Πέντε διδάγματα για την Ελλάδα
MAREK DABROWSKI / BRUEGEL
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η συμφωνία Ελλάδας-δανειστών σηματοδοτεί δραματική στροφή στις προσπάθειες πέντε ετών να αποτραπεί η πτώχευση της Ελλάδας. Δεν ξέρουμε αν θα επιτύχει, καθώς επίκεινται διαπραγματεύσεις για καίριες λεπτομέρειες.
Είναι, άλλωστε, αμφίβολο αν δεσμεύεται η ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Ισως πρέπει να ανακαλέσουμε την εμπειρία από την Ελλάδα και τις άλλες χώρες που εφάρμοσαν προγράμματα διάσωσης και μεταρρυθμίσεις για να αντλήσουμε διδάγματα.
Πρώτο δίδαγμα: Οπως ισχύει για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να δαπανούν επ’ άπειρον περισσότερα από τα έσοδά τους. Οταν το παρακάνουν κινδυνεύουν να πτωχεύσουν. Τότε πρέπει να παρουσιάσουν πρωτογενές πλεόνασμα, ακόμη κι αν κηρύξουν στάση πληρωμών. Διαφορετικά, δεν έχει άλλη χρηματοδότηση. Συνήθως αυτό προϋποθέτει δρακόντεια δημοσιονομική πολιτική, κάτι που συχνά ξεχνούν στην Ελλάδα. Οι ελληνικές αρχές θα έπρεπε έτσι κι αλλιώς να παρουσιάσουν πρωτογενές πλεόνασμα και να υιοθετήσουν περιοριστική νομισματική πολιτική για να αποφύγουν τον υπερπληθωρισμό.
Οπότε θα έπρεπε να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι δανειστές της.
Δεύτερο δίδαγμα: Στις δραματικές διαπραγματεύσεις 11-13 Ιουλίου, πολλοί αναλυτές επισήμαναν την έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στους πιστωτές. Ουδέποτε υπήρξε ουσιαστική εμπιστοσύνη καθώς έχει προηγηθεί η παραποίηση των στατιστικών στοιχείων από την Ελλάδα και η απροθυμία της να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα δεν έχει χάσει, όμως, μόνον την εμπιστοσύνη των δανειστών της αλλά και των επιχειρήσεων και της αγοράς εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση έχει αποκοπεί από κάθε δυνατότητα δανεισμού από τις αγορές. Οταν η εμπιστοσύνη έχει εξανεμιστεί και η χώρα έχει πτωχεύσει, δεν έχει νόημα μια δημοσιονομική πολιτική που αποσκοπεί σε τόνωση της ανάπτυξης, όπως θα ήθελαν οι αντίπαλοι της λιτότητας σαν τον Πολ Κρούγκμαν και τον Τζόζεφ Στίγκλιτζ. Αντιθέτως, φαίνεται σαν παρερμηνεία των θεωριών του Κέινς.
Τρίτο δίδαγμα: Η Ελλάδα προχωράει αργά στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Αυτό καταδεικνύει πως η κυβέρνηση δεν έχει πραγματικά δεσμευθεί πολιτικά στο πρόγραμμα. Ο οικονομολόγος Κένεθ Ρογκόφ έχει υπογραμμίσει την ανάγκη να έχει η χώρα την πατρότητα του προγράμματος για να αποδώσει. Η Ελλάδα δυσκολευόταν πάντα να αναλάβει η χώρα την πατρότητα των μεταρρυθμίσεων, κάτι που ίσως αποτελεί τη μεγαλύτερη αδυναμία του προγράμματος. Ακόμη κι αν η ελληνική κοινωνία είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί επώδυνα μέτρα για να παραμείνει στην Ευρωζώνη και να ανακτήσει την πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς, η πρόθεσή της δεν θα μεταφραστεί αυτομάτως σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία ικανή να σχηματίσει κυβέρνηση. Η Ελλάδα ενδέχεται να αντιμετωπίσει μακρά περίοδο πολιτικής αστάθειας.
Τέταρτο δίδαγμα: Η δημοκρατία προϋποθέτει υπευθυνότητα. Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου προκάλεσε ενθουσιασμό ως υποτιθέμενη απόδειξη της ζωντανής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ έφθασε στο σημείο να πει πως «η Ευρώπη επιτίθεται στην Ελληνική Δημοκρατία». Ωστόσο, το δημοψήφισμα δεν στόχευε στην ενίσχυση της Ελληνικής Δημοκρατίας αλλά, αφελώς, στην άσκηση πίεσης στους δανειστές. Οι λαϊκισμοί αυτού του είδους μπορούν μόνο να υπονομεύσουν τη δημοκρατία.
Πέμπτο δίδαγμα: Τα προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας παρέκαμπταν τους κανονισμούς τόσο της Ευρωζώνης όσο και του ΔΝΤ. Οποιος κι αν ήταν ο λόγος, τώρα οι πιστωτές της Ελλάδας πρέπει να καταβάλουν βαρύ τίμημα γι’ αυτό. Και τέλος, παρά τη διακηρυγμένη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, τα συνεχόμενα προγράμματα διάσωσης κάθε άλλο παρά ενίσχυσαν την πολιτική συνοχή εντός της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Αντιθέτως, προκάλεσαν συγκρούσεις και κύματα εθνικισμού και λαϊκισμού σε πολλές χώρες. Ισως η αλληλεγγύη να είναι ωραία ιδέα, αλλά όχι όταν μιλάμε για διακυβερνητικές δημοσιονομικές σχέσεις.
* Το Bruegel είναι think tank με έδρα στις Βρυξέλλες.