Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Εύστοχος Στ. Κασιμάτης ότι και όμως, πρωτοπορούμε


Και όμως, πρωτοπορούμε
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
​​Ηταν υπέροχο και τόσο ελληνικό! Πραγματικά, της κατηγορίας «πουθενά αλλού στον πολιτισμένο κόσμο». Εννοώ την κλωτσοπατινάδα των πολιτικών δυνάμεων, την περασμένη Δευτέρα, για τον Μακρόν.
Κλωτσοπατινάδα για να φανεί ποιος από τους δικούς μας δικαιώθηκε περισσότερο από το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου, ποιος είναι πολιτικά πιο κοντά στον Μακρόν, ποιος τον στηρίζει περισσότερο. Ποιος ξέρει; Μπορεί ο Μακρόν να παρακολουθεί και να σημειώνει τους φίλους του στην Ελλάδα. (Λέγεται ότι στην πρωινή τακτική σύσκεψη με τους συνεργάτες του, το τρίτο θέμα στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής, μετά τη Β. Κορέα και τον Πούτιν, είναι πάντα η αποτίμηση των απόψεων που διατυπώνουν γι’ αυτόν οι Ελληνες πολιτικοί...)
Και όλο αυτό, για τον προφανώς συμπαθέστερο και ελκυστικότερο των υποψηφίων, ο οποίος όμως μέχρι στιγμής δεν είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Σε μεγάλο βαθμό, είναι άγνωστος. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Παριζιάνοι τον αποκαλούν «ο κύριος ταυτοχρόνως» (Monsieur En meme temps). Του έχουν δώσει το προσωνύμιο, επειδή ο ίδιος φροντίζει να είναι πάντα και με τις δύο πλευρές του κάθε θέματος. Οσο για την πορεία του, εφόσον εκλεγεί, είναι τελείως αβέβαιη. Μπορεί να αποδειχθεί πιο αδύναμος και από τον Ολάντ.
Αλλά, όπως σωστά μου επισήμανε φίλος, πόσο γελοία είναι επίσης η χρήση του ρήματος «στηρίζω» εκ μέρους των πολιτικών. Τι πάει να πει «στηρίζουν»; Τίποτε απολύτως. Ούτε που υπάρχουν για τους Γάλλους ψηφοφόρους. Μη σας πω ότι, αν ήξεραν οι Γάλλοι ψηφοφόροι και αν μπορούσαν να εκτιμήσουν τη βαρύτητα των προσώπων στην Αθήνα που «στηρίζουν» εξ αποστάσεως τον Μακρόν, μάλλον ζημία θα του έκανε. Λέγοντας ότι στηρίζουν, εννοούν απλώς ότι θέλουν να νικήσει ο Μακρόν. (Δεν πιστεύω ότι σπάνε το κεφάλι τους να βρουν ποιους ξέρουν στη Γαλλία, για να τους πάρουν τηλέφωνο και να πετάξουν, εν παρόδω, μια καλή κουβέντα για τον Εμανουέλ. Πείτε με κακόπιστο, αλλά εγώ δεν το πιστεύω...)
Η επιλογή του ρήματος είναι ενδεικτική της αντίληψης που έχει –ίσως είναι υποχρεωμένος να έχει– ο τυπικός Ελληνας πολιτικός. Δεν αρκεί να θέλει και να αρκείται να το λέει, πρέπει και κάτι παραπάνω να μπορεί να κάνει. Γι’ αυτό, στηρίζει! Πώς ακριβώς είναι άγνωστο, αλλά εμείς που τον ακούμε πρέπει να ξέρουμε ότι κάνει παραπάνω από εμάς. Ισως, ξαναλέω, είναι υποχρεωμένος. Πώς να επιβληθείς σε έναν κόσμο αποτελούμενο κατά πλειονότητα από ξερόλες, καφενόβιους και κακομαθημένους ψηφοφόρους;
Κάπως, υποθέτω, το πρόβλημα ηγεσίας στη χώρα πρέπει να συνδέεται με κάτι το πρωτοποριακό που πετύχαμε (σωστότερα: που μας συνέβη...) και στο οποίο δεν δώσαμε τη σημασία που του αξίζει. Τσαλαπατιόμαστε μήπως και καταφέρουμε να στριμωχτούμε σε μια γωνία του κάδρου με τον Μακρόν, ενώ την ίδια ώρα αγνοούμε τη δική μας πρωτοπορία. Αυτό που συμβαίνει τώρα στη Γαλλία και τόσο μας εντυπωσιάζει, δηλαδή η προσέγγιση άκρας Αριστεράς και άκρας Δεξιάς σε κοινό μέτωπο κατά του συστήματος, συνέβη πρώτα εδώ, το 2011, στο Σύνταγμα με τους «Αγανακτισμένους» (συνυπήρχαν μια χαρά η άνω και η κάτω πλατεία) και ύστερα, σε ανώτατο επίπεδο, στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Οι ξένοι σχολιαστές, βέβαια, βασιζόμενοι σε σχόλιο του Μελανσόν, ονομάζουν το φαινόμενο «Degagism», από το σύνθημα «degage» (δίνε του), που φώναζαν οι Τυνήσιοι διαδηλωτές στην αρχή της Αραβικής Ανοιξης το 2011 και το οποίο, αργότερα, δόνησε και την πλατεία Ταχρίρ (αγαπημένη του Αλέκου) στο Κάιρο. Ανήγαγαν τη στάση αυτή σε πολιτική θεωρία κάποιοι Βέλγοι ακροαριστεροί (σαν τους ξεκάλτσωτους που είχε κουβαλήσει η τ. πρόεδρος στη Βουλή...), οι οποίοι εξέδωσαν μάλιστα και το σχετικό μανιφέστο. «Degagism», πολύ απλά, σημαίνει: πρώτα ανατρέπω το σύστημα και μετά βλέπω τι βάζω στη θέση του. Με άλλα λόγια, η αναγωγή της τεμπελιάς, της ανευθυνότητας, ενδεχομένως και του κρετινισμού, σε πολιτική θεωρία. Σόρι, παιδιά –απευθύνομαι έτσι απρεπώς στους ξένους σχολιαστές–, αλλά στην Ευρώπη εμείς πρώτοι φέραμε το Degagism!