Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Μία κριτική αποτίμηση του έργου της Μάργκαρετ Θάτσερ


Μια πολιτική με διπλό πρόσημο
Του Ηλια Μαγκλινη
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_14/04/2013_517442
Το άλμπουμ των Pink Floyd, «The Final Cut», ξεκινάει με το τραγούδι «The Post-War Dream» (Το Μεταπολεμικό Ονειρο). Σε αυτό περιλαμβάνονται οι στίχοι: «Τι έχουμε κάνει, Μάγκι, τι έχουμε κάνει στην Αγγλία;
Να κραυγάσουμε, να ουρλιάξουμε “τι απέγινε το μεταπολεμικό όνειρο;”. Ω, Μάγκι, τι κάναμε;». Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στα τέλη του 1982 και κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1983. Με άλλα λόγια, είναι μια δουλειά που ολοκληρώθηκε στη σκιά του πολέμου των Φόκλαντ και ούτε δύο χρόνια μετά την ομαδική απεργία πείνας δέκα Βορειοϊρλανδών (με πιο γνωστή περίπτωση εκείνη του Μπόμπι Σαντς) που κατέληξε με τον θάνατό τους. Ξεκάθαρα αντιπολεμικός δίσκος, στο γνωστό προσωπικό ύφος του Ρότζερ Γουότερς, αποτελεί μία από τις πρώτες δημόσιες εκφράσεις καταδίκης της γενικότερης πολιτικής της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία, πριν από τη σφοδρή κοινωνική κριτική (ή και σάτιρα) που θα ακολουθούσε κατά τη δεκαετία του ’80 αλλά και σε εκείνη του ’90, μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες του Μάικ Λι, του Κεν Λόουτς και του Στίβεν Φρίαρς.
Στο βάθος όμως, ο Ρότζερ Γουότερς και οι Pink Floyd, καθώς και συγκροτήματα όπως οι Clash, καταδίκαζαν αυτό που αργότερα έγινε διεθνώς γνωστό ως «θατσερισμός», παρότι στα 1982-83 δεν είχε ακόμα, ως όρος και ως έννοια, αποκτήσει την υπόσταση και το βάρος που θα αποκτούσε αργότερα.
Κατά του κρατισμού
Τι σημαίνει όμως «θατσερισμός» (όρος που συχνότατα συνδέεται με τον αμερικανικό «ρεϊγκανισμό»: πιστοί σύμμαχοι αλλά και φίλοι οι Θάτσερ και Ρέιγκαν θεωρούνται, τρόπον τινά, ηγετικές φιγούρες της νεοφιλελεύθερης σκέψης); Ειδικά ο όρος «θατσερισμός» έχει διπλό πρόσημο: κάποιοι τον εννοούν θετικά, για άλλους όμως ισοδυναμεί με ύβριν.
Σε ό,τι αφορά τη θετική συνεισφορά, οι οικονομικοί αναλυτές στέκονται πολύ στις τομές που έκανε η «Μάγκι», κυρίως ως προς την κουλτούρα του συνδικαλισμού στη Μεγάλη Βρετανία. Δανειζόμαστε τα λόγια του Μπάμπη Παπαδημητρίου από το άρθρο του στην «Κ» της περασμένης Τετάρτης: «Μέχρι τη δεκαετία του ’80, τα πάντα έπρεπε να γίνουν από το κράτος. [...] Ο καπιταλισμός ήταν κρατικός. [...] Η μεταπολεμική οικονομία και πολιτική συνέχισαν την “επιτυχία” με την οποία ξεπεράστηκε η Μεγάλη Κρίση όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Πόλεμος. Δύο γενιές πολιτικών δεν τόλμησαν να αναμετρηθούν με το απόλυτο δόγμα που ήθελε την κοινωνία να κυβερνάται καλά μόνον όταν το κράτος επέλυε “καλά” τα προβλήματα του πληθυσμού. Η γενιά της Θάτσερ απέδειξε ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν πολύ διαφορετικά και, κατά κανόνα, καλύτερα. [...] Την ξεχωριστή αξία της μεγάλης πολιτικού οι παλαιότεροι “αριστεροί” ανακαλύψαμε όταν εξαντλήθηκε οριστικά το οπλοστάσιο των κρατικίστικων σοσιαλιζουσών ιδεών. Συνέταξε δίπλα δίπλα την αξία της ελεύθερης, δηλαδή της ανοιχτής, αγοράς με την ανοιχτή, δηλαδή ελεύθερη, κοινωνία. Γι’ αυτό, το νέο που προσέφερε η θατσερική προσέγγιση στις, μέχρι τότε, αποτυχημένες φιλελεύθερες ιδέες ήταν η επαναφορά της εμπιστοσύνης ολόκληρης της κοινωνίας στις αξίες του ατόμου που είναι ελεύθερο να αναπτύξει πρωτοβουλίες. [...] Η αλήθεια είναι ότι η αποφασιστικότητα της Θάτσερ απελευθέρωσε τη βρετανική κοινωνία από το μεγαλύτερο βαρίδι της, τη δυνατότητα εκβιασμού του κομματικού και γραφειοκρατικού συνδικαλισμού».
Θυμίζουμε ότι μέσα στην πρώτη θητεία της, η Θάτσερ πραγματικά συνέτριψε το συνδικάτο των Βρετανών ανθρακωρύχων, καθώς στη μεγάλη απεργία του κλάδου, το 1984-85, απέδειξε πως είναι «Σιδηρά Κυρία», φάνηκε ανυποχώρητη και στο τέλος επικράτησε. Εδώ, να προσθέσουμε και μια άλλη, πολύ σημαντική συνεισφορά της: με πόση αποφασιστικότητα τσάκισε τον βρετανικό χουλιγκανισμό και αναβάθμισε δραστικά το αγγλικό ποδόσφαιρο προχωρώντας σε πενταετή αποκλεισμό όλων των αγγλικών ομάδων από διεθνείς διοργανώσεις, αδιαφορώντας για το όποιο πολιτικό κόστος. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, χαρακτήριζε τον Νέλσον Μαντέλα «τρομοκράτη», ενώ δεν δίστασε να υποστηρίξει σθεναρά έναν από τους πλέον στυγνούς δικτάτορες, τον στρατηγό Πινοσέτ. Ισως απλώς να ανταπέδιδε τη στήριξη που της παρείχε ο τελευταίος κατά τον πόλεμο των Φόκλαντ. Η realpolitik στο αποκορύφωμά της.
Υπάρχει κοινωνία;
Η περίφημη ρήση της Θάτσερ «δεν υπάρχει αυτό που λένε κάποιοι “κοινωνία”» (there is no such thing as a society) σηματοδότησε μια νέα εποχή συντηρητικής, αντικρατικής πολιτικής μέσα από την οποία όμως το κράτος, η χώρα, θα έβγαινε ισχυρότερο, ακόμα κι αν ορισμένες κοινωνικές τάξεις υπέφεραν (και υπέφεραν πολύ). Παρά το εσωτερικό μέτωπο κατά της «Μάγκι» (κορυφώθηκε με τις αιματηρές ταραχές το 1990, με αφορμή τον κεφαλικό φόρο – όταν βρισκόταν στη δύση της πρωθυπουργίας της), το αίσθημα ισχύος στη Βρετανία επανήλθε, ύστερα από μια γκρίζα, νωθρή, μελαγχολική δεκαετία του ’70.
Το 1989-90 ο γράφων πήρε μια καλή γεύση από ένα μέρος των συνεπειών του θατσερισμού, όταν βρέθηκε νεαρός φοιτητής στο Σάντερλαντ, στα βορειοανατολικά της Αγγλίας. Ουσιαστικά, μια ολόκληρη πόλη ζούσε με το επίδομα ανεργίας. Υπήρχε διάχυτο ένα αίσθημα απόγνωσης και οργής παντού. Κι αυτό, διότι τα ναυπηγεία, που τόσο είχαν διαφημίσει το Northeast of England στις αρχές του ’70, είχαν κλείσει επί Θάτσερ διότι απλώς ζημίωναν την οικονομία της χώρας. Κι ωστόσο, τρία χρόνια αργότερα, το 1992, το Σάντερλαντ άρχισε να βγαίνει σιγά σιγά από την παρακμή, αποκτώντας, σε μια ιδιαίτερα γιορτινή τελετή, το status της «πόλης» (city) από εκείνο της κωμόπολης (town).
Το μόνο βέβαιο πάντως είναι ότι η κληρονομιά που άφησε η Θάτσερ είναι μεγάλη και βαθιά. «Είμαστε όλοι θατσερικοί τώρα», είναι ο τίτλος άρθρου της Maria Margaronis στο αριστερό αμερικανικό περιοδικό The Natio(διόλου τυχαία, η πρώτη πρόταση του άρθρου είναι «Η Μάργκαρετ Θάτσερ είναι επιτέλους νεκρή»). Παρακάτω, η αρθρογράφος σημειώνει: «Σήμερα πια είμαστε όλοι παιδιά της Θάτσερ, και στη Βρετανία και στην Ευρώπη, όπου οι πολιτικές της λιτότητας που εκείνη δοκίμασε τη δεκαετία του ’80 εφαρμόζονται λες και δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, λες και δεν υπάρχει αύριο». Σύμφωνα με το άρθρο, η μεγαλύτερη επιτυχία της Θάτσερ ήταν το... Νέο Εργατικό Κόμμα του Τόνι Μπλερ. Η «Σιδηρά Κυρία» σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά της. «Ιδιωτικοποιήσεις, πειθαρχία, λιτότητα εν καιρώ ύφεσης, θεραπείες “πονάει κεφάλι-κόβει κεφάλι”: κατά κάποιον τρόπο, ο θατσερισμός είναι τώρα πια η νόρμα των πραγμάτων».