Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Το εύστοχο άρθρο του Στ. Κασιμάτη για την καταπίεση των αξίων ως «δημοκρατία»


Η καταπίεση των αξίων ως «δημοκρατία»
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Οπως ξέρετε όσοι έχετε μικρά παιδιά (εγώ απλώς το έχω ακούσει από φίλους που διαθέτουν τέτοια αξεσουάρ...), συχνά τα παιδιά έχουν ένα αγαπημένο παραμύθι και θέλουν αυτό να ακούν προτού κοιμηθούν, έστω και αν το έχουν ήδη ακούσει αμέτρητες φορές.
Το δικό μας αγαπημένο παραμύθι, ως ψηφοφόρων, το παραμύθι με το οποίο μας παίρνει ο ύπνος για να ονειρευτούμε την εύκολη, ανώδυνη υπέρβαση της χρεοκοπίας, είναι αυτό που λέει ότι υπάρχει τρόπος ώστε κανείς να μην ξεβολευτεί στο Δημόσιο (πόσω μάλλον να απολυθεί...), καθόλου να μη μειωθούν οι μισθολογικές δαπάνες, ούτε να θιγεί ο δήθεν δημοκρατικός εξισωτισμός των άχρηστων με τους χρήσιμους, αλλά παρ’ όλα αυτά να μπορούμε να έχουμε ένα καλύτερο, αποτελεσματικότερο κράτος, που θα είναι και φιλικότερο προς τον πολίτη και οικονομικότερο στη λειτουργία του.
Το παραμύθι αυτό το ακούγαμε κατά κόρον για πολλά χρόνια, ιδίως στις προεκλογικές περιόδους, από εκείνους οι οποίοι στην πραγματικότητα ξόδευαν όλη την επινοητικότητά τους για να ξεχειλώνουν το Δημόσιο με σωρηδόν διορισμούς, σκανδαλώδη επιδόματα και παράλογα προνόμια στους υπαλλήλους του. Τώρα που ήλθαν έτσι τα πράγματα ώστε να πρέπει οι ίδιοι να αποσυναρμολογήσουν το πελατειακό κράτος, το παραμύθι πέρασε στα χείλη της Αριστεράς, είτε της ξενέρωτης καφενόβιας είτε της λεγόμενης ριζοσπαστικής. Δεν είναι δυνατόν φυσικά να αγνοούν τις κάθε είδους καταγγελίες για τις δυσλειτουργίες του κράτους. Μπορούν όμως εύκολα να εξουδετερώνουν τη σημασία τους σπέρνοντας αφειδώς ελπίδες ότι έχουν κάποιον τρόπο για να το κάνουν καλύτερο. Ποιον τρόπο; Δεν έχει σημασία· γιατί, στο σημείο αυτό, το παιδί (δηλαδή τον ψηφοφόρο) το έχει πάρει ο ύπνος και ονειρεύεται λαγούς με πετραχήλια...
Οταν όμως περνούμε στην πράξη, η υποκρισία όσων επαγγέλλονται τον μαγικό τρόπο για ένα καλύτερο Δημόσιο αποκαλύπτεται. Οπως συνέβη προ ημερών, στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης στη Βουλή, με αντικείμενο νομοσχέδιο του υπουργείου Δημόσιας Διοίκησης, όπου μεταξύ άλλων καταργείται και η περιβόητη «μηχανογραφική άδεια» των έξι ημερών τον χρόνο, για όσους υπαλλήλους χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό υπολογιστή ―μια ρύθμιση η οποία υφίσταται από το 1989. Το υπουργείο υποστηρίζει ότι με την κατάργησή της θα εξοικονομηθούν 1,8 εκατομμύρια εργατοώρες στον δημόσιο τομέα. Αλλά και πέραν της άμεσης πρακτικής σκοπιμότητας, υπάρχει και η μακροπρόθεσμη ωφέλεια στην εργασιακή κουλτούρα, που προκύπτει από την εφαρμογή κάθε μέτρου εξορθολογισμού της λειτουργίας του Δημοσίου. Πώς μπορεί να γίνει παραγωγικό το Δημόσιο, να εκπληρώσει τον λόγο της ύπαρξής του, όταν η λειτουργία του διέπεται από γελοίους αναχρονιστικούς κανόνες; Προνόμια ασφαλώς και πρέπει να υπάρχουν, εφόσον υπαγορεύονται από την κοινή λογική, συνδέονται με την αξία του υπαλλήλου και λειτουργούν ως κίνητρα για καλύτερες επιδόσεις. Ομως το τζάμπα πρέπει κάποτε να τελειώνει. «Τhere’s no free lunch», που έλεγε και η αείμνηστη βαρώνη.
Και όμως... Αυτό το απολύτως προφανές, ότι η εξαήμερη «μηχανογραφική άδεια» είναι στις μέρες μας ένα παράλογο προνόμιο, η Ζωή Κωνσταντοπούλου του ΣΥΡΙΖΑ (ηγέτις της προσωποπαγούς συνιστώσας «ΤΣΥΡΙΖΑ»...) δεν μπορούσε να το δεχθεί. Διότι, όπως είπε, «αποδοτικός υπάλληλος είναι ο υπάλληλος που ξεκουράζεται κιόλας», λες και το θέμα αφορούσε την περικοπή της κανονικής αδείας. Σε μια εποχή που ο υπολογιστής έχει γίνει απαραίτητο εργαλείο της καθημερινότητας, όπου οι περισσότεροι εργαζόμενοι φεύγουν από τον υπολογιστή του γραφείου τους για να επιστρέψουν στον υπολογιστή του σπιτιού τους, η Ζωή Κωνσταντοπούλου επέσειε τον κίνδυνο ασθενειών «που συνδέονται με τη χρήση και μάλιστα την παρατεταμένη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως είναι η ξηροφθαλμία και η τενοντίτιδα». Μα τότε τι θα έπρεπε να κάνει το Δημόσιο για όσους στο πλαίσιο των καθηκόντων τους χρησιμοποιούν αυτοκίνητο, εργαλείο αποδεδειγμένα πιο επικίνδυνο από τον υπολογιστή;
Διερωτώμαι, λοιπόν, όταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου αφήνεται να καλπάζει χλιμιντρίζοντας στα λιβάδια του παραλογισμού, προκειμένου να αντισταθεί (για ψηφοθηρικούς λόγους, υποθέτω) στον εξορθολογισμό της λειτουργίας του Δημοσίου, πώς να πιστέψει ο πολίτης που διαθέτει τον κοινό νου ότι Τσιπραίοι, Λαφαζαναίοι και Στρατούληδες μπορούν να φτιάξουν ένα καλύτερο κράτος, όπως ισχυρίζονται.
Δημοκρατία, για τον ΣΥΡΙΖΑ, σημαίνει παροχές αποσυνδεδεμένες από τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας, προνόμια για ψηφοθηρικούς λόγους, σημαίνει εν τέλει αναξιοκρατία. Διότι ο εξισωτισμός, όπως τον βίωσαν οι σοβιετικού τύπου οικονομίες (μεταξύ των οποίων και η ελληνική) εκεί οδηγεί αναπόφευκτα. Στη συζήτηση στην επιτροπή της Βουλής, αναφέρθηκε ως παράδειγμα (μολονότι το σχέδιο νόμου δεν περιέχει καμία σχετική διάταξη) το ισχύον καθεστώς με την άδεια «επαπειλούμενης κύησης» και ιδιαίτερα η κατάχρησή της. Και ο υπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρώην υφυπουργός Εσωτερικών του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Ντόλιος κατήγγειλαν ότι υπάρχουν ολόκληροι κλάδοι στο Δημόσιο στους οποίους έχει εντοπισθεί στατιστικά ότι οι επαπειλούμενες κυήσεις υπερβαίνουν κατά πολύ το ποσοστό που ισχύει για τον γενικό πληθυσμό.
«Δεν είναι άδικο για τη γυναίκα που έχει φυσιολογική εγκυμοσύνη και συνεχίζει να δουλεύει να βλέπει κάποιες άλλες να κάθονται, επειδή κάνουν χρήση αυτής της άδειας χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος;». Ηταν ο Μητσοτάκης που έθεσε το ερώτημα, αλλά θα το απαντήσω εγώ. Βεβαίως είναι· και επειδή κανένας σε τούτη τη χώρα δεν θέλει να έχει την ιδιότητα που εκφράζει η συχνότερα χρησιμοποιούμενη προσφώνηση μεταξύ των Νεοελλήνων, ο άξιος θα ακολουθήσει εκών άκων το ρεύμα των ανάξιων. Θα διαφθαρεί και αυτός, επειδή -δημοκρατικώ δικαιώματι- κανείς δεν εμποδίζει τους ανάξιους να επιβάλλουν τους όρους τους. Είναι «προοδευτικό» να υπερασπίζεται κάποιος ένα τέτοιο σύστημα; Αυτό το ερώτημα πρέπει να το απαντήσει ο καθένας μας.