Χρειάζεται προσοχή
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Το 2012, σε μια συνέντευξη με τον κ. Τσίπρα, τον είχα ρωτήσει σε ποιον θα τηλεφωνούσε πρώτα εάν ήταν πρωθυπουργός και μάθαινε ότι υπάρχει ένα σοβαρό επεισόδιο σε εξέλιξη στο Αιγαίο. Ηταν φανερό ότι δεν το είχε σκεφθεί πολύ το θέμα, αλλά απάντησε «μα προφανώς στον κ. Ερντογάν». Ομολογώ ότι δεν θα ξαναέκανα το ίδιο ερώτημα σήμερα, επειδή δεν έχει σαφή απάντηση. Ο Γεώργιος Παπανδρέου μίλησε στην αντίστοιχη περίσταση με τον πρόεδρο Τζόνσον και τον Τζορτζ Mπολ, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος με τον Σάιρους Βανς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον Φορντ, ο Ανδρέας Παπανδρέου με τον Τζορτζ Σουλτζ και ο Κώστας Σημίτης με τον Κλίντον και τον Χόλμπρουκ. Ηξεραν περίπου τι θα ακούσουν. Ηταν όμως βέβαιο ότι θα εκδηλωνόταν κάποια αμερικανική μεσολάβηση και μια προσπάθεια συγκράτησης των δύο πλευρών.
Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Κανείς, πουθενά στον πλανήτη, δεν ξέρει τι σκέπτεται ο πρόεδρος Τραμπ για πολύ πιο σημαντικά ζητήματα. Ούτε επίσης μπορεί να μαντέψει ποιοι είναι οι άνθρωποι σε θέσεις-κλειδιά που θα επηρεάσουν το αν θα σηκώσει ο κ. Τραμπ το τηλέφωνο να μιλήσει με τους κ. Τσίπρα και Ερντογάν και τι θα τους πει. Οι αξιωματούχοι που χειρίζονταν τους φακέλους έχουν φύγει από τις θέσεις τους και το «μηχάνημα» δεν δουλεύει όπως σε προηγούμενες περιόδους νέων κυβερνήσεων.
Χρειάζεται τρομερή, και απολογούμαι για την εμφατικότητα αλλά την επιβάλλουν οι στιγμές, προσοχή. Η Ελλάδα έχει υποφέρει από την ανεύθυνη μεταφορά λανθασμένων ή συγκεχυμένων μηνυμάτων από την Ουάσιγκτον. Ο κάθε Ελληνοαμερικανός και ο ξάδελφός του έχουν ξαφνικά εμφανισθεί να μιλούν για λογαριασμό του Τραμπ. Ακούγονται εξωφρενικά πράγματα του τύπου «ε καλά, αν γίνει μια σύγκρουση, προφανώς θα διαλέξει την Ελλάδα επειδή είναι χριστιανική χώρα». Αυτή η κυβέρνηση δεν έχει μεγαλουργήσει στη σωστή ανάγνωση των διεθνών συγκυριών. Μόνο που εδώ μιλάμε για κάτι παραπάνω από μια διαπραγμάτευση με την τρόικα...
Δεύτερη διαφορά, σημαντική. Οι Ευρωπαίοι δεν ήταν ποτέ καλοί στη διαχείριση κρίσεων. Το Βερολίνο δοκιμάζει τώρα να παίξει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην επίλυση προβλημάτων, από το Κόσοβο έως το Κυπριακό. Δεν έχει δοκιμασθεί, όμως, σε μια μεγάλη κρίση που θα χρειασθεί να αντιμετωπίσει σε πραγματικούς χρόνους. Και το κυριότερο: ο πρόεδρος Ερντογάν έχει έναν μοχλό πίεσης που δεν υπήρχε παλαιότερα, τους πρόσφυγες. Ανοίγοντας τις «πόρτες» στο Αιγαίο, ξέρει ότι μπορεί να καταφέρει ένα θανάσιμο πολιτικό πλήγμα στην καγκελάριο και σε άλλους ηγέτες στην Ε.Ε.
Αφησα για το τέλος τον πρόεδρο Ερντογάν. Δεν είναι Τσιλέρ, ούτε ακόμη και Οζάλ. Νιώθει, έστω και εφήμερα, παντοδύναμος και πάρα πολύ πιεσμένος. Μεταξύ του ιδίου και του στενού του κύκλου, και του διοικητή στόλου, δεν μεσολαβεί τίποτα απολύτως. Το υπουργείο Εξωτερικών έχει μπει στην άκρη. Οι στρατηγοί και οι ναύαρχοι που θα μπορούσαν να φέρουν αντίρρηση φιλοξενούνται σε... επιμορφωτικά ιδρύματα ή θα σιωπήσουν και θα εκτελέσουν την όποια εντολή πάρουν. Το buffer μεταξύ της πολιτικής ηγεσίας και της όποιας τακτικής απόφασης δεν υπάρχει πια. Βασικό εμπόδιο είναι μόνον ο αποδεκατισμός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και η απομάκρυνση καλά εκπαιδευμένων αξιωματικών, πιλότων κ.λπ. σε όλη τους την γκάμα.
Με άλλα λόγια, δεν είναι η πιο πρόσφορη και προβλέψιμη στιγμή για ένα ελληνοτουρκικό επεισόδιο.