Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο του Foreign Affairs για τους δεσμούς Ελλάδας - Αζερμπαϊτζάν


Οι δεσμοί της Ελλάδας με το Αζερμπαϊτζάν
Η χώρα των Αζέρων ως διαχρονικό σταυροδρόμι πολιτισμών
Ευάγγελος Βενέτης
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Στον Δρόμο του Μεταξιού, Ελλάδα και Αζερμπαϊτζάν αποτελούν πάντοτε σημεία κίνησης ανθρώπων και αγαθών και συνάντησης πολιτισμών. Συνδέοντας τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και ενώνοντας τον Καύκασο με την Κασπία, το Αζερμπαϊτζάν παραμένει ένα από τα κυριότερα στρατηγικά περάσματα του πανάρχαιου Δρόμου του Μεταξιού.
Παρόμοια, η Εγνατία Οδός στον ελληνικό κόσμο αποτελούσε την κύρια δυτική απόληξη του Δρόμου του Μεταξιού με πολλαπλούς αποδέκτες στην Χερσόνησο του Αίμου, την κεντρική Ευρώπη, την Βόρεια Αφρική και την Εσπερία εν γένει. Σήμερα, με δεδομένο ότι η γεωγραφία δεν αλλάζει, ο Δρόμος του Μεταξιού συνεχίζει να υφίσταται και να αποκτά πολλαπλές γεωπολιτικές εκφάνσεις, με κυριότερη την ενέργεια και τους αγωγούς.
Στο εν λόγω πλαίσιο έλαβε χώρα η υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας από τους Υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας, Αλβανίας και Ιταλίας στις 29-09-2012 στο περιθώριο της Σύγκλησης της Ολομέλειας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, εκφράζοντας την πολιτική υποστήριξη των τριών κρατών για την επίτευξη συμφωνίας περί της υλοποίησης του Υπεραδριατικού Αγωγού (TAP), ο οποίος αναμένεται να μεταφέρει αζερικό φυσικό αέριο μέσω της Γεωργίας και της Τουρκίας στην Ευρώπη, ως εναλλακτικού άξονα αυτού του αγωγού «Ναμπούκο» (μέσω Β. Βαλκανίων). Συγκεκριμένα, ο Υπεραδριατικός Αγωγός προβλέπεται να εκτείνεται δυτικά στο ελληνικό έδαφος (αρχής γενομένης από την Αλεξανδρούπολη) κατά μήκος της Εγνατίας Οδού στην δυτική Μακεδονία και να εκτείνεται βορειοδυτικά, διερχόμενος τα ελληνοαλβανικά σύνορα μέσω της κοιλάδας της Κορυτσάς απολήγοντας στο Δυρράχιο από όπου θα περαιώνεται στην Ιταλία μέσω των Στενών του Οτράντο.
Από τον Σεπτέμβριο έχουν ενταθεί οι διεργασίες μεταξύ της Αθήνας και της κοινοπραξίας Σαχ Ντενίζ για την ικανοποίηση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων της Αθήνας προκειμένου να διέλθει ο αγωγός από την ελληνική επικράτεια. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συνομιλίες βρίσκονται σε θετικό δρόμο σε σχέση με το αίτημα συμμετοχής ελληνικής κατασκευαστικής εταιρίας στην δόμηση του Υπεραδριατικού Αγωγού αλλά και την συμμετοχή ελληνικής εταιρίας στην εταιρία η οποία θα ελέγχει το ελληνικό τμήμα του Αγωγού. Σε αυτό το πλαίσιο καθίσταται αναγκαία η ταχεία υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας, Ιταλίας και Αλβανίας, ούτως ώστε να γίνει η επιλογή από την Κοινοπραξία Σαχ Ντενίζ στα μέσα του 2013 και να αναληφθεί άμεση δράση για την υλοποίηση του έργου.
Ενώ, λοιπόν, κατά κανόνα δίδεται εύλογα έμφαση στο οικονομικό πλαίσιο συνεργασίας των δύο χωρών, παρατηρείται απουσία εστιασμού στον σημαντικό παράγοντα της πολιτιστικής ταυτότητας των συμμετεχόντων κρατών στις οικονομικές εξελίξεις. Στο πλαίσιο της διμερούς οικονομικής συνεργασίας, υπάρχει μια ευρέως άγνωστη πολιτιστική εικόνα του Αζερμπαϊτζάν σε σχέση με την Ελλάδα.
Η γεωστρατηγική σημασία του Αζερμπαϊτζάν συνδυάζεται με πολυπολιτισμικότητα. Η εμπορική και εν γένει οικονομική δράση των διαφόρων λαών στον χώρο του Αζερμπαϊτζάν ώθησε σταδιακά στην εκεί δημιουργία πολιτιστικών κοινοτήτων. Η εν λόγω εξέλιξη προσέδωσε στους κατοίκους του Αζερμπαϊτζάν την αντίληψη πολιτιστικής ανοχής και αλληλοεκτίμησης.
Κατά την αρχαιότητα, δηλ. την Αχαιμενιδική, Παρθική και Βυζαντινή-Σασσανιδική περίοδο, το Αζερμπαϊτζάν υπήρξε ένα από τα σημαντικά κέντρα της αρχαίας πυρολατρικής θρησκείας του ζωροαστρισμού, από την οποία και προέρχεται το όνομα της χώρας (στα περσικά: Αζερμπαϊτζάν, δηλ. η Χώρα του Αιωνίου Πυρός). Κατά τον 1ο αι μ.Χ. μαζί με άλλες χώρες της περιοχής του Καυκάσου, το Αζερμπαϊτζάν ήταν από τα πρώτα μέρη στα οποία αναπτύχθηκε ο χριστιανισμός. Στο Αζερμπαϊτζάν βρίσκεται μεγάλος αριθμός χριστιανικών εκκλησιών και μοναστηριών όλων των δογμάτων, χρονολογημένα στην ιστορική περίοδο της Αλβανίας του Καυκάσου έως τον 4ο αι. μΧ. Επίσης σημαντικός ήταν ο ρόλος των εβραϊκών κοινοτήτων με συναγωγές να εμπλουτίζουν πολιτιστικά ακόμη και σήμερα την χώρα. Ο εξισλαμισμός της περιοχής τον 7ο -10ο αι. ήταν αργός και εμπλούτισε τα ινδοευρωπαϊκά πολιτιστικά δεδομένα στην χώρα με τον ερχομό των Σημιτών Αράβων. Κατά τους επόμενους πέντε αιώνες o ερχομός των διαφόρων τουρκικών νομαδικών φύλων (Σελτζούκων, Ογούζ κ.α.) μαζί με την μογγολική κατάκτηση προσέθεσε τον πολιτικό και πολιτιστικό (σε γλωσσικό επίπεδο) ρόλο του τουρκικού στοιχείου στην χώρα. Τους τελευταίους έξι αιώνες το Αζερμπαϊτζάν διεκδικήθηκε από το Ιράν και το Οθωμανικό Σουλτανάτο. Κατά τα έτη 1813 και 1828, μέρος του Αζερμπαϊτζάν εντάχθηκε στην ρωσική επικράτεια, διαιρούμενο ανάμεσα στην Ρωσία και το Ιράν. Κατόπιν έλαβε χώρα η περαιτέρω εκκοσμίκευση της χώρας και ο γεωπολιτιστικός προσανατολισμός της προς την Δύση, διαμορφώνοντας το σύγχρονο Αζερμπαϊτζάν.
Στην σύντομη πρώτη περίοδο ανεξαρτησίας (1918-1920), στη Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν διαμορφώθηκε κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης, στο οποίο αντιπροσωπεύονταν η πλειονότητα των Μουσαβάτ και οι μειονότητες της χώρας (Αρμένιοι, Πολωνοί, Ρώσσοι, Εβραίοι και Γερμανοί). Εκείνη την περίοδο συνέβησαν πρωτόπορες μεταρρυθμίσεις στην χώρα, λ.χ. η πολιτική ισότητα των δύο φύλων, στοιχείο πρωτόγνωρο για ισλαμική χώρα, και μάλιστα πολύ πριν τις ΗΠΑ και την Βρετανία. Παράλληλα, ιδρύθηκαν στο Μπακού όπερα και μπαλέτο, ενώ πρωτολειτούργησε και το πανεπιστήμιο του Μπακού. Μετά από παραπάνω από δύο δεκαετίες ανεξάρτητου πολιτικού βίου το Μπακού θεωρεί σήμερα το μέλλον με πλήθος πολιτιστικών αποθεμάτων.
Σε αυτό το πλαίσιο πολυπολιτισμικότητας ήδη από την αρχαιότητα οι Έλληνες συνυπήρξαν και έδρασαν από κοινού με τους Αζέρους στον Καύκασο κατά κανόνα σε πνεύμα ειρηνικής και δημιουργικής συνύπαρξης. Λόγω της οικονομικής σημασίας του Αζερμπαϊτζάν, Έλληνες έμποροι βρέθηκαν στην περιοχή συστηματικά κατά την ελληνιστική περίοδο και έκτοτε η σχέση των δύο λαών συστηματοποιήθηκε με ενδιαφέροντα ενδεικτικά παραδείγματα. Ιδιαίτερα την εποχή του Βυζαντίου και των Σασσανιδών του Ιράν, το Αζερμπαϊτζάν αποτέλεσε πεδίο γεωπολιτικής και οικονομικής αντιπαράθεσης λόγω της στρατηγικής του θέσης. Η εκστρατεία και παραμονή του Βυζαντινού βασιλέα Ηρακλείου στην περιοχή του Καυκάσου κατέχει ιδιαίτερη θέση στα ιστορικά τεκταινόμενα, όπως μαρτυρούνται στις Βυζαντινές πηγές. Κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. και την εξέγερση των Χωρραμιτών υπό τον προερχόμενο από το Αζερμπαϊτζάν ηγέτη Μπαμπάκ (Βαβέκ) κατά του Χαλίφη Μοτάσιμ και του διαδόχου του Μα’μούν, μέρος των 30.000 Χωρραμιτών προήλθε από το Αζερμπαϊτζάν και κατέφυγε στο Βυζάντιο, με τμήμα εκείνων, μάλιστα, να εγκαθίσταται και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Στους επόμενους αιώνες οι σχέσεις των δύο λαών συνεχίσθηκαν κυρίως με έμφαση στον ρόλο του Αζερμπαϊτζάν στον Δρόμο του Μεταξιού, ιδιαίτερα κατά την Οθωμανική περίοδο. Ο Ουζούν Χασάν (1423-1478) νυμφεύθηκε την Ελληνίδα πριγκήπισσα Δέσποινα και υπερασπίσθηκε την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας κατά των Οθωμανών (1471 και 1473). Ο εγγονός του, Ισμαήλ Α’, ηρωική μορφή στο Αζερμπαϊτζάν σήμερα, ήταν ο ιδρυτής της δυναστείας των Σαφαβιδών ο εισηγητής της αζερικής γλώσσας στην βασιλική αυλή και ως μίας από τις γλώσσες τη διπλωματίας.


Ήταν πάντοτε κυρίως το ελληνικό στοιχείο του Πόντου, ο ακρογωνιαίος λίθος του Ελληνισμού στην Ανατολή, το οποίο πρωταγωνίστησε στις οικονομικές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν σε πλαίσιο βασιλείων και αυτοκρατοριών. Κατά τον 19ο αι. (1830) και μετά την αύξηση της ρωσικής και αγγλικής επιρροής στον Καύκασο εγκαταστάθηκαν Ελληνοπόντιοι στο χωριό Μεχμάνα στον ποταμό Ταρτάρ και σε άλλες περιοχές όπου εργάσθηκαν σε οικοδομικά (εκκλησίες, χυτήρια κλπ.) και κατασκευαστικά έργα, ενώ συμμετείχαν παράλληλα στην διακίνηση του εμπορίου στο Αζερμπαϊτζάν. Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα, λόγω της πετρελαϊκής σημασίας της χώρας και της εγκατάστασης διεθνών τραπεζικών και αναπτυξιακών οίκων (λ.χ. οι Ρότσιλντ), ενισχύθηκε η παρουσία των Ελλήνων στο Αζερμπαϊτζάν με την ίδρυση της Ελληνικής Κοινότητας του Μπακού. Αριθμώντας περίπου 1000 άτομα, ανάμεσά τους οι γνωστές οικογένειες επιχειρηματιών Κούση στη ναυσιπλοΐα και του πασίγνωστου αρχιτέκτονα Γ. Κανδύλη, η ελληνική παροικία αναπτύχθηκε και το 1907 κτίσθηκε η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία του Μπακού.
Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παρουσία των Ελλήνων προσφύγων από την Τουρκία στο Αζερμπαϊτζάν μεγάλωσε, ενώ άρχισε να μειώνεται δραστικά κατά τον Μεσοπόλεμο λόγω των διώξεων από τους Μπολσεβίκους οι οποίοι εκτόπισαν μεγάλο αριθμό Ελλήνων στην Κ. Ασία. Μετά την αποκατάσταση της ανεξαρτησίας του Αζερμπαϊτζάν (1991), η ανάληψη της εξουσίας αρχικά από τον Χεϊντάρ Αλίεφ και αργότερα τον Ιλχάμ Αλίεφ συνέτεινε στην περαιτέρω βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των 100 οικογενειών Ελλήνων της χώρας. Εν γένει, οι προοπτικές είναι αισιόδοξες λόγω της γενικότερης γεωπολιτικής ισχυροποίησης του Αζερμπαϊτζάν.
ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ
Λόγω της μακραίωνης πολυπολιτισμικότητας στο Αζερμπαϊτζάν, οι Αζέροι επιδεικνύουν την πολιτιστική ανοχή ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους. Κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Χειντάρ Αλίεφ και του υιού του, Ιλχάμ Αλίεφ, το κράτος έχει υιοθετήσει και προωθήσει το μοντέλο πολυπολιτισμικότητας ως ακρογωνιαίου λίθου ενότητας για το σύγχρονο Αζερμπαϊτζάν. Ο λαός, ο οποίος συναποτελείται από διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες, ζει ειρηνικά και με ευημερία στην χώρα, διατηρώντας την θρησκεία και τις παραδόσεις τους.
Σήμερα, βασιζόμενοι στην παράδοση της πολιτιστικής ανοχής, οι Αζέροι δεν δέχονται τις θρησκευτικές και εθνοτικές διακρίσεις, αποφεύγοντας κάθε είδους αντιπαράθεση. Είναι παγιωμένη η αντίληψη ότι λόγω του πολυεθνοτικού και πολυθρησκευτικού χαρακτήρα της χώρας, η εθνοτική και θρησκευτική ιδιαιτερότητα ενισχύει την ενότητα της κοινωνίας. Σε πνεύμα ισότητας από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όλα τα θρησκευτικά μνημεία προστατεύονται, διατηρούνται και ανεγείρονται υπό την αιγίδα του κράτους.
ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η εκκοσμίκευση είναι επίσης μία βασική έννοια για το σύγχρονο Αζερμπαϊτζάν, μία έννοια η οποία και πηγάζει από την αντίληψη πολυπολιτισμικότητας. Η χώρα είναι καίριος παράγοντας εκκοσμίκευσης στον μουσουλμανικό κόσμο. Η πολιτική και θρησκευτική ζωή στο Αζερμπαϊτζάν είναι διαχωρισμένες, ενώ κανένα δόγμα δεν έχει πρωταρχικό πολιτικό ρόλο. Όλες οι δημόσιες λειτουργίες του κράτους, λ.χ. η εκπαίδευση, η νομοθεσία και η διοίκηση λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο της εκκοσμίκευσης.
Με δεδομένη την στρατηγική θέση του Αζερμπαϊτζάν, το Μπακού έχει καίριο γεωπολιτικό ρόλο στην προώθηση της πολυπολιτισμικότητας και εκκοσμίκευσης. Ως μέρος τόσο του μουσουλμανικού κόσμου όσο και της Ευρώπης, προωθεί στην πράξη τον διαθρησκειακό και διαπολιτιστικό διάλογο. Σήμερα η χώρα ατενίζει το μέλλον της με την μεγαλύτερη δυνατή αισιοδοξία. Για το Αζερμπαϊτζάν, ο Δρόμος του Μεταξιού συνεχίζει να υφίσταται με σύγχρονη μορφή: τους οικονομικούς και πολιτιστικούς διαδρόμους, οι οποίοι έχουν εμπλουτίσει και ενισχύσει τον προϋπάρχοντα όγκο και ποιότητα διακίνησης προϊόντων. Στα εδάφη όπου κάποτε δρούσαν, διαβιούσαν και στάθμευαν οι εμπορικοί οίκοι και τα καραβάνια τους, σήμερα υπάρχει μία πολυπολιτισμική εκκοσμικευμένη μουσουλμανική κοινωνία με δυναμική οικονομία και ανοικτή προς επαφές και επενδύσεις. Παράλληλα, ενισχύει τις οικονομικές εξελίξεις στον Καύκασο, λ.χ. την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μπακού-Καρς-Τιφλίδα.
Στον Καύκασο όπου δεσμώθηκε ο Προμηθέας για την αποκάλυψη της φωτιάς στον άνθρωπο, άρα και την διάχυση της γνώσης και της επιστήμης στο ανθρώπινο γένος, σήμερα εξακολουθεί να προωθείται η γνώση με την διαχρονική πρωτοκαθεδρία του εμπορίου και της οικονομίας. Και σε αυτή την διαδικασία το Αζερμπαϊτζάν, το «αιώνιο πυρ», πορεύεται ως έρεισμα σταθερότητας στην περιοχή και ανάδειξης διαλόγου πολιτισμών και θρησκειών σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω πολιτιστικά δεδομένα, είναι σε θέση κάποιος να δει από άλλο πρίσμα τις εν εξελίξει οικονομικές και ενεργειακές ζυμώσεις μεταξύ της Ελλάδας και του Αζερμπαϊτζάν. Αυτό το πρίσμα είναι ο άξονας του χρόνου, του οποίου τα επαναλαμβανόμενα φαινόμενα προσδίδουν στους ζώντες πολύπλευρη γνώση του παρόντος, η οποία υπερσκελίζει τα οφέλη μίας ενεργειακής συμφωνίας. Πέρα από τα οφέλη της οικονομίας, εξίσου σημαντική, ή και σημαντικότερη, είναι η αλληλοκατανόηση των λαών και των πολιτισμών, καθώς μέσω αυτής της αλληλοκατανόησης διασφαλίζεται η αμοιβαία εκτίμηση και εν γένει συνύπαρξη των πολιτισμών. Ακριβώς στην πολιτιστική συνύπαρξη Ελλήνων και Αζέρων εδράζεται και η οικονομική τους συνεργασία στο δυτικό τμήμα του Δρόμου του Μεταξιού.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.