Καταστράφηκε σε απευθείας μετάδοση
DAVID SEGAN / THE NEW YORK TIMES
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Ο Ακίν Ιπέκ, ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στην Τουρκία, βρισκόταν σε κεντρικό ξενοδοχείο του Λονδίνου όταν είδε στην οθόνη του υπολογιστή του την τουρκική αστυνομία να κάνει έφοδο στις εγκαταστάσεις του τηλεοπτικού του δικτύου στην Κωνσταντινούπολη.
Εφόσον η είδηση ήταν σε απευθείας μετάδοση, παρακολούθησε το συμβάν τη στιγμή ακριβώς της επιδρομής στην εταιρεία του, μιαν αυτοκρατορία πολλών δισ. δολαρίων.
Κραυγάζοντας και προβάλλοντας επιχειρήματα, ο αρχισυντάκτης του δικτύου έπεισε τους αστυνομικούς να φύγουν και κλειδώθηκε στο υπόγειο του κτιρίου όπου βρίσκονταν οι βασικές εγκαταστάσεις και το προσωπικό της τηλεόρασης.
Στη συνέχεια, επί επτάμισι ώρες, μέχρις ότου επέστρεψε η αστυνομία, ο αρχισυντάκτης μιλούσε στις κάμερες και δεχόταν κλήσεις στο κινητό του. Μεταξύ άλλων, τον κάλεσε και ο κ. Ιπέκ, που κατήγγειλε την κίνηση της κυβέρνησης ως παράνομη. «Σοκαρίστηκα και θύμωσα», δήλωσε ο κ. Ιπέκ σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Λονδίνο, για να προσθέσει: «Πίστευα όμως πως θα έφευγαν ύστερα από μια-δυο ημέρες. Δεν είχαν λόγο να μείνουν».
Τίτλοι τέλους
Τελικά, όμως, οι Αρχές δεν έφυγαν ποτέ και το συμβάν ήταν η αρχή ενός κατακλυσμού που έπληξε τον κ. Ιπέκ. Λίγες ώρες μετά το τηλεφώνημά του στις 28 Οκτωβρίου 2015, έκλεισε ο τηλεοπτικός του σταθμός, ο Bugun TV. Το συγκρότημα 22 εταιρειών που αποτελούν τον όμιλό του, τον Koza Ipek, έχει πλέον περιέλθει στον έλεγχο του κράτους.
Επρόκειτο για ένα επεισόδιο στην αλυσίδα κατασχέσεων στην οποία προέβη το κράτος αμέσως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα που έγινε στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου του περασμένου έτους. Εκτοτε το κράτος έχει κατασχέσει περισσότερες από 950 επιχειρήσεις και όλες σχετίζονταν με τον ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν που, σύμφωνα με την κυβέρνηση Ερντογάν, ήταν ο διοργανωτής και ενορχηστρωτής του πραξικοπήματος. Οι επιχειρήσεις που έχουν κατασχεθεί, από μικρές αλυσίδες παραγωγής μπακλαβά μέχρι μεγάλους εισηγμένους ομίλους, είναι συνολικής αξίας περίπου 11 δισ. δολαρίων.
Η αλληλουχία κατασχέσεων μπορεί να συγκριθεί με ελάχιστες παρεμφερείς περιπτώσεις στη σύγχρονη οικονομική ιστορία. Χιλιάδες στελέχη επιχειρήσεων διέφυγαν στο εξωτερικό και κατέληξαν σε μακρινές πόλεις όπως το Νάσβιλ και το Ελσίνκι. Οσοι δεν ήσαν τόσο τυχεροί βρέθηκαν στη φυλακή, στο πλαίσιο μιας εκστρατείας φυλακίσεων κάθε είδους αξιωματούχων, στρατιωτικών, δικαστικών, αστυνομικών και δημοσιογράφων, που αύξησε τον αριθμό των κρατουμένων κατά 50.000 άτομα.
Η Τουρκία θεωρούνταν άλλοτε μια από τις μεγάλες αναδυόμενες αγορές, καθώς επί χρόνια σημείωνε θεαματική ανάπτυξη ενώ κυβερνιόταν από μια ισλαμική αλλά δημοκρατική κυβέρνηση. Ο τουρισμός της γνώρισε άνθηση και εκατοντάδες εμπορικά κέντρα έκαναν την εμφάνισή τους σε όλες τις γωνιές της χώρας. Το 2003 έφτασε στη χώρα η Starbucks και έκτοτε έχει ανοίξει εκατοντάδες καταστήματα. Η πολιτική και η οικονομία, όμως, είναι αλληλένδετες στην Τουρκία και τα παρεπόμενα του πραξικοπήματος έχουν πλήξει την οικονομία.
Οι κατασχέσεις επιχειρήσεων άλλαξαν τον τρόπο που βλέπουν την Τουρκία οι επιχειρήσεις ανά τον κόσμο, κυρίως σε ό,τι αφορά την ηγεσία της. Η τουρκική λίρα παραπαίει και οι ξένες επενδύσεις έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους. Οι τρεις μεγάλες εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει το τουρκικό χρέος στο επίπεδο των ομολόγων-σκουπιδιών επικαλούμενες μεταξύ άλλων τις αυθαιρεσίες του κράτους προς όσες επιχειρήσεις υποψιάζεται ότι διατηρούν δεσμούς με το κίνημα του Γκιουλέν.
«Η Τουρκία έχει πάρει μια αυταρχική στροφή», επισημαίνει ο Τζόναθαν Φρίντμαν της συμβουλευτικής Stroz Fredberg και προσθέτει ότι «δύσκολα πείθει κανείς το Δ.Σ. μιας επιχείρησης ότι η χώρα είναι ελκυστική για επενδύσεις». Ο πόλεμος που κήρυξε η Τουρκία στους «εχθρούς» της στον επιχειρηματικό κόσμο και η απόδοση σε έναν επιχειρηματία, όπως ο κ. Ιπέκ, ρόλο κοινού κακοποιού λέει πολλά για τις ταραχώδεις εξελίξεις που ταλαιπωρούν τη χώρα τα τελευταία χρόνια.
Η κατηγορία
Ο κ. Ιπέκ κατηγορείται ότι αποτελεί τμήμα του βαθέος κράτους που ελέγχει ο Γκιουλέν. Ο 76χρονος ιμάμης έφυγε από την Τουρκία το 1999 και ζει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ. Επί δεκαετίες ο κ. Γκιουλέν κήρυξε τη δική του εκδοχή του Ισλάμ που δίνει έμφαση στην ειρήνη, την επιστήμη και τη δημοκρατία.
Το κίνημά του ονομάζεται Χιζμέτ και έχει γίνει γνωστό εκτός Τουρκίας επειδή έχει ιδρύσει σχολές σε όλη τη χώρα αλλά και σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, μεταξύ των οποίων και 120 σχολές στις ΗΠΑ. Αντιπροσωπείες Αμερικανών πολιτικών έχουν κατά καιρούς επισκεφθεί την Τουρκία με έξοδα που κατέβαλε το κίνημα του Γκιουλέν.
Για τους επικριτές του Γκιουλέν, τα καλά αυτά έργα του αποτελούν μια πανούργα εκστρατεία, μια προπαγάνδα που συγκαλύπτει μια εκτεταμένη κερδοσκοπική επιχείρηση με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης. Τόσο ο ίδιος όσο και οι οπαδοί του νουθετούν νεαρά άτομα στα σχολεία του κινήματος στην Τουρκία και στη συνέχεια τα ενθαρρύνουν να καταλάβουν κυβερνητικά αξιώματα, ιδιαιτέρως στο δικαστικό σύστημα ως αστυνομικοί, εισαγγελείς και δικαστές.
Για τους συμμάχους του στον επιχειρηματικό κόσμο, οι γκιουλενιστές στην κυβέρνηση έχουν προσφέρει ανεκτίμητη βοήθεια. Οι επιχειρηματίες που τον υποστηρίζουν γνώριζαν ότι η επιρροή του στην κυβέρνηση θα τους εξασφάλιζε πλουτισμό. Ενας από τους πλέον επιτυχημένους προστατευομένους του, αν έχει δίκιο η τουρκική κυβέρνηση, είναι ο κ. Ιπέκ.
Απειλείται με ποινή κάθειρξης 77 ετών
Λίγο μετά την επιδρομή στα γραφεία του, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του κ. Ιπέκ, ο οποίος κατηγορείται για ξέπλυμα μεγάλων ποσών «βρώμικου» χρήματος αυτού που η κυβέρνηση αποκαλεί «Τρομοκρατική Οργάνωση του Φετουλάχ». Τα κεφάλαιά του πάγωσαν και σταδιακά κατασχέθηκαν.
Η αρχή έγινε πέρυσι από τα πολυτελή αυτοκίνητά του και ολοκληρώθηκε με όλα τα ακίνητά του και τους τραπεζικούς λογαριασμούς του. Η εισαγγελία ανακοίνωσε τον Ιούνιο ότι θα ζητήσει ποινή κάθειρξης 77 ετών για τον κ. Ιπέκ, που, ωστόσο, δεν σκοπεύει να επιστρέψει στην Τουρκία. Εχει εγκατασταθεί στο Λονδίνο από όπου προσπαθεί να καθαρίσει το όνομά του και να ανακτήσει κάπως τη ζωή του. Αρνείται κατηγορηματικά ότι χρηματοδοτεί τον Γκιουλέν ή ότι έχει αντλήσει οφέλη από την υποστήριξή του. Και βέβαια επιμένει ότι φεύγοντας από την Τουρκία δεν πήρε μαζί του δισ. δολάρια όπως τον κατηγορεί η κυβέρνηση. Υποστηρίζει πως αυτή τη στιγμή ο πλούτος του είναι μικρότερος των 10 εκατ. δολαρίων. «Δεν έχω διαπράξει κανένα έγκλημα στη ζωή μου, ούτε οδική παράβαση», επιμένει στις συνεντεύξεις που δίνει.
Η αλήθεια είναι μια φευγαλέα έννοια στη σημερινή Τουρκία, μια χώρα στην οποία ο ορισμός θεμελιωδών εννοιών όπως «σύμμαχος» και «προδότης» αλλάζει συνέχεια. Ενας εμφανίσιμος 53χρονος άνδρας, ο κ. Ιπέκ, μιλάει αγγλικά τα οποία διδάχθηκε εν μέρει στις προπτυχιακές σπουδές του στη Βρετανία. Αν κάποιος τον βοήθησε να πλουτίσει, δηλώνει ο ίδιος, ήταν ο πατέρας του, Αλί Ιπέκ, και όχι ο κ. Γκιουλέν. Ο πρεσβύτερος κ. Ιπέκ δημιούργησε μια επιτυχημένη επιχείρηση ευχετηρίων καρτών που απασχολεί 500 υπαλλήλους. Οταν πέθανε προ διετίας, ανέλαβε την επιχείρηση ο Ακίν Ιπέκ, ο οποίος αναζήτησε νέες ευκαιρίες και αγόρασε δύο ορυχεία, ένα χρυσού και ένα αργύρου. «Είχα τη δυνατότητα να τα αγοράσω» τονίζει και διευκρινίζει ότι «υπάρχουν πολλά μικρά ορυχεία στην Τουρκία, κόστισαν μόνο ένα εκατ. δολάρια».
Με τα ΜΜΕ
Μπήκε στον κόσμο των ΜΜΕ το 2005 αγοράζοντας την εφημερίδα Bugun ως αναπόφευκτο βήμα, όπως δηλώνει ο ίδιος, καθώς οι οικολογικές οργανώσεις προέβαλαν αντιρρήσεις στη λειτουργία των ορυχείων του. Το 2008 αγόρασε το πρώτο του τηλεοπτικό δίκτυο, το Kanalturk. Ως βαρώνος των ΜΜΕ κάποιες φορές δέχθηκε τις προσκλήσεις του κ. Ερντογάν. Δύο φορές τού ζήτησε να αγοράσει και άλλες εφημερίδες, αλλά οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες. Σχολιάζει θετικά τον Ερντογάν της εποχής χαρακτηρίζοντάς τον «πολύ λογικό άνθρωπο, που προσπαθούσε να κάνει ό,τι ήταν καλό για τη χώρα, προσπαθούσε να την εντάξει στην Ε.Ε., μιλούσε για ανθρώπινα δικαιώματα». Σε λιγότερο από 15 χρόνια, ο κ. Ιπέκ εξελίχθηκε από βιομήχανο ευχετήριων καρτών σε δισεκατομμυριούχο που του ζητούσε χάρες ο ισχυρός ηγέτης της χώρας.
Υπάρχει, όμως, και η άλλη εκδοχή της ζωής του κ. Ιπέκ από ανθρώπους που τον γνωρίζουν και έχουν παρακολουθήσει τη σταδιοδρομία του. Ειρωνεία της τύχης ότι οφείλει την άνοδό του στην εκλογή του ανθρώπου που αποτέλεσε και τη νέμεσή του, του κ. Ερντογάν. Ο κ. Ιπέκ ήταν από τους νικητές της πρώτης περιόδου Ερντογάν και άρχισε με την αγορά του ορυχείου του Οβατσίκ το 2005.
Το ορυχείο είχε κλείσει με δικαστική απόφαση το 2004 καθώς οι οικολογικές οργανώσεις κατήγαγαν νίκη σπάνια για τα δεδομένα της Τουρκίας. Προς μεγάλη λύπη των κατοίκων της περιοχής και των ακτιβιστών, άνοιξε ξανά όταν ο κ. Ιπέκ συγκέντρωσε υπογραφές από καμιά δεκαριά υπουργεία. Λίγες εβδομάδες αργότερα, κάτοικοι της περιοχής και μέλη οικολογικών οργανώσεων δέχθηκαν επίθεση από εργάτες του ορυχείου του Ιπέκ.
Στο βίντεο που κατέγραψε την επίθεση φαίνεται πως ο κ. Ιπέκ βρίσκεται στη σκηνή και σύμφωνα με πρώην υπαλλήλους του ήταν αυτός που είχε ενορχηστρώσει τα βίαια επεισόδια. Ο ίδιος το αρνείται. Η μήνυση που ασκήθηκε κατά της εταιρείας του δεν έχει εκδικασθεί, ενώ έχει παρέλθει πενταετία. Μόνο λίγοι εκλεκτοί είχαν τέτοια υποστήριξη από το κράτος. Επιπλέον, ένας φιλόδοξος επιχειρηματίας έπρεπε να αναπτύξει στενή σχέση με τον Γκιουλέν, αλλά και να στηρίξει το κίνημά του.
Κοκκινοσκουφίτσα ή λύκος ο Γκιουλέν;
«Είναι ένας λύκος μεταμφιεσμένος σε Κοκκινοσκουφίτσα». Ετσι χαρακτηρίζει τον Γκιουλέν ο Χουσεΐν Γκιουλέρς, πρώην αρχισυντάκτης της «Ζαμάν», της ισχυρότερης εφημερίδας των γκιουλενιστών στη χώρα. Ο ίδιος επιμένει πως ο Γκιουλέν «έχει την έμμονη ιδέα ότι θα κυβερνήσει τον κόσμο». Πιστεύει, άλλωστε, πως ο Ακίν Ιπέκ είναι «ένα από τα μεγαλύτερα θύματα του Γκιουλέν, ο οποίος τον χρησιμοποίησε».
Ο Ιπέκ δεν συμφωνεί. Επιμένει πως άνοιξε το ορυχείο χάρη στην επιμονή του. Επιμένει πως οι γκιουλενιστές ουδέποτε αποτέλεσαν ένα βαθύ κράτος. Δύσκολα βρίσκει, όμως, κανείς ανθρώπους με γνώση περί τα της Τουρκίας που να συμμερίζονται αυτήν την άποψη, εκτός βεβαίως από τους ίδιους τους γκιουλενιστές. Σε ό,τι αφορά το επιχείρημά του ότι δεν είναι παρά απλώς ένας θαυμαστής του Γκιουλέν, δεν είναι πειστικό καθώς στα τέλη του 2015 ο ίδιος ο Γκιουλέν σε κήρυγμά του τον χαρακτήρισε «άγγελο» και έναν από τους 1.000 ανθρώπους στην Τουρκία που θα μπουν εύκολα και σίγουρα στον παράδεισο.
Ο θυμός του Ερντογάν
Ο κ. Ιπέκ, πάντως, γνώρισε τον θυμό του Τούρκου προέδρου πριν από οποιονδήποτε άλλον. Το 2012, ο κ. Ερντογάν έβραζε κυριολεκτικά όταν διάβαζε δυνατά λέξη προς λέξη δημοσίευμα της εφημερίδας του κ. Ιπέκ με το οποίο διαφωνούσε. «Δεν ήταν πλέον λογικός άνθρωπος», τονίζει και υποστηρίζει ότι ζήτησε από τον Ερντογάν να τον θεωρήσει κάτι σαν «νεότερο αδελφό του και να τον αφήσει να του πει μερικές αλήθειες και ότι ο ίδιος σκόπευε να ζητήσει από τους συντάκτες της εφημερίδας του να είναι πιο ήπιοι». Πρέπει να συνειδητοποίησε ότι το μέλλον του στην Τουρκία ήταν αβέβαιο. Στα τέλη του 2014 άρχισε να μεταφέρει τις δραστηριότητές του στο Λονδίνο, όπου δημιούργησε μια εταιρεία συμμετοχών με την επωνυμία Ipek Investments και σκόπευε να μεταφέρει σε αυτήν όλα τα περιουσιακά του στοιχεία.
Δεν ήταν εύκολο να εντοπίσουμε κάποιον αξιωματούχο της τουρκικής κυβέρνησης που να μιλήσει για τις κατασχέσεις επιχειρήσεων στην Τουρκία. Επειτα από πολλές προσπάθειες, ένας υψηλόβαθμος σύμβουλος του Ερντογάν συμφώνησε να μας δεχθεί στο γραφείο του. Για να φτάσει κάποιος εκεί πρέπει να περάσει από δύο ανιχνευτές μετάλλων, μετά μέσα από υπόγειες σήραγγες και στη συνέχεια από έναν τρίτο ανιχνευτή μετάλλων.
Αρχικά θέλησε να μας παραπέμψει σε άλλες πηγές, αλλά όταν κατλαβε ότι αυτό δεν μας ενδιέφερε, δέχθηκε να μιλήσει σε καθεστώς ανωνυμίας. Επανειλημμένως τόνισε «μη με βάλετε σε μπελάδες» και μας εξήγησε πως «σήμερα η Τουρκία είναι μια χώρα που ακόμη και οι ισχυροί φοβούνται πως μια λάθος κίνηση μπορεί να τους κοστίσει τη σταδιοδρομία τους»...