Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Ένα πολύ ενδιαφέρον ιστορικό άρθρο για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας



Η αιματηρή διάλυση της Γιουγκοσλαβίας
Είκοσι χρόνια από την έναρξη του δεκαετούς εμφυλίου, πέντε ηγέτες της εποχής μιλούν στην «Κ» για τις αιτίες και το παρασκήνιο
Του Σταύρου Tζίμα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_100001_13/03/2011_435692)
Το πρωινό της 4ης Μαΐου του 1980, η νοσοκόμα Μιριάνα Τσάλιτς δεν πήγε στη δουλειά της στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο της Λιουμπλιάνας όπου εργαζόταν στη μονάδα αιμοκάθαρσης.
Εκείνη την ημέρα δεν την είχε καλέσει η διεύθυνση για να συνδέσει με το αιμοδιαλυτικό μηχάνημα τον υψηλό ασθενή που κουράριζε από τις αρχές Ιανουαρίου και με δεδομένο ότι ήταν ημέρες πρωτομαγιάτικης αργίας, σκέφτηκε να πάει εκδρομή στην εξοχή με την οικογένειά της. Καθώς διέσχιζε την οδό Ζάλοσκα, μπροστά στο νοσοκομείο, έστρεψε ενστικτωδώς το βλέμμα της προς τον 7ο όροφο του κτιρίου. Τα φώτα του θαλάμου της αιμοκάθαρσης ήταν σβηστά και όλα ήταν σκοτεινά. Ενα κακό προαίσθημα την πλημμύρισε. «Οταν το μεσημέρι επέστρεψα στο σπίτι και άνοιξα την τηλεόραση, το πρόγραμμα είχε διακοπεί και στην οθόνη κυμάτιζε μεσίστια η σημαία της Γιουγκοσλαβίας. Τότε κατάλαβα ότι όλα είχαν τελειώσει. Ο Τίτο ήταν νεκρός», αφηγείται στην «Κ» η Τσάλιτς.
Εκείνο που ίσως δεν μπορούσε να αντιληφθεί τότε η νεαρή νοσοκόμα ήταν ότι καθώς ξεψυχούσε ο Τίτο, άρχιζε και ο μακρόσυρτος επιθανάτιος ρόγχος της ίδιας της Γιουγκοσλαβίας, που θα διακοπτόταν είκοσι χρόνια μετά, έχοντας αφήσει πίσω του ερείπια και αίμα...
Η πολυεθνοτική Γιουγκοσλαβία εισήλθε από εκείνη την ημέρα σε τροχιά θεσμικής, οικονομικής και πολιτικής αποσύνθεσης και καθώς εξέλιπε το στιβαρό χέρι που μέχρι τότε τις συγκρατούσε, οι φυγόκεντρες εθνοτικές δυναμικές βρήκαν πρόσφορο έδαφος και αναπτύχθηκαν ταχύτατα για να εκδηλωθούν ανοιχτά έντεκα χρόνια μετά.
Η κρίσιμη σύσκεψη
Μάρτιος του 1991, τέτοιες μέρες. Σε μια υπόγεια μυστική κρύπτη, από τις πολλές που είχε φτιάξει στρατάρχης στο Βελιγράδι, συνέρχεται το συλλογικό προεδρείο που διαδέχθηκε στην ηγεσία τον Τίτο και έπειτα από ένα δραματικό και άκαρπο παρασκήνιο αποτυγχάνει να αποτρέψει τη διάλυση και τη διαφαινόμενη αιματοχυσία.
Η χώρα έτρεμε και αγωνιούσε καθώς στην Κροατία έπεφταν οι πρώτοι πυροβολισμοί μεταξύ Σέρβων και Κροατών παραστρατιωτικών, προαναγγέλλοντας την έναρξη του εμφυλίου και το Βελιγράδι συγκλονιζόταν από αιματηρές διαδηλώσεις εναντίον του Μιλόσεβιτς.
«Η οσμή του πολέμου ήταν διάχυτη στην αίθουσα. Ολοι διαισθανόμασταν τι θα ακολουθήσει αν δεν ομονοήσουμε. Τελικά, δεν καταφέραμε να εμποδίσουμε τον πόλεμο. Τα πράγματα είχαν πάρει τον δρόμο τους», λέει στην «Κ» ο Βασίλι Τοπουρκόφσκι, τότε μέλος του συλλογικού προεδρείου και εκπρόσωπος της «Λ. Δ. της Μακεδονίας».
Τα όσα διαδραματίστηκαν τις «δέκα ημέρες που συγκλόνισαν τη Γιουγκοσλαβία», την άνοιξη του '91, αλλά και τους λόγους που οδήγησαν στο αιματηρό διαζύγιο επιχειρούν να φωτίσουν, είκοσι χρόνια από την έναρξη του πολέμου, με συνεντεύξεις τους στην «Κ», ο τότε πρόεδρος της Γιουγκολαβίας, Σέρβος Μπορισλάβ Γιόβιτς, ο μετέπειτα πρόεδρος της Κροατίας και μέλος, τότε, του προεδρείου Στίπε Μέσιτς, ο τότε πρόεδρος της Σλοβενίας Μίλαν Κούτσαν, ενώ αποκαλυπτικός στη μυστική κατάθεσή του στη δίκη του Μιλόσεβιτς ήταν ο τελευταίος πρωθυπουργός της ενιαίας Γιουγκσλαβίας, Κροάτης Αντε Μάρκοβιτς.
Ο ρόλος του στρατού
«Επρεπε να αποφασίσουμε αν θα αναθέσουμε στον στρατό τη διακυβέρνηση της χώρας», λέει ο Βασίλι Τοπουρκόφσκι. «Οι ώρες ήταν κρίσιμες και τα νεύρα τεντωμένα. Η τύχη της Γιουγκοσλαβίας και μαζί η ειρήνη κρέμονταν σε μια κλωστή. Ολοι αντιλαμβανόμασταν ότι αν δεν βρίσκαμε διέξοδο θα ερχόταν ο πόλεμος. Τρέμαμε από το ψύχος. Μια τηλεοπτική κάμερα κατέγραφε τη συζήτηση. Το δραματικό στοιχείο κυριαρχούσε στην καταθλιπτική ατμόσφαιρα.
Ηταν 11 Μαρτίου του 1991 και όλες τις προηγούμενες μέρες το Βελιγράδι συγκλονιζόταν από διαδηλώσεις πολιτών που ζητούσαν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και φώναζαν συνθήματα κατά του Μιλόσεβιτς. Υπήρχαν δύο νεκροί διαδηλωτές και πολλοί τραυματίες. Δυο μέρες πριν είχαμε πάρει την απόφαση, κατόπιν τηλεφωνικής συνεννόησης, να αναπτυχθούν τανκς στο κέντρο του Βελιγραδίου για να περιφρουρήσουν το κοινοβούλιο και τις ξένες πρεσβείες, αλλά την αποσύραμε.
Τον λόγο έλαβε ο υπουργός Αμυνας Καντίγεβιτς ο οποίος εμφάνισε μια δραματική εικόνα των όσων συνέβαιναν και πρότεινε να επέμβει και να πάρει στα χέρια του την κατάσταση ο στρατός για να αποφευχθεί η διάλυση, καθώς είχαν αρχίσει ήδη οι αποσχιστικές τάσεις και στην Κροατία σημειώνονταν οι πρώτες ένοπλες συγκρούσεις παραστρατιωτικών, ενώ η Σλοβενία είχε αποφασίσει να αποχωρήσει από τη ομοσπονδία και το Ζάγκρεμπ ετοιμαζόταν ν' ακολουθήσει. Οι τόνοι ανέβηκαν και ακούγονταν βαριές κουβέντες. Η συνεδρίαση διακόπηκε για να διαβουλευτούμε με τις Δημοκρατίες μας αλλά αποκαλύφθηκε ότι η αναβολή ήταν σερβικό σχέδιο. Ετσι, την επομένη, ο υπουργός Αμυνας πήγε εν αγνοία μας στη Μόσχα για να ζητήσει στήριξη για στρατιωτική επέμβαση, οι Σοβιετικοί όμως δεν του την έδωσαν και επέστρεψε άπρακτος. Κατόπιν αυτού, με πέντε ψήφους κατά και τρεις υπέρ, αποφασίσαμε να απορρίψουμε τη λύση του στρατού.
Φάνηκε ότι η κρίση είχε αποσοβηθεί, όμως στην πραγματικότητα δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Ακολούθησε η μάχη για να γίνει ομαλή διαδοχή στην εκ περιτροπής προεδρία, μια και η θητεία του Γιόβιτς έληγε, από τον Κροάτη Μέσιτς. Ηταν η σειρά του, κατά το Σύνταγμα, να προεδρεύσει για ένα χρόνο, οι Σέρβοι όμως, κατά παράβαση της συνταγματικής πρόβλεψης, αξίωσαν να ψηφίσουμε. Τελικά, τον εκλέξαμε στις 16 Μαρτίου στο Σεράγεβο με χιλιάδες Σέρβους εθνικιστές να διαδηλώνουν εναντίον του έξω από το κτίριο, παρουσία της ευρωπαϊκής «τρόικας» της οποίας επικεφαλής ήταν ο Ολλανδός Φαν Ντε Μπρουκ. Στην πραγματικότητα ο Μέσιτς δεν άσκησε ποτέ την προεδρία, αφού το προεδρείο ουσιαστικά διαλύθηκε».
Ο κύβος για το μέλλον της Γιουγκοσλαβίας είχε ριφθεί. Οι πυλώνες που στήριζαν το γιουγκοσλαβικό οικοδόμημα είχαν εκλείψει: ο Τίτο είχε πεθάνει, το κόμμα είχε διαλυθεί, ο στρατός το ίδιο, τώρα έπαυε να υπάρχει και η συλλογική ηγεσία. Τον λόγο είχαν τα όπλα.
Πώς τα Σκόπια απέφυγαν τον πόλεμο
Ο Βασίλι Τοπουρκόφσκι αποκαλύπτει ακόμη το πώς τα Σκόπια δεν ενεπλάκησαν στον πόλεμο. «Στις 6 Ιανουαρίου 1992, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, συνοδευόμενος από τον Γιόβιτς, τον οποίο είχε κάνει υπουργό της Σερβίας, και τον υπουργό Εξωτερικών Γιοβάνοβιτς, ήρθε στην Αχρίδα, όπου στην κρατική ντάτσα τους περιμέναμε ο Κίρο Γκλιγκόροφ κι εγώ. Ξεκινήσαμε τη συζήτηση και ο Μιλόσεβιτς είπε ότι θα μιλήσει πρώτος ο Γιόβιτς. Εκείνος εξήγησε την κατάσταση και δήλωσε πως, αν δεν συνεργαστούμε σε μια συνομοσπονδία, θα υπάρξει φοβερός πόλεμος στη Βοσνία. «Γι' αυτό, είπε, υποστηρίξτε μας κι ελάτε να φτιάξουμε μια συνομοσπονδία ώστε να αποφύγουμε τον πόλεμο». Τους απαντήσαμε ότι εμείς είχαμε ήδη διενεργήσει δημοψήφισμα από τις 8 Σεπτεμβρίου του 1991 στο οποίο αποφασίσαμε την ανεξαρτησία μας.
Στη συνέχεια, τον λόγο πήρε ο Μιλόσεβιτς και είπε: «Αδέλφια, σας εύχομαι κάθε επιτυχία στην ανεξαρτησία». Και πρόσθεσε: «Η Σερβία δεν θα λάβει κανένα μέτρο κατά της Μακεδονίας. Μην ξεχνάτε όμως ότι θα είμαστε πάντα στρατηγικοί εταίροι σε δύο πράγματα, το ένα είναι η οικονομία το άλλο και πιο σημαντικό, το αλβανικό ζήτημα»».
Δεν σεβάστηκαν την αρχή της εθνικής ισότητας
Ενώ η συλλογική ηγεσία προσπαθούσε να αποσοβήσει το αιματοκύλισμα, σ’ ένα χειμερινό κυνηγετικό καταφύγιο της Βοϊβοντίνα, το Καρατζόρτζεβο, οι δύο ισχυροί άντρες της πνέουσας τα λοίσθια ομοσπονδίας, οι πρόεδροι της Σερβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς και της Κροατίας Φράνιο Τούτζμαν αποφάσιζαν σε μυστική συνάντηση για την τύχη της Γιουγκοσλαβίας.
Ο Αντε Μάρκοβιτς θα καταθέσει επ’ αυτού στη δίκη του Μιλόσεβιτς ως προστατευόμενος μάρτυρας με την κωδική ονομασία C62 στη Χάγη: «Ο Μιλόσεβιτς και ο Τούτζμαν μού επιβεβαίωσαν προσωπικά ότι κατά τη συνάντηση που είχαν στο Καρατζόρτζεβο, συμφώνησαν να μοιράσουν τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη μεταξύ της Σερβίας και της Κροατίας. Ο Μιλόσεβιτς το παραδέχθηκε αμέσως, ενώ ο Τούτζμαν χρειάστηκε περισσότερο χρόνο. Τόσο ο Τούτζμαν όσο και ο Μιλόσεβιτς πίστευαν ότι η Βοσνία - Ερζεγοβίνη ήταν ένα τεχνητό μόρφωμα και ότι οι μουσουλμάνοι Βόσνιοι (Bosniaks) είναι ένα τεχνητό έθνος. Η συμφωνία προέβλεπε τη δημιουργία ενός θυλάκου για τους μουσουλμάνους της Βοσνίας.
Τόσο ο Μιλόσεβιτς όσο και ο Τούτζμαν πίστευαν ότι το σχέδιό τους αυτό θα είχε τη στήριξη της Ευρώπης, η οποία δεν επιθυμούσε τη δημιουργία ενός μουσουλμανικού κράτους στους κόλπους της. Ο Τούτζμαν μού είπε ότι η ιστορία θα επαναληφθεί και ότι η Βοσνία θα πέσει “εν μια νυκτί”. Προειδοποίησα και τους δύο πως αυτά τα σχέδιά τους θα οδηγούσαν σε πόλεμο, θανάτους, πρόσφυγες και στη μεταμόρφωση της Βοσνίας σε μια νέα Παλαιστίνη. Τούς προειδοποίησα ακόμη ότι το αίμα θα τρέξει άφθονο και ότι ο ίδιος θα πολεμούσα τα σχέδια αυτά».
Αναπόφευκτη η διάλυση
«Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ήταν αναπόφευκτη», υποστήριξε ο Στίπε Μέσιτς, «κι αυτό γιατί ο Μιλόσεβιτς δεν αποδεχόταν καμία συμφωνία και γιατί, στην πράξη, ήθελε να επεκτείνει τα σύνορα της Σερβίας εις βάρος της Κροατίας και της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης. O Σλόμπονταν Mιλόσεβιτς ήθελε στα ερείπια της Γιουγκοσλαβίας να χτίσει με πολέμους και γενοκτονίες την εθνικά καθαρή Σερβία. Δυστυχώς, η διεθνής κοινότητα δεν αντελήφθη εγκαίρως τα σχέδιά του και τον σταμάτησε μόνον αφότου είχε διαπράξει τα απαίσια εγκλήματα.
Σε ό,τι αφορά τον ρόλο του προέδρου Τούτζμαν στον πόλεμο στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, δυστυχώς πρέπει να επιβεβαιώσω πως ο Τούτζμαν προσπαθούσε να επιτύχει συμφωνία με τον Μιλόσεβιτς αναφορικά με τη διαίρεση της Βοσνίας και ότι είναι ιστορικά υπεύθυνος γι’ αυτήν την πολιτική».
Η ευθύνη του Μιλόσεβιτς
«Ο βασικός λόγος για τη διάσπαση της πολυεθνοτικής Γιουγκοσλαβίας ήταν το εθνικό ζήτημα και η παντελής έλλειψη σεβασμού της αρχής της εθνικής ισότητας», τόνισε ο Μίλαν Κούτσαν και πρόσθεσε: «Ο Μιλόσεβιτς ήταν ένας ψυχρός και υπερόπτης πολιτικός. Πίστευε, όντως, ότι ο όρος Γιουγκοσλαβία σημαίνει “Σερβοσλαβία” (Serboslavia). Η θέση του ότι η Γιουγκοσλαβία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη Σερβία, ενώ η Σερβία μπορεί εύκολα να επιβιώσει χωρίς τη Γιουγκοσλαβία, ήταν ευρέως γνωστή. Κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων των προέδρων των γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών, λίγο πριν από την απόσχιση, συνήθιζε, συχνά, να λέει: “Η Σλοβενία δεν είναι πρόβλημα. Μπορούν να φύγουν, εάν δεν αποδέχονται τις σερβικές προϋποθέσεις για τη ζωή στη Γιουγκοσλαβία. Αλλά, οι Κροάτες δεν πρέπει να φύγουν. Οι Κροάτες είναι δεμένοι μ’ εμάς, τους Σέρβους, με αίμα”. Ο Μιλόσεβιτς ήταν ο εκτελεστής της ηγεμονικής πολιτικής της Μεγάλης Σερβίας, όχι ο δημιουργός της».
Ωστόσο, κατά τον Μπόρισλαβ Γιόβιτς, «ο Μιλόσεβιτς δεν ευθύνεται για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, καθώς όφειλε να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του σερβικού λαού και το συμφέρον των Σέρβων ήταν η διατήρηση της Γιουγκοσλαβίας διότι οι Σέρβοι ζούσαν σε όλες τις Δημοκρατίες της».
Κατά τον Γιόβιτς, «οι ευθύνες της Δύσης για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας είναι αναμφισβήτητες και τεράστιες διότι κάποιες χώρες, κυρίως η Γερμανία, όχι μόνον υποστήριζαν αλλά και υποκινούσαν, βοηθούσαν και ενίσχυαν τους αποσχιστές στην Κροατία και τη Σλοβενία και στη συνέχεια επέβαλαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Οι ΗΠΑ, μετά τη διάλυση, επέδειξαν κάποιο ενδιαφέρον και βρήκαν την ευκαιρία να ιδρύσουν στρατιωτικές βάσεις στα Βαλκάνια που θα τους έφερναν πιο κοντά στη Μέση Ανατολή όπου, γεωπολιτικά, βλέπουν τα στρατηγικά συμφέροντά τους».