Γιατί οι στρατηγοί στηρίζουν τον Μόρσι
Το αόρατο χέρι στην αιγυπτιακή κυβέρνηση
Joshua Stacher
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Φαίνεται σαν «ντεζαβού» και πάλι στην Αίγυπτο. Οι πρόσφατες συγκρούσεις των υποστηρικτών του προέδρου Μοχάμαντ Μόρσι και εκείνων που αντιτίθεται στο νομοσχέδιο του, θυμίζουν τη βία των τελευταίων ημερών της βασιλείας του πρώην προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ.
Και τότε και τώρα, ο στρατός και η αστυνομία απουσιάζουν από τη σκηνή, με το να στέκονται σε απόσταση από το χάος γύρω τους. Βέβαια, οι στρατηγοί έχουν κάνει δηλώσεις, οι οποίες υποδηλώνουν ότι θα μπορούσαν να παρέμβουν για να αποκαταστήσουν την τάξη, αλλά ποτέ δεν έχει γίνει σαφές αν θα παρέμβουν για λογαριασμό των διαμαρτυρόμενων ή του Μόρσι. Επιπλέον στις 11 Δεκεμβρίου εξεδήλωσαν το ενδιαφέρον τους για διαμεσολάβηση σε μια συμφωνία μεταξύ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των διαμαρτυρόμενων, για να ακυρώσουν την προσφορά τους λίγο αργότερα.
Κάποιοι έχουν υποστηρίξει ότι η φαινομενική ουδετερότητα του στρατού είναι μια αντανάκλαση της μειωμένης δύναμής του. Οι εκλογές τον Ιούνιο του 2012 που έφεραν τον Μόρσι στην κυβέρνηση, όπως υποστηρίζει το ίδιο επιχείρημα, έκοψαν τα φτερά του στρατού, αναγκάζοντας τους στρατιώτες να επιστρέψουν στους στρατώνες τους, Συγκεκριμένα, η αποστράτευση του ανώτερου στρατηγού του Ανώτατου Συμβουλίου των Ενόπλων Δυνάμεων (SCAF) από τον Μόρσι, τον περασμένο Αύγουστο θεωρήθηκε ως απόδειξη της αλήθειας του ισχυρισμού αυτού. Ωστόσο, η κίνηση του Μόρσι δεν είναι μακιαβελική. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Αιγύπτιο αναπληρωτή υπουργό Άμυνας, τον στρατηγό Μοχάμαντ ελ- Ασάρ, ο Μόρσι συντόνισε [1] το σχέδιό του με τα νεαρά μέλη του SCAF. Το τέχνασμα αυτό αποκάλυψε έτσι την απαρχή μιας συμμαχίας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των ενόπλων δυνάμεων.
Η προσποίηση του στρατού περί μη κομματικοποίησής του κατά την διάρκεια των πρόσφατων διαδηλώσεων ήταν εξίσου έξυπνη. Με τους διαμαρτυρόμενους να ζητούν την αποπομπή του Μόρσι και τους υποστηρικτές του προέδρου να κατηγορούν τους διαδηλωτές ότι θέλουν να ανατρέψουν την εκλεγμένη κυβέρνηση, οι παρατηρητές φάνηκαν αδιάφοροι σχετικά με τον στρατό. Ήταν σχεδόν, σαν να είχαν ξεχάσει την απεχθή διακυβέρνηση του SCAF τους 17 μήνες μετά την αποπομπή του Μουμπάρακ και την μετέπειτα συνεχή παρουσία του στρατού στα κέντρα εξουσίας. Βέβαια, κατά τη διάρκεια της θητείας του στην κυβέρνηση, το SCAF τήρησε ελάχιστα την υπόσχεσή του να επιστρέψει την Αίγυπτο σε καθεστώς πολιτικής διακυβέρνησης, αλλά αντίθετα αύξησε την καταπίεση και εργάσθηκε για την διατήρηση του κρατικού μηχανισμού της εποχής του Μουμπάρακ, ενώ έκανε ανακατάταξη της ηγεσίας του για τα προσχήματα. Για να γίνει αυτό, το SCAF έχτισε μια συμμαχία για την καθημερινότητα της διακυβέρνησης, η οποία περιελάμβανε εκπροσώπους από την Μουσουλμανική Αδελφότητα (μια πολιτική δύναμη στην Αίγυπτο από το 1928), τους Σαλαφίτες (οι οποίοι ήταν γνωστοί για τη δύναμή τους στις υπηρεσίες ασφαλείας) και ορισμένους από τους συνεχιστές της εποχής του Μουμπάρακ, συμπεριλαμβανομένων των μελών της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι επαναστάτες είχαν αποκλειστεί, ενώ ισχυρές προσωπικότητες στα κρατικά ιδρύματα τους χλεύαζαν, τους διαστρέβλωναν και τους καταπίεζαν επιλεκτικά. Όταν οι Αιγύπτιοι προσήλθαν στις κάλπες το 2012, η Μουσουλμανική Αδελφότητα αναδείχτηκε νικητής.
Παρασκηνιακά, οι στρατηγοί υποστήριζαν την εκλογή του προέδρου, ενώ εργάζονταν για να διατηρήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Εν μέρει, το έκαναν γιατί πιστεύουν ότι ο Μόρσι και η ομάδα του, από την οποία προέρχεται και ο ίδιος, είναι πιθανό να συνεχίσουν να κερδίζουν τις εκλογές. Άλλωστε, η Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι καλύτερα οργανωμένη από ό,τι τα άλλα κόμματα της Αιγύπτου και τα δίκτυά της απλώνονται σε όλη τη χώρα, πράγμα που της επιτρέπει να προσεγγίζει ένα τεράστιο τμήμα του πληθυσμού. Επιπλέον, η Μουσουλμανική Αδελφότητα, σε αντίθεση με τις επαναστατικές δυνάμεις, έχει δείξει ότι θα συμβιβαστεί και θα κάνει διαπραγματεύσεις με τους στρατηγούς. Για τις «κεφαλές» του στρατού, απλώς είναι πιο λογικό το να στοιχηματίσουν σε κάποιον με εκλογική νομιμοποίηση παρά να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την δυστροπία οποιουδήποτε από τους πολιτικούς αντιπάλους του.
Σε αντάλλαγμα για την υποστήριξη του στρατού, η Μουσουλμανική Αδελφότητα ενσωμάτωσε πολλά από τα βασικά του αιτήματα - όχι κοινοβουλευτικό έλεγχο επί του στρατιωτικού προϋπολογισμού, δημιουργία ενός Εθνικού Συμβουλίου Άμυνας πλήρες από στρατηγούς και την δυνατότητα να δικάζονται πολίτες από στρατοδικεία- άμεσα στο προσχέδιο του νέου συντάγματος. Το ιδρυτικό έγγραφο της Αιγύπτου, λοιπόν, είναι η υλοποίηση αυτών που ο στρατός είχε επιδιώξει ήδη από την αποχώρηση του Μουμπάρακ. Ακόμα καλύτερα, ο στρατός πήρε ακριβώς αυτό που ήθελε, ενώ φαινόταν να στέκεται στο περιθώριο της αιγυπτιακής πολιτικής.
Η φαινομενική ουδετερότητα των στρατηγών τους αφήνει την επιλογή της υποστήριξης μιας εναλλακτικής λύσης, όπως σε έναν πρώην αξιωματικό από την εποχή του Μουμπάρακ, αν τα πράγματα ξεφύγουν από τα χέρια του Μόρσι. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει σύντομα. Παρά το γεγονός ότι οι πρόσφατες διαδηλώσεις και η βία έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν αναστάτωση, τονίζοντας πόσο εύθραυστη είναι η εντολή του Μόρσι, οι επαναστάτες δεν ήταν σε θέση να ενοποιηθούν ούτε να συγχωνευτούν με άλλες ομάδες δυσαρεστημένων, όπως το εργατικό κίνημα ή τις λεγόμενες δυνάμεις- απομεινάρια. Εν τω μεταξύ, η αντιπολίτευση στις επαναστατικές δυνάμεις και οι άνθρωποι που υπηρετούν ακόμα σε κυβερνητικές θέσεις, στους οποίους δεν άρεσε ποτέ η Αδελφότητα, καθώς και οι πιέσεις από τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση [2], θα αποτρέψουν τον Μόρσι και την Μουσουλμανική Αδελφότητα από το να γίνουν πολύ ριζοσπαστικοί.
Παρά το γεγονός ότι η στρατηγική του στρατού φαίνεται να λειτουργεί προς το παρόν, αποτελεί ένα επικίνδυνο στοίχημα. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει στην ανατροπή της ισχύος του. Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των 18 ημερών που ανέτρεψε τον Μουμπάρακ, οι στρατηγοί στοιχημάτισαν ότι θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τις διαδηλώσεις- διώχνοντας τον Μουμπάρακ, αλλά μη επιτρέποντας μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές στην πολιτική δομή. Μετά τις εκλογές, οι στρατηγοί στήριζαν τις ελπίδες τους στην προϋπόθεση ότι θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν τους αμάχους πολίτες ως εξιλαστήρια θύματα κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε μελλοντικής πολιτικής ή οικονομικής κρίσης.
Όμως, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα οι διαδηλώσεις δεν έχουν σταματήσει. Και δεν υπάρχουν πολλά που να υποδηλώνουν ότι τα επόμενα δύο χρόνια θα ισχύει κάτι διαφορετικό. Οι επαναστάτες μαθαίνουν από τα λάθη τους και διευρύνουν τις διαμαρτυρίες τους. Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση δεν έχει κερδίσει πολλούς συμμάχους.
Όσο η Μουσουλμανική Αδελφότητα, στηριζόμενη από τον στρατό, κάνει λίγα πράγματα για την διακυβέρνηση της Αιγύπτου, τόσο η ζυγαριά θα γέρνει υπέρ των επαναστατών. Αυτό θα είναι μια μακρά διαδικασία: Σίγουρα δεν θα ολοκληρωθεί πριν περάσει το συνταγματικό προσχέδιο του Μόρσι και πριν πιέσει ο ίδιος για νέες βουλευτικές εκλογές. Αλλά τελικά θα συμβεί. Και παρά το γεγονός ότι ο στρατός παραμένει σχετικά δημοφιλής σε όλη την χώρα, δεν είναι βέβαιο αν θα είναι σε θέση να αποτρέψει μια βαθύτερη πολιτική μεταρρύθμιση στην Αίγυπτο, αν οργανωθούν οι ομάδες της αντιπολίτευσης. Πράγματι, αν ο στρατός αποτύχει να αντιληφθεί τα όριά του, την επόμενη φορά μπορεί να αναγκαστεί να διαπραγματευτεί ευθέως με τους επαναστάτες για την έξοδό του από μια κρίση - μια κατάσταση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγές πέρα από τον έλεγχό του.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα Αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/138623/joshua-stacher/why-the-gen...