Η αφύπνιση των Ρώσων Ορθόδοξων
Το ξέφτισμα της συμμαχίας Εκκλησίας-Κράτους στη Ρωσία
Nadieszda Kizenko
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr/)
Όταν η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι στις ειδήσεις, κάτι που συμβαίνει αρκετά συχνά τον τελευταίο καιρό, η εικόνα που έρχεται στο μυαλό είναι ενός στρατού αρχιεπισκόπων και ηγουμένων, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Κύριλλο Α’, που συνωμοτούν με τους αυταρχικούς κυβερνήτες τής χώρας στο Κρεμλίνο.
Αυτό δεν είναι αστήρικτο. Οι συντηρητικοί κληρικοί τής εκκλησίας έχουν, στην πραγματικότητα, παράσχει την υποστήριξή τους στους πιο πολωτικούς πρόσφατους νόμους της κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένης της φυλάκισης των τριών μελών του γυναικείου μουσικού συγκροτήματος Pussy Riot για προσβολή των θρησκευτικών ευαισθησιών των πιστών, της νομοθεσίας που θέτει εκτός νόμου την «προπαγάνδα υπέρ των μη παραδοσιακών σεξουαλικών σχέσεων» και του θεσμού για το όριο των τριών νόμιμων γάμων για κάθε Ρώσο ώστε να αποθαρρυνθεί το διαζύγιο.
Αλλά, για να φθάσει κανείς στο συμπέρασμα ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα προπύργιο πολιτικών και ηθικών αντιδραστικών θα πρέπει να μην λάβει υπόψη του τις πολλές αλλαγές τις οποίες αναγκαστικά υφίσταται. Υπό μια έννοια, ο υπερσυντηρητισμός τής εκκλησίας είναι σε πτώση – για του λόγου το αληθές, αρκεί να δούμε τι συμβαίνει μεταξύ των λαϊκών, και όχι στην κορυφή τής ιεραρχίας τής εκκλησίας. Ευσεβείς Χριστιανοί Ορθόδοξοι δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί και πολιτικοί επιστήμονες - καθώς και ιερείς με ελεύθερη σκέψη – γίνονται όλο και πιο δυναμικά οι εναλλακτικοί οι εκπρόσωποι της πίστης τους. Αυτή η έκρηξη της Ορθόδοξης διανόησης δημιουργεί ήδη μια πρόκληση για την συντηρητική εκκλησιαστική ιεραρχία και, κατ’ επέκταση, για το καθεστώς τού Βλαντιμίρ Πούτιν.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η εκκλησία έχει δημιουργήσει εξέχοντες αντιφρονούντες διανοούμενους. Στις αρχές τού εικοστού αιώνα, ο πατέρας Γκεόργκι Γκαπόν ήταν ένας από τους πιο εξέχοντες φιλελεύθερους επικριτές τής Ρωσικής Αυτοκρατορίας, και ηγήθηκε μιας αποτυχημένης εξέγερσης εναντίον του τσάρου το 1905, που έγινε γνωστή ως Ματωμένη Κυριακή. Στις δεκαετίες τού 1970 και του 1980, η ρωσική κοινή γνώμη σαγηνεύτηκε από χαρισματικούς ιερείς όπως ο πατέρας Αλέξανδρος Μεν και ο αντιφρονών πατέρας Γκλεμπ Γιακούνιν. Το 1992, ο Γιακούνιν συμπροέδρευε μιας κοινοβουλευτικής εξεταστικής επιτροπής, η οποία αποκάλυψε ένα τεράστιο δίκτυο συνεργατών τού καθεστώτος μεταξύ των κληρικών, ιδιαίτερα στα υψηλότερα επίπεδα.
Όμως, η νέα γενιά των αντιφρονούντων είναι διαφορετική: αν και είναι αφοσιωμένοι, δεν είναι όλοι τους μέλη τού κλήρου. Οι πιο σημαντικές (και ζωντανές) συζητήσεις σχετικά με το μέλλον της εκκλησίας ως πολιτικού φορέα ξεκίνησαν από μια ομάδα Ορθοδόξων δημοσιογράφων και ακτιβιστών στον απόηχο του αμφιλεγόμενου πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών, τον Δεκέμβριο του 2012. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τον Κονσταντίν Εγκέρτ, έναν δημοσιογράφο του ραδιοφωνικού σταθμού Kommersant FM, τον Αλεξέι Ουλιάνοφ, αναπληρωτή διευθυντή της Διεύθυνσης Επιστημών και Επιχειρήσεων στον Δήμο τής Μόσχας, ο οποίος ήταν στο παρελθόν με το κοινωνικά φιλελεύθερο κόμμα Yabloko, και τον Αντρέι Ζολότοφ, τον ιδρυτή και εκδότη του περιοδικού «Προφίλ τής Ρωσίας». Από τότε και μετά, η δεκαμελής ομάδα έχει προβάλει στην εθνική τηλεόραση τις συνεδριάσεις της που γίνονται κάθε δύο μήνες. Με αυτό τον τρόπο, έχει φέρει στο φως την βαθιά δυσαρέσκεια μεταξύ των ορθοδόξων λαϊκών για την συμμαχία τής ιεραρχίας τής εκκλησίας με το κράτος.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι νέοι Ορθόδοξοι επαγγελματίες που αποκτούν επιρροή στην εκκλησία είναι τόσο γυναίκες όσο και άνδρες: διεξάγουν μιαν επίθεση εναντίον όχι μόνο της πολιτικής της εκκλησίας, αλλά και του πατριαρχικού συστήματος. Οι γυναίκες κυριαρχούν σήμερα στον ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα των θρησκευτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, ο οποίος εκτείνεται από τα γυαλιστερά μαζικά περιοδικά, τα θρησκευτικά βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους, μέχρι τα blogs και τα κοινωνικά δίκτυα, καθώς επίσης και την τηλεόραση και τα κινηματογραφικά στούντιο παραγωγής. Ανάμεσα στις πιο γνωστές γυναίκες στον τομέα αυτό περιλαμβάνονται η Άννα Ντανίλοβα, διευθύντρια σύνταξης της κορυφαίας ιστοσελίδας Orthodox Web [1], η Μαρίνα Ζουρίνσκαγια, διευθύντρια σύνταξης του θεολογικού περιοδικού Άλφα και Ωμέγα, η Ξένια Λουτσένκο και η Μαρία Σβεσνίκοβα, οι οποίες είναι δημοσιογράφοι, η Πελαγία Τιουρένκοβα, η οποία διευθύνει την καθαρά γυναικεία ομάδα σύνταξης της καθημερινής ιστοσελίδας Tatianin Den, και η Ναταλία Ροντομάνοβα, σκηνοθέτρια ντοκιμαντέρ.
Ορθόδοξοι ακαδημαϊκοί έχουν επίσης συμβάλει στην αμφισβήτηση της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Κατά την σοβιετική περίοδο, ο ακαδημαϊκός λόγος έπρεπε να διατυπώνεται με απερίφραστα μαρξιστικούς όρους και η Ορθόδοξη Εκκλησία συνήθως εξαιρείτο από κάθε έλεγχο. Αλλά από το 1990, ο εκλεπτυσμένος λόγος πάνω στη σύγχρονη θρησκευτικότητα συνιστά μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία. Τα συνέδρια και οι μελέτες για την θρησκεία αφθονούν. Και, όπως συμβαίνει με τα θρησκευτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, το εντυπωσιακό είναι η άρνηση της Ορθοδόξου ακαδημαϊκής κοινότητας να υπακούσει στην γραμμή του κόμματος. Ένας αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών δημοσιεύσεων τονίζει την διαφορετικότητα μεταξύ των ρωσικών θρησκευτικών πεποιθήσεων – με τι μοιάζει, στην πραγματικότητα, η θρησκευτική ζωή των πιστών (πολλοί Ρώσοι ζητούν πνευματικά ανταλλάγματα για την αγορά βιολογικών προϊόντων από ορθόδοξους αγρότες), σε αντίθεση με αυτό που οι κοινωνιολόγοι ή οι κληρικοί πιστεύουν ότι θα έπρεπε να μοιάζει (ας πούμε, προσευχή ή εκκλησιασμός). Ο κοινωνιολόγος Νικολάι Μιτρόκιν, ο οποίος έχει μελετήσει λεπτομερώς την σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία, πηγαίνει βαθύτερα στην κριτική τής συμμαχίας εκκλησίας-κράτους - περιλαμβάνοντας αυτό που αποκαλεί «μαφία των gay» στην ιεραρχία τής εκκλησίας. Αλλά ακόμη και οι μελετητές που δεν υποστηρίζουν μια συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα έχουν συμβάλει στην υπονόμευση των αξιώσεων της εκκλησίας για μια ενιαία «αληθινή» Ορθοδοξία.
Δεν είναι μόνο λαϊκοί που έχουν υιοθετήσει μια κριτική προσέγγιση της σύγχρονης Ρωσικής Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης. Ιερείς συμμετέχουν επίσης στον διάλογο. Ο πρωτοπρεσβύτερος Γκεόργκι Μιτροφάνοφ, ένας ιστορικός τής εκκλησίας και κριτικός κινηματογράφου, έχει προκαλέσει διαφωνίες επειδή πρότεινε ότι οι Ρώσοι θα πρέπει να κατανοήσουν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα από τις πολλές αποχρώσεις του, αντί να τον γιορτάζουν ως μια ανεπιφύλακτη νίκη η οποία αξίζει να καίει ως «ιερή φλόγα». Αυτή η προσπάθεια απομυθοποίησης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι τόσο η εκκλησιαστική ιεραρχία όσο και ο Πούτιν έχουν αναφερθεί ρητά στην ιδεολογική και πολιτική σημασία τού πολέμου για να ενισχύσουν τα λαϊκά τους ερείσματα. Ο Μιτροφάνοφ έχει δημοσίως κατηγορηθεί τόσο για αίρεση όσο και για βλασφημία, απλώς και μόνο επειδή ανέδειξε τα δύσκολα διλήμματα που αντιμετώπιζαν κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Ρώσοι, οι οποίοι είχαν μόλις υποστεί την χειρότερη δεκαετία τής τρομοκρατίας τού Στάλιν. Παρά τις πιέσεις τής ιεραρχίας, έχει καταφέρει να κρατήσει την θέση του στην εκκλησία.
Ο Σεργκέι Τσαπνίν, διευθυντής σύνταξης του Περιοδικού τού Πατριαρχείου τής Μόσχας, της κύριας έκδοσης της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αμφισβήτησε ευθέως την συμβίωση εκκλησίας και κράτους. Το πρόσφατο βιβλίο του, «Η Εκκλησία στη μετασοβιετική Ρωσία: Διάλογος με την κοινωνία, Υποκειμενικές Σκέψεις για το παρόν και το μέλλον», υποστηρίζει ότι η σχέση τής Εκκλησίας με την κοινωνία έχει παραμορφωθεί επικίνδυνα. Στις δύο δεκαετίες μετά τον κομμουνισμό, η εκκλησία θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ήταν ο μεγαλύτερος πολιτικός (με την ευρεία έννοια) θεσμός στην Ρωσία. Αλλά τώρα, υποστηρίζει ο Τσαπνίν, ιδιαίτερα μετά τις διαδηλώσεις που συνδέονται με τις εκλογές και την δίωξη των ηγετών τής αντιπολίτευσης, «Η κοινωνία έχει και πάλι αρχίσει να θέτει αιχμηρές και επώδυνες ερωτήσεις προς την Εκκλησία, με τη μεγαλύτερη και πιο απρόσμενη επιμονή». Αυτές οι ερωτήσεις περιλαμβάνουν το πώς θα επιδιώξει ένα «κοινό καλό» κι ένα σύστημα δικαίου που θα έχει την ευημερία των πολιτών ως βασική της προτεραιότητα.
Αν η Εκκλησία αποφύγει τον διάλογο με την υπόλοιπη κοινωνία στο όνομα της διατήρησης μιας στενής σχέσης με το κράτος, προειδοποιεί ο Τσαπνίν, «αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για το κύρος της». Η εκκλησία, θεωρεί ο Τσαπνίν, θα πρέπει να ξεφύγει από το περιθώριο της ριζοσπαστικής δεξιάς, και να δημιουργήσει εκκλησιαστικές δομές που θα υποστηρίζουν ρητά την λαϊκή συμμετοχή, αναγνωρίζοντας, για παράδειγμα, ότι λαϊκοί έχουν, εκτός από υποχρεώσεις, και δικαιώματα ως προς τους θρησκευτικούς κανόνες.
Το μεγαλύτερο μέρος της εκκλησιαστικής ιεραρχίας είναι πιθανό να αντισταθεί σε αυτή τη νέα αναδυόμενη πολιτική ορθοδοξία. Πιστεύει ακόμα ότι η ριζοσπαστική δεξιά πτέρυγα απαιτεί σεβασμό και θαυμασμό, τόσο από τους κληρικούς όσο και από τον λαό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο κύριος εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Μόσχας, ο Βσεβόλοντ Τσάπλιν, δηλώνει περιχαρής για τα πάντα, από τον «Ορθόδοξο ενδυματολογικό κώδικα» μέχρι τη μεταβίβαση της εξουσίας από τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ στον Βλαντιμίρ Πούτιν την οποία χαιρέτισε ως πρότυπο «φιλίας και αξιοπρέπειας». Αλλά, όπως σημείωσε ο Έγκερτ, ο δημοσιογράφος του Kommersant FM, αυτό δεν αποτελεί βιώσιμη στρατηγική. Προφανώς, η αυτόματη στήριξη της εκκλησίας σε όλες τις πρωτοβουλίες τού Κρεμλίνου – είτε αφορά την ευλογία των πυραύλων σε στρατιωτική παρέλαση είτε την ορκωμοσία του Πούτιν - είναι αποθαρρυντική για τους εν δυνάμει πιστούς. Μπορεί να συνεχίσουν να ανέχονται την συμμαχία εκκλησίας -κράτους, αλλά έχουν μειώσει στο ελάχιστο την συμμετοχή τους στους επίσημους εκκλησιαστικούς και πολιτικούς θεσμούς. Και αυτό, τους δίνει την δυνατότητα να εγκαταλείψουν το σκάφος την επόμενη φορά που θα προκύψει μια καλή εναλλακτική λύση - είτε σε πολιτικό είτε σε θρησκευτικό επίπεδο.
Πράγματι, το κύριο πρόβλημα της εκκλησίας είναι ότι η υποστήριξή της από τους πιστούς υπονομεύεται από την δυσαρέσκεια για τον υπερσυντηρητισμό της. Ο ίδιος ο Κύριλλος φαίνεται να το έχει καταλάβει αυτό: κρατάει, τελευταία, μια πολύ πιο επιφυλακτική στάση, κάθε φορά που μιλάει για τον ρόλο τής εκκλησίας στην πολιτική. Αλλά πιθανόν να μην είναι αρκετό αυτό, και να έρχεται και πολύ καθυστερημένα. Οι πρωτόγνωρες επικριτικές θρησκευτικές φωνές τής Ρωσίας δεν έχουν καμία πρόθεση να σταματήσουν μέχρι να καταφέρουν μια εθνική ηθική αφύπνιση.
* Η NADIESZDA KIZENKO είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας στο State University of New York, στο Albany.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139936/nadieszda-kizenko/russias-...
Σύνδεσμοι:
[1] http://www.pravmir.com