Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Άρθρο του Economist ότι το φθηνό πετρέλαιο απειλεί τη Ρώσικη οικονομία


Το φθηνό πετρέλαιο απειλεί την οικονομία της Ρωσίας
THE ECONOMIST
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
O Βλαντιμίρ Πούτιν δεν έχει λίγα προβλήματα να λύσει και αρκετά από αυτά τα έχει δημιουργήσει μόνος του. Εχουν προκληθεί σοβαρές συγκρούσεις στην Ανατολική Ουκρανία, όπου ο ίδιος συνεχίζει να εντείνει.
Οι σχέσεις του με τη Δύση έχουν επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό. Μέχρι και η Γερμανία στρέφεται εναντίον του. Εχει αναπτυχθεί ένα επικίνδυνο ισλαμικό μέτωπο στα σύνορα της χώρας του, ενώ στο εσωτερικό της υπάρχουν αρκετοί που αμφισβητούν τη σοφία της πολιτικής που ασκεί απέναντι στην Ουκρανία. Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα που μπορεί να επισκιάσει όλα τα υπόλοιπα. Η πληγωμένη οικονομία της Ρωσίας μπορεί να παγιδευτεί σε κρίση.
Τα βασικά συστατικά της ρωσικής οικονομίας είναι, λίγο έως πολύ, γνωστά σε όλους. Διακινείται κυρίως από το πετρέλαιο. Γι’ αυτό και ωφελήθηκε από την άνοδο των πετρελαίου όλα τα προηγούμενα χρόνια. Σήμερα έχει δεχτεί μεγάλο πλήγμα διότι από μια μέση τιμή των 110 δολαρίων το βαρέλι, η τιμή του πετρελαίου έχει υποχωρήσει στα 80 δολ. το βαρέλι. Περισσότερο από τα δύο τρίτα των εξαγωγών προέρχεται από το πετρέλαιο. Το ρούβλι έχει υποχωρήσει κατά 25% μέσα σε περισσότερο από τρεις μήνες. Οι κυρώσεις της Δύσης έχουν, επίσης, προκαλέσει επιπτώσεις επειδή οι τραπεζίτες δεν έχουν εφαρμόσει χρηματοοικονομικούς περιορισμούς μόνο στον πολιτικό και επιχειρηματικό περίγυρο του κ. Πούτιν αλλά και σε μια ομάδα ρωσικών εταιρειών.
Ολοι διαβλέπουν παρατεταμένη στασιμότητα, αλλά η επικρατέστερη πεποίθηση είναι πως ο κ. Πούτιν είναι αρκετά ισχυρός για να αντέξει τις επιπτώσεις. Η διαρκής διολίσθηση του ρουβλίου έχει καταστήσει πιο ανταγωνιστικούς ορισμένους κλάδους της οικονομίας όπως τη γεωργία. Σε συνδυασμό με τα αντίποινα της Ρωσίας σε εισαγωγές από τη Δύση οδηγούν σε ένα μικρό εμπορικό πλεόνασμα της χώρας. Συν τοις άλλοις, έχει συγκεντρώσει πλούσια συναλλαγματικά αποθέματα. Κυμαίνονται στα 420 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας. Ο κ. Πούτιν έχει περιθώρια χρόνου για ελιγμούς εάν ληφθεί, επίσης, υπόψη πως οι πολίτες της χώρας του επιρρίπτουν ευθύνες στο εξωτερικό για την κατάστασή τους και όχι στον ίδιο.
Ο πιο άμεσος κίνδυνος είναι η τιμή του πετρελαίου. Ο κ. Πούτιν είναι βέβαιος ότι θα ανακάμψει. Ωστόσο, οι αμερικανικές υπηρεσίες προβλέπουν πως οι τιμές του πετρελαίου θα κυμανθούν στα 83 δολάρια το βαρέλι μέσα στο 2015, αρκετά χαμηλότερα από τα 90 δολάρια που χρειάζεται η Ρωσία για να αποφύγει μια ύφεση και να ελέγξει τον πληθωρισμό. Εάν υπάρξει περαιτέρω υποχώρηση της παγκόσμιας ζήτησης –η Ιαπωνία βρίσκεται σε ύφεση, για παράδειγμα– τότε η τιμή του θα υποχωρήσει ακόμη πιο πολύ. Επιπροσθέτως, η αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, που αποβλέπει στην αναχαίτιση της πτώσης του ρουβλίου, επιδεινώνει, τελικά, το κόστος αποπληρωμής δανείων για τις επιχειρήσεις και αυξάνει την εξάρτηση των εγχώριων τραπεζών σε αυτήν, διότι οι καταθέσεις σε εγχώριο νόμισμα αντικαθίστανται από δολάρια.
Μια μεγαλύτερη διείσδυση στα εδάφη της Ουκρανίας θα μπορούσε να σκληρύνει τη στάση των Δυτικών. Ορισμένες κυρώσεις όπως η απαγόρευση στη Ρωσία από το διεθνές πρόγραμμα πληρωμών SWIFT θα μπορούσαν να παγώσουν κάθε εμπορική συναλλαγή στη χώρα με το εξωτερικό. Η τελευταία μεγάλη κρίση στη χώρα ήταν όταν κήρυξε εθνική χρεοκοπία το 1998. Αυτή τη φορά είναι πιθανότερο να υπάρξει μια σειρά από χρεοκοπίες τραπεζών και επιχειρήσεων, οδηγώντας σε βαθιά ύφεση. Οι επιπτώσεις σε γειτονικές χώρες σαν τη Σουηδία και τη Λευκορωσία θα είναι αισθητές. Και εάν οι συνθήκες επιδεινωθούν σε μια οικονομία που εξαρτάται από τις αγορές εμπορευμάτων, τότε οι επενδυτές θα αρχίσουν να κοιτάζουν καχύποπτα άλλες χώρες σε παρόμοια δεινή οικονομική κατάσταση όπως η Βραζιλία.
Εάν η ρωσική οικονομία βρεθεί στα πρόθυρα της κατάρρευσης, θα υπάρξουν εκκλήσεις για χαλάρωση των κυρώσεων εις βάρος της χώρας. Πρόσφατα, ο κ. Πούτιν είπε ότι περίπου 300.000 θέσεις εργασίας στη Γερμανία εξαρτώνται από τις εμπορικές συναλλαγές με τη Ρωσία. Η Γερμανίδα καγκελάριος αγνόησε αυτήν την προειδοποίηση. Θα πρέπει, όμως, ο κ. Πούτιν να μάθει πως ορισμένες πράξεις έχουν συνέπειες. Εάν εισβάλεις σε μια ξένη χώρα υπάρχουν επιπτώσεις.
Εάν ο κ. Πούτιν αφιέρωνε τον χρόνο του στην ενίσχυση της οικονομίας αντί να προσφέρει πλούτη στους φίλους του, δεν θα ήταν σήμερα τόσο ευάλωτος.
Δανεισμός
Οι ρωσικές εταιρείες οφείλουν πάνω από 500 δισ. δολάρια σε τίτλους του εξωτερικού. Περίπου 130 δισ. δολάρια θα πρέπει να καλυφθούν εντός του 2015 όταν λίγοι επενδυτές στη Δύση θα ήταν σύμφωνοι σε μια μετακύλιση του χρέους τους. Ακόμη και εταιρείες που εισπράττουν έσοδα σε δολάρια θα έχουν πρόβλημα στο να είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις. Ο πετρελαϊκός κολοσσός Rosneft ζήτησε, πρόσφατα, δάνειο 44 δισ. δολαρίων από το Κρεμλίνο. Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει θετικά, αλλά δεν θα μπορεί να αρνείται επ’ άπειρον οικονομική στήριξη σε μια εταιρεία που ελέγχεται κατά 70% από το κράτος και απασχολεί 160.000 Ρώσους.
Αμεσα ή έμμεσα, πολλοί από αυτούς τους λογαριασμούς θα καταλήξουν στο Κρεμλίνο. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι πολύ σημαντικά τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας. Αλλά και αυτά εξανεμίζονται· μειώθηκαν κατά 100 δισ. δολάρια τον τελευταίο χρόνο. Από τα 370 δισ. δολάρια που έχουν δημοσιευτεί επίσημα, περισσότερα από 170 δισ. βρίσκονται στα κρατικά επενδυτικά κεφάλαια. Στην ίδια μοίρα βρίσκονται τίτλοι χρέους που εκδόθηκαν στην Ουκρανία και σήμερα δεν αξίζουν τίποτα λόγω της επιθετικής πολιτικής του κ. Πούτιν. Αλλα χρήματα προορίζονται για συντάξεις.
Εμπόδια στα σχέδια επέκτασης της Rosneft
O Ιγκορ Σετσίν καλείται να διαχειριστεί έναν τεράστιο όγκο χρεών του πετρελαϊκού κολοσσού του, ύψους 60 δισ. δολαρίων, κάτω από τις ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη Ρωσία λόγω της ουκρανικής κρίσης και των χρηματοοικονομικών κυρώσεων από τη Δύση. Μακροχρόνιος σύμμαχος του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, και διευθύνων σύμβουλος της Rosneft, o Ιγκορ Σετσίν δημιούργησε έναν πετρελαϊκό κολοσσό από την περυσινή εξαγορά της ΤΝΚ-BP έναντι 55 δισ. δολαρίων. Δεν είναι βέβαιο πώς θα καταφέρει o κ. Σετσίν και οι σύμβουλοί του να αντεπεξέλθουν σε χρέη 60 δισ. δολαρίων σε ομολογιούχους και τράπεζες, δεδομένων των τεταμένων σχέσεων μεταξύ Δύσης και Μόσχα. Εχει ήδη ζητήσει 30 δισ. δολάρια από το Κρεμλίνο για την κάλυψη υποχρεώσεων που λήγουν στα τέλη του επόμενου έτους, λαμβάνοντας προς το παρόν αρνητική απάντηση.
Η μεγάλη διολίσθηση των τιμών του πετρελαίου προσθέτουν ένα ακόμη πρόβλημα στον κ. Σετσίν, διότι πλήττεται σοβαρά η κερδοφορία του πετρελαϊκού κολοσσού, ο οποίος παράγει το 5% της παγκόσμιας παραγωγής αργού πετρελαίου. Πέραν των οικονομικών πιέσεων, όμως, αυτή η δυσμενής πολιτική κατάσταση επηρεάζει τα σχέδια επέκτασης της Rosneft πέραν των συνόρων της Ρωσίας. Ο κ. Σετσίν έχει οραματιστεί έναν διεθνή πετρελαϊκό κολοσσό με συνδυασμένη κεφαλαιοποίηση των Rosneft και ΤΝΚ-BP στα 120 δισ. δολάρια. Στο «χαρτοφυλάκιο» της εταιρείας περιλαμβάνονται δικαιώματα διύλισης από τη Νορβηγία μέχρι τον Κόλπο του Μεξικού, δικαιώματα παραγωγής στη Βενεζουέλα και το 50% πετρελαϊκής παραγωγικής μονάδας στη Γερμανία.
Ωστόσο, η υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου αποδυναμώνει σημαντικά την κερδοφορία του πετρελαϊκού κολοσσού μετά την αυθαίρετη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και το συνακόλουθο ξέσπασμα της ουκρανικής κρίσης. Οι εξελίξεις αυτές ώθησαν τη Δύση να προχωρήσει σε κυρώσεις εις βάρος της Μόσχας, συμπεριλαμβανομένου του παγώματος στη σύναψη επιχειρηματικών συμφωνιών και την εκτέλεση χρηματοοικονομικών συναλλαγών εις βάρος των ρωσικών κολοσσών. «Εάν αναγκαστείς να πουλήσεις μετοχές του πετρελαϊκού κλάδου, θα ξεκινήσεις από τις εταιρείες που έχουν το μεγαλύτερο χρέος σαν τη Rosneft στη Ρωσία», επισημαίνει η Ρενάτα Κλίτα, αναλύτρια της Blackfriars Asset Management στο Λονδίνο, μέσω ηλεκτρονικής επιστολής στο πρακτορείο Bloomberg. «Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, η εκμετάλλευση των κρατικών εταιρειών ως μέσο στην άσκηση πολιτικής και η εστίαση στο μέγεθος παρά στην ανταμοιβή των επενδυτών καλύπτουν ακόμη ένα μεγάλο τμήμα της ρωσικής αγοράς και του DNA της Rosneft», παρατηρεί ο Μπερτ βαν ντερ Βαλτ της Mirae Asset Global Investments.