Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2016

Άρθρο του Στ. Κασιμάτη για την αξιοπιστία στη διακυβέρνηση και επειγόντως


Αξιοπιστία στη διακυβέρνηση και επειγόντως
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Π​​ώς τους ήρθε η ιδέα, θέλω να ξέρω, όταν τα ελληνικά ομόλογα συναγωνίζονται σε αποδόσεις εκείνα της Ουκρανίας και της Τουρκίας... Πώς φαντάσθηκαν, δηλαδή, ότι άξιζε τον κόπο να βολιδοσκοπήσουν τις αγορές μέσω διαρροών ότι η «πτωχή πλην τιμία» σκέπτεται να κάνει μια έξοδο κατά τη μεριά τους.
Απορώ, ώσπου ξαφνικά μου έρχονται στον νου δύο φατσούλες που θαρρείς ότι έχουν βγει από τα Μίκυ Μάους: τον Σταθάκη με το μόνιμο «παραλία» χαμόγελό του και τον Τσαλακώτο με κάτι από τον πανικόβλητο χωροφύλακα του Λουί ντε Φινές στο βλέμμα. Κάτι τέτοιοι, στην καλύτερη περίπτωση –λέω στον εαυτό μου–, παίρνουν τις αποφάσεις. Επομένως, τι άλλο να περιμένεις από αυτή την κυβέρνηση, εκτός από γκάφες και αστοχίες; Κάθε μέρα, με κάθε τρόπο, δείχνουν ότι έννοιες όπως επαγγελματισμός, αξιοπιστία, συνέπεια τους είναι άγνωστες.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη «σύνοδο του Νότου» – το πανηγύρι της περασμένης Παρασκευής στην Αθήνα, με κορυφαία μορφή τον ζωντανό νεκρό της γαλλικής πολιτικής σκηνής και οικοδεσπότη τον Τσίπρα. Τι νόημα είχε αυτή η άσκηση υψηλής πολιτικής με τον Φρανσουά, τον Ματέο και τα άλλα τα παιδιά, όταν περίπου την ίδια ώρα η Ελλάδα ήταν πάλι ο σκράπας, το τούβλο, το «γκάου» του Eurogroup; Οι υπουργοί των χωρών της Ευρωζώνης –θα τα έχετε πληροφορηθεί– επανέφεραν στο τραπέζι τη γνωστή κριτική για την ελληνική αβελτηρία, γαρνιρισμένη με ολίγη ειρωνική συγκατάβαση: πάντα οι Ελληνες τρέχουν την τελευταία στιγμή, τι να κάνουμε; Μας έμαθαν…
Οταν έχεις κερδίσει αυτή τη φήμη στους κύκλους της Ενωσης και οι άλλοι δεν περιμένουν πια τίποτε διαφορετικό από εσένα, πρέπει ή να είσαι τελείως άσχετος ή να έχεις κάποιον άδηλο, πονηρό σκοπό, για να νομίζεις ότι μπορείς να διαμορφώσεις με πρωτοβουλίες σου τη δομή της Ευρώπης. Το πιθανότερο, βέβαια, είναι ότι στην περίπτωση της κυβέρνησης Τσίπρα ισχύουν και τα δύο: η άγνοια (λόγω αντιπάθειας, ακόμη και εχθρότητας) για την Ευρώπη και τους θεσμούς της συνυπάρχει με ιλαροτραγικούς σχεδιασμούς, που πηγάζουν από τη μαρξιστική-λενινιστική παιδεία τους.
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, η κυβέρνηση, με τον ιδιότυπο συνδυασμό αφέλειας και πονηριάς που χαρακτηρίζει τις κινήσεις της, πλήττει ό,τι ελάχιστο απέμεινε από το κύρος της χώρας. Διότι παρουσιάζεται μια Ελλάδα η οποία δεν αντιλαμβάνεται τι σημαίνει αξιοπιστία. Δεν καταλαβαίνει, δηλαδή, τη σύνδεση των λόγων με τα έργα. Παρουσιάζεται, επίσης, μια Ελλάδα επηρμένη και ψωνάρα, η οποία, ενώ δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να σώσει τον εαυτό της, έχει και άποψη για τους άλλους. (Αλλά, εδώ που τα λέμε, αυτή δεν είναι η Ελλάδα; Ας μην το κρύβουμε μεταξύ μας...) Η συγκεκριμένη στάση στα ευρωπαϊκά είναι αντανάκλαση των όσων βλέπουμε στο εσωτερικό: ενώ δεν μπορούν να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα, εκπονούν μεγαλόπνοα σχέδια στον αέρα.
Προφανώς, με τις διπλωματικές κινήσεις του το τελευταίο διάστημα, ο Τσίπρας επιδιώκει να προκαλέσει εκ των προτέρων μια μικρή κρίση στις σχέσεις με τους εταίρους μας, ώστε να δικαιολογήσει τη μεγαλύτερη που έρχεται. Ενόψει δεύτερης αξιολόγησης, φέρ’ ειπείν, πόσο εύκολο του είναι άραγε να καταργήσει τον συνδικαλισμό όπως τον ξέρουμε τόσα χρόνια στην Ελλάδα (αυτό έχει δεσμευθεί να κάνει), όταν η κυβέρνησή του κατεδαφίζει συστηματικά τη μεταρρύθμιση της Διαμαντοπούλου στην παιδεία;
Το παιχνίδι του Τσίπρα οξύνει μια κατάσταση ήδη βεβαρημένη από την εξάχρονη κλάψα και την ακινησία της χώρας. Δεν τον νοιάζει ο κίνδυνος, διότι η παιδεία του και τα ένστικτά του τον ωθούν προς σοσιαλιστικές μπανανίες τύπου Μαδούρο. Ο πραγματικός Τσίπρας –μη γελιέστε– είναι ο προεκλογικός του 2014, τότε που έλεγε, με την αναίδεια του καταληψία: «Θα μας πετάξουν έξω από το Σένγκεν, μου λένε. Εγώ λέω, ας μας πετάξουν. Μικρό το κακό». Γι’ αυτόν, προέχει πάντα να κρατήσει την εξουσία εδώ· και, βεβαίως, η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών μόνον βραχυπρόθεσμα τον ανησυχεί, διότι μακροπρόθεσμα τον βολεύει απολύτως.
Με την πολιτική που ακολουθεί τώρα στην Ευρώπη, απευθύνεται στο εσωτερικό κοινό και φτιάχνει το υπόβαθρο που θα μπορεί αύριο να δικαιολογήσει την αποτυχία του να πραγματοποιήσει όσα δεσμεύθηκε να πράξει στους έξω και στους μέσα. Για τη διάσωση του ΣΥΡΙΖΑ φροντίζει και μόνον, ώστε το κόμμα να μπορεί να δώσει ξανά τη μάχη για τον σοσιαλισμό, υπό ευνοϊκότερες συνθήκες – πράγμα διόλου δύσκολο με τις ζημίες που επέφεραν στην οικονομία.
Αν θεωρείτε υπερβολική την εξήγηση που δίνω, επειδή προφανώς προϋποθέτει τερατώδη επιπολαιότητα, να σας θυμίσω την επιπολαιότητα της «ρύθμισης» που επεχείρησαν στο τηλεοπτικό πεδίο: δημιούργησαν ένα χάος και το ονόμασαν τάξη, για το οποίο τώρα μας ξεφωνίζουν στην Ευρώπη ότι παρακολουθούμε την πολιτική του Ερντογάν. Και κάτι ακόμη, που θα σας φανεί απίστευτο, αλλά δεν είναι, και το οποίο μας δίνει ένα μέτρο της ευήθειας του ελληνικού λαού: έμαθα ότι σε δημοσκόπηση που έγινε για λογαριασμό ιδιωτικού φορέα, στην ερώτηση «πιστεύετε ότι η χρεοκοπία της χώρας ήταν αποτέλεσμα διεθνούς συνωμοσίας;», το 71% απάντησε «ναι». Με τέτοια διάχυτη ηλιθιότητα, λοιπόν, γιατί ο Τσίπρας να μην ονειρεύεται μαρξιστικό καθεστώς στην Ελλάδα;
Αν θέλουμε επιτέλους αυτή η χώρα να  προχωρήσει,  απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αξιοπιστία της εκπροσώπησής της στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η τηλεοπτική συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη  στον  Αλ. Παπαχελά  έδειξε ότι  ο  αρχηγός  της Νέας Δημο­κρατίας έχει επίγνωση της κατάστασης και όχι μόνον· διαθέτει ρεαλισμό, αποφασιστικότητα, γνώση του προβλήματος και του κόσμου. Αυτά, δηλαδή, χρειαζόμαστε επειγόντως στη διακυβέρνηση της χώρας.