Ευρωπαϊκή Αριστερά: και όμως, κινείται!
Οι γαλλικές εκλογές ίσως εγκαινιάσουν αλυσίδα πολιτικών ανατροπών στην Ε.Ε.
Του Πετρου Παπακωνσταντινου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_14/04/2012_479122)
Οι μεταπολεμικές οικονομικές κρίσεις συνοδεύονταν κατά κανόνα από πολιτικές μετατοπίσεις προς τα αριστερά. Η ύφεση και ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του '70 πυροδοτούν κύμα σκληρών απεργιών και αριστερού ριζοσπαστισμού στην Ευρώπη.
Η Ιταλία συγκλονίζεται από την κόκκινη και μαύρη τρομοκρατία, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα φτάνει στο κατώφλι της εξουσίας. Η Πορτογαλία ζει τον πυρετό της Επανάστασης των Γαριφάλων και στη Γαλλία το κοινό μέτωπο κομμουνιστών-σοσιαλιστών ετοιμάζεται να σχηματίσει κυβέρνηση. Το 1974, η κυβέρνηση των Συντηρητικών, στη Βρετανία, ανατρέπεται από απεργίες των ανθρακωρύχων, οι Εργατικοί μιλούν για κοινωνικοποίηση και ο πρώην υπουργός Αμυνας, λόρδος Τσάλφοντ, διερωτάται στους Times «μήπως η χώρα οδεύει προς στρατιωτικό πραξικόπημα».
Το επόμενο οικονομικό τσουνάμι, που έπληξε κυρίως τη Ν.Α. Ασία, τη Ρωσία και την Αργεντινή, στα τέλη της δεκαετίας του '90, έφερε το πρώτο σοβαρό πλήγμα εναντίον του εδραιωμένου νεοφιλελευθερισμού. Στα χρόνια που ακολουθούν, μια ολόκληρη ήπειρος, η Λατινική Αμερική, αλλάζει πρόσωπο καθώς μεγάλα κοινωνικά κινήματα φέρνουν στην εξουσία την Αριστερά - είτε στην ήπια εκδοχή του Λούλα είτε στο πιο ριζοσπαστικό πρότυπο του Τσάβες. Ενα καινούργιο φαινόμενο, το ρεύμα κατά της παγκοσμιοποίησης, γεννιέται στο Σιατλ και επεκτείνεται γρήγορα στις πέντε ηπείρους, ενώ στην Ευρώπη οι συντηρητικές κυβερνήσεις Μέιτζορ, Κολ, Μπερλουσκόνι, Ζιπέ και Αθνάρ πέφτουν η μία μετά την άλλη, δίνοντας τη θέση τους σε μια Κεντροαριστερά light.
Η παρατεταμένη κρίση της τελευταίας πενταετίας, που ξεκίνησε από τη Γουόλ Στριτ, επιτάχυνε την ήττα των Αμερικανών νεοσυντηρητικών και την εκλογή του πρώτου μαύρου προέδρου στην ιστορία της χώρας. Ωστόσο, στην Ευρώπη, την ήπειρο που γέννησε την αριστερή θεωρία και πράξη, είναι οι συντηρητικές δυνάμεις που επικρατούν στις εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 2008 -αν και τις πιο πολλές φορές πρόκειται όχι τόσο για καρπό ιδεολογικής ηγεμονίας, όσο για ψήφο τιμωρίας των κυβερνώντων.
Μήπως αυτός ο κύκλος φτάνει στο τέλος του; Μια πρώτη ένδειξη θα μας δώσουν οι πολύ σημαντικές για όλη την Ευρώπη προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, ο πρώτος γύρος των οποίων διεξάγεται αυτή την Κυριακή. Αν επαληθευτούν οι προβλέψεις που θέλουν τον σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ να επικρατεί στον δεύτερο γύρο της 6ης Μαΐου, η αλλαγή φρουράς στο Ελιζέ θα μπορούσε να εγκαινιάσει αλυσίδα ανατροπών που θα αλλάξει το πολιτικό πρόσωπο της Ε.Ε. μέχρι τις γερμανικές και τις ιταλικές εκλογές του 2013. Στο ενδιάμεσο, άλλες πέντε χώρες-μέλη, μεταξύ των οποίων βεβαίως και η Ελλάδα, θα πραγματοποιήσουν βουλευτικές εκλογές, ενώ στα τέλη του ερχόμενου μήνα αναμένεται το σημαντικό δημοψήφισμα για τη νέα ευρωπαϊκή συνθήκη στην πάντα ατίθαση Ιρλανδία.
Προεκλογικές δεσμεύσεις
Το ισχυρό ενδεχόμενο να αποκτήσει η Γαλλία τον δεύτερο, μεταπολεμικά, σοσιαλιστή πρόεδρο μετά τον Φρανσουά Μιτεράν γεννά ελπίδες στις γραμμές όσων επιθυμούν να απαλλαγεί η Ε.Ε. από το συντηρητικό δίδυμο «Μερκοζί» (Μέρκελ- Σαρκοζί) και τη δρακόντεια λιτότητα που αυτό επιβάλλει. Εκ πρώτης όψεως, οι προσδοκίες δεν είναι αδικαιολόγητες: ο Ολάντ χαρακτηρίζει τον Σαρκοζί «πρόεδρο των πλουσίων», κατονομάζει ως εχθρό του «τον κόσμο του χρηματοπιστωτικού συστήματος», δεσμεύεται για φόρο 75% στα εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου και υπόσχεται ότι θα επαναδιαπραγματευθεί το επαχθές Δημοσιονομικό Σύμφωνο.
Υπάρχουν άπειροι λόγοι να αμφιβάλλει κανείς κατά πόσον ο άχρωμος Ολάντ θα τηρήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις εάν βεβαίως εκλεγεί. Πάντως, η «αριστερή» ρητορεία του μαρτυρεί την κρίση της «Κεντροαριστεράς του Τρίτου Δρόμου», που αποδείχθηκε η άλλη όψη του νεοφιλελευθερισμού: της Κεντροαριστεράς του Σρέντερ, που εφάρμοσε πολύ σκληρότερη λιτότητα από τον Χριστιανοδημοκράτη Κολ, του Μπλερ που πολιτεύθηκε ως «Θάτσερ με παντελόνια» και του Ζοσπέν που έκανε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις από τον γκωλικό Ζιπέ.
Νέοι άνεμοι πνέουν και στην απέναντι ακτή της Μάγχης, όπως έδειξε η εκλογή του Εντ Μίλιμπαντ στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος. Ο 42χρονος πολιτικός κήρυξε την «επιστροφή στις εργατικές ρίζες», αποδοκίμασε την πολιτική Μπλερ και εξελέγη χάρη στην υποστήριξη των συνδικάτων, παρά την εχθρότητα της κοινοβουλευτικής ομάδας, της κομματικής γραφειοκρατίας και του εκδοτικού κατεστημένου. Υιοθετώντας κεϋνσιανή γραμμή αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου, κατάφερε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να ξεπεράσει τους Συντηρητικούς στις δημοσκοπήσεις, αν και οι επόμενες εκλογές δεν αναμένονται προ του 2015.
Η «Νέα Αριστερά»
Στο μεταξύ, το κενό πολιτικής εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων που αφήνει πίσω της η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας έρχονται να καλύψουν νέες, ριζοσπαστικές δυνάμεις. Στη Γαλλία, το Αριστερό Μέτωπο του Ζαν-Λικ Μελανσόν, πρώην τροτσκιστή, μετέπειτα αριστερού σοσιαλιστή και νυν συμμάχου των κομμουνιστών, αποτελεί τη μεγάλη έκπληξη των φετινών εκλογών και είναι πολύ πιθανό να αναδειχθεί σε τρίτη δύναμη, αφήνοντας πίσω του το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν. Στη Γερμανία, το Αριστερό Κόμμα (Linke), προϊόν σύμπραξης κομμουνιστών από την Ανατολική Γερμανία και αριστερών σοσιαλδημοκρατών του Λαφοντέν κυμαίνεται ήδη στο 12% και απειλεί να αναδειχθεί τρίτη δύναμη, υπερφαλαγγίζοντας τους Φιλελεύθερους Συμμάχους της Μέρκελ. Σε παραπλήσιο μήκος κύματος κινείται ο συνασπισμός Respect στη Βρετανία, ο χαρισματικός ηγέτης του οποίου, Τζορτζ Γκάλογουεϊ, κέρδισε πρόσφατα τις εκλογές στο Μπράντφορντ με το εκπληκτικό ποσοστό 56% έναντι 25% των Εργατικών και μόλις 8% των Συντηρητικών.
Είναι αλήθεια ότι η αναδυόμενη «Νέα Αριστερά» δεν έχει αποκτήσει ακόμη σταθερό βάδισμα, καθώς ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο αντικρουόμενες στρατηγικές: Τη στρατηγική που ελπίζει «να τραβήξει προς τα αριστερά» τη σοσιαλδημοκρατία για να συγκυβερνήσει μαζί της και εκείνη που φιλοδοξεί να οικοδομήσει έναν καινούργιο, αντικαπιταλιστικό πόλο σε ρήξη με το σύνολο του πολιτικού κατεστημένου. Σε κάθε περίπτωση, οι υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στο κοινωνικό υπέδαφος φαίνεται ότι λειώνουν σιγά σιγά τους πάγους του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού.
Το Προσωπο: Ζαν-Λικ Μελανσόν
Ανατροπή των εκλογικών προγνωστικών
Προτού ακόμη ανοίξουν οι κάλπες για τον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών, στο πεδίο της επικοινωνίας ο νικητής έχει ήδη αναδειχθεί: ο υποψήφιος του Αριστερού Μετώπου Ζαν-Λικ Μελανσόν είναι ο μόνος που ξεσηκώνει πραγματικό κύμα λαϊκού ενθουσιασμού στο πέρασμά του. Περί τους 120.000 άνθρωποι μαζεύτηκαν στη Βαστίλλη, όπου ο Μελανσόν κήρυξε «εξέγερση των πολιτών», προτού αναφωνήσει: «Αν η Ευρώπη είναι ηφαίστειο, η Γαλλία είναι ο κρατήρας όλων των ευρωπαϊκών επαναστάσεων»! Παρόμοιες σκηνές εκτυλίχθησαν στην Τουλούζη, αλλά και στο προπύργιο των Σοσιαλιστών, τη Λιλ.
Με τη φλογερή ρητορική και το πνευματώδες χιούμορ του, ο Μελανσόν κατάφερε να δώσει ζωντάνια σε έναν πολιτικό χώρο που μέχρι πρόσφατα έμοιαζε με πολιτικό κοιμητήριο. Το 80% των ενεργών ακτιβιστών του Αριστερού Μετώπου είναι μέλη του Κ.Κ., το οποίο από το 21% που αποσπούσε άλλοτε, κατρακύλησε στο... 1,9% στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές. Αίφνης, ο Μελανσόν καταφέρνει να απογειώσει δημοσκοπικά το Αριστερό Μέτωπο στο 15% και εμπνέει καινούργια αυτοπεποίθηση σε πλήθη που τραγουδούν τη «Διεθνή» πριν από τη «Μασσαλιώτιδα».
Ο Μελανσόν πήρε το βάπτισμα του πυρός τον θυελλώδη Μάη του ’68, οπότε αναδείχθηκε σε ηγέτη των μαθητικών κινητοποιήσεων στην όμορφη πόλη Μπεζανσόν, προς τα ελβετικά σύνορα. Εντάσσεται στην (τροτσκιστική) Οργάνωση Κομμουνιστικών Διεθνιστών και τα επόμενα χρόνια παίζει ηγετικό ρόλο στο φοιτητικό κίνημα. Το 1977 εγκαταλείπει τον τροτσκισμό και εντάσσεται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, έρχεται όμως σε σύγκρουση με τον Φρανσουά Μιτεράν λόγω της δεξιάς στροφής στη δεύτερη προεδρική του θητεία. Συνιδρυτής της αριστερής τάσης των Σοσιαλιστών, αντιτίθεται στη γαλλική συμμετοχή στον πρώτο πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Ιράκ.
Οι εσωτερικές ρωγμές στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα εξελίσσονται σε ρήγμα το 2005, στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα. Σε μετωπική αντίθεση με τη γραμμή του κόμματος υπέρ του «ναι», ο Μελανσόν πρωτοστατεί στην καμπάνια υπέρ του «όχι», σε κοινό μέτωπο με το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους τροτσκιστές και ριζοσπάστες οικολόγους. Το οριστικό διαζύγιο έρχεται το 2008, όταν ο Μελανσόν αποχωρεί από το Σοσιαλιστικό Κόμμα για να ιδρύσει το «Κόμμα της Αριστεράς», το οποίο αργότερα θα συμπράξει με το Κ.Κ.
Παρά την εξαιρετική προεκλογική του εκστρατεία, ο Μελανσόν δεν θα είναι, πλην συγκλονιστικού απροόπτου, ένας από τους δύο υποψηφίους που θα διεκδικήσουν τη γαλλική προεδρία στον δεύτερο γύρο της 6ης Μαΐου. Σ’ αυτή την περίπτωση, θα καλέσει τους ψηφοφόρους του, όπως έχει ήδη δηλώσει, να ψηφίσουν «εναντίον του Σαρκοζί», δηλαδή υπέρ του Ολάντ, αν και δεν δείχνει ιδιαίτερο ζήλο να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Σοσιαλιστές.
Περιμένοντας τον Φρανσουά Ολάντ
Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο Ολάντ κατηγόρησε τον Σαρκοζί ότι ακολούθησε πολιτική «υποταγής» της Γαλλίας στη θέληση της Γερμανίας. Ο σύντροφός του Αρνό Μοντεμπούρ προχώρησε πιο μακριά, διακηρύσσοντας ότι «το πρόβλημα του γερμανικού εθνικισμού επιστρέφει στην Ευρώπη μέσω των πολιτικών τύπου Βίσμαρκ που ακολουθεί η κ. Μέρκελ». Η πραγματικότητα δεν δικαιολογεί, ωστόσο, υπέρμετρη αισιοδοξία.
Πρώτα απ’ όλα, το ενδεχόμενο να κερδίσει ο Σαρκοζί, έστω και πάνω στο νήμα, μια κούρσα που φαινόταν εξαρχής χαμένη δεν είναι αμελητέο. Ο Γάλλος πρόεδρος κατάφερε να καλύψει μεγάλο μέρος της απόστασης που τον χώριζε, δημοσκοπικά, από τον Ολάντ επενδύοντας στα προνομιακά του πεδία της «ασφάλειας», του ισλαμικού εξτρεμισμού και της λαθρομετανάστευσης, εκμεταλλευόμενος και τις πρόσφατες δολοφονικές επιθέσεις στην Τουλούζη – «μια μικρή 11η Σεπτεμβρίου α λα γαλλικά», όπως χαρακτηρίστηκαν από σχολιαστές του Τύπου.
Το κυριότερο, ο ίδιος ο Ολάντ έβαλε πολύ νερό στο κρασί του μεσούσης της προεκλογικής περιόδου. Μιλώντας στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, στις 12 Μαρτίου, διευκρίνισε ότι δεν διαφωνεί συνολικά με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, αλλά μόνο με ορισμένες πλευρές του. Στο ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα ζήτημα των αυτόματων κυρώσεων για τους «παραβάτες», δήλωσε ότι είναι σύμφωνος με τη Μέρκελ. Οσο για τα ευρωομόλογα, ουσιαστικά τα έβαλε στο συρτάρι λέγοντας ότι δεν τα θέλει για να καλύψουν το χρέος των περιφερειακών χωρών, αλλά μόνο για επιλεγμένα αναπτυξιακά έργα.
Σε ατλαντική γραμμή
Γενικότερα, η εξωτερική πολιτική του Ολάντ κινείται περισσότερο σε γραμμή συνέχειας παρά ρήξης με εκείνη του Σαρκοζί, όπως σημειώνει στη Le Monde ο πανεπιστημιακός Μπερτράν Μπαντί. Αλλωστε, η ηγεσία των Γάλλων Σοσιαλιστών κινούνταν ανέκαθεν σε περισσότερο «ορθόδοξη», ατλαντική γραμμή από την εθνοκεντρική πολιτική του Ντε Γκωλ και τίποτα δεν δείχνει ότι ο Ολάντ θα αποτελέσει εξαίρεση.
Γεγονός είναι ότι οι αποστάσεις που παίρνει ο Ολάντ από τη Μέρκελ βρίσκουν απήχηση σε σημαντικό τμήμα των γαλλικών ελίτ και ακόμη περισσότερο στην κοινή γνώμη. Δεν είναι τυχαίο ότι στην τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου ο Σαρκοζί παρακάλεσε τη Μέρκελ να μην έρθει στο Παρίσι, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί, θεωρώντας ότι η στήριξή της περισσότερο τον βλάπτει παρά τον ωφελεί. Οπως δεν είναι τυχαίο ότι ο Γάλλος πρόεδρος υιοθέτησε στις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του πόζες Ντε Γκωλ, προτείνοντας ισχυρό προστατευτισμό υπέρ των ευρωπαϊκών προϊόντων, απειλώντας ότι θα βγάλει τη Γαλλία από τη Σέγκεν ή και με επιστροφή στην «πολιτική της άδειας καρέκλας», που είχε ακολουθήσει ο θεμελιωτής της 5ης Δημοκρατίας εκβιάζοντας την αποδοχή κρίσιμων γαλλικών αιτημάτων από τους Ευρωπαίους εταίρους του.
Η Αριστερά της Αριστεράς έγινε υπολογίσιμη δύναμη στη Δ. Ευρώπη
Οταν η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επέστρεφε στην εξουσία, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ύστερα από μία δεκαπενταετία κυριαρχίας της Δεξιάς, δεν αντιμετώπιζε σοβαρή αμφισβήτηση εξ αριστερών. Τα κομμουνιστικά κόμματα είχαν συρρικνωθεί, διασπαστεί ή μεταλλαχθεί μετά την κατάρρευση του 1989 και οι προσπάθειες επανίδρυσής τους έμεναν στο περιθώριο.
Σήμερα, η Κεντροαριστερά πασχίζει να ανακάμψει αντιμετωπίζοντας ισχυρή πίεση εξ ευωνύμων. Σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης η «Αριστερά της Αριστεράς» αποτελεί ήδη υπολογίσιμη δύναμη, η οποία τροφοδοτείται από τέσσερα διαφορετικά (και συχνά συγκρουόμενα) ρεύματα: Παραδοσιακά μαρξιστικά κόμματα, όπως τα ισχυρά σε ορισμένες χώρες Κ.Κ., μαοϊκές και τροτσκιστικές οργανώσεις· αντικαπιταλιστικά ρεύματα της Νέας Αριστεράς, με αναφορές στον γαλλικό Μάη του 1968 και τη ριζοσπαστική Οικολογία· αριστεροί σοσιαλιστές, που διαχωρίζονται από την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία· και ακτιβιστές που προέρχονται από το κίνημα των τελευταίων χρόνων κατά της παγκοσμιοποίησης.
Πλην της Γαλλίας, της Γερμανίας και φυσικά της Ελλάδας, η πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά διαδραματίζει σοβαρό ρόλο στην Ιβηρική χερσόνησο: Στην Ισπανία, η Ενωμένη Αριστερά, με κυριότερη δύναμη το Κ.Κ., πήρε 7% στις περυσινές εκλογές, ενώ στην Πορτογαλία οι δύο βασικοί σχηματισμοί, το Κ.Κ. και το Αριστερό Μπλοκ, πήραν αθροιστικά 13%. Στις σκανδιναβικές χώρες, οι συνασπισμοί «του κόκκινου και του πράσινου» κυμαίνονται γύρω στο 10 έως 13%, ενώ στην Ολλανδία το μαοϊκών καταβολών Σοσιαλιστικό Κόμμα αναδείχθηκε τρίτη πολιτική δύναμη. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί το Σιν Φέιν, πολιτική πτέρυγα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού. Σταθερά εναντίον της Ευρώπης του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας, το κόμμα του Τζέρι Ανταμς όχι μόνο αναδείχθηκε πρώτη δύναμη στη Βόρεια Ιρλανδία, αλλά και έφτασε το 10% στην ανεξάρτητη Ιρλανδία, όπου μέχρι πρόσφατα ήταν περιθωριακή δύναμη.
Ιnfo
- Serge Halimi,«L’audace ou l’enlisement», Le Monde Diplomatique, Avril 2012.
- E. J. Dionee Jr, «Can Europe’s left rebound?», The Washington Post, 19/3/2012.
- Soledad Gallego- Diaz, «Hay futuro para la socialdemocracia?», El Pais, 25/3/2012.
- Andrew Glyn, «Capitalism Unleashed», Oxford University Press, 2007.
Οι γαλλικές εκλογές ίσως εγκαινιάσουν αλυσίδα πολιτικών ανατροπών στην Ε.Ε.
Του Πετρου Παπακωνσταντινου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_14/04/2012_479122)
Οι μεταπολεμικές οικονομικές κρίσεις συνοδεύονταν κατά κανόνα από πολιτικές μετατοπίσεις προς τα αριστερά. Η ύφεση και ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του '70 πυροδοτούν κύμα σκληρών απεργιών και αριστερού ριζοσπαστισμού στην Ευρώπη.
Η Ιταλία συγκλονίζεται από την κόκκινη και μαύρη τρομοκρατία, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα φτάνει στο κατώφλι της εξουσίας. Η Πορτογαλία ζει τον πυρετό της Επανάστασης των Γαριφάλων και στη Γαλλία το κοινό μέτωπο κομμουνιστών-σοσιαλιστών ετοιμάζεται να σχηματίσει κυβέρνηση. Το 1974, η κυβέρνηση των Συντηρητικών, στη Βρετανία, ανατρέπεται από απεργίες των ανθρακωρύχων, οι Εργατικοί μιλούν για κοινωνικοποίηση και ο πρώην υπουργός Αμυνας, λόρδος Τσάλφοντ, διερωτάται στους Times «μήπως η χώρα οδεύει προς στρατιωτικό πραξικόπημα».
Το επόμενο οικονομικό τσουνάμι, που έπληξε κυρίως τη Ν.Α. Ασία, τη Ρωσία και την Αργεντινή, στα τέλη της δεκαετίας του '90, έφερε το πρώτο σοβαρό πλήγμα εναντίον του εδραιωμένου νεοφιλελευθερισμού. Στα χρόνια που ακολουθούν, μια ολόκληρη ήπειρος, η Λατινική Αμερική, αλλάζει πρόσωπο καθώς μεγάλα κοινωνικά κινήματα φέρνουν στην εξουσία την Αριστερά - είτε στην ήπια εκδοχή του Λούλα είτε στο πιο ριζοσπαστικό πρότυπο του Τσάβες. Ενα καινούργιο φαινόμενο, το ρεύμα κατά της παγκοσμιοποίησης, γεννιέται στο Σιατλ και επεκτείνεται γρήγορα στις πέντε ηπείρους, ενώ στην Ευρώπη οι συντηρητικές κυβερνήσεις Μέιτζορ, Κολ, Μπερλουσκόνι, Ζιπέ και Αθνάρ πέφτουν η μία μετά την άλλη, δίνοντας τη θέση τους σε μια Κεντροαριστερά light.
Η παρατεταμένη κρίση της τελευταίας πενταετίας, που ξεκίνησε από τη Γουόλ Στριτ, επιτάχυνε την ήττα των Αμερικανών νεοσυντηρητικών και την εκλογή του πρώτου μαύρου προέδρου στην ιστορία της χώρας. Ωστόσο, στην Ευρώπη, την ήπειρο που γέννησε την αριστερή θεωρία και πράξη, είναι οι συντηρητικές δυνάμεις που επικρατούν στις εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 2008 -αν και τις πιο πολλές φορές πρόκειται όχι τόσο για καρπό ιδεολογικής ηγεμονίας, όσο για ψήφο τιμωρίας των κυβερνώντων.
Μήπως αυτός ο κύκλος φτάνει στο τέλος του; Μια πρώτη ένδειξη θα μας δώσουν οι πολύ σημαντικές για όλη την Ευρώπη προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, ο πρώτος γύρος των οποίων διεξάγεται αυτή την Κυριακή. Αν επαληθευτούν οι προβλέψεις που θέλουν τον σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ να επικρατεί στον δεύτερο γύρο της 6ης Μαΐου, η αλλαγή φρουράς στο Ελιζέ θα μπορούσε να εγκαινιάσει αλυσίδα ανατροπών που θα αλλάξει το πολιτικό πρόσωπο της Ε.Ε. μέχρι τις γερμανικές και τις ιταλικές εκλογές του 2013. Στο ενδιάμεσο, άλλες πέντε χώρες-μέλη, μεταξύ των οποίων βεβαίως και η Ελλάδα, θα πραγματοποιήσουν βουλευτικές εκλογές, ενώ στα τέλη του ερχόμενου μήνα αναμένεται το σημαντικό δημοψήφισμα για τη νέα ευρωπαϊκή συνθήκη στην πάντα ατίθαση Ιρλανδία.
Προεκλογικές δεσμεύσεις
Το ισχυρό ενδεχόμενο να αποκτήσει η Γαλλία τον δεύτερο, μεταπολεμικά, σοσιαλιστή πρόεδρο μετά τον Φρανσουά Μιτεράν γεννά ελπίδες στις γραμμές όσων επιθυμούν να απαλλαγεί η Ε.Ε. από το συντηρητικό δίδυμο «Μερκοζί» (Μέρκελ- Σαρκοζί) και τη δρακόντεια λιτότητα που αυτό επιβάλλει. Εκ πρώτης όψεως, οι προσδοκίες δεν είναι αδικαιολόγητες: ο Ολάντ χαρακτηρίζει τον Σαρκοζί «πρόεδρο των πλουσίων», κατονομάζει ως εχθρό του «τον κόσμο του χρηματοπιστωτικού συστήματος», δεσμεύεται για φόρο 75% στα εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου και υπόσχεται ότι θα επαναδιαπραγματευθεί το επαχθές Δημοσιονομικό Σύμφωνο.
Υπάρχουν άπειροι λόγοι να αμφιβάλλει κανείς κατά πόσον ο άχρωμος Ολάντ θα τηρήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις εάν βεβαίως εκλεγεί. Πάντως, η «αριστερή» ρητορεία του μαρτυρεί την κρίση της «Κεντροαριστεράς του Τρίτου Δρόμου», που αποδείχθηκε η άλλη όψη του νεοφιλελευθερισμού: της Κεντροαριστεράς του Σρέντερ, που εφάρμοσε πολύ σκληρότερη λιτότητα από τον Χριστιανοδημοκράτη Κολ, του Μπλερ που πολιτεύθηκε ως «Θάτσερ με παντελόνια» και του Ζοσπέν που έκανε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις από τον γκωλικό Ζιπέ.
Νέοι άνεμοι πνέουν και στην απέναντι ακτή της Μάγχης, όπως έδειξε η εκλογή του Εντ Μίλιμπαντ στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος. Ο 42χρονος πολιτικός κήρυξε την «επιστροφή στις εργατικές ρίζες», αποδοκίμασε την πολιτική Μπλερ και εξελέγη χάρη στην υποστήριξη των συνδικάτων, παρά την εχθρότητα της κοινοβουλευτικής ομάδας, της κομματικής γραφειοκρατίας και του εκδοτικού κατεστημένου. Υιοθετώντας κεϋνσιανή γραμμή αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου, κατάφερε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να ξεπεράσει τους Συντηρητικούς στις δημοσκοπήσεις, αν και οι επόμενες εκλογές δεν αναμένονται προ του 2015.
Η «Νέα Αριστερά»
Στο μεταξύ, το κενό πολιτικής εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων που αφήνει πίσω της η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας έρχονται να καλύψουν νέες, ριζοσπαστικές δυνάμεις. Στη Γαλλία, το Αριστερό Μέτωπο του Ζαν-Λικ Μελανσόν, πρώην τροτσκιστή, μετέπειτα αριστερού σοσιαλιστή και νυν συμμάχου των κομμουνιστών, αποτελεί τη μεγάλη έκπληξη των φετινών εκλογών και είναι πολύ πιθανό να αναδειχθεί σε τρίτη δύναμη, αφήνοντας πίσω του το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν. Στη Γερμανία, το Αριστερό Κόμμα (Linke), προϊόν σύμπραξης κομμουνιστών από την Ανατολική Γερμανία και αριστερών σοσιαλδημοκρατών του Λαφοντέν κυμαίνεται ήδη στο 12% και απειλεί να αναδειχθεί τρίτη δύναμη, υπερφαλαγγίζοντας τους Φιλελεύθερους Συμμάχους της Μέρκελ. Σε παραπλήσιο μήκος κύματος κινείται ο συνασπισμός Respect στη Βρετανία, ο χαρισματικός ηγέτης του οποίου, Τζορτζ Γκάλογουεϊ, κέρδισε πρόσφατα τις εκλογές στο Μπράντφορντ με το εκπληκτικό ποσοστό 56% έναντι 25% των Εργατικών και μόλις 8% των Συντηρητικών.
Είναι αλήθεια ότι η αναδυόμενη «Νέα Αριστερά» δεν έχει αποκτήσει ακόμη σταθερό βάδισμα, καθώς ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο αντικρουόμενες στρατηγικές: Τη στρατηγική που ελπίζει «να τραβήξει προς τα αριστερά» τη σοσιαλδημοκρατία για να συγκυβερνήσει μαζί της και εκείνη που φιλοδοξεί να οικοδομήσει έναν καινούργιο, αντικαπιταλιστικό πόλο σε ρήξη με το σύνολο του πολιτικού κατεστημένου. Σε κάθε περίπτωση, οι υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στο κοινωνικό υπέδαφος φαίνεται ότι λειώνουν σιγά σιγά τους πάγους του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού.
Το Προσωπο: Ζαν-Λικ Μελανσόν
Ανατροπή των εκλογικών προγνωστικών
Προτού ακόμη ανοίξουν οι κάλπες για τον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών, στο πεδίο της επικοινωνίας ο νικητής έχει ήδη αναδειχθεί: ο υποψήφιος του Αριστερού Μετώπου Ζαν-Λικ Μελανσόν είναι ο μόνος που ξεσηκώνει πραγματικό κύμα λαϊκού ενθουσιασμού στο πέρασμά του. Περί τους 120.000 άνθρωποι μαζεύτηκαν στη Βαστίλλη, όπου ο Μελανσόν κήρυξε «εξέγερση των πολιτών», προτού αναφωνήσει: «Αν η Ευρώπη είναι ηφαίστειο, η Γαλλία είναι ο κρατήρας όλων των ευρωπαϊκών επαναστάσεων»! Παρόμοιες σκηνές εκτυλίχθησαν στην Τουλούζη, αλλά και στο προπύργιο των Σοσιαλιστών, τη Λιλ.
Με τη φλογερή ρητορική και το πνευματώδες χιούμορ του, ο Μελανσόν κατάφερε να δώσει ζωντάνια σε έναν πολιτικό χώρο που μέχρι πρόσφατα έμοιαζε με πολιτικό κοιμητήριο. Το 80% των ενεργών ακτιβιστών του Αριστερού Μετώπου είναι μέλη του Κ.Κ., το οποίο από το 21% που αποσπούσε άλλοτε, κατρακύλησε στο... 1,9% στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές. Αίφνης, ο Μελανσόν καταφέρνει να απογειώσει δημοσκοπικά το Αριστερό Μέτωπο στο 15% και εμπνέει καινούργια αυτοπεποίθηση σε πλήθη που τραγουδούν τη «Διεθνή» πριν από τη «Μασσαλιώτιδα».
Ο Μελανσόν πήρε το βάπτισμα του πυρός τον θυελλώδη Μάη του ’68, οπότε αναδείχθηκε σε ηγέτη των μαθητικών κινητοποιήσεων στην όμορφη πόλη Μπεζανσόν, προς τα ελβετικά σύνορα. Εντάσσεται στην (τροτσκιστική) Οργάνωση Κομμουνιστικών Διεθνιστών και τα επόμενα χρόνια παίζει ηγετικό ρόλο στο φοιτητικό κίνημα. Το 1977 εγκαταλείπει τον τροτσκισμό και εντάσσεται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, έρχεται όμως σε σύγκρουση με τον Φρανσουά Μιτεράν λόγω της δεξιάς στροφής στη δεύτερη προεδρική του θητεία. Συνιδρυτής της αριστερής τάσης των Σοσιαλιστών, αντιτίθεται στη γαλλική συμμετοχή στον πρώτο πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Ιράκ.
Οι εσωτερικές ρωγμές στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα εξελίσσονται σε ρήγμα το 2005, στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα. Σε μετωπική αντίθεση με τη γραμμή του κόμματος υπέρ του «ναι», ο Μελανσόν πρωτοστατεί στην καμπάνια υπέρ του «όχι», σε κοινό μέτωπο με το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους τροτσκιστές και ριζοσπάστες οικολόγους. Το οριστικό διαζύγιο έρχεται το 2008, όταν ο Μελανσόν αποχωρεί από το Σοσιαλιστικό Κόμμα για να ιδρύσει το «Κόμμα της Αριστεράς», το οποίο αργότερα θα συμπράξει με το Κ.Κ.
Παρά την εξαιρετική προεκλογική του εκστρατεία, ο Μελανσόν δεν θα είναι, πλην συγκλονιστικού απροόπτου, ένας από τους δύο υποψηφίους που θα διεκδικήσουν τη γαλλική προεδρία στον δεύτερο γύρο της 6ης Μαΐου. Σ’ αυτή την περίπτωση, θα καλέσει τους ψηφοφόρους του, όπως έχει ήδη δηλώσει, να ψηφίσουν «εναντίον του Σαρκοζί», δηλαδή υπέρ του Ολάντ, αν και δεν δείχνει ιδιαίτερο ζήλο να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Σοσιαλιστές.
Περιμένοντας τον Φρανσουά Ολάντ
Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο Ολάντ κατηγόρησε τον Σαρκοζί ότι ακολούθησε πολιτική «υποταγής» της Γαλλίας στη θέληση της Γερμανίας. Ο σύντροφός του Αρνό Μοντεμπούρ προχώρησε πιο μακριά, διακηρύσσοντας ότι «το πρόβλημα του γερμανικού εθνικισμού επιστρέφει στην Ευρώπη μέσω των πολιτικών τύπου Βίσμαρκ που ακολουθεί η κ. Μέρκελ». Η πραγματικότητα δεν δικαιολογεί, ωστόσο, υπέρμετρη αισιοδοξία.
Πρώτα απ’ όλα, το ενδεχόμενο να κερδίσει ο Σαρκοζί, έστω και πάνω στο νήμα, μια κούρσα που φαινόταν εξαρχής χαμένη δεν είναι αμελητέο. Ο Γάλλος πρόεδρος κατάφερε να καλύψει μεγάλο μέρος της απόστασης που τον χώριζε, δημοσκοπικά, από τον Ολάντ επενδύοντας στα προνομιακά του πεδία της «ασφάλειας», του ισλαμικού εξτρεμισμού και της λαθρομετανάστευσης, εκμεταλλευόμενος και τις πρόσφατες δολοφονικές επιθέσεις στην Τουλούζη – «μια μικρή 11η Σεπτεμβρίου α λα γαλλικά», όπως χαρακτηρίστηκαν από σχολιαστές του Τύπου.
Το κυριότερο, ο ίδιος ο Ολάντ έβαλε πολύ νερό στο κρασί του μεσούσης της προεκλογικής περιόδου. Μιλώντας στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, στις 12 Μαρτίου, διευκρίνισε ότι δεν διαφωνεί συνολικά με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, αλλά μόνο με ορισμένες πλευρές του. Στο ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα ζήτημα των αυτόματων κυρώσεων για τους «παραβάτες», δήλωσε ότι είναι σύμφωνος με τη Μέρκελ. Οσο για τα ευρωομόλογα, ουσιαστικά τα έβαλε στο συρτάρι λέγοντας ότι δεν τα θέλει για να καλύψουν το χρέος των περιφερειακών χωρών, αλλά μόνο για επιλεγμένα αναπτυξιακά έργα.
Σε ατλαντική γραμμή
Γενικότερα, η εξωτερική πολιτική του Ολάντ κινείται περισσότερο σε γραμμή συνέχειας παρά ρήξης με εκείνη του Σαρκοζί, όπως σημειώνει στη Le Monde ο πανεπιστημιακός Μπερτράν Μπαντί. Αλλωστε, η ηγεσία των Γάλλων Σοσιαλιστών κινούνταν ανέκαθεν σε περισσότερο «ορθόδοξη», ατλαντική γραμμή από την εθνοκεντρική πολιτική του Ντε Γκωλ και τίποτα δεν δείχνει ότι ο Ολάντ θα αποτελέσει εξαίρεση.
Γεγονός είναι ότι οι αποστάσεις που παίρνει ο Ολάντ από τη Μέρκελ βρίσκουν απήχηση σε σημαντικό τμήμα των γαλλικών ελίτ και ακόμη περισσότερο στην κοινή γνώμη. Δεν είναι τυχαίο ότι στην τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου ο Σαρκοζί παρακάλεσε τη Μέρκελ να μην έρθει στο Παρίσι, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί, θεωρώντας ότι η στήριξή της περισσότερο τον βλάπτει παρά τον ωφελεί. Οπως δεν είναι τυχαίο ότι ο Γάλλος πρόεδρος υιοθέτησε στις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του πόζες Ντε Γκωλ, προτείνοντας ισχυρό προστατευτισμό υπέρ των ευρωπαϊκών προϊόντων, απειλώντας ότι θα βγάλει τη Γαλλία από τη Σέγκεν ή και με επιστροφή στην «πολιτική της άδειας καρέκλας», που είχε ακολουθήσει ο θεμελιωτής της 5ης Δημοκρατίας εκβιάζοντας την αποδοχή κρίσιμων γαλλικών αιτημάτων από τους Ευρωπαίους εταίρους του.
Η Αριστερά της Αριστεράς έγινε υπολογίσιμη δύναμη στη Δ. Ευρώπη
Οταν η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επέστρεφε στην εξουσία, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ύστερα από μία δεκαπενταετία κυριαρχίας της Δεξιάς, δεν αντιμετώπιζε σοβαρή αμφισβήτηση εξ αριστερών. Τα κομμουνιστικά κόμματα είχαν συρρικνωθεί, διασπαστεί ή μεταλλαχθεί μετά την κατάρρευση του 1989 και οι προσπάθειες επανίδρυσής τους έμεναν στο περιθώριο.
Σήμερα, η Κεντροαριστερά πασχίζει να ανακάμψει αντιμετωπίζοντας ισχυρή πίεση εξ ευωνύμων. Σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης η «Αριστερά της Αριστεράς» αποτελεί ήδη υπολογίσιμη δύναμη, η οποία τροφοδοτείται από τέσσερα διαφορετικά (και συχνά συγκρουόμενα) ρεύματα: Παραδοσιακά μαρξιστικά κόμματα, όπως τα ισχυρά σε ορισμένες χώρες Κ.Κ., μαοϊκές και τροτσκιστικές οργανώσεις· αντικαπιταλιστικά ρεύματα της Νέας Αριστεράς, με αναφορές στον γαλλικό Μάη του 1968 και τη ριζοσπαστική Οικολογία· αριστεροί σοσιαλιστές, που διαχωρίζονται από την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία· και ακτιβιστές που προέρχονται από το κίνημα των τελευταίων χρόνων κατά της παγκοσμιοποίησης.
Πλην της Γαλλίας, της Γερμανίας και φυσικά της Ελλάδας, η πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά διαδραματίζει σοβαρό ρόλο στην Ιβηρική χερσόνησο: Στην Ισπανία, η Ενωμένη Αριστερά, με κυριότερη δύναμη το Κ.Κ., πήρε 7% στις περυσινές εκλογές, ενώ στην Πορτογαλία οι δύο βασικοί σχηματισμοί, το Κ.Κ. και το Αριστερό Μπλοκ, πήραν αθροιστικά 13%. Στις σκανδιναβικές χώρες, οι συνασπισμοί «του κόκκινου και του πράσινου» κυμαίνονται γύρω στο 10 έως 13%, ενώ στην Ολλανδία το μαοϊκών καταβολών Σοσιαλιστικό Κόμμα αναδείχθηκε τρίτη πολιτική δύναμη. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί το Σιν Φέιν, πολιτική πτέρυγα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού. Σταθερά εναντίον της Ευρώπης του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας, το κόμμα του Τζέρι Ανταμς όχι μόνο αναδείχθηκε πρώτη δύναμη στη Βόρεια Ιρλανδία, αλλά και έφτασε το 10% στην ανεξάρτητη Ιρλανδία, όπου μέχρι πρόσφατα ήταν περιθωριακή δύναμη.
Ιnfo
- Serge Halimi,«L’audace ou l’enlisement», Le Monde Diplomatique, Avril 2012.
- E. J. Dionee Jr, «Can Europe’s left rebound?», The Washington Post, 19/3/2012.
- Soledad Gallego- Diaz, «Hay futuro para la socialdemocracia?», El Pais, 25/3/2012.
- Andrew Glyn, «Capitalism Unleashed», Oxford University Press, 2007.