενταγώνου, εμπλεκόμενοι στις συνομιλίες, παρομοιάζουν την προσέγγιση αυτή με τη διακήρυξη της Ντάουνινγκ Στριτ για τη Βόρεια Ιρλανδία το 1993, με την οποία τα αιτήματα προτεσταντών και καθολικών περιορίστηκαν στα απολύτως θεμελιώδη, οδηγώντας στην ειρηνευτική συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998.
Αμερικανοί αξιωματούχοι εξερεύνησαν την πρόταση αυτή με τον στρατηγό Εσάν ουλ Χακ, πρώην επικεφαλής της πανίσχυρης πακιστανικής στρατιωτικής αντικατασκοπείας (ISI). Ο στρατηγός παρουσίασε «οδικό χάρτη» επτά σημείων, με στόχο την προώθηση της πολιτικής μετάβασης, αντί της στρατιωτικής επικράτησης πάνω στους Ταλιμπάν. Ο Χακ βλέπει δύο βασικά αμερικανικά αιτήματα: την απομάκρυνση όλων των δικτύων της Αλ Κάιντα από το Αφγανιστάν και την οριστική εγκατάλειψη της καταπιεστικής για τις γυναίκες νομοθεσίας των Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν, σύμφωνα με τον Χακ, έχουν ένα και μόνο αίτημα: την αποχώρηση όλων των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από τη χώρα.
Οι ελάχιστες αυτές απαιτήσεις των αντιμαχόμενων πλευρών μπορούν να ικανοποιηθούν, σύμφωνα με τον στρατηγό Χακ, που επισημαίνει ότι στο πρόσφατο μήνυμά του με αφορμή τη μουσουλμανική γιορτή του Εΐντ αλ Φιντρ, ο ηγέτης των Ταλιμπάν, μουλάς Μοχάμαντ Ομάρ, υπερασπίστηκε τη διενέργεια ειρηνευτικών συνομιλιών με τις ΗΠΑ ως «μέσον επίτευξης των στόχων μας», για να προσθέσει ότι οι Ταλιμπάν θα προσφέρουν «κάθε δικαίωμα στις γυναίκες, στο πλαίσιο των αρχών του Ισλάμ, του εθνικού συμφέροντος και του υπερήφανου πολιτισμού της χώρας». Σε άλλα ανακοινωθέντα τους, οι Ταλιμπάν εμφανίζονται να αποκηρύσσουν την Αλ Κάιντα.
Ο οδικός χάρτης του Χακ ασχολείται επίσης με τα βασικά αιτήματα άλλων εμπλεκομένων στην κρίση, των μειονοτήτων Τατζίκων και Χαζαρά του Αφγανιστάν, ενώ το σχέδιό του δίνει έμφαση και στο θέμα της ανοικοδόμησης και της οικονομικής βοήθειας, καθώς και σε ευρύ πρόγραμμα εθνικής συμφιλίωσης, κάτι το οποίο το μήνυμα του μουλά Ομάρ μοιάζει να στηρίζει. Για την αποκλιμάκωση της περιφερειακής έντασης, ο στρατηγός Χακ προτείνει ένα είδος «αφγανικής ουδετερότητας», χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις. Σε μία προσπάθεια να καθησυχάσει το Πακιστάν, ο στρατηγός Χακ προτείνει το Αφγανιστάν να οργανώσει τον επαναπατρισμό των εκατομμυρίων Αφγανών προσφύγων και να δημιουργήσει –από κοινού με το Πακιστάν– «στεγανά, ελεγχόμενα και σταθερά» σύνορα.
Παρότι η πρόταση του Χακ προήλθε μέσα από ιδιωτικές συζητήσεις με αξιωματούχους των ΗΠΑ, ανάλογες συνομιλίες έχουν ήδη διεξαχθεί σε «κλειστό» κύκλο κρατικών λειτουργών των ΗΠΑ, του Πακιστάν και του Αφγανιστάν. Ο Πακιστανός υπουργός Εξωτερικών, Χίνα Ραμπανί Χαρ, αποκάλυψε τη διεξαγωγή τέτοιων τριμερών μυστικών συνομιλιών τον περασμένο μήνα, ενώ κυβερνητικές πηγές στις ΗΠΑ τονίζουν ότι η πακιστανική πλευρά προσπαθεί να εξασφαλίσει τη συμμετοχή των Ταλιμπάν στις διαπραγματεύσεις αυτές. Οι Πακιστανοί έχουν προφανώς καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια πολιτική μετάβαση ως αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων είναι προτιμότερη για την εθνική τους ασφάλεια από μια άτακτη κατάρρευση του καθεστώτος Καρζάι και έναν εμφύλιο πόλεμο στη γειτονική τους χώρα. Μια μικρή επιτυχία που σημείωσε ο «κλειστός κύκλος» αφορά τη συμφωνία Πακιστάν, Αφγανιστάν και ΗΠΑ για την παροχή εγγυήσεων σε ηγέτες των Ταλιμπάν, ώστε αυτοί να παραστούν σε ειρηνευτικές συνομιλίες.
Ο Μαρκ Γκρόσμαν, ειδικός απεσταλμένος της Ουάσιγκτον σε Αφγανιστάν και Πακιστάν, συνεχίζει τις επίμονες αλλά αθόρυβες διπλωματικές προσπάθειες για να ωθήσει τις δύο πλευρές της αφγανικής κρίσης προς το είδος αυτό του διαλόγου που μπορεί να αποτρέψει τον εμφύλιο πόλεμο όταν οι ΗΠΑ αποσύρουν τον κύριο όγκο των μάχιμων στρατευμάτων τους, το ερχόμενο έτος. Ενα ενθαρρυντικό στοιχείο είναι η συμφωνία του Μαΐου για «στρατηγική συμμαχία», που εξασφαλίζει ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις δυνάμεις ασφαλείας του Αφγανιστάν για δέκα χρόνια, μετά την αποχώρηση του ΝΑΤΟ, το 2014. Σύμφωνα με τον Γκρόσμαν, αυτό θα καθησυχάσει τους Αφγανούς (ιδιαίτερα, δε, Τατζίκους, Χαζαρά και άλλες εθνικές ομάδες που δεν μιλούν τη γλώσσα των Παστούν) ότι η Ουάσιγκτον δεν τους εγκαταλείπει, ενώ θα προσφέρει και προειδοποίηση στους Ταλιμπάν ότι δεν μπορούν να αναμένουν εύκολη κατάληψη της Καμπούλ, μετά την αποχώρηση των περισσότερων Αμερικανών το 2014.
Η απογοήτευση του πολέμου στο Αφγανιστάν εκδηλώθηκε με τον χειρότερο τρόπο στην πρόσφατη αύξηση κρουσμάτων επιθέσεων «πράσινο εναντίον μπλε», στις οποίες Αφγανοί στρατιώτες στρέφουν τα όπλα τους εναντίον ΝΑΤΟϊκών συναδέλφων τους.
Δεδομένου του αδιεξόδου στο Αφγανιστάν, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι το θέμα –και οι προτάσεις για ειρήνευση– θα απασχολούσε κατά προτεραιότητα την προεκλογική εκστρατεία στις ΗΠΑ. Δυστυχώς, όμως, στρατιώτες και διπλωμάτες συνεχίζουν να λειτουργούν σε καθεστώς πολιτικού κενού, ενώ οι υποψήφιοι συμπεριφέρονται λες και η βίαιη σύρραξη στο Αφγανιστάν θα επιλυθεί από μόνη της.