Ένα ασυμβίβαστο που ανοίγει προοπτικές
Tου Σταυρου Λυγερου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_27/04/2012_439544)
Θέτοντας θέμα ασυμβίβαστου για τις ιδιότητες υπουργού-βουλευτή, ο Σαμαράς έφερε στο προσκήνιο ένα ζήτημα που δεν πρέπει να προσεγγισθεί με θεωρητικούς όρους, αλλά με βάση το γεγονός ότι συνδέεται με παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Είναι κοινός τόπος ότι ειδικά τα κόμματα εξουσίας έχουν εκφυλισθεί σε καθεστωτικά μορφώματα, που από μία άποψη θυμίζουν φυλές και από μία άλλη ιδιότυπες εταιρείες. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- εξαρτώνται και επωφελούνται από τη σχέση τους με την εξουσία.
Είναι τα κόμματα-φυλές που ευθύνονται και για το γεγονός ότι στην πράξη δεν υφίσταται η διάκριση των εξουσιών. Η νομοθετική εξουσία μόνο ανεξάρτητη δεν είναι. Εχει περιέλθει υπό τον απόλυτο σχεδόν έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Μέχρι η κρίση να προκαλέσει ρήγματα στο κομματικό σύστημα, δυσεύρετες ήταν οι περιπτώσεις διαφοροποίησης συμπολιτευόμενων βουλευτών από την κυβερνητική γραμμή, στη διαμόρφωση της οποίας ελάχιστα συμμετέχουν. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο ρόλος των βουλευτών αποκτούσε καθοριστική σημασία.
Η νομοθετική εξουσία έχει περιέλθει σε καθεστώς εξάρτησης, επειδή κάθε «πράσινος» και «γαλάζιος» βουλευτής έβλεπε το βουλευτικό αξίωμά του όχι ως αυτόνομη πολιτική αποστολή, αλλά σαν σκαλοπάτι για την υπουργοποίησή του. Ενιωθε περισσότερο σαν υποψήφιο μέλος της εκτελεστικής εξουσίας, παρά ως ενεργό μέλος της νομοθετικής εξουσίας. Ηταν η λογική του πελατειακού συστήματος που διαμόρφωσε αυτές τις νοοτροπίες και συμπεριφορές.
Εάν ένας βουλευτής δεν κατάφερνε να γίνει τουλάχιστον υφυπουργός, οι ψηφοφόροι του τον θεωρούσαν αποτυχημένο, επειδή δεν είχε μεγάλη δυνατότητα να τους κάνει αρκετά ρουσφέτια. Κατά συνέπεια, η ζωτική ανάγκη του βουλευτή να επανεκλεγεί τον ωθούσε να συμπεριφέρεται σαν υπάκουος υπάλληλος που διεκδικεί προαγωγή. Σε ομαλές περιόδους η εξουσία του βουλευτή ήταν περιορισμένη. Ακόμα και στο επίπεδο του νομοθετικού έργου τον πρώτο και κύριο λόγο είχαν και έχουν οι υπουργοί.
Εκτός αυτού, η Βουλή έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί το κύριο πεδίο πολιτικών αντιπαραθέσεων, εκεί όπου δοκιμάζονται και διακρίνονται ιδέες και πολιτικοί. Οι βουλευτές, ιδιαιτέρως οι νεότεροι και λιγότερο προβεβλημένοι, ασφυκτιούν. Λίγες φορές τούς δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουν και σπανίως να αναλάβουν την ευθύνη μιας κοινοβουλευτικής μάχης. Συνήθως, ο ρόλος τους περιορίζεται στο να ψηφίζουν την κομματική γραμμή.
Η καθιέρωση του ασυμβίβαστου υπουργού-βουλευτή θα απελευθερώσει τη νομοθετική εξουσία, ώστε να λειτουργήσει ως πραγματικό αντίβαρο στη θεσμική παντοδυναμία της εκτελεστικής εξουσίας. Εκτός αυτού θα διευκολύνει και την είσοδο κοινωνικών στελεχών στη διακυβέρνηση και ευρύτερα στον πολιτικό βίο. Ετσι όπως λειτουργούσε, το ελληνικό κομματικό-πολιτικό σύστημα ήταν αγκυλωμένο και ανίκανο να ανανεωθεί. Θα άξιζε τον κόπο η συζήτηση να επεκταθεί και στη σκοπιμότητα μετάβασης από την Προεδρευομένη σε Προεδρική Δημοκρατία. Στην Ελλάδα είναι αδύνατο να αναδειχθούν νέες ηγεσίες, εάν δεν περάσουν από τη διπλή προκρούστεια κλίνη των κομματικών κατεστημένων και της διαπλοκής.