O μαρμαρωμένος βασιλιάς Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και ο δυισμός της εθνικής μας ψυχής
Eλληνική ψυχή: Tο υβριδικό της Δύσης και Ανατολής, του εκσυγχρονισμού και του συντηρητισμού που και τα δύο αλληλοσυνυπάρχουν και αλληλοκαθορίζονται
Από τον Νικόλαο Παπαναστασόπουλο
(Πηγή : http://www.eboulevard.gr/)
Η ιστορία έχει ή δεν έχει νομοτέλειες; Η ζωή διέπεται ή όχι από σταθερές και κανονικότητες που έχουν να κάνουν με τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά ενός λαού;
Οι απαντήσεις είναι δύσκολο να δοθούν, χωρίς να ελλοχεύουν ιδεοληπτικές και όχι επιστημονικές θεάσεις. Όπως και να ’χει πάντως στην πορεία του ο Ελληνισμός φαίνεται να διακατέχεται από έναν ιδιότυπο δυισμό που έχει τις ρίζες του στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη και στη συνέχεια μετουσιώθηκε λίγο πριν την άλωση του 1453 σε ανθενωτικούς και ενωτικούς (αντίθεση μεταξύ Γεώργιου Σχολάριου και Πλήθωνα Γεμιστού) και στο σήμερα σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς.
Κοντά στην επέτειο της αποφράδας μέρας της πτώσης της Κωνσταντινούπολης, μπορούμε ακριβώς να εστιάσουμε στις εθνικές μας αμφιθυμίες, μέσα από την περίπτωση του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ΙΑ’.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (γιος του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ του Παλαιολόγου και της Ελένης Δραγάση) γεννήθηκε το 1404 και έγινε αυτοκράτορας το 1449 στον Μυστρά. Αναλαμβάνοντας τις τύχες της Αυτοκρατορίας που μόνο στο όνομα ήταν, καθώς οι κτήσεις της είχαν απομείνει στο ελάχιστο, προσπάθησε μέσα από γάμους ή προξενιά να αποκτήσει κάποια ισχύ, χωρίς όμως να τα καταφέρει. Και οι δύο του σύζυγοι πέθαναν πρόωρα, η πρώτη η Μαγδαληνή-Θεοδώρα στο Σανταμέρι της Αχαΐας (τόπο καταγωγής του γράφοντος), ενώ ήταν έγκυος, αλλά και η δεύτερη η Αικατερίνη, κόρη του Δορίνου Γατελούζου είχε παρόμοιο τέλος, χωρίς να αποκτήσει απογόνους. Γνωρίζοντας τη δεινή κατάσταση, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος προσπάθησε να λάβει όλα τα απαραίτητα οχυρωματικά έργα, καθώς η Βασιλεύουσα ήταν ο στόχος που εποφθαλμιούσε ο Μωάμεθ ο Β’ (ο κατόπιν Πορθητής). Με ελάχιστες δυνάμεις που πολλοί ιστορικοί ερίζουν για το γεγονός ότι ο στρατός που πολεμούσε ήταν υποπολλαπλάσιος του πληθυσμού της πόλης, πάλεψε γενναία, δεν παραδόθηκε και παρά το ότι του προτάθηκε να γλιτώσει, έμεινε μέχρι το τέλος στην πύλη του Αγίου Ρωμανού και έγινε ένα με τον θρύλο και τον μύθο ως πρότυπο γενναιότητας και «φυλάττομεν Θερμοπύλας».
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος θεωρούσε μονόδρομο για την προστασία της Αυτοκρατορίας την υποστήριξη της Δύσης και ως εκ τούτου επιχείρησε διπλωματικές προσπάθειες και ήταν σε συνεννόηση με τον Πάπα για να κατορθώσει τη συμφιλίωση των δύο Εκκλησιών. Στην αρχή της βασιλείας του ο Παλαιολόγος είχε ως σκοπό να κλείσει τα μέτωπα και να καταφέρει να ξανασταθεί στα πόδια της η παραπαίουσα Αυτοκρατορία. Γι’ αυτό τον λόγο στην αρχή δεν πήρε ξεκάθαρη θέση στη διαμάχη ανθενωτικών και ενωτικών που μαινόταν ακόμα. Όταν όμως ο Μωάμεθ ο Β’ έδειξε ξεκάθαρα τα σχέδιά του για την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης με την κατασκευή του φρουρίου του Ρουμελί-Χισάρ το 1452, τότε κατάλαβε ότι η μόνη σωτηρία θα ερχόταν από τη Δύση και προχώρησε στην ένωση των δύο Εκκλησιών (Δεκέμβριος 1452) που όμως δεν τελεσφόρησε κάτω από τη σφοδρή αντίδραση του κλήρου και του λαού. Είναι γνωστή η περίφημη φράση του Λουκά Νοταρά ότι «κρειττότερον έστιν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων, ή καλύπτραν λατινικήν», γεγονός που αναδεικνύει τις τάσεις του αντιδυτικισμού στους κόλπους της εθνικής ιδεολογίας.
Τούτων δοθέντων, μπορεί να λεχτεί ότι η έννοια του Ελληνισμού και η κρατική οντότητα Ελλάδα που τη συνοδεύει, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, δημιουργεί την αντίστοιχη, όπως την ορίζω εγώ, «γεωπολιτική ανθρωπολογία». Με άλλα λόγια, αφενός η θάλασσα και αφετέρου το ότι η χώρα μας γεωφυσικά βρίσκεται στη θέση που βρίσκεται, δίνει στους κόλπους της ελληνικής ψυχής τα ανάλογα χαρακτηριστικά: αυτό το υβριδικό της Δύσης και Ανατολής, του εκσυγχρονισμού και του συντηρητισμού που και τα δύο αλληλοσυνυπάρχουν και αλληλοκαθορίζονται. Αυτός ακριβώς ο δυισμός και η αριστοτελική του διαχείριση συνιστά ανέκαθεν τη μεγάλη πρόκληση για την εντελέχεια του Ελληνισμού, στο χτες, στο σήμερα και στο αύριο. Ιστορικά, κάθε φορά η τυφλή προσήλωση στο γεωπολιτικό επίπεδο, στο ένα σκέλος αυτού του «εκκρεμούς», χωρίς να γίνεται σεβαστό το ανθρωπολογικό επίπεδο και ανάπαλιν, ερμηνεύει τις τραγωδίες της εθνικής μας περπατησιάς.
*Ο Νικόλαος Παπαναστασόπουλος είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το συγγραφικό του έργο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ι. Σιδέρης».
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1980) - Τόμος Θ' - Βυζαντινός Ελληνισμός: Μεσοβυζαντινοί Χρόνοι (1071-1204), Υστεροβυζαντινοί Χρόνοι (1204-1453) - Εκδοτική Αθηνών ΑΕ
Γεώργιος Φραντζής (2008), Η Άλωση της Πόλης - Εκδοτική Θεσσαλονίκης - Βιβλιοβάρδια
Στίβεν Ράνσιμαν (2002), Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης 1453 - Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδήμα