Η εξελισσόμενη στρατηγική τής Τουρκίας για την Συρία
Γιατί η Άγκυρα βοηθά την al-Nusra αλλά αποφεύγει το ISIS
Aaron Stein
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr/)
Τον Απρίλιο του 2011, ανώτερα στελέχη τού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης της Τουρκίας (ΑΚΡ) συναντήθηκαν στην Άγκυρα για να συζητήσουν τις ταραχές στην Συρία.
Η συνάντηση επικεντρώθηκε στην Συρία και το πώς η κυβέρνηση θα πρέπει να ανταποκριθεί στην βίαιη καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων από τον Μπασάρ αλ-Άσαντ. Για το ΑΚΡ, οι αναταραχές είχαν δημιουργήσει ένα μοναδικό σύνολο προκλήσεων. Από το 2002, η Τουρκία είχε θέσει ως προτεραιότητα τις καλές σχέσεις με την Δαμασκό, επιχειρηματολογώντας ότι οι περιοχές τής βόρειας Συρίας ήταν μέρος αυτού που αποκαλούσαν «φυσική ενδοχώρα» τής Τουρκίας.
Στο τέλος, οι συμμετέχοντες της συνάντησης αποφάσισαν επιφυλακτικά να στηρίξουν τον Άσαντ, αν και συγχρόνως ωθώντας τον να κάνει πολιτικές παραχωρήσεις για να επιτρέψει στην εξόριστη συριακή Μουσουλμανική Αδελφότητα να επανέλθει στην συριακή πολιτική. Σε αντίθεση με τις διαδηλώσεις τής Αραβικής Άνοιξης στην Αίγυπτο, όταν η Τουρκία μετά από μόνο οκτώ ημέρες συλλαλητηρίων κάλεσε σε παραίτηση τον πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ, η αρχική προτίμηση της Άγκυρας σχετικά με την Συρία ήταν να μεταρρυθμιστεί το καθεστώς και να παραμείνει στην εξουσία. Για τον σκοπό αυτό, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν -ο τότε πρωθυπουργός και νυν πρόεδρος- έστειλε δύο έμπιστους συμβούλους του για να προσπαθήσουν να πείσουν τον Άσαντ να κάνει επιφανειακές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις για να κατευνάσει τους διαδηλωτές. Τον Απρίλιο του 2011, έστειλε τον αρχηγό της Υπηρεσίας Πληροφοριών, Hakan Fidan, να προσπαθήσει να πείσει τον Άσαντ να αποκλιμακώσει την εξελισσόμενη κρίση. Έπειτα, έστειλε τον Αχμέτ Νταβούτογλου, τότε υπουργό Εξωτερικών και νυν πρωθυπουργό, σε πολυάριθμες περιπτώσεις. Παρά τις προσπάθειες αυτές, κανένας από τους δύο δεν ήταν επιτυχής. Τον Σεπτέμβριο του 2011, η Τουρκία διέκοψε τις σχέσεις της με αυτό το καθεστώς και άρχισε να παίρνει ενεργό μέρος στις περιφερειακές προσπάθειες που γίνονταν για την ανατροπή τού δικτάτορα της Συρίας.
Η αρχική συμμετοχή τής Τουρκίας στον πόλεμο εξελίχθηκε σε τρία στάδια. Αρχικά, η Άγκυρα επέτρεψε την ασφαλή διέλευση όπλων και μαχητών, πολλοί από τους οποίους ήταν αποστάτες τού συριακού στρατού, σε διάφορες επαρχίες τής Συρίας. Σ’ αυτούς τους αποστάτες, οι οποίοι έγιναν ευρέως γνωστοί ως Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA), δόθηκε καταφύγιο από την Τουρκία, ενώ τους παραχωρήθηκε το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ως βάση ένα ειδικό στρατόπεδο προσφύγων ακριβώς μέσα από τα σύνορα της Τουρκίας με την Συρία (αργότερα, θα τους δινόταν άδεια να εδραιώσουν την παρουσία τους στις παραμεθόριες περιοχές τής Τουρκίας). Δεύτερον, η Άγκυρα ήταν πρόθυμη να οργανώσει εξόριστη αντιπολίτευση και, με αμφιλεγόμενο τρόπο, επεδίωξε να ενδυναμώσει το πολιτικό κόμμα τής προτίμησής της και σύμμαχό της, την συριακή Μουσουλμανική Αδελφότητα, για να γίνει κυβέρνηση. Τελικά, η πολιτική αυτή συνέβαλε στην διάσπαση της εκκολαπτόμενης αντάρτικης συμμαχίας. Τρίτον, αρχής γενομένης τον Νοέμβριο του 2011, η Τουρκία άρχισε να συνηγορεί υπέρ μιας διεθνούς επέμβασης στην Συρία. Όπως η γαλλική και η αραβική κυβέρνηση, έτσι κι η Τουρκία υποστήριξε την δημιουργία μιας ουδέτερης ζώνης με απαγόρευση προσέγγισης από αέρος σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων της με την Συρία, η δημιουργία τής οποίας θα απαιτούσε την καταστροφή της αεράμυνας και των στρατιωτικών εγκαταστάσεων της Συρίας.
Η Άγκυρα οραματίστηκε ότι οι αντάρτες θα χρησιμοποιούσαν αυτήν την ασφαλή ζώνη για να εγκαθιδρύσουν μιαν κυβέρνηση αντίπαλη με εκείνη του Άσαντ στην Δαμασκό. Με την σειρά της, αυτή η εκκολαπτόμενη κυβέρνηση θα εξασφάλιζε την υποστήριξη τοπικών Συρίων με το να παρέχει υπηρεσίες. Τελικά, η διεθνής κοινότητα θα έφτανε να την αναγνωρίσει ως επίσημη συριακή κυβέρνηση. Αυτές οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες, λόγω της απροθυμίας των ΗΠΑ να επέμβουν στρατιωτικά και της αντίστασης του Αραβικού Κόλπου (εξαιρουμένου τού Κατάρ) στην προσπάθεια της Τουρκίας να ενδυναμώσει την Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Ίσως συνειδητοποιώντας ότι η συνοριακή της στρατηγική δεν έφερνε αποτέλεσμα, με έναυσμα τα τέλη τής άνοιξης του 2012, η Υπηρεσία Πληροφοριών τής Τουρκίας άρχισε να οργανώνει μια αντάρτικη επίθεση εναντίον της πόλης του Χαλεπίου. Ως μέρος τής μάχης για το Χαλέπι, ταξιαρχίες ανταρτών εντός τού FSA (Ελεύθερου Συριακού Στρατού) άρχισαν να στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις επιθέσεις αυτοκτονίας τής θυγατρικής τής αλ Κάιντα στην Συρία, Jabhat al-Nusra, σε περιοχές υπό συριακό καθεστώς. Για να υποστηρίξει αυτές τις προσπάθειες, η Τουρκία και το Κατάρ τελικά προσέγγισαν απ’ ευθείας την al-Nusra, πιστεύοντας ότι η αντάρτικη ομάδα θα φανεί χρήσιμη για την επίτευξη του απώτερου στόχου τους: Την ανατροπή τού Άσαντ. Η Τουρκία πίστευε επίσης ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να χαλιναγωγήσει την ομάδα και ότι θα ήταν καλό να συνεργαστεί με την al-Nusra ως μια «συριακή ομάδα» που μάχεται κατά του καθεστώτος για το μέλλον όλων των Σύριων.
Δηλαδή, η al-Nusra θα ήταν ένα καλό αντίβαρο στο κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) στις περιοχές κουρδικής πλειονότητας στην βόρεια Συρία. Το PYD έχει δεσμούς με το Εργατικό Κόμμα τού Κουρδιστάν (PKK), το οποίο αγωνίζεται σε μια αιματηρή εξέγερση κατά του τουρκικού κράτους από το 1984. Έτσι, τα νέα ήταν άσχημα για την Τουρκία, όταν τον Ιούλιο του 2012 ο Άσαντ απέσυρε όλες σχεδόν τις στρατιωτικές του δυνάμεις από τρεις κουρδικής πλειονότητας περιοχές -το Afrin, το Kobane και το Jazira- για να συμβάλει με τις δυνάμεις του στην ενίσχυση άλλων περιοχών. Το PYD κήρυξε σύντομα αυτονομία και στις τρεις περιοχές και σε απάντηση η Τουρκία φέρεται να επέτρεψε στις δυνάμεις τού FSA και της al-Nusra να χρησιμοποιήσουν το έδαφός της για να επιτεθούν στα περίχωρα της Jazira τον Νοέμβριο του 2012. Επίσης, το 2014, η Τουρκία επέτρεψε στην al-Nusra και σε άλλες ταξιαρχίες ανταρτών να χρησιμοποιήσουν το έδαφός της για να επιτεθούν στο Kasab, μια πόλη αρμενικής πλειονότητας στην βορειοδυτική Συρία.
Για τους λόγους αυτούς, η Άγκυρα αντιστάθηκε στις διεθνείς προσπάθειες ανακήρυξης της al-Nusra ως τρομοκρατική οργάνωση τον Δεκέμβριο του 2012. Εκείνη την εποχή, η Τουρκία συνεργαζόταν με την οργάνωση για να παγιώσει τα κέρδη της στο Χαλέπι, καθώς και να ασκήσει πίεση στο PYD ώστε να εγκαταλείψει τις απαιτήσεις του για αυτονομία και να ενταχθεί στο τουρκικής στήριξης Συριακό Εθνικό Συμβούλιο. Η Τουρκία ήταν σε θέση να διατηρήσει στήριξη γι’ αυτή της την πολιτική έως τις αρχές τού 2014, αλλά υπό την αυξανόμενη πίεση των ΗΠΑ άλλαξε στάση και ανακήρυξε επισήμως την al-Nusra ως τρομοκρατική οργάνωση, αν και διατηρούσε ακόμα τους δεσμούς της με την οργάνωση.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι η Τουρκία υποστήριξε το Ισλαμικό Κράτος τού Ιράκ και της αλ-Σαμ (ISIS), από την στιγμή που ο αρχηγός του, Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι, έφυγε από την al-Nusra το 2013. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Άγκυρα βοήθησε έμμεσα την οργάνωση, ενώ τα μέλη της πολεμούσαν στο όνομα της al-Nusra και με το να επιτρέπει σε ξένους μαχητές να εισέρχονται στην Συρία μέσα από τα εδάφη της.
Στην πραγματικότητα, το ISIS έχει δράσει για σκοπούς αντίθετους με τα συμφέροντα της Τουρκίας στην Συρία. Η οργάνωση έχει συγκρουστεί με τους υποστηριζόμενους από την Τουρκία αντάρτες σε όλη την βόρεια Συρία και η στρατιωτική δράση τής Τουρκίας στην περιοχή του Χαλεπίου βοήθησε την επίθεση του καθεστώτος Άσαντ στην πόλη. Η Τουρκία πιστεύει ότι το ISIS είναι συμβιωτικό με το καθεστώς Άσαντ. Το AKP υποστηρίζει ότι η κτηνωδία τού Άσαντ διατηρεί την λαϊκή υποστήριξη για το ISIS. Παράλληλα, το ISIS βοηθά το καθεστώς τού Άσαντ να διατηρήσει την εικόνα ότι καταπολεμά την τρομοκρατία.
Για να αντιμετωπίσει αυτόν τον συσχετισμό, η Τουρκία κάλεσε την διεθνή κοινότητα να στοχεύσει τον Άσαντ και τελικά να τον διώξει από την εξουσία. Με αυτόν τον τρόπο, οι παράγοντες που συντηρούν το ISIS θα εξαλειφθούν. Το γεγονός αυτό θα επιτρέψει την ανάδυση μιας πιο συνεκτικής συριακής αντιπολίτευσης και τελικά την ανάληψη εξουσίας από την Δαμασκό. Αυτή η κατανόηση της σύγκρουσης υποδεικνύει ότι η ανατροπή τού Άσαντ θα έχει επίσης ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της τούρκικης υποστήριξης στην al-Nusra.
Μέχρι τότε, η Τουρκία εξακολουθεί να φαίνεται πρόθυμη να συνεργαστεί με την οργάνωση, με την ελπίδα ότι η επιτυχία της θα οδηγήσει τελικά στην αντικατάστασή της από ένα πιο μετριοπαθές σύνολο ηγετών, οι οποίοι θα απευθύνονται σε ένα ευρύτερο τμήμα τής συριακής κοινωνίας.
* Ο AARON STEIN είναι συνεργάτης στο Royal United Services Institute.
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved. T
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/143023/aaron-stein/turkeys-evolvi...