Η πολιτιστική πενία
Του Κώστα Ιορδανίδη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η διαδικασία ιδιωτικοποιήσεως του ΟΠΑΠ εισήλθε στο τελικό στάδιο της διαπραγματεύσεως. Εγείρονται ερωτήματα από ορισμένους κύκλους και από κόμματα της αντιπολιτεύσεως.
Παρέλκει η ενασχόληση με το θέμα, τουλάχιστον επί του παρόντος. Αλλά ο ΟΠΑΠ πέρα από εταιρεία στοιχημάτων υπήρξε επί δεκαετίες ο βασικός τροφοδότης του υπουργείου Πολιτισμού. Η ιδιωτικοποίησή του θα έχει ως συνέπεια τη μείωση των πόρων -ουσιαστικότατη ενδεχομένως- προς ό,τι γενικώς ορίζεται ως πολιτιστική ζωή της χώρας.
Αλλά η πενία που θα αντιμετωπίσει το υπουργείο θα ήταν δυνατόν να λειτουργήσει ως καταλύτης για τον πολιτισμό, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει πολιτιστικό αίτημα και αστική τάξη διατεθειμένη να το εκφράσει. Εάν τα δύο αυτά στοιχεία ελλείπουν, τότε είναι μάταιη κάθε συζήτηση περί του θέματος.
Ο χώρος του πολιτισμού εμπίπτει στα ενδιαφέροντα καλλιτεχνών και διανοουμένων, αλλά έχει και σαφή πολιτική διάσταση, με την οποία και ασχολούμαστε. Το όποιο έθνος, ιδίως ένα έθνος ιστορικό, όπως των Ελλήνων, με μακροχρόνια και αντιφατική πορεία, έχει φυσιογνωμία, που οφείλει να αναδείξει το κράτος, διά των φορέων του - κρατικές σκηνές, συμφωνικές ορχήστρες, λυρικό θέατρο, μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι κ.λπ. Εκτός αυτού του κρατικού πλαισίου κινούνται αντιφρονούντες ή μη συμβατικοί δημιουργοί, η νέα γενιά με διαφορετική θεώρηση και αίτημα αισθητικής.
Οσο αρτιότερη η ιδεολογική και πολιτιστική φυσιογνωμία του κράτους, τόσο μεγαλύτερη η πρόκληση για τους εκτός συστήματος δημιουργούς και διανοουμένους, τόσο πιο αναβαθμισμένος ο άτυπος διάλογος, ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους, έστω και εάν εκφράζεται ενίοτε με όρους αντιπαραθέσεως και όχι εναρμονίσεως.
Αυτός ο άτυπος διάλογος υφίστατο στη δεκαετία του ‘60, όταν συνετελέσθη μία πραγματική πολιτιστική επανάσταση στη χώρα μας. Ηταν η εποχή που άρχισε να διαφαίνεται η υπεροχή της Αριστεράς, με ναυαρχίδα την «Επιθεώρηση Τέχνης». Την πρόκληση ανέλαβαν να διαχειρισθούν όχι το κράτος, αλλά δύο ιδιώτες, που εξέφραζαν την αστική τάξη, στη φιλελεύθερη και συντηρητική της έκφανση. Επρόκειτο για τον Χρήστο Λαμπράκη που εξέδωσε τις «Εποχές» και την Ελένη Βλάχου με τις εκδόσεις τσέπης «Γαλαξίας» - τόμοι καλαίσθητοι των 15 δραχμών.
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι η Ελένη Βλάχου και Δημήτρης Λαμπράκης δεν προσπάθησαν να εξευμενίσουν τους διανοουμένους της Αριστεράς. Προέβαλαν άνευ συμπλέγματος την άποψή τους. Ο «Γαλαξίας» εξέδωσε την Ανθολογία του Λίνου Πολίτη και τη μελέτη-αναφορά της συντηρητικής σκέψης του Δημητρίου Βερναρδάκη «Καποδίστριας και Οθων». Διευθυντής των «Εποχών» ήταν ο Αγγελος Τερζάκης. Η δικτατορία ανέκοψε την προσπάθεια. Η Αριστερά κατίσχυσε.
Αλλά το μεγαλύτερο πλήγμα προήλθε -άθελα ασφαλώς- από ένα άτομο που αγαπούσε και υπηρέτησε την τέχνη. Την υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη που ενέταξε το δημιουργικό «περιθώριο» στο σύστημα. Ο διάλογος μεταξύ του κατεστημένου και των εκτός αυτού εξέλιπε. Το υπουργείο Πολιτισμού μοίραζε απλώς συσσίτια στους καλλιτέχνες. Η δεξιά απλώς αποπνευματοποιήθηκε. Η διαφαινόμενη πενία του υπουργείου Πολιτισμού ενδεχομένως να δώσει τη δυνατότητα στα υπολείμματα της αστικής τάξης, παραδοσιακής διαμορφώσεως, να επιβεβαιώσει την αισθητική και το ύφος της - εάν διαθέτουν.