Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για τις παρενέργειες της ανάφλεξης στη Συρία στη Μ. Ανατολή


Σεισμός στη Συρία, τσουνάμι στον Κόλπο
Η εμφύλια σύρραξη εξελίσσεται σε «πόλεμο μέσω αντιπροσώπων» μεταξύ ΗΠΑ - Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας - Ιράν
Του Πετρου Παπακωνσταντινου
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_08/04/2012_478499
Ανησυχητικές ομοιότητες με την τραγωδία της Λιβύης αρχίζει να αποκτά η συριακή κρίση: Αντλώντας έμπνευση από την Αραβική Ανοιξη της Τυνησίας και της Αιγύπτου, μια μαζική εξέγερση εναντίον ενός απολυταρχικού καθεστώτος εξελίχθηκε σε αδιέξοδο εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο ενεπλάκησαν μεγάλες περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις, φέρνοντας κάθε μέρα και πιο κοντά το ενδεχόμενο της ανοιχτής στρατιωτικής επέμβασης.

Ωστόσο, σε αντίθεση με τη Λιβύη, μια απομονωμένη αφρικανική χώρα, η Συρία βρισκόταν πάντα στην καρδιά της αραβοϊσραηλινής διένεξης και όλων των γεωπολιτικών συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή - μια περιοχή, για την οποία ο Χένρι Κίσινγκερ είχε πει χαρακτηριστικά ότι «χωρίς την Αίγυπτο δεν γίνεται πόλεμος και χωρίς τη Συρία δεν γίνεται ειρήνη». Μοιραία, η σημερινή κρίση εγκυμονεί σειρά απρόβλεπτων ανατροπών στην πιο εύφλεκτη πετρελαϊκή ζώνη του πλανήτη, που ξεκινά από τον Περσικό κόλπο και φτάνει στην ανατολική Μεσόγειο, επηρεάζοντας Ελλάδα και Κύπρο.
Πρωτεύουσα της πρώτης αραβικής αυτοκρατορίας, των Ομεϋαδών, με το μεγάλο τέμενος όπου βρίσκεται και το μαυσωλείο του θρυλικού Σαλαντίν, απελευθερωτή της Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους, η Δαμασκός διατηρεί στη σύγχρονη εποχή έναν πολιτικό και ιδεολογικό ρόλο που υπερβαίνει κατά πολύ τα δημογραφικά και οικονομικά όρια της Συρίας. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, η χώρα αποτέλεσε πεδίο μιας διπλής «σύγκρουσης μέσω αντιπροσώπων»: Αμερική και Σοβιετική Ενωση μάχονταν για τον προσεταιρισμό της, ενώ ταυτόχρονα η ριζοσπαστική Αίγυπτος του Νάσερ και η αντιδραστική Σαουδική Αραβία τη διεκδικούσαν επιδιώκοντας την ηγεμονία στον αραβικό κόσμο. Λίκνο του παναραβικού σοσιαλισμού, η Συρία του Χαφέζ Ασαντ, πατέρα του σημερινού προέδρου, επέλεξε τη συμμαχία με την ΕΣΣΔ και πρόβαλε ως προμαχώνας της πιο αδιάλλακτης γραμμής εναντίον του Ισραήλ - χαρακτηριστικά, μετά τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Οσλο, η Δαμασκός χαρακτήρισε τον Γιασέρ Αραφάτ «διευθυντή του αστυνομικού τμήματος του Ισραήλ στην πόλη της Γάζας».
Παρ' όλα αυτά, το πραγματιστικό καθεστώς του κόμματος Μπάαθ ουδέποτε διέρρηξε τις σχέσεις του με την αμερικανική υπερδύναμη. Στον εμφύλιο του Λιβάνου, όταν Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ είχαν πανικοβληθεί από την ορατή προοπτική επικράτησης των Παλαιστινίων και των αριστερών Λιβανέζων, ήταν τα στρατεύματα του Ασαντ που έδωσαν τη λύση ρίχνοντας την πλάστιγγα υπέρ των Φαλαγγιτών, με τραγική κορύφωση τη σφαγή Παλαιστινίων στο Τελ αλ Ζαατάρ, το 1976. Στον πρώτο πόλεμο των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ, το 1991, η «αντιιμπεριαλιστική» Συρία συμπαρατάχθηκε με τον πατέρα Μπους τη στιγμή που ακόμη και η σύμμαχος των Αμερικανών Ιορδανία στεκόταν στο πλευρό του Σαντάμ Χουσεΐν. Αργότερα, η Συρία σταμάτησε να στηρίζει το κουρδικό ΡΚΚ και έπαιξε τον ρόλο της στη γνωστή κατάληξη του ηγέτη του, Αμπντουλά Οτσαλάν.
Μετά τον θάνατο του Χαφέζ Ασαντ η εξουσία πέρασε στον γιο του, Μπασάρ, ο οποίος έφερε μαζί του από την Αγγλία, όπου είχε σπουδάσει, μια ομάδα νεαρών εκσυγχρονιστών συμβούλων με τους οποίους εγκαινίασε, το 2000, τη βραχύβια «άνοιξη της Δαμασκού»: ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα στο ξένο κεφάλαιο και άνεμος φιλελευθεροποίησης με τη νομιμοποίηση πολιτικών «σαλονιών». Το φιλελεύθερο άνοιγμα διακόπηκε βίαια, εν μέρει λόγω φόβων αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, κυρίως όμως λόγω του πολέμου που εξαπέλυσε ο υιός Μπους εναντίον του Ιράκ και της δικαιολογημένης ανησυχίας ότι θα ερχόταν η σειρά της Συρίας. Ακόμη και τότε, όμως, οι μυστικοί δίαυλοι διατηρήθηκαν ενεργοί, καθώς η CIA έστελνε (και) στη Δαμασκό ισλαμιστές εξτρεμιστές για «ενισχυμένες» ανακρίσεις. Ο κοινός εχθρός της Ουάσιγκτον και του κοσμικού καθεστώτος Μπάαθ, ο ισλαμικός εξτρεμισμός, συντηρούσε την αλλόκοτη προσέγγιση.
Η εικόνα αυτή ανατρέπεται με την Αραβική Ανοιξη και την επιλογή του Μπαράκ Ομπάμα να ρίξει γέφυρες στο πολιτικό Ισλάμ, που αναδεικνύεται ηγεμονική δύναμη από την Τυνησία και τη Λιβύη μέχρι την Αίγυπτο και την Υεμένη. Πρόκειται για παιχνίδι υψηλότατου πολιτικού ρίσκου, όπως μαρτυρούν η βοσνιοποίηση της μετα-κανταφικής Λιβύης και κυρίως το ανοιχτό ενδεχόμενο ρήξης των Αδελφών Μουσουλμάνων με τον στρατό στην Αίγυπτο. Εξίσου μεγάλοι είναι οι κίνδυνοι στη Συρία, όπου οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αποτελούν την κυρίαρχη συνιστώσα της εξέγερσης. Ωστόσο, τα προσδοκώμενα οφέλη δικαιολογούν ώς ένα βαθμό το παράτολμο παιχνίδι της Ουάσιγκτον.
Ενδεχόμενη ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ από τους σουνίτες Αδελφούς Μουσουλμάνους θα στερήσει το σιιτικό Ιράν από τον βασικό του σύμμαχο, μέσω του οποίου ασκεί επιρροή στη λιβανέζικη Χεζμπολάχ και στην παλαιστινιακή Χαμάς (η τελευταία έχει ήδη πάρει αποστάσεις από Δαμασκό και Τεχεράνη, προσεγγίζοντας περισσότερο Κάιρο και Αγκυρα). Ο πρώην διοικητής της ισραηλινής μυστικής υπηρεσίας Μοσάντ εκτιμούσε πρόσφατα ότι η ανατροπή του Ασαντ θα επέφερε από μόνη της τέτοια εξασθένηση του Ιράν, που θα καθιστούσε περιττό τον βομβαρδισμό του από το Ισραήλ. Επιπλέον, μια σουνιτική Συρία, σύμμαχος της Σαουδικής Αραβίας, η οποία προσφέρει στον στρατό των αντικαθεστωτικών χρήματα και όπλα, θα αποτελούσε μοχλό άσκησης επιρροής στο άκρως ασταθές Ιράκ, όπου η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων αφήνει πίσω της ένα σπαρασσόμενο έθνος υπό την κυριαρχία των σιιτών, με σοβαρή την επιρροή της Τεχεράνης. Τελευταίος σε σειρά, αλλά όχι και σε σημασία παράγοντας, η ανατροπή του Ασαντ απειλεί να στερήσει τη Ρωσία από τη μοναδική ναυτική βάση της στη Μεσόγειο, τη βάση της Ταρσούς. Δύο δεκαετίες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο «πόλεμος μέσω αντιπροσώπων» στο Λεβάντε καλά κρατεί...

Η μητέρα όλων των τυχοδιωκτισμών
Τον περασμένο μήνα έγινε σαφές ότι η ετερόκλητη και ασυντόνιστη συριακή αντιπολίτευση δεν μπορεί να επικρατήσει στρατιωτικά. Ο κυβερνητικός στρατός ανακατέλαβε διά πυρός και σιδήρου βασικά προπύργια των αντικαθεστωτικών, ιδιαίτερα στη Χομς και στο Ιντλίμπ, ενώ η Δαμασκός και η μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Χαλέπι, δεν έχουν γνωρίσει σημαντικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις.
Την ανάγκη φιλοτιμίαν ποιούμενες, οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης έβαλαν προσωρινά νερό στο κρασί τους: Σε συμφωνία με Ρωσία και Κίνα, ψήφισαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας υπέρ της μεσολαβητικής αποστολής του πρώην γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, το σχέδιο του οποίου δεν θέτει ζήτημα αποχώρησης του Ασαντ από την εξουσία, αλλά διαλόγου με την αντιπολίτευση για συντεταγμένη πορεία προς τη δημοκρατία. Στην πράξη, το σχέδιο Ανάν επέτρεψε στον Ασαντ να κερδίσει χρόνο και να εξαπολύσει νέες επιθέσεις.
Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων εντείνονται οι πιέσεις στην κυβέρνηση Ομπάμα να προσχωρήσει στη γραμμή της έμμεσης ή και άμεσης στρατιωτικής επέμβασης. Προς αυτή την κατεύθυνση συγκλίνουν πολύ διαφορετικές δυνάμεις: Στο εσωτερικό της Αμερικής, Ρεπουμπλικανοί «ιέρακες», όπως ο γερουσιαστής Μακέιν· η παλιά αποικιοκρατική δύναμη της περιοχής, Γαλλία, η οποία, όπως και στην περίπτωση της Λιβύης, επιδιώκει να ισοσταθμίσει με κάποιες στρατιωτικές επιτυχίες την οικονομική και πολιτική ηγεμονία της Γερμανίας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης· η Τουρκία του Ερντογάν με τον νεοοθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό της, η οποία παρέχει ασφαλή καταφύγια στον «Ελεύθερο Συριακό Στρατό» · και η Σαουδική Αραβία στον ρόλο του «προστάτη όλων των σουνιτών μουσουλμάνων» – έστω και αν το θεοκρατικό βασίλειο αποτελεί άκρως προβληματικό υπερασπιστή της συριακής δημοκρατίας, ενώ μόλις πρόσφατα αιματοκύλισε τη λαϊκή εξέγερση στο γειτονικό της Μπαχρέιν.
Ωστόσο, ενδεχόμενη ξένη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία απειλεί να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας. Σε αντίθεση με τη Λιβύη του Καντάφι, η Συρία είναι ένα συντεταγμένο κράτος, με αξιόμαχο στρατό και ισχυρή αεράμυνα, όπου ο Ασαντ διατηρεί την υποστήριξη μεγάλου τμήματος του πληθυσμού, ίσως και άνω του 50% σύμφωνα με το πρόσφατο άρθρο του Foreign Affairs. Πέραν της ισχυρής μειονότητας των Αλαουιτών, από την οποία προέρχεται η ηγετική μερίδα του καθεστώτος, τον Ασαντ εξακολουθούν να υποστηρίζουν οι χριστιανοί που τρέμουν την επικράτηση των Αδελφών Μουσουλμάνων και μεγάλο μέρος των Κούρδων – πολύ περισσότερο μετά το νέο άνοιγμα του Ασαντ προς το ΡΚΚ, που θορύβησε σφόδρα την Αγκυρα. Σε αυτό το φόντο, μια ξένη επέμβαση είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε γενικευμένο πόλεμο, με έντονα εθνοτικά και θρησκευτικά στοιχεία, ο οποίος θα διαχυθεί, πιθανότατα, στον Λίβανο και στο Ιράκ. Ηδη έχουν αρχίσει να συζητούνται σοβαρά σε επίπεδο επιτελείων σενάρια αλλαγής συνόρων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσοποταμίας, με τη δημιουργία ενός μεγάλου σουνιτικού, αραβικού κράτους από εδάφη της σημερινής Συρίας και του Ιράκ.
Σοβαρή αιτία ανησυχίας της Ουάσιγκτον αντιπροσωπεύει η άνοδος του εξτρεμιστικού Ισλάμ στη συριακή αντιπολίτευση. Η φονταμενταλιστική οργάνωση «Μέτωπο Αλ Νούσρα» ανέλαβε την ευθύνη τρομοκρατικών, βομβιστικών επιθέσεων σε Δαμασκό και Χαλέπι, ενώ το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με έδρα τη Νέα Υόρκη, κατήγγειλε περιπτώσεις βασανιστηρίων και συνοπτικών εκτελέσεων από τον στρατό των αντικαθεστωτικών. Απαντώντας σε ερώτηση του CBS σχετικά με τον εξοπλισμό των αντικαθεστωτικών, η Χίλαρι Κλίντον δήλωσε χαρακτηριστικά: «Στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζουμε σε ποιον θα καταλήξουν τα όπλα. Υποστηρίζουμε, άραγε, την Αλ Κάιντα στη Συρία; Η Χαμάς σήμερα υποστηρίζει την αντιπολίτευση. Θα υποστηρίξουμε τη Χαμάς στη Συρία;». Ερωτήματα κάθε άλλο παρά ρητορικά: Στα μέσα Φεβρουαρίου, ο Αϊμάν Ζαουάχρι, αρχηγός της Αλ Κάιντα μετά τον θάνατο του Λάντεν, κάλεσε τους ευσεβείς μουσουλμάνους όλου του κόσμου σε ιερό πόλεμο εναντίον του «άπιστου» Ασαντ. Στον Δυτικό Τύπο αφθονούν τα ρεπορτάζ για τη δράση ακραίων ισλαμιστών από διάφορες χώρες –Λιβύη, Λίβανο, Υεμένη κ. ά. – στις γραμμές της συριακής αντιπολίτευσης.
Ολοι οι δρόμοι ξεκινούν από τη Δαμασκό...
Η πανσπερμία πολιτισμών και το συγκριτικά πιο φιλελεύθερο περιβάλλον της γαλλικής κηδεμονίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ευνόησαν τη μετατροπή της Συρίας σε λίκνο των κυριότερων νεωτερικών ρευμάτων στον αραβικό κόσμο. Ο Σύρος, φιλελεύθερος και μασόνος Αμπντουλραχμάν Καουακίμπι υπήρξε πρόδρομος του παναραβικού εθνικισμού, ιδρυτής των μυστικών εταιρειών που θα έπαιζαν καταλυτικό ρόλο στην προετοιμασία της αραβικής εξέγερσης του 1916. Ο χριστιανός Αντουάν Σααντέ ίδρυσε στον Μεσοπόλεμο το Συριακό Λαϊκό Κόμμα εναντίον της γαλλικής επικυριαρχίας, προσβλέποντας στη «μεγάλη Συρία». Την ίδια περίοδο, ο Χαλέντ Μπεκντάς ιδρύει το συριακό Κ. Κ., το οποίο θα αναδειχθεί στο ισχυρότερο κομμουνιστικό κόμμα του αραβικού κόσμου, ενώ ο ίδιος ο Μπεκντάς θα γίνει ο πρώτος εκλεγμένος Αραβας κομμουνιστής βουλευτής, το 1954.
Στη Δαμασκό γεννήθηκε ο ορθόδοξος χριστιανός Μισέλ Αφλάκ, διακεκριμένος φιλόσοφος με σπουδές στη Σορβόννη, ο οποίος, έχοντας θητεύσει στο συριακό Κ. Κ., ίδρυσε το 1940, μαζί με άλλους αριστερούς διανοούμενους, το κόμμα Μπάαθ, προπύργιο του παναραβικού εθνικισμού - σοσιαλισμού, το οποίο αργότερα θα έπαιρνε την εξουσία στη Συρία και στο Ιράκ. Η βραχύβια ένωση της Συρίας με την Αίγυπτο του Νάσερ, από το 1958 μέχρι το 1961, ήταν το ζενίθ της προσπάθειας για αραβική ενότητα, η οποία ωστόσο προσέκρουσε στις αντικρουόμενες ηγεμονικές φιλοδοξίες των δύο πλευρών. Μετά το 1963, οι απολυταρχικές τάσεις κερδίζουν το πάνω χέρι στους κόλπους του Μπάαθ, στραγγαλίζοντας το πολλά υποσχόμενο, στα αρχικά του στάδια, εγχείρημα του αραβικού δημοκρατικού σοσιαλισμού, που δεν θα αφήσει πίσω του παρά ένα ζωντανό απολίθωμα.

Το Προσωπο: Μπουρχάν Γκαλιούν
Αχυράνθρωπος ή ηγέτης;
Στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, ο Μπουρχάν Γκαλιούν είναι το συμπαθητικό πρόσωπο της συριακής αντιπολίτευσης. Εγκατεστημένος στο Παρίσι από το 1967, έγινε καθηγητής Κοινωνιολογίας στη Σορβόννη, όπου διευθύνει μέχρι σήμερα ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών. Απέκτησε κάποιο όνομα στους κύκλους των Σύρων αντικαθεστωτικών ήδη στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν εξέδωσε το «Μανιφέστο για τη Δημοκρατία». Παρότι ζούσε στο εξωτερικό, διατηρούσε τη φήμη του αδιάφθορου και ανεξάρτητου ανθρώπου, μαχητικού υπερασπιστή των Παλαιστινίων και γενικά των Αράβων απέναντι στον σιωνισμό. Μακρόχρονη είναι άλλωστε η φιλία του με τον κομμουνιστή Ριάντ αλ Τουρκ, τον θρυλικό «Γέροντα της Συριακής Αντιπολίτευσης», που πέρασε είκοσι χρόνια στις φυλακές του καθεστώτος.
Με αυτά τα δεδομένα, η εκλογή του Γκαλιούν ως επικεφαλής του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου (SNC), οργάνωσης-ομπρέλα της αντιπολίτευσης, δεν προκάλεσε έκπληξη. Το ερώτημα που θέτουν πολλοί είναι αν ο 67χρονος ακαδημαϊκός μπορεί να παίξει πραγματικά τον ρόλο του πολιτικού ηγέτη ή λειτουργεί απλώς ως αχυράνθρωπος των Αδελφών Μουσουλμάνων, που ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό το SNC. Αυτό κατήγγειλαν επιφανείς αντικαθεστωτικοί, οι οποίοι διαχώρισαν τη θέση τους και αποχώρησαν από το SNC, όπως ο δικαστής και στέλεχος της Διεθνούς Aμνηστίας Χαϊτάμ Μάλεχ, ο επικεφαλής του Εθνικού Οργανισμού Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ομάρ Κουράμπι και ο ιδρυτής της Φιλελεύθερης Δημοκρατικής Ενωσης Καμάλ Λαμπουανί. Αλλες οργανώσεις της αντιπολίτευσης, με σημαντική επιρροή στο εσωτερικό της χώρας, όπως οι Συντονιστικές Επιτροπές για Δημοκρατική Αλλαγή υπό τον 80χρονο νασερικό Χασάμ Αμπντουλαζίμ, καταγγέλλουν ότι το SNC βρίσκεται υπό την ομηρία της Σαουδικής Αραβίας και διευκολύνει την επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων, με ολέθριες επιπτώσεις για τη Συρία και την αραβική υπόθεση.