Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Μία ενδιαφέρουσα άποψη γιατί οι Ευρωπαίοι προτίμησαν τη διάσωση των τραπεζών αντί της Ε.Ε.



Διασώζουν τις τράπεζες, διαλύουν την Ε.E.
Η περιπέτεια της Ισπανίας αναδεικνύει την αποτυχία του γερμανικού «σαδιστικού μονεταρισμού», που απειλεί με κατάρρευση την Ευρωζώνη
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_17/06/2012_485851)
«Η όλη ιστορία αρχίζει να μοιάζει με κωμωδία επαναλήψεων: άλλη μια φορά η οικονομία διολισθαίνει, η ανεργία διογκώνεται, οι τράπεζες κινδυνεύουν, οι κυβερνήσεις σπεύδουν στο έργο της διάσωσης - αλλά είναι μόνο οι τράπεζες που διασώζονται, όχι και οι άνεργοι...
Είναι εκπληκτικό ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ακόμη και τη στιγμή που συναινούσαν στο σχέδιο διάσωσης, διεμήνυαν κατηγορηματικά ότι δεν είχαν πρόθεση να αλλάξουν τις πολιτικές που έστειλαν το ένα τέταρτο των Ισπανών εργατών -και περισσότερους από τους μισούς νέους- στην ανεργία».
Με αυτές τις διαπιστώσεις υποδέχθηκε ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν στους New York Times την απόφαση των Ευρωπαίων ηγετών να δανείσουν 100 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ισπανία για να διασώσει τις τράπεζές της, που βρίσκονταν στο χείλος της κατάρρευσης, λόγω της διάρρηξης της πελώριας «φούσκας» στην αγορά ακινήτων, την οποία οι ίδιες είχαν προκαλέσει. Ο διάσημος οικονομολόγος καυτηριάζει αυτόν τον προκλητικό για το κοινό περί δικαίου αίσθημα συνδυασμό ακραίου νεοφιλελευθερισμού για τους πολλούς και γενναιόδωρου Κεϊνσιανισμού για τις αυτοκρατορίες του χρήματος. «Πώς εξηγείται αυτή η παράλυση, ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού, μπροστά στην υπό εξέλιξη ανθρωπιστική και οικονομική καταστροφή», διερωτάται, για να δώσει την εξής απάντηση: «Είναι η νοοτροπία που θεωρεί ότι ο οικονομικός πόνος τελικά ανταμείβεται, η νοοτροπία την οποία ένας Βρετανός δημοσιογράφος αποκάλεσε σαδιστικό μονεταρισμό».
Διδάγματα
Η περιπέτεια της Ισπανίας έχει πολλά να διδάξει πολλούς. Επί τρία χρόνια, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της στοχοποιούσαν τη μικρή Ελλάδα, η οικονομία της οποίας αντιστοιχεί μόλις στο 2% της Ευρωζώνης, ως τον βασικό παράγοντα «μόλυνσης». Το γεγονός ότι η οικονομική κρίση της χώρας μας έπαιρνε κυρίως τη μορφή της δίδυμης δημοσιονομικής κρίσης (χρέος της κεντρικής κυβέρνησης και έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού) βοηθούσε τους κήρυκες της νεοφιλελεύθερης Ορθοδοξίας να ενοχοποιήσουν το «υπερτροφικό και σπάταλο κράτος» και να προωθήσουν τη μνημονιακή ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων και της εσωτερικής υποτίμησης σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ισπανία είχε μέχρι την περασμένη Κυριακή μικρότερο δημόσιο χρέος και από την πρωθιέρεια της δημοσιονομικής αρετής Γερμανία. Οταν άρχισε η κρίση δεν είχε δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά πλεόνασμα. Επιπλέον, τόσο ο σοσιαλιστής Θαπατέρο όσο και ο συντηρητικός Ραχόι εφάρμοσαν το δικό τους «μνημόνιο» πριν καν τους το επιβάλουν οι Βρυξέλλες, εκτοξεύοντας την ανεργία στο 25%, διαλύοντας τις συλλογικές συμβάσεις και πάει λέγοντας. Παρ' όλα αυτά -και εν μέρει εξαιτίας όλων αυτών- η τέταρτη οικονομία της Ευρωζώνης φτάνει στο όριο της κατάρρευσης εξαιτίας της ιδιωτικής κραιπάλης και του ιδιωτικού χρέους, των μεγάλων τραπεζών της, που επί χρόνια κερδοσκοπούσαν ασύστολα στην υπερτιμημένη αγορά ακινήτων.
Στον καθρέφτη της Ισπανίας και όχι της Ελλάδας είναι που ο παγκόσμιος καπιταλισμός βλέπει το αντιπροσωπευτικό του είδωλο. Γιατί βέβαια η μεγάλη κρίση, που ταλαιπωρεί εδώ και τέσσερα χρόνια ολόκληρη την ανθρωπότητα, ξεκίνησε το 2008 από τους τραπεζικούς κολοσσούς της Γουόλ Στριτ και του Σίτι, που είχαν κερδοσκοπήσει κι αυτοί χωρίς κανένα όριο στην αγορά ακινήτων. Στη συνέχεια, η κρίση του ιδιωτικού, κυρίως του τραπεζικού τομέα, μεταμορφώθηκε σε κρίση δημοσίου χρέους γιατί τα κράτη -πρώτα οι ΗΠΑ και μετά οι «27» της Ε.Ε.- χάρισαν αστρονομικά ποσά στις τράπεζες (της τάξης του ενός τρισ. δολαρίων σε κάθε περίπτωση) για να τις σώσουν, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων την ίδια τη νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία τους, που λέει ότι το κράτος δεν πρέπει να επεμβαίνει στην αγορά και ότι όποιος χρεοκοπεί πρέπει να βάζει λουκέτο.
Μάλιστα, η διάσωση των τραπεζών έγινε με εντελώς προκλητικούς όρους - σε αντίθεση, για παράδειγμα, με ό,τι είχε συμβεί στη Σουηδία, που αντιμετώπισε παρόμοιο πρόβλημα στις αρχές της δεκαετίας του '70. Ενώ το κράτος διέθεσε ζεστό χρήμα για να σώσει τις τράπεζες, δεν ανέλαβε καν τον έλεγχό τους, ώστε να τις χρησιμοποιήσει σαν αναπτυξιακό εργαλείο και να ενισχύσει τη ρευστότητα σε μια παγωμένη οικονομία. Οι πολιτικοί, με άλλα λόγια, λειτούργησαν ως νοσοκόμοι των τραπεζιτών, επιβάλλοντας μάλιστα στους λαούς τους υποχρεωτική αιμοδοσία, με τη δρακόντεια λιτότητα και τα μνημόνια που δεν είχαν άλλο στόχο από το να διασώσουν τις εθνικές ή τις ξένες τράπεζες.
Το ελληνικό «κούρεμα»
Κραυγαλέο παράδειγμα υπήρξε το περίφημο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους με το πρόσφατο PSI. Ενώ οι τράπεζες αποζημιώθηκαν για τις απώλειές τους με την ανακεφαλαιοποίηση, τα αποθεματικά των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των ασφαλιστικών ταμείων και των νοσοκομείων «κουρεύτηκαν» με την ψιλή μηχανή, χωρίς βέβαια να υπάρξει κάποια ανακεφαλαιοποίηση. Από τα 120 εκατ. ευρώ που είχαν 17 πανεπιστήμια της χώρας σε καταθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, τους έμειναν μόλις τα 33, ενώ ανάλογες απώλειες κατέγραψαν μεγάλα νοσοκομεία - ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στη σημερινή, τριτοκοσμική κατάσταση.
Το μέγα πρόβλημα για τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ είναι ότι η γραμμή του «σαδιστικού μονεταρισμού» οδηγεί όχι μόνο σε κοινωνική διάλυση και πολιτική έκρηξη τις περιφερειακές χώρες -με πρώτη την Ελλάδα- αλλά και σε ζοφερό οικονομικό αδιέξοδο ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Η ευφορία των αγορών για τη διάσωση των ισπανικών τραπεζών κράτησε μόλις τρεις ώρες. Στη συνέχεια, τα spreads εκτινάχθηκαν και πάλι στα ουράνια, αφού όλοι οι σοβαροί αναλυτές προεξοφλούν ότι η Ισπανία κέρδισε μόνο λίγο χρόνο και ότι σύντομα θα συρθεί σε ένα «κανονικό» μνημόνιο, για τη διάσωση αυτή τη φορά του ίδιου του κράτους, που επωμίζεται τα δάνεια των τραπεζών του, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να εκτιναχθεί στο 90%. Ακόμη χειρότερα, οι γύπες των διεθνών αγορών άρχισαν να κόβουν βόλτες πάνω από την Ιταλία, που θα αποτελέσει πιθανότατα το επόμενο θύμα τους. Ολα δείχνουν ότι η ώρα της αλήθειας για την ίδια την ύπαρξη του ευρώ θα έρθει πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι φαντάζονταν και οι πιο απαισιόδοξοι, εντελώς ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των σημερινών εκλογών στην Ελλάδα.
Η ώρα του ευρωπαϊκού Νότου
Οι περιπέτειες της Ισπανίας ενισχύουν τη διαπραγματευτική ισχύ της Ελλάδας και ευρύτερα των περιφερειακών χωρών έναντι της Γερμανίας. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο συγκλίνουν έγκυροι οικονομολόγοι και διεθνείς αναλυτές, αντικρούοντας τις προειδοποιήσεις του Βερολίνου και των συμμάχων του για εξώθηση της Ελλάδας εκτός Ευρωζώνης σε περίπτωση ακύρωσης του Μνημονίου από την επόμενη κυβέρνηση.
«Η βιασύνη με την οποία η Ισπανία πιέστηκε να αποδεχθεί ένα πρόγραμμα διάσωσης», έγραφε στη Washington Post ο Μάικλ Μπέρνμπαουμ, «διαμηνύει τη διαρκή ανησυχία Ευρωπαίων ηγετών ότι οι αντιμνημονιακοί της Ελλάδας μπορεί να έχουν δίκιο: η χώρα τους είναι πολύ σημαντική για να την ξεγράψουν». Ο ανταποκριτής της αμερικανικής εφημερίδας σημείωνε ότι η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα κινδυνεύει να επιδεινώσει την κρίση της Ισπανίας και της Ιταλίας, δύο χωρών που αθροιστικά ξεπερνούν τα μεγέθη και αυτής της κραταιάς Γερμανίας, με αποτέλεσμα να τεθεί σε άμεσο κίνδυνο η ίδια η ύπαρξη του ευρώ.
«Σκιώδης CIA»
«Σε πείσμα των ψευτοπαλικαρισμών της Γερμανίας περί αποβολής χωρών από την Ευρωζώνη, η διατήρηση ή και η επέκταση του υπάρχοντος συστήματος ανταποκρίνεται στα θεμελιώδη γερμανικά συμφέροντα», σχολίαζε από την πλευρά του ο Τζορτζ Φρίντμαν, επικεφαλής της εταιρείας διεθνών αναλύσεων Stratfor, η οποία έχει χαρακτηριστεί από ξένα έντυπα «σκιώδης CIA». Από την πλευρά του, ο γνωστός μας Νουριέλ Ρουμπινί προειδοποίησε, μιλώντας στη γερμανική Bild, ότι αν η Ελλάδα εξωθηθεί εκτός ευρώ, οι επενδυτές θα φοβηθούν και στη συνέχεια «Πορτογάλοι, Ισπανοί και Ιταλοί θα τρέξουν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες».
Με άλλα λόγια, «όποιος τραβήξει την πρίζα στους Ελληνες, θα προκαλέσει την ολική διάλυση της Ευρωζώνης». Ο διάσημος Αμερικανός οικονομολόγος συμπλήρωσε ότι χωρίς το ευρώ και τους εταίρους της η Γερμανία, ως εξαγωγική χώρα, «θα ήταν οικονομικός και πολιτικός νάνος απέναντι στις ΗΠΑ και στην Κίνα».
Αναθεωρήσεις
Στο μεταξύ, το «χαλαρό Μνημόνιο», όπως χαρακτηρίστηκε το πρόγραμμα διάσωσης των ισπανικών τραπεζών, εντείνει τις διαθέσεις αναθεώρησης των «σκληρών» μνημονίων στις χώρες που τα έχουν ήδη υποστεί. Ηδη την περασμένη Δευτέρα η γαλλική Figaro αποκάλυψε ότι η Ιρλανδία κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ αντίστοιχες εκτιμήσεις δημοσιεύτηκαν στη βρετανική Guardian για την Πορτογαλία.
Γερμανικά διλήμματα για τη διάσωση
«Το τέλος των γερμανικών αυταπατών» ήταν ο τίτλος πρόσφατου άρθρου του Στέφαν Κάιζερ στην ιστοσελίδα του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel. Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η κρίση των περιφερειακών χωρών αρχίζει να πλήττει και τον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας: Για πρώτη φορά τον Μάιο οι γερμανικές εξαγωγές υποχώρησαν κατά 1,7%, κυρίως λόγω της ύφεσης στις χώρες της Ευρωζώνης, όπου η πτώση ήταν ακόμη μεγαλύτερη, στο ύψος του 3,6%. Μέσα σε ένα δεκαήμερο, ο δείκτης DAX του γερμανικού χρηματιστηρίου σημείωσε πτώση κατά 16%.
Ωστόσο, ο οικονομικός αναλυτής της Washington Post Ρόμπερτ Σάμιουελσον αμφιβάλλει ζωηρά κατά πόσον η Γερμανία έχει τη δυνατότητα να διασώσει την Ευρωζώνη. Παραθέτει εκτιμήσεις επενδυτικών εταιρειών, σύμφωνα με τις οποίες το κόστος της καθιέρωσης ευρωομολόγων για τη Γερμανία θα ανέβει στα 500 δισεκατομμύρια ευρώ, κάτι που θα εκτοξεύσει το γερμανικό χρέος από το 81% στο 103% του ΑΕΠ. Αλλά το κυριότερο εμπόδιο, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, είναι πολιτικής φύσης, καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειονότητα των Γερμανών πολιτών δεν είναι καθόλου πρόθυμη να επωμιστεί το βάρος της κοινοτικοποίησης του χρέους.
Το Προσωπο: Ανταμ Σμιθ
Οι φούσκες των εθνών
Θεμελιωτής της πολιτικής οικονομίας, ο Ανταμ Σμιθ (1723- 1790) πέρασε στην ιστορία ως ο προφήτης του κλασικού φιλελευθερισμού: καχύποπτος απέναντι στην κρατική παρέμβαση, πεισμένος ότι η επιδίωξη του ιδιωτικού συμφέροντος από τον καθένα οδηγεί σε μεγαλύτερη ευημερία για όλους, εισήγαγε την περίφημη έννοια περί «αόρατης χειρός της αγοράς», η οποία, «πίσω από την πλάτη των ιδιωτών», εξασφαλίζει με τα ανεβοκατεβάσματά της τη γενική ισορροπία της οικονομίας.
Οσοι όμως μηρυκάζουν αυτά τα πασίγνωστα στερεότυπα, συνήθως χωρίς να έχουν διαβάσει ούτε ένα κείμενο αυτού του σημαντικού εκπροσώπου του σκωτσέζικου Διαφωτισμού, μεταφέρουν αυθαίρετα στο σήμερα τον «αντικρατισμό» μιας άλλης εποχής- όταν ο νεαρός καπιταλισμός ήταν προοδευτική, ιστορική δύναμη απέναντι στη φεουδαρχία και το απολυταρχισμό των Σκοτεινών Χρόνων. Στην πραγματικότητα, μακράν του να αποτελεί τον προφήτη του σημερινού νεοφιλελευθερισμού, ο Ανταμ Σμιθ υπερασπιζόταν ήδη τον 18ο αιώνα την ανάγκη του κρατικού παρεμβατισμού και του πολιτικού ελέγχου στον χρηματιστικό και τραπεζικό τομέα.
Το 1772, όταν ο Σμιθ έγραφε το μείζον έργο της ζωής του, τον «Πλούτο των Εθνών», στο Εδιμβούργο, ένα τρομερό τραπεζικό κραχ έπληξε τη Σκωτία. Από τις 30 ιδιωτικές τράπεζες, μόνο τρεις επέζησαν. Επηρεασμένος από αυτή την εμπειρία, ο φιλελεύθερος στοχαστής συνειδητοποίησε ότι οι αγορές του χρήματος όχι μόνο δεν μπορούν να αυτορρυθμιστούν, χάρη στο περίφημο «αόρατο χέρι», αλλά είναι εγγενώς ασταθείς, καθώς παρασύρονται από την αχαλίνωτη κερδοσκοπία και απειλούν να αποσταθεροποιήσουν όλη την εθνική οικονομία. «Οταν τα κέρδη των χρηματιστηριακών ανταλλαγών εμφανίζονται ασυνήθιστα υψηλά», έγραφε στο σχετικό κεφάλαιο του μνημειώδους βιβλίου του, «ο κερδοσκοπικός πυρετός των συναλλαγών γίνεται το σύνηθες σφάλμα». Οσο για το ποσοστό κέρδους, «κινείται πάντα στα ανώτατα επίπεδα, ακριβώς στις χώρες που βαδίζουν προς την καταστροφή».
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Ανταμ Σμιθ τάσσεται σαφέστατα υπέρ της κρατικής ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα, απαντώντας ο ίδιος στις ενστάσεις που θα μπορούσαν να εγερθούν στο όνομα της ελευθερίας της αγοράς: «Παρόμοιες ρυθμίσεις μπορεί αναμφίβολα να θεωρηθούν από ορισμένες απόψεις παραβιάσεις της φυσικής ελευθερίας. Αλλά μια τέτοια άσκηση της φυσικής ελευθερίας από μερικούς ιδιώτες, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια ολόκληρης της κοινωνίας, περιορίζεται και πρέπει να περιορίζεται από όλες τις κυβερνήσεις, από τις πιο φιλελεύθερες μέχρι τις πιο δεσποτικές. Η υποχρεωτική ανέγερση προστατευτικών τοιχωμάτων, ώστε να εμποδίζεται η διάδοση του πυρός σε περίπτωση πυρκαγιάς είναι κι αυτή μια παραβίαση της φυσικής ελευθερίας, του ίδιου είδους με τους περιορισμούς στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές που εμείς προτείνουμε».
Επιπλέον, ο συγγραφέας προτείνει τον περιορισμό του φαινομένου που σήμερα αποκαλούμε «μόχλευση», υποχρεώνοντας τις τράπεζες να μην επεκτείνονται πολύ μακρύτερα από όσο τους επιτρέπει η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Στόχος των κρατικών περιορισμών πρέπει να είναι, εξηγεί ο Σμιθ, «να υποχρεώνονται όλοι (οι τραπεζίτες) να είναι περισσότερο συγκρατημένοι στη συμπεριφορά τους και να μην επεκτείνουν τις πιστώσεις τους πολύ πέρα από τα αποθέματά τους, έτσι ώστε να προφυλάσσονται από καταστροφικές εκδηλώσεις πανικού των καταθετών, στις οποίες θα τους εκθέσει αναπόφευκτα ο μεταξύ τους ανταγωνισμός». Αν είχαν δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε αυτές τις συστάσεις οι ένθερμοι οπαδοί, αλλά κακοί μαθητές του Ανταμ Σμιθ στις δύο ακτές του Ατλαντικού, ίσως το οικονομικό μας σύμπαν να ήταν κατά τι ασφαλέστερο.