Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Εξαιρετικός Μ. Βουλαρίνος για την πίστη που σκοτώνει και τους αλλάδες που εκνευρίζουν.


Η πίστη που σκοτώνει. Οι αλλάδες που εκνευρίζουν.
ΜΑΝΟΣ ΒΟΥΛΑΡΙΝΟΣ
Το έγραψα όταν οι φρενοβλαβείς θρησκόληπτοι φασίστες (συγνώμη για τον πλεονασμό) δολοφόνησαν στο Παρίσι, ας το γράψω και τώρα που οι φρενοβλαβείς θρησκόληπτοι φασίστες δολοφόνησαν στις Βρυξέλλες: Η πίστη σκοτώνει.
Αν στ’ αλήθεια πιστεύεις (και όχι φαντάζεσαι ή νομίζεις) πως ο Θεός θέλει να σκοτώσεις όσο το δυνατόν περισσότερους άπιστους και θα σε ανταμείψει γι’ αυτό, δεν έχεις κανένα σοβαρό λόγο να μην το κάνεις. Αν πιστεύεις (κι όχι απλώς ελπίζεις) πως μετά το θάνατο σε περιμένει μια άλλη, καλύτερη ζωή, τότε δεν έχεις κανένα λόγο να μην πεθάνεις. Αν πιστεύεις (δηλαδή είσαι κάτι παραπάνω από απολύτως σίγουρος) ότι η ιδεολογία σου μπορεί να φέρει έναν καλύτερο κόσμο και δεν βλέπεις αυτός ο κόσμος να έρχεται με άλλο τρόπο, δεν αποκλείεται να σκοτώσεις για να τον κάνεις να έρθει. Αν στ’ αλήθεια πιστεύεις πως για όλα όσα συμβαίνουν στην αθώα, άσπιλη και αμόλυντη Ανατολή φταίνε οι ελεεινοί και τρισάθλιοι δυτικοί τότε δεν αποκλείεται να καταστρώσεις και να εκτελέσεις την τιμωρία μερικών από αυτούς. Ας είναι και τυχαίοι. Στο κάτω-κάτω πιστεύεις πως όλοι τους φταίνε.
Αυτοί που δολοφόνησαν στις Βρυξέλλες –όπως και στο Παρίσι ή στη Νέα Υόρκη ή στο Λονδίνο– δεν ήταν κάποιοι μετριοπαθείς αγνωστικιστές. Οι μετριοπαθείς και οι αγνωστικιστές δεν έχουν τις βεβαιότητες που απαιτούνται για να σκοτώσεις και να σκοτωθείς. Ήταν πιστοί. Πιστοί μιας θρησκείας, πιστοί ενός αγώνα που δίνεται για να πεθάνει ο δαίμονας που λέγεται Δύση, ενός αγώνα που οι ίδιοι πρέπει να δώσουν («αν όχι αυτοί, ποιοι;».. δεν έχει ενδιαφέρον το πως όλα τα χαζοηρωικά τσιτάτα ταιριάζουν σε κάθε πίστη, είτε είναι θρησκευτική είτε ιδεολογική;). Αυτοί που δολοφόνησαν στις Βρυξέλλες δεν ήταν άνθρωποι που «νόμιζαν», δεν ήταν άνθρωποι που «είχαν την άποψη», δεν ήταν άνθρωποι που συχνά ξεκινούν τη σκέψη τους με «ίσως». Ήταν άνθρωποι με Πίστη. Βαθιά, ακλόνητη και προορισμένη να κυριαρχήσει Πίστη.
Αν κανείς νομίζει πως απέναντι σ’ αυτή την Πίστη μπορεί να αντιτάξει διάλογο και συγκατάβαση και μετριοπάθεια, ας ρωτήσει τους χιλιάδες πρόσφυγες που και από αυτήντην πίστη προσπαθούν να ξεφύγουν. Και σε καμιά περίπτωση να μη ρωτήσει τους αλλάδες.
Κάθε φορά που κάποιοι άνθρωποι δολοφονούνται από κάποιο φρενοβλαβή θρησκόληπτο φασίστα κάποιοι συμπολίτες μου νιώθουν τη ανάγκη να δικαιολογήσουν και τις δολοφονίες και το φρενοβλαβή θρησκόληπτο φασίστα. Δεν είμαι ψυχίατρος για να ξέρω γιατί το κάνουν, δεν έχω ιδέα με τι ενοχές τους έχουν φορτώσει από την παιδική τους ηλικία, αλλά –όπως και οι περισσότεροι από σας– ξέρω πολύ καλά το πώς το κάνουν: κουτοπόνηρα και εκνευριστικά.
Ξεκινούν πάντα καταδικάζοντας τις δολοφονίες, μετά περιγράφουν τον πόνο που τους προκάλεσαν οι εικόνες των νεκρών, συμπεραίνουν πως η βία δεν είναι λύση, τραγουδούν τι θα συνέβαινε αν όλα τα παιδιά της γης πιάναν γερά τα χέρια και κάπου εκεί προσθέτουν και ένα «αλλά». Ένα ωραιότατο και φαινομενικά άκακο «αλλά» το οποίο προηγείται όλων των λόγων για τους οποίους οι δολοφονίες είναι, αν όχι απαραίτητες, τουλάχιστον δικαιολογημένες και αναπόφευκτες.
Οι αλλάδες μοιάζουν πολύ με τύπους που ισχυρίζονται πως ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσεις μια απόπειρα βιασμού είναι η κατανόηση για τον δράστη την ώρα που απλώς φαντασιώνονται τον εαυτό τους στη θέση του.
Δυστυχώς γι’ αυτούς, το δάχτυλό τους δεν είναι αρκετά μεγάλο. Ας σταματήσουν να μας εκνευρίζουν προσπαθώντας να κρυφτούν πίσω του. Είναι μεγάλα παιδιά και μπορούν να έχουν το θάρρος του μίσους τους. Ας αφεθούν και ας πανηγυρίσουν ανάμεσα στα πτώματα. Και μπράβο τους.