Οι κερδισμένοι από τη συμφωνία στο Eurogroup
ΜΑRK GILBERT / BLOOMBERGVIEW
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η εμφανής συνθηκολόγηση της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις για το χρέος καθιστά λιγότερο πιθανή την έξοδο της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα.
Ωστόσο, οι πραγματικοί κερδισμένοι είναι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που επέμειναν στις περικοπές δαπανών παρά την αυξανόμενη εσωτερική αντίσταση. Δεν χρειάζεται να ανησυχούν για μια επιτυχημένη αποστασία κατά της λιτότητας, την οποία θα εκμεταλλευθούν οι αντίπαλοί τους. Δικαίως ή αδίκως, οι συνομιλητές της Ελλάδας παρουσίασαν αρραγές μέτωπο, αρνούμενοι να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις της καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, με 18 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης να συνασπίζονται εναντίον ενός. Δικαίως ή αδίκως, η Γερμανία ήταν αδιάφορη για το αν η Ελλάδα θα παρέμενε στο ευρώ ή όχι και ήταν πρόθυμη να ανεχθεί την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ αντί να παραδοθεί στις απαιτήσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης υπό την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Και, δικαίως ή αδίκως, οι όποιες αλλαγές επιφέρει η Ελλάδα στις υπάρχουσες δεσμεύσεις της θα πρέπει να είναι ουδέτερες από δημοσιονομικής απόψεως. Η κυβέρνηση θα πρέπει να αποδείξει με ποιον ακριβώς τρόπο σκοπεύει να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της. Μέτρα που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν, όπως η υπόσχεση για συλλογή των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών, δεν αρκούν. Αντιθέτως, η Ελλάδα, αντιμέτωπη με την αδυσώπητη αντίσταση της Γερμανίας και των υπολοίπων, αποδυνάμωσε τουλάχιστον πέντε από τις βασικές προεκλογικές της υποσχέσεις.
Δεν υπήρξε επέκταση του χρονοδιαγράμματος αποπληρωμής του ελληνικού χρέους, η τρόικα θα εξακολουθήσει να κάνει ελέγχους στην Ελλάδα ακόμη και αν οι κηδεμόνες θα έχουν πλέον διαφορετικό όνομα.
Δεν θα αντιστραφούν οι οικονομικής φύσεως μεταρρυθμίσεις της προηγούμενης κυβέρνησης, τα χρήματα που προορίζονται για το τραπεζικό σύστημα δεν θα χρησιμοποιηθούν για την ελάφρυνση οικονομικών δυσκολιών και αναγνωρίστηκε η ανάγκη για επίτευξη λογικού πρωτογενούς πλεονάσματος. Μπορεί να αποδειχθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολευθεί να περάσει αυτές τις παραχωρήσεις, δεδομένης της προεκλογικής του στρατηγικής. Είναι όμως πολύ βολικές αν για παράδειγμα είσαι ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι και είσαι αντιμέτωπος με εκλογές στο τέλος του έτους. Το Λαϊκό Κόμμα του κ. Ραχόι έχει την υποστήριξη περίπου του 30% των ψηφοφόρων, σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη δημοσκόπηση, ενώ το κόμμα των Podemos που τάσσεται κατά της λιτότητας παίρνει περίπου το 26%. Σύμφωνα με άλλες πρόσφατες δημοσκοπήσεις, προηγείται το κόμμα των Podemos.
Αν η Ελλάδα κατόρθωνε να αποσπάσει παραχωρήσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους της, τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε άλλες χώρες –εκλογές διεξάγονται επίσης το 2015 στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία του χρόνου, ενώ οι ιταλικές κυβερνήσεις συνεργασίας είναι διαβόητες για την αστάθειά τους– ίσως να το χρησιμοποιούσαν ως απόδειξη ότι η εγκατάλειψη της λιτότητας αποτελεί αποδεκτή οικονομική στρατηγική στους κόλπους της Ευρωζώνης. Αντιθέτως, η Γερμανία κατέστησε σαφές στους ψηφοφόρους της ευρωπαϊκής ηπείρου –και πάλι δικαίως ή αδίκως– ότι η Ευρωζώνη δεν θα υποστηρίξει όλες τις απόψεις για την οικονομία.