Η Ε.Ε., το «κούρεμα» και η μετακύλιση ομολόγων
Του Αθανασιου Έλλις
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Η σύγκρουση ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στους Ευρωπαίους εταίρους για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους αναδεικνύει τον διαφορετικό τρόπο λειτουργίας και τις ενίοτε αντικρουόμενες στοχεύσεις των δύο πυλώνων της τρόικας.
Ο ένας κινείται με τεχνοκρατικά κριτήρια και επιχειρεί να καταστήσει το χρέος βιώσιμο και τελικά εξυπηρετήσιμο, ενώ ο άλλος, η συμπεριφορά του οποίου εκ των πραγμάτων εμφανίζει πολιτικά χαρακτηριστικά, ενίοτε προβάλλει μια τιμωρητική στάση.
Η αντίθεση των ευρωπαϊκών θεσμών σε ένα «κούρεμα» του χρέους της Ελλάδας προς τον επίσημο τομέα είναι γνωστή, αλλά ο τρόπος με τον οποίο αναδείχθηκε στο περιθώριο της πρόσφατης ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον ήταν ιδιαίτερα οξύς, με πλέον χαρακτηριστική την αντίδραση του Γιοργκ Ασμουσεν, όταν ρωτήθηκε σχετικά από την «Κ». Το μέλος του εκτελεστικού διευθυντηρίου της ΕΚΤ επέκρινε το ΔΝΤ υποστηρίζοντας ότι είναι εύκολο να προκρίνει το Ταμείο τη λύση του «κουρέματος» γιατί «μιλάει για τα λεφτά των άλλων» και ενώ το ίδιο, ως προτιμώμενος πιστωτής, έχει διασφαλίσει ότι θα πάρει πίσω στο ακέραιο τα χρήματα που δάνεισε στην Ελλάδα. Η θέση του Γερμανού μέλους της ΕΚΤ δεν στερείται λογικής, αλλά επί της ουσίας εκπέμπει μια απροθυμία να επιδειχθεί η αλληλεγγύη που αναζητεί η Αθήνα, και την οποία πολλοί, συμπεριλαμβανομένης και της Αγκελα Μέρκελ, περιγράφουν ως βασικό συστατικό της λειτουργίας της ενιαίας Ευρώπης.
Αντίθετοι σε «κούρεμα» εμφανίστηκαν επίσης ο επίτροπος Ολι Ρεν, όπως και άλλος ένας κορυφαίος Γερμανός παράγοντας της Ευρωζώνης, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, Κλάους Ρέγκλινγκ. Σε ανάλογο πνεύμα κινείται και η κατηγορηματική αντίθεση της ΕΚΤ στην προοπτική μετακύλισης των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης.
Τώρα που η Ευρωζώνη αρχίζει να εξέρχεται της κρίσης, μήπως θα έπρεπε κάποιοι Ευρωπαίοι ιθύνοντες να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν την Ελλάδα; Δεν μπορεί να αναγνωρίζουν τις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά και τις σοβαρές προσπάθειες που καταβάλλει η κυβέρνησή του υπό τη μόνιμη απειλή σημαντικού πολιτικού κόστους, και να μην ανταποκρίνονται ανάλογα.
Υπό το ίδιο πρίσμα, οι Ευρωπαίοι, φοβούμενοι την αντίδραση των ψηφοφόρων τους στις ευρωεκλογές του Μαΐου, τηρούν αυστηρή στάση σε ό,τι αφορά την ελάφρυνση του χρέους, ακόμη και μέσω της μείωσης των επιτοκίων και της επιμήκυνσης του χρόνου ωρίμασης. Μάλιστα, ο επίτροπος Ρεν σημείωσε ότι η ουσιαστική διαδικασία λήψης αποφάσεων αναμένεται να ολοκληρωθεί «κάποια στιγμή στη διάρκεια του επόμενου καλοκαιριού», δηλαδή μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Ομως, η συγκεκριμένη προσέγγιση αγνοεί όχι μόνο τις οικονομικές ανάγκες της Ελλάδας, αλλά και τις πολιτικές της κυβέρνησης Σαμαρά, η οποία έχοντας υποστηρίξει ότι μετά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος οι Ευρωπαίοι έχουν δεσμευθεί να προχωρήσουν σε ελάφρυνση του χρέους, θα είναι η ίδια εκτεθειμένη έναντι των Ελλήνων ψηφοφόρων στις ευρωεκλογές.
Φυσικά, δεν πρόκειται για το «καλό» ΔΝΤ και τους «κακούς» Ευρωπαίους. Στέλεχος του Ταμείου εξέφρασε στον γράφοντα τον προβληματισμό του για τη δημοσιογραφική κάλυψη των εξελίξεων από τα ελληνικά ΜΜΕ, υποστηρίζοντας ότι ακόμη και οι φωνές της λογικής, που όλο αυτό το διάστημα σηκώνουν το βάρος της αντικειμενικής ενημέρωσης και της προβολής της πραγματικότητας, αρχίζουν να υποκύπτουν στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα με «προειδοποιήσεις» προς τους εταίρους και απαιτήσεις για κατανόηση.
Ομως, η απάντηση είναι απλή. Εάν στόχος είναι να διασωθεί η Ελλάδα, να μπορέσει να ανακάμψει και –το σημαντικότερο για κάποιους– να αρχίσει να αποπληρώνει τα χρέη της, θα πρέπει οι δανειστές να κινηθούν με κριτήριο τη στήριξη της χώρας, όχι την τιμωρία της. Η εξάντληση της αυστηρότητας την άνοιξη του 2010 οδήγησε σε τιμωρητικά επιτόκια, που κάθε άλλο παρά βοήθησαν το όλο εγχείρημα. Κάτι ανάλογο κάνουν σήμερα η απόρριψη της μετακύλισης των ομολόγων και η αντίθεση στην τεκμηριωμένη πρόταση του ΔΝΤ για «κούρεμα».