Του Αλέξανδρου Μίχα
(Πηγή : http://amagi.gr)
Τις προηγούμενες εβδομάδες παρακολουθήσαμε την παταγώδη κατάρρευση τις φαεινής ιδέας της ελληνικής κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει τους πρόσφυγες σαν διαπραγματευτικό χαρτί για να απαλλαγεί από τα επαχθή μνημονιακά μέτρα, στα οποία μας οδήγησαν οι προηγούμενες φαεινές ιδέες του θιάσου που δίνει παραστάσεις στο Μαξίμου.
Το «ποντάρισμα εξωτερικού» στις πλάτες των προσφύγων δεν απέφερε —φυσικά— τίποτε απολύτως· αντίθετα, επέφερε κλειστά σύνορα, άμεσο (και ακόμα παρόντα) κίνδυνο αποβολής της χώρας από τη Συνθήκη Σένγκεν, ηγεμονικές εξουσίες της Τουρκίας στο Αιγαίο, διεθνή χλεύη. Δημιούργησε, επίσης, το πιο τραγικό: καταυλισμούς ανθρώπινου πόνου, αγωνίας και απελπισίας.
Τις προηγούμενες εβδομάδες παρακολουθήσαμε την παταγώδη κατάρρευση τις φαεινής ιδέας της ελληνικής κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει τους πρόσφυγες σαν διαπραγματευτικό χαρτί για να απαλλαγεί από τα επαχθή μνημονιακά μέτρα, στα οποία μας οδήγησαν οι προηγούμενες φαεινές ιδέες του θιάσου που δίνει παραστάσεις στο Μαξίμου.
Το «ποντάρισμα εξωτερικού» στις πλάτες των προσφύγων δεν απέφερε —φυσικά— τίποτε απολύτως· αντίθετα, επέφερε κλειστά σύνορα, άμεσο (και ακόμα παρόντα) κίνδυνο αποβολής της χώρας από τη Συνθήκη Σένγκεν, ηγεμονικές εξουσίες της Τουρκίας στο Αιγαίο, διεθνή χλεύη. Δημιούργησε, επίσης, το πιο τραγικό: καταυλισμούς ανθρώπινου πόνου, αγωνίας και απελπισίας.
Στην Ειδομένη, στον Πειραιά και σε πολλά ακόμα σημεία της επικράτειας κυριαρχεί η εικόνα ανθρώπων διωγμένων από τα σπίτια τους εξαιτίας του τέρατος που λέγεται Ισλαμικό Κράτος, οι οποίοι πασχίζουν να βρουν διέξοδο προς την Ευρώπη. Τις τραγικές συνθήκες μέσα στις οποίες έχουν αφεθεί τις βλέπουμε κάθε μέρα, κάθε λεπτό. Και είναι θέμα χρόνου να δούμε τα χειρότερα, με τα πιο αισιόδοξα σενάρια να σταματούν σε μεταδοτικές ασθένειες και εκτεταμένα επεισόδια.
Τι κάνει για όλα αυτά η αριστερή κυβέρνηση; Απολύτως τίποτα. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε τίποτα καλύτερο από ένα τσούρμο θεωρητικώς αλληλέγγυων και δήθεν ευαίσθητων, οι οποίοι στα λόγια σώζουν τον πλανήτη, αλλά στην πράξη δεν έχουν βοηθήσει ούτε αδέσποτο. Είναι, όμως, μόνο ανικανότητα; Εάν υπήρχε η παραμικρή έστω προσπάθεια βελτίωσης της κατάστασης, κάποιος καλόπιστος θα έλεγε πως ναι· δυστυχώς, η πλήρης απουσία οποιασδήποτε κρατικής δομής στην αντιμετώπιση του Προσφυγικού δεν αφήνει περιθώρια καλής πίστης.
Αφού, λοιπόν, το «ποντάρισμα εξωτερικού» δεν απέδωσε κέρδη, η εργαλειοποίηση των προσφύγων συνεχίζεται αμείωτη, με το ακόμη αισχρότερο «ποντάρισμα εσωτερικού», στο οποίο η κυβέρνηση κινείται σε δύο άξονες: αφενός μεν να καρπωθεί την άγρια χαρά των τριτοκοσμικών αλληλέγγυων της συμφοράς, αφήνοντάς τους να παίξουν το παιχνίδι της παγκόσμιας ανατροπής στις πλάτες πονεμένων ανθρώπων, αφετέρου δε να ριζοσπαστικοποιήσει όσο το δυνατόν εντονότερα τα ξενοφοβικά ένστικτα μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Και αν ο πρώτος άξονας παράγει αμελητέα εκλογικά οφέλη (ακόμα και στη μαγική χώρα του εξυπνότερου λαού του κόσμου, πόσοι θα συγκινηθούν από τα δελτία Τύπου του Κυρίτση;), οι μάζες που περιλαμβάνονται στον δεύτερο μόνο ασήμαντες δεν είναι. Ειδικά σε μία περίοδο που η Νέα Δημοκρατία βρίσκει αντιπολιτευτικό βηματισμό, η δημιουργία καταστάσεων ευνοϊκών για τα εκ δεξιών της κόμματα είναι μια ανέλπιστη ανάσα στην παραπαίουσα κυβέρνηση.
Η λογική της κυβέρνησης θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: Αφού δεν μπορώ να κερδίσω κάτι από τους πρόσφυγες, ας χάσουν περισσότερα από εμένα οι αντίπαλοί μου. Με κάθε κόστος. Κι ας συνεπάγεται κάτι τέτοιο γιγάντωση των νεοναζί. Ο στόχος είναι σαφής: η εμπέδωση ότι το πρόβλημα είναι τόσο σοβαρό, που δεν μπορεί να υπάρξει λύση εντός μιας συντεταγμένης δημοκρατικής πολιτείας. Και εκεί έρχονται τα «παιδιά» με τις μαύρες μπλούζες, τα οποία, ω του θαύματος, είναι εξαφανισμένα από προσώπου γης, αναμένοντας να δοξαστούν κρυπτόμενοι και να κληθούν από τη λαϊκή αγανάκτηση να δώσουν την τελική λύση.
Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να εντοπίσει έγκαιρα την παγίδα και να την αποφύγει ισορροπώντας στον διπλό άξονα της τήρησης της νομιμότητας: από τη μία, εκπληρώνοντας τις υποχρεώσεις της χώρας προς τους πρόσφυγες, εξασφαλίζοντάς τους, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, όπως αυτές ορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο, και, από την άλλη, επιδιώκοντας τη νομιμότητα σε όλη την επικράτεια, χωρίς να διακρίνει τους παραβάτες σε ημεδαπούς και αλλοδαπούς, μετανάστες ή πρόσφυγες.
Το μήνυμα πρέπει να είναι ξεκάθαρο: στο ζήτημα του Προσφυγικού, ασφάλεια και σεβασμός πάνε μαζί. Οποιαδήποτε λύση προκρίνει το ένα εις βάρος του άλλου είναι κοντόφθαλμη και, τελικά, ατελέσφορη. Η ανακούφιση των προσφύγων περνά μέσα από την κοινωνική ειρήνη, και η κοινωνική ειρήνη δεν εξασφαλίζεται μόνο με ευχολόγια και καλή διάθεση: απαιτεί δικαιοσύνη και σταθερότητα.
Για άλλη μία φορά η κυβέρνηση τζογάρει χυδαία σε ζητήματα εν ου παικτοίς, προσδοκώντας τη δική της πολιτική επιβίωση εις βάρος της χώρας και καταφρονώντας την ιερή έννοια του πρόσφυγα. Συνήθως αυτά τα παιχνίδια αφήνουν πίσω τους καμένη γη· αν, όμως, η αντιπολίτευση καταφέρει να βρει τη ρωγμή, τότε αυτή που τελικά θα καεί θα είναι η ανάλγητη, ανήθικη και ξεδιάντροπη κυβέρνηση. Και η ρωγμή συνήθως βρίσκεται ακριβώς πάνω στη χρυσή τομή.
Ο εντοπισμός της είναι το συλλογικό και προσωπικό μας στοίχημα, σε πολιτικό και ανθρωπιστικό επίπεδο.