Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

Άρθρο για την Αθήνα, την «κοιμωμένη» πρωτεύουσα


Αθήνα, η «κοιμωμένη» πρωτεύουσα
ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Η αρχιτεκτονική ακινησία της Αθήνας σφραγίζει την εποχή της κρίσης. Ισως για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1940, η πρωτεύουσα αφήνει τον κτιριακό ιστό της να παρακμάζει χωρίς να δημιουργεί συνθήκες συντήρησης, ανανέωσης και πρότασης για το μέλλον.
Με όλα τα θετικά και τα αρνητικά, οι μεταπολεμικές δεκαετίες ανανέωναν διαρκώς τον αρχιτεκτονικό ιστό, άνοιγαν θέσεις εργασίας, αιμοδοτούσαν το λιανικό εμπόριο και τους προμηθευτές, και κρατούσαν την πόλη σε μία ορισμένη «θερμοκρασία». Σήμερα, η Αθήνα έχει παγώσει σε μία εικόνα που δημιουργεί αρνητικά αισθήματα.
«Η εικόνα της πρωτεύουσας έχει υποβαθμιστεί την τελευταία πενταετία λόγω της ανύπαρκτης οικοδόμησης», σχολιάζει ο αρχιτέκτων Γιάννης Βικέλας, που από πολύ νέος, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 είχε αρχίσει να μελετάει κεντρικά κτίρια. «Δικαίως παρομοιάζετε την κατάσταση αυτή με εκείνη της γερμανικής κατοχής και των μετέπειτα χρόνων, δηλαδή τη δεκαετία του ’40 όταν και τότε όχι μόνο υπήρχε οικοδομική απραξία αλλά και έλλειψη κάθε συντήρησης της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς. Ποιος θα φανταζόταν ότι κάτι τέτοιο θα επαναλαμβανόταν 70 χρόνια μετά!».
Χρειάστηκε λίγος χρόνος ώστε η οικονομική και κοινωνική κρίση μετά το 2009 να αποτυπωθεί και στο αστικό περιβάλλον με έναν τρόπο σχεδόν συμπαγή. Οπως λέει ο αρχιτέκτων Δημήτρης Ποτηρόπουλος, «η οικονομική ανέχεια και η διάλυση του κοινωνικού ιστού οδηγούν σε περαιτέρω πολιτισμική αποσάθρωση. Στη συνέχεια ακολουθεί αναπόφευκτα και η υλική φθορά όλων όσα συνιστούν το περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Περί αυτού πρόκειται. Αυτό είναι που βιώνουμε σήμερα».
Ελάχιστα εργοτάξια
Αν περπατήσει κανείς στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, θα παρατηρήσει όχι μόνο την έλλειψη συντήρησης των κτιρίων αλλά και την σχεδόν παντελή απουσία εργοταξίων. Τα ελάχιστα έργα σε εξέλιξη, επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Στην οδό Μητροπόλεως, π.χ., ο ήχος των κομπρεσέρ από το εργοτάξιο στο κτίριο του παλιού υπουργείου Παιδείας που μετατρέπεται σε ξενοδοχείο, ξενίζει (ευχάριστα). Παρομοίως στον ίδιο δρόμο, το παλιό κτίριο όπου βρισκόταν το κατάστημα του Χυτήρογλου ανασκευάζεται επίσης σε ξενοδοχείο. Σκόρπιες επισκευές ή ανακατασκευές είναι ένα σπάνιο, πλέον, θέαμα (όπως το υπό κατασκευήν ξενοδοχείο Tiffany στην Ομόνοια). Αλλά, η συνολική εικόνα της πόλης είναι μιας αρχιτεκτονικής ερήμου. Τουλάχιστον σε ανεγέρσεις, αποκαταστάσεις και μεταπλάσεις. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το τρίτο τρίμηνο του 2015, ο δείκτης παραγωγής στις κατασκευές μειώθηκε κατά 29,5% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του τρίτου τριμήνου 2014 (οπότε και είχε σημειωθεί ανάκαμψη).
«Οι συγκρούσεις στην εποχή της κρίσης εκτυλίχτηκαν πάνω στο “σώμα” της πόλης, στα κτίρια και τον δημόσιο χώρο της, πληγώνοντας και καταστρέφοντάς τα, μαζί και τις κοινωνικές και οικονομικές δομές της», λέει ο Γιάννης Αίσωπος, αρχιτέκτων, καθηγητής αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο Πατρών.
Βεβαίως, η κατάσταση αυτή δεν είναι απολύτως καινοφανής, καθώς ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός χώρος όλων των αστικών κέντρων της χώρας γεννούσε περισσότερη παθογένεια από όση θα μπορούσε να απορροφηθεί. Οπως λέει, η αρχιτέκτων Λιάνα Ποτηροπούλου «δεν είναι σημερινό το πρόβλημα της μεγάλης μας πόλης, απλώς τώρα επιδεινώνεται πλέον. Ηδη από το 2009, ανάμεσα στις μεγαλουπόλεις της Ε.Ε., η Αθήνα κατείχε την τελευταία θέση ως προς την ποιότητα ζωής, σύμφωνα με έρευνα του Economist». Η περιρρέουσα αθηναϊκή ατμόσφαιρα, όμως, έχει δηλητηριαστεί. Στο εγγύς παρελθόν, το ζωηρό πλήθος, τα γεμάτα καταστήματα και το αδιάκοπο πηγαινέλα ακόμη και τη νύχτα, λειτουργούσε ώς ένα σημείο αντισταθμιστικά με το πολεοδομικό χάος, την προβληματική συμπεριφορά ως προς τον δημόσιο χώρο και τη συχνά αδιάφορη ή επιθετική αρχιτεκτονική ή μίμηση αυτής. Καθώς, «το δικό μας κτισμένο περιβάλλον, οι πόλεις μας, τα κτίρια μας, είναι λοιπόν ο καθρέφτης του δικού μας πολιτισμού», όπως λέει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος, η σημερινή όψη της πρωτεύουσας προκαλεί ψυχική ασφυξία.
Αυτή την ακινησία, ο αρχιτέκτων Σταύρος Μαρτίνος την ονομάζει εύστοχα «ύπνο της κατασκευής». «Διαφωνώ με την υπόθεση πως όταν γνωρίζει κάμψη η οικοδομή, τότε “παράγεται θεωρία” (έχουμε, δηλαδή, “καινοτομία”)», συνεχίζει ο ίδιος. «Αυτό είναι μια υπεκφυγή που αφορά μόνο (κάποιους) ακαδημαϊκούς, και, σε κάθε περίπτωση, αποφεύγει συστηματικά τον έλεγχο από την πραγματικότητα και τη διάδραση με την κοινωνία. Το μόνο που βλέπω να γνωρίζει άνθηση μέσα στην κρίση είναι η πολιτικοποίηση – η ελπίδα, δηλαδή, πως ό,τι δεν μπορεί να βρει κανείς στην αγορά, μπορεί να το βρει από το κόμμα. Σε κάποια στιγμή όλο αυτό θα τελειώσει και θα έχει αφήσει πίσω έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που θα έχουν αποκοπεί για μία δεκαετία από τη δουλειά, και θα αναζητούν διαρκώς εναλλακτικούς τρόπους να αποκατασταθούν, βαφτίζοντας “αρχιτεκτονική” οτιδήποτε δεν χρειάζεται τη σχετική εμπειρία».
Το ζήτημα είναι ότι η Αθήνα το 2016 είναι μία πόλη σε αποσύνθεση. Παραπλανά η εικόνα κάποιων ελάχιστων νησίδων, αλλά ο κανόνας λέει ότι η παρακμή της πόλης έχει προ πολλού προχωρήσει σε διήθηση στον ιστό και έχει αρχίσει να νεκρώνει την οικονομική και κατ’ επέκτασιν οικοδομική δραστηριότητα.
Ολόκληρα οικοδομικά μέτωπα στην Αθήνα δεν έχουν να επιδείξουν απολύτως τίποτε τα τελευταία επτά χρόνια. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά έπειτα από επτά δεκαετίες.
Ιστορική ευκαιρία για την επόμενη πόλη
«Η μετά-την-κρίση εποχή δεν μπορεί παρά να γεννηθεί τώρα, μέσα από την ίδια την κρίση που αποτελεί μια ευκαιρία αναθεώρησης των προτεραιοτήτων μας», ισχυρίζεται ο αρχιτέκτων Γιάννης Αίσωπος, καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών. Eίναι αλήθεια πως η καταβαράθρωση του ηθικού της Αθήνας, δημιουργεί συνθήκες κατεπείγουσας παρέμβασης.
«Η κρίση αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για αναδιάρθρωση της κουλτούρας, της πολιτισμικής μας ταυτότητας, των αξιών και επομένως και της ίδιας μας της πόλης», λένε oι αρχιτέκτονες Ερμής Χαλβατζής και Νατάσα Λιανού, που έχουν τη βάση τους στο Λονδίνο. «Ο χώρος καθορίζει την ψυχολογία των κατοίκων της, οργανώνει την κοινωνική ζωή και επομένως και την οικονομία. Η αρχιτεκτονική της πόλης και οι ποιότητες των χώρων που δημιουργεί, αποτελούν την ταυτότητα της οικονομίας. H εικόνα της πόλης είναι αλληλένδετη με την οικονομία. Βελτιώνοντας την εικόνα της Αθήνας και τις ποιότητές της, δημιουργούμε νέες προϋποθέσεις και προοπτικές».
Ο Γιάννης Αίσωπος πιστεύει πως «χρειάζεται κινητοποίηση για ένα νέο, πνευματικά αυτοτελές, όραμα για την Αθήνα που θα μοιράζονται οι πολίτες και θα κατασκευάσει την “επόμενη Αθήνα”, την πόλη μετά-την-κρίση. Το όραμα αυτό θα στηρίζεται στις πρωτότυπες αρχιτεκτονικές ιδέες που θα κατανοούν τα δεδομένα της κρίσης και θα “αγκυρώνονται” με ευφυΐα στην ιστορία της πόλης. Αυτό θα λειτουργήσει λυτρωτικά για τους κατοίκους της Αθήνας».
Η ανάγκη ενός νέου ιδρυτικού μύθου για την Αθήνα υπάρχει διάσπαρτη, αλλά παραμένει ανοργάνωτη και τελεί σε καθεστώς ασφυξίας με την υπάρχουσα οικονομική πολιτική. «Η χρονική στιγμή που βρισκόμαστε», λένε οι Χαλβατζής και Λιανού, «αποτελεί ιστορική ευκαιρία. Το γηρασμένο κτιριακό απόθεμα και η ανάγκη πόρων που απαιτούνται για τη διατήρησή του σε συνδυασμό με τη χαμηλή οικονομική αξία αυτού και τη χαμηλή ζήτηση, αποτελεί το εφαλτήριο της αναμόρφωσης της Αθήνας. Ετσι θα απελευθερωθούν ζωτικής σημασίας χώροι, δίνοντας την ευκαιρία σε κάτι νέο να γεννηθεί».


(Στην φωτογραφία : Η λεωφόρος Πανεπιστημίου από το ύψος της Κριεζώτου (δεξιά). Η καρδιά του αθηναϊκού κέντρου εμφανίζει συμπτώματα παρακμής τα οποία υπογραμμίζουν οι λιγοστές εξαιρέσεις)