Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013

Ανάλυση για το τρίτο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους και τον κίνδυνο αποτυχίας του


Το τρίτο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους και ο κίνδυνος αποτυχίας του
Του Κωνσταντίνου Β. Κόλλια
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Για το θέμα της καταλληλότερης λύσης για το ελληνικό χρέος έχουν ειπωθεί και ακουστεί πολλά. Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η κρίση, οι δύο σχολές –η αγγλοσαξονική και η ευρωπαϊκή (επί της ουσίας η γερμανική)– βρίσκονται σε αντιπαράθεση για το ποιος είναι ο σωστός δρόμος μείωσης του χρέους.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι το «κούρεμα» στο ονομαστικό ποσό του χρέους θα έπρεπε να είχε γίνει εξαρχής. Εκτιμούν πως το τραπεζικό σύστημα όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά του συνόλου της Ευρωζώνης, ήταν επαρκώς θωρακισμένο για να απορροφήσει τους κραδασμούς ενός «κουρέματος» της τάξεως του 30%. Ουδείς γνωρίζει τι θα είχε γίνει εάν ακολουθούσαμε από την πρώτη στιγμή την επιλογή της αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους. Θα ήταν σίγουρα πολύ επώδυνο, χωρίς όμως να είμαστε και σε θέση να προβλέψουμε τη συνέχεια. Και αυτό, γιατί μπορεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να έχει εμπειρία περί των 180 αναδιαρθρώσεων παγκοσμίως, η περίπτωση όμως της Ελλάδας ήταν ξεχωριστή, τόσο λόγω της συμμετοχής της σε νομισματική ένωση όσο και λόγω των ιδιαιτεροτήτων της οικονομίας και της αγοράς, αλλά και της δομής του δημόσιου τομέα της (ποιος, άλλωστε, δεν θυμάται την ομολογία του εκπροσώπου του ΔΝΤ, Πόουλ Τόμσεν, ένα χρόνο μετά την υπαγωγή στο πρώτο Μνημόνιο, ότι «δεν περίμενα πως η αύξηση του ΦΠΑ θα περνούσε στις τελικές τιμές πώλησης των προϊόντων !»).
Ναι, οι δανειστές έκαναν λάθος στις εκτιμήσεις τους σε ό,τι αφορά το μείγμα πολιτικής. Επέμειναν και αποδέχθηκαν τις αυξήσεις φόρων και τις μειώσεις μισθών, προσδοκώντας την εσωτερική υποτίμηση, η οποία, όμως, δεν ήρθε ποτέ επί της ουσίας, παρά μόνο στα έσοδα των φορολογουμένων (και όχι στα έξοδά τους, στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών). Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός ότι ο πληθωρισμός ναι μεν έχει υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό ως δείκτης, οι τιμές, όμως, σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες είτε παραμένουν καρφωμένες στα ίδια επίπεδα είτε –ακόμη χειρότερα– αυξάνονται! Η πολιτική λιτότητας κρίθηκε επιβεβλημένη για να επιτευχθεί η δημοσιονομική προσαρμογή. Ομως, αυτό οδήγησε στον απόλυτο και ανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Μελέτες δείχνουν ότι για κάθε μία μονάδα οφέλους στον προϋπολογισμό από τη δημοσιονομική προσαρμογή, το χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 3,5 εκατοστιαίες μονάδες!
Φτάσαμε λοιπόν σε δύο αναδιαρθρώσεις χρέους, οι οποίες επιχειρήθηκαν την τελευταία διετία –δηλαδή το PSI και η επαναγορά ομολόγων–, χωρίς όμως να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, που δεν είναι άλλο από τη δραστική μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Και παρά το γεγονός ότι οδηγηθήκαμε σε αυτές τις λύσεις λόγω και της παρατεταμένης ύφεσης, τις εφαρμόσαμε –με όποιες αδυναμίες και λάθη–, χωρίς να κάνουμε κάτι για την ακρίβεια για τον παρονομαστή του κλάσματος. Δηλαδή για την ανάπτυξη. Ετσι, και οι δύο αναδιαρθρώσεις δεν προσέφεραν σχεδόν τίποτα στην οικονομία και στην αγορά, αφού διατήρησαν το μέγεθος του χρέους σε πολύ υψηλά επίπεδα ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Φθάσαμε στο σήμερα, λοιπόν, οπότε για μία ακόμη φορά το «κούρεμα» του χρέους –το τρίτο– θεωρείται δεδομένο. Είτε στο ονομαστικό ποσό είτε στους τόκους. Και αυτή, όμως, η αναδιάρθρωση δεν θα έχει κανένα απολύτως αποτέλεσμα, εάν δεν ασχοληθούμε με το ΑΕΠ. Αν δεν προσπαθήσουμε, το συντομότερο δυνατόν, να δημιουργήσουμε τις συνθήκες μείωσης της ύφεσης και επιστροφής της χώρας στην ανάπτυξη. Γιατί, αν δεν αυξηθεί ο παρονομαστής, ό,τι και να κάνουμε με τον αριθμητή, δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Β. Κόλλιας είναι αντιπρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.