Η Κυβέρνηση του Βουνού
Οι πολιτικές κινήσεις του ΕΑΜ εν όψει της επόμενης μέρας της απελευθέρωσης και ο αντίκτυπος στη Μέση Ανατολή 67 χρόνια πριν
Επιμέλεια: Νίκος Xρυσολωρας
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Στις αρχές του 1944, είχε ήδη αρχίσει να διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι οι ναζιστικές δυνάμεις επρόκειτο να ηττηθούν στον πόλεμο και ότι η Ελλάδα σύντομα θα απελευθερωνόταν.
Ωστόσο, το καθεστώς που θα διαδεχόταν τους κατακτητές κάθε άλλο παρά σαφές ήταν. Στην ελληνική επικράτεια, η κατοχική κυβέρνηση και οι Γερμανοί είχαν χάσει τον έλεγχο μεγάλων περιοχών της χώρας, οι οποίες είχαν περάσει στα χέρια των δύο μεγαλύτερων αντιστασιακών ομάδων, του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Οι δύο αυτές οργανώσεις όμως βρίσκονταν σε ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ τους, καθώς οι στόχοι τους δεν ήταν μόνο στρατιωτικοί (η απελευθέρωση της χώρας), αλλά και πολιτικοί (η επόμενη μέρα). Ταυτόχρονα, η εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου διεκδικούσε πρωτεύοντα ρόλο στις εγχώριες εξελίξεις, έστω και αν δεν τις ήλεγχε άμεσα. Το κλίμα ακραίας πόλωσης, στη διάρκεια του 1944, είχε αντίκτυπο και στην πολεμική προσπάθεια, καθώς εκδηλώθηκαν κινήματα στις τάξεις των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που επιχειρούσαν με τους Συμμάχους στο εξωτερικό.
Η βραχεία ζωή της ΠΕΕΑ στην ορεινή Ελλάδα
Του Θανάση Kαλλιανιώτη
Χτυπημένο σοβαρά το ΚΚΕ από το καθεστώς Μεταξά το 1939, σχεδόν ορφάνεψε δύο έτη αργότερα, όταν η Βουλγαρία εναγκαλίστηκε τις δυνάμεις του Αξονα και κατέλαβε την Ανατολική Μακεδονία. Ο μοναδικός διάδρομος για την αποκατάσταση της επικοινωνίας με τη μητρόπολη του κομμουνισμού περνούσε πια από τη Γιουγκοσλαβία, γι’ αυτό το ΕΑΜ, ορθότερα η πολιτική του καθοδήγηση, επιδίωξε από νωρίς επαφές με τους αντάρτες του Τίτο.
Καίριο πρόσωπο στη σύνδεση αυτή αποτέλεσε ο Σαμαριναίος κομμουνιστής Ανδρέας Τζήμας, γοητευτικός διανοούμενος και γνώστης της σλαβικής, αφού είχε γεννηθεί στην Καστοριά. «Παραιτηθείς» από την καθοδήγηση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, προσκολλήθηκε στο επιτελείο του Τίτο φορώντας το πεντάκτινο κόκκινο αστέρι στο δίκοχο και όχι τον ήλιο του ΕΛΑΣ.
Οταν ο θετός πατέρας δημιούργησε το φθινόπωρο του 1943 το Αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης και την Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας, οι Ελληνες σύντροφοί του βάδισαν αμέσως στα ίχνη του, δρομολογώντας την οικοδόμηση του Εθνικού Συμβουλίου (Βουλής) και της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (κυβέρνησης). Ωστόσο, την πολιτική του Τίτο στο ζήτημα της Μακεδονίας δεν υιοθετούσαν όλοι οι Ελληνες κομμουνιστές, ούτε και η πλειοψηφία των στελεχών του ΕΑΜ. Γι’ αυτό ολίγον αργότερα ο Καστοριανός εθνοσύμβουλος Μιχαήλ Κεραμιτζής αποδοκιμάστηκε από τους συναδέλφους του στην έδρα της ΠΕΕΑ, όταν έθιξε ζητήματα μειονοτήτων.
Αγώνας μετ’ εμποδίων
Δύο θεμελιώδεις, ωστόσο, μεταβλητές, εκ των οποίων η δεύτερη απέρρεε από την πρώτη, τροχοπέδησαν επί πολύ το σχέδιο: οι διαρκούσες επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον του ΕΔΕΣ στην Ηπειρο και της ΠΑΟ στη Μακεδονία και η διακοπή της βρετανικής βοήθειας. Πιο απλά, αφού ο ΕΔΕΣ δεν είχε εξουδετερωθεί, έλειπε το ασφαλές έδαφος για τους πολιτικούς της ΠΕΕΑ, οι οποίοι θα ανέβαιναν από την Αθήνα στην ορεινή Ευρυτανία. Ούτε και δυνατότητα διατροφής των αφικνούμενων εθνοσυμβούλων υπήρχε, καθώς το Κάιρο είχε διακόψει τις ρίψεις χρυσών λιρών, που ενθυλάκωνε ασμένως η Επιμελητεία του ΕΛΑΣ.
Ειρηνεύοντας αναγκαστικά με τον ΕΔΕΣ, το ΕΑΜ μόνον τον Απρίλιο του 1944 σχημάτισε τελικά την κυβέρνησή του. Μόνον ένα από τα δέκα μέλη της, ο Γεώργιος Σιάντος, ήταν μόνιμος κομμουνιστής. Χωρίς την υποχώρηση αυτή ήταν απίθανο να προσελκυστούν επιφανή πρόσωπα, σε μια περίοδο που εκτός των αναφερθέντων εμποδίων (ΕΔΕΣ - Βρετανοί), εκατοντάδες οικισμοί στη Βόρεια Ελλάδα προσχωρούσαν ένοπλοι στο αντικομμουνιστικό στρατόπεδο. Η φανερή πολιτική των επαναστατών είχε επικαλύψει την κρυφή, αλλά η τελευταία δεν έπαψε ούτε στιγμή. Καταργήθηκαν οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ στα ένοπλα τμήματα, συστάθηκε όμως αντ’ αυτών η Επιτροπή Διαφώτισης Ανταρτών. Περιορίστηκε ακόμη η αυτονομία των χωρικών ως προς την απονομή της Δικαιοσύνης, ενώ ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ ενσωματώθηκε στον Μόνιμο. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στη δημιουργία Αστυνομίας, της Εθνικής Πολιτοφυλακής, με προσφορά πλεονεκτημάτων και προσεκτική επιλογή των μελών της. Η επίσημη γλώσσα της Κυβέρνησης του Βουνού θα ήταν η «γλώσσα του λαού», όμως αφού δεν αναφερόταν η ελληνική, ήταν δυνατόν να ερμηνευτεί ως παραχώρηση προς τους δίγλωσσους των μεθορίων, ορισμένοι εκ των οποίων θα ατένιζαν ζέοντες τη σημαία της Λαϊκής Ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας στην Αίθουσα Συνεδριάσεων της ΠΕΕΑ.
Εκλογές
Ακολούθησαν οι εκλογές της Βουλής του Βουνού, του Εθνικού Συμβουλίου, μέσω εκλεκτόρων με υποψήφιους που ορίστηκαν εκ των άνω. Στην Αθήνα, οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν απευθείας, ενώ στην Κοζάνη οικισμοί εκπροσωπούνταν από εκλέκτορες που θήτευαν ως Ελασίτες. Στην περιοχή των Πρεσπών, όπου αλώνιζε η αυτονομία, κανείς μάλλον κάτοικος δεν τόλμησε να ψηφίσει.
Εκλέκτορες επέλεξαν επίσης και οι μονάδες του ΕΛΑΣ, αφού πρώτα επιστρατεύτηκαν για την περίσταση και οι έφεδροι. Κατά μία μαρτυρία που δεν έχει διασταυρωθεί, στο 3/27 Τάγμα (Γρεβενών), αποτελούμενο από 300 εφέδρους και 145 μονίμους αντάρτες που είχαν αναπτυχθεί σε μέτωπο 50 χιλιομέτρων, έλαβαν: 440 ψήφους ένας νεαρός απόφοιτος Γυμνασίου, δύο ο διοικητής του Τάγματος, μία ο διοικητής του 1/27 αντίστοιχου, μία ο διοικητής του Συντάγματος και μία λευκή. Οταν στην κονίστρα των αμφιβολιών πέσει το ασυρματογράφημα του Αποσπάσματος Βίτσι προς την 9η Μεραρχία του ΕΛΑΣ «Τοποθετήσαμεν αντιπρόσωπόν μας εις ΠΕΕΤΑ» (sic), δηλαδή το «Τοποθετήσαμεν», οι εικασίες περί εκλογικών υποδείξεων μεταμορφώνονται σε ενδείξεις. Φυσικά ο προβαλλόμενος αριθμός των 1.800.000 ψηφοφόρων είναι αμάρτυρος.
Μία και μόνο φορά συνεδρίασε το Εθνικό Συμβούλιο, κι έπειτα τα μέλη του αποσύρθηκαν στις περιοχές τους. Οι διορισμένοι από την ΠΕΕΑ αντιπρόσωποί της δεν ήταν πάντα καλοδεχούμενοι από την τοπική επαναστατική ηγεσία, όπως λ.χ. στην Ημαθία. Ο αντιπρόσωπος της ΠΕΕΑ στην Κοζάνη, ένας πρώην δημοσιογράφος, όταν έφυγαν οι Γερμανοί, εμποδιζόταν να ομιλήσει, κάτι όχι αφύσικο σε μια πόλη όπου περίσσευαν οι κάννες των ανταρτών.
Στο διπλωματικό άρμα
Προφανώς, προσχεδιασμένη εκ των άνω ήταν η παντελής απουσία του αρχικαπετάνιου του ΕΛΑΣ από τα πολιτικά τεκταινόμενα στην Ευρυτανία. Ομως πριν περάσει στην Πελοπόννησο ο Αρης, ο «πιστότερος στρατιώτης» του ΚΚΕ, διέλυσε την οργάνωση ΕΚΚΑ, αιχμαλωτίζοντας και φονεύοντας τον αρχηγό της, συνταγματάρχη Δημήτριο Ψαρρό, τακτική εξουδετέρωσης αντιπάλων που δεν λησμονούσε ποτέ ο ΕΛΑΣ.
Στάθηκε αδύνατο να δικαιολογήσουν την οικτίστη πράξη, στην οποία προστέθηκαν οι νωπές ταραχές στον Ελληνικό Στρατό της Μέσης Ανατολής, οι καλεσμένοι στον Λίβανο αντιπρόσωποι της ΠΕΕΑ, ιδιαίτερα ο πρόεδρός της Αλέξανδρος Σβώλος. Μακριά από τον σκληρό αέρα των βουνών και απολαμβάνοντας τις ανέσεις ενός πολυτελούς ξενοδοχείου, οι δύο συνοδοί του απεσταλμένοι του ΚΚΕ έπαθαν αφλογιστία. Αντί μιας ολιγόωρης ανατροπής διαλέγονταν επί πολλές ημέρες αποδεχόμενοι τη συμμετοχή τους σε μία αστική κυβέρνηση. Ηταν αναμενόμενο στην ορεινή Ελλάδα να θεωρηθούν απαράδεκτα τα διπλωματικά συμβαίνοντα στη Μέση Ανατολή και η αποστολή της ΠΕΕΑ ανακλήθηκε.
Η άφιξη τον Ιούλιο του 1944 στην κεντρική Πίνδο μιας ολιγομελούς σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής συνδέθηκε με την απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ να «κάνει το παν για την επίτευξη της ενότητας». Το μόνο βέβαιο για τους επισκέπτες ήταν πως προσγειώθηκαν απροετοίμαστοι, αφού για τα ψώνιά τους δανείζονταν από τους Βρετανούς λίρες - τα δολάρια και τα ρούβλια που διέθεταν ήταν σχεδόν άχρηστα.
Οταν εστάλησαν έξι μέλη του ΕΑΜ στη Μέση Ανατολή προς ανάληψιν υπουργείων και ο πολυσχιδής αντιπρόεδρος της ΠΕΕΑ Ευριπίδης Μπακιρτζής μετοίκησε στη Μακεδονία ως διοικητής της υφιστάμενης Ομάδας Μεραρχιών του ΕΛΑΣ, η Κυβέρνηση του Βουνού είχε πρακτικά διαλυθεί.
*Ο κ. Θανάσης Καλλιανιώτης είναι δρ Ιστορίας ΑΠΘ.
Το Κίνημα του Ναυτικού το 1944
Του Ζήση Φωτάκη
Το Κίνημα του Ναυτικού, τον Απρίλιο του 1944, αποτέλεσε συνέχεια παρόμοιων μορφολογικά εκδηλώσεων που έλαβαν χώρα στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και στις Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας μας από τον Αύγουστο 1909 έως, τουλάχιστον, το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα Κινήματα αυτά αρχικά εξέφραζαν, σε κάποιο βαθμό, το αναμορφωτικό πρόγραμμα της σταθερά ανερχόμενης τάξης των αστών στην Ελλάδα και τον κόσμο. Η άνοδος όμως της εργατικής τάξης κατά τον Μεσοπόλεμο, η αυξανόμενη επιρροή που άσκησε διεθνώς η σοσιαλιστική ιδεολογία, μετά το Μεγάλο Κραχ του 1929 και ο πρωταγωνιστικός ρόλος αριστερών οργανώσεων στην αντίσταση κατά των Γερμανών κατακτητών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο προσέδωσε αριστερή χροιά στον προγραμματικό λόγο ορισμένων εκδηλώσεων απειθαρχίας σε μονάδες των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, κάτι που, όμως, δεν ήταν αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο.
Από την αποδημία του ελληνικού στόλου στη Μέση Ανατολή τον Απρίλιο του 1941 έως και τον Απρίλιο του 1944 δεν ήταν λίγες οι φορές που σημειώθηκαν μεμονωμένα συμβάντα απειθαρχίας σε μονάδες του. Τα συμβάντα αυτά ήταν, λίγο πολύ, αναμενόμενα δεδομένου ότι η επάνδρωση των ολοένα και περισσότερων μονάδων του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού εξαρτάτο στρατολογικά από εμποροναύτες, που κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου είχαν επιδείξει δυναμικά δείγματα της αριστερής τοποθέτησης και διεκδικητικότητάς τους. Ο επαγγελματισμός όμως και η ευψυχία που γενικότερα τους διέκρινε είχαν ανεβάσει ψηλά το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό στα μάτια των Συμμάχων.
Στις αρχές του 1944, το ΕΑΜ πρότεινε στην απόδημη ελληνική κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ο επείγων χαρακτήρας της πρότασης αυτής δεν εκτιμήθηκε επαρκώς από την κυβέρνηση Τσουδερού, με αποτέλεσμα στο τέλος Μαρτίου 1944 να συγκροτηθεί ελληνική επαναστατική επιτροπή στο Κάιρο, με κύριο στόχο τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Κάτω από την καθοδήγησή της ξέσπασε στάση σε μονάδες του απόδημου Στρατού Ξηράς και της Αεροπορίας και στις 3 Απριλίου 1944 εκδηλώθηκε Κίνημα και στις τάξεις του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Ο τότε Αρχηγός Στόλου, λόγιος, αντιναύαρχος Αλεξανδρής, δεν έλαβε αποτελεσματικά μέτρα για την αποσόβηση της κρίσης, τον μετριασμό και την καταστολή της. Κατόπιν αφόρητων αγγλικών πιέσεων, λόγω της απειλής που αποτελούσε για την ασφάλεια των συμμαχικών νηοπομπών η αργία των ελληνικών πολεμικών πλοίων, ο αντιναύαρχος Βούλγαρης αντικατέστησε τον Αλεξανδρή στην ηγεσία του Στόλου στις 19 Απριλίου 1944 και ανέλαβε την καταστολή του κινήματος. Πέραν των πολλών ικανοτήτων του Βούλγαρη και του επιτελείου του, ήταν πολύ σημαντικό ότι όλοι τους είχαν κατ’ επανάληψη συμμετάσχει σε κινήματα, οπότε και γνώριζαν πώς έπρεπε να διαχειρισθούν την κρίση αυτή.
Σε λιγότερο από μία εβδομάδα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Βούλγαρης κατέστειλε το Κίνημα στην Αλεξάνδρεια και λίγο αργότερα και στις υπόλοιπες εστίες του. Επιπλέον, μπόρεσε να ανασυντάξει και να καταστήσει ξανά μάχιμο σε έναν μόνο μήνα το σύνολο σχεδόν των ελληνικών πλοίων και υποβρυχίων που είχαν στασιάσει. Ανεξάρτητα από το κόστος σε αίμα που είχαν οι επιτυχίες αυτές και τον δίκαιο ή μη χαρακτήρα των αιτημάτων των κινηματιών, είναι γεγονός ότι η συνέχιση του εθνικού αγώνα δεν επιδεχόταν πολιτικές προϋποθέσεις, όπως κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί ούτε στο έπος της Αλβανίας. Το σκεπτικό αυτό, του οποίου κύριος εκφραστής ήταν ο νέος πρωθυπουργός της χώρας, Γεώργιος Παπανδρέου, επιβεβαιώθηκε ομόθυμα και από το Συνέδριο του Λιβάνου, τον Μάιο του 1944, στο οποίο αντιπροσωπεύτηκε και το ΕΑΜ.
* Ο κ. Ζήσης Φωτάκης είναι λέκτορας Ναυτικής Ιστορίας στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων.