Καλύτερα ας αλλάξουμε πλευρό
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Αν ένας φίλος που ζει στο εξωτερικό και δεν παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Ελλάδα μου ζητούσε να του δώσω το στίγμα της κατάστασης με δέκα λέξεις, θα του απαντούσα με μία μόνον: «στασιμότητα».
Το μόνο που συμβαίνει, εδώ και κάποιους μήνες στη χώρα είναι ότι δεν συμβαίνει τίποτε. Στασιμότητα στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης, στασιμότητα στην αντιμετώπιση των εσωτερικών αντιφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, στασιμότητα παντού, ακόμη και στις δημοσκοπήσεις. Για τον λόγο αυτό και τα ευρήματά τους δεν εκπλήσσουν πλέον κανέναν: βλέπουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να προηγείται ελάχιστα, χωρίς τη δυναμική όμως που θα μπορούσε να οδηγήσει στην αυτοδυναμία, τη Χρυσή Αυγή να παγιώνει τη θέση της ως τρίτη πολιτική δύναμη, το ΚΚΕ να παρουσιάζει αξιοσημείωτη αντοχή στον χρόνο (πράγμα πολύ φυσιολογικό για ένα απολίθωμα...), ενώ ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Το μόνο που συμβαίνει, εδώ και κάποιους μήνες στη χώρα είναι ότι δεν συμβαίνει τίποτε. Στασιμότητα στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης, στασιμότητα στην αντιμετώπιση των εσωτερικών αντιφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, στασιμότητα παντού, ακόμη και στις δημοσκοπήσεις. Για τον λόγο αυτό και τα ευρήματά τους δεν εκπλήσσουν πλέον κανέναν: βλέπουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να προηγείται ελάχιστα, χωρίς τη δυναμική όμως που θα μπορούσε να οδηγήσει στην αυτοδυναμία, τη Χρυσή Αυγή να παγιώνει τη θέση της ως τρίτη πολιτική δύναμη, το ΚΚΕ να παρουσιάζει αξιοσημείωτη αντοχή στον χρόνο (πράγμα πολύ φυσιολογικό για ένα απολίθωμα...), ενώ ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Το μοναδικό καινούργιο στοιχείο που προκύπτει από τις τελευταίες μετρήσεις είναι το ισχυρό ποσοστό όσων επιθυμούν οικουμενική κυβέρνηση: 44% στη μέτρηση του Ερευνητικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, 58% στην έρευνα της Metron Analysis. Θεωρητικά, είναι λογικό να αποκτά ενδιαφέρον η δυνατότητα κυβερνητικής συνεργασίας Δεξιάς και Αριστεράς, εφόσον μάλιστα την ίδια ώρα προβάλλει ολοένα απειλητικότερο το ενδεχόμενο της ακυβερνησίας. Επίσης, δε, είναι απολύτως θεμιτή από πλευράς των οργανισμών που διεξάγουν τις έρευνες η προσπάθειά τους να τις ζωντανέψουν διερευνώντας νέες τάσεις.
Στην πράξη, όμως, τα ενισχυμένα ποσοστά που καταγράφονται υπέρ της οικουμενικής κυβέρνησης δεν σημαίνουν τίποτε μέσα στο πλαίσιο της πραγματικότητας· εκτός ίσως από την έμμεση αναγνώριση του φόβου της ακυβερνησίας. «Θα θέλατε οι άνθρωποι γενικώς να συνεννοούνται και να συνεργάζονται αρμονικά;» – θα μπορούσε θαυμάσια να έχει διατυπωθεί και με αυτόν τον τρόπο η ερώτηση. Ναι, θα θέλαμε. Ποιος δεν θα ήθελε; Οταν όμως βλέπουμε τις συναφείς δυνάμεις της Κεντροαριστεράς να αδυνατούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να επιλέγουν τον δρόμο της εξάλειψης κατά μόνας, η επιθυμία μιας οικουμενικής κυβέρνησης δεν έχει μεγαλύτερη αξία από μία ευχή, όσο υψηλό και αν είναι το ποσοστό που σημειώνει στις έρευνες της κοινής γνώμης. Περισσότερο εφικτή θα έλεγα ότι φαντάζει η εφαρμογή της αντικαπνιστικής νομοθεσίας στους δημόσιους χώρους.
Το έχουμε, βέβαια, στο αίμα μας να μεγαλοπιανόμαστε και, ενώ αποτυγχάνουμε στα βασικά, εμείς απτόητοι να θέτουμε ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους. Αλλά για να αποφύγουμε περιττές απογοητεύσεις, θα ήταν φρονιμότερο να γυρίσουμε πλευρό, μήπως τουλάχιστον δούμε κάποιο άλλο όνειρο, που να έχει μεγαλύτερη σχέση με την πραγματικότητα...