Δύο μέτρα και σταθμά; Ούτε γι’ αστείο!
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
«Τα γεγονότα, αγαπητό μου παιδί. Τα γεγονότα», όπως θα έλεγε ο Χάρολντ Μακμίλαν. Τα γεγονότα, που ποτέ δεν μπορείς να υπολογίσεις προτού συμβούν και, αφού συμβούν, δίνουν μια τροπή στην πορεία των πραγμάτων που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει.
Τα γεγονότα που είναι ο κρισιμότερος παράγοντας στην εφαρμογή της στρατηγικής και, συχνά, επιβεβαιώνουν το ρηθέν -καθ’ υπερβολήν- ότι «μετά την πρώτη επαφή με τον εχθρό, κανένα σχέδιο μάχης δεν ισχύει».
Η δολοφονία του άτυχου Παύλου Φύσσα ήταν ένα γεγονός απολύτως προβλέψιμο. Δεκάδες ήσαν τα δημοσιεύματα -και σε τούτη την εφημερίδα- που προέβλεπαν ότι η δράση της Χρυσής Αυγής, αργά ή γρήγορα, θα οδηγούσε στην απώλεια ζωής. Βέβαια, το απολύτως προβλέψιμο δεν είναι απαραίτητο κιόλας ότι θα συμβεί: ο νόμος των πιθανοτήτων δεν επιβεβαιώνεται πάντα· πάντοτε μένει χώρος για το απίθανο. Ομως, το απολύτως προβλέψιμο ή, έστω, το πολύ πιθανό επιβάλλει μια στοιχειώδη προετοιμασία.
Ηταν προετοιμασμένη η κυβέρνηση για το χειρότερο που συνέβη; Πολύ αμφιβάλλω· και αυτό φάνηκε από τη σπουδή του Χρύσανθου Λαζαρίδη (που δεν είναι ο πρώτος τυχών, είναι ο στενότερος σύμβουλος του πρωθυπουργού) να στήσει καυγά με τον ΣΥΡΙΖΑ, σε μια στιγμή που κάτι τέτοιο δεν είχε νόημα. Αντιθέτως, μάλιστα, ήταν αυτό ακριβώς που θα μπορούσε να προσδώσει κάποια αξιοπιστία στη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, που θέλει τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα να εντάσσεται σε «μεθοδευμένο σχέδιο εκτροπής». Το υποστηρίζει αυτό, διότι το δικό του σχέδιο εκτροπής δεν βγαίνει. Η απεργία των εκπαιδευτικών δεν οδηγεί στον παλλαϊκό ξεσηκωμό που ο ΣΥΡΙΖΑ ήλπιζε ότι θα έφερνε την πτώση της κυβέρνησης. Οι μαθητές δεν καταλαμβάνουν τα σχολεία τους σε συμπαράσταση προς τον κ. Κοτσιφάκη και τις τιράντες του, και ο κίνδυνος, όπως επισημαίνεται στην απόφαση της ΚΠΕ, να επικρατήσει «κατάρρευση της συλλογικής συνείδησης, αποδοχή των τετελεσμένων και στροφή προς συντηρητικές ατομικές λύσεις» είναι ορατός. Η τροπή που δίνει στα πράγματα το τραγικό γεγονός της δολοφονίας ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Τι μπορεί, λοιπόν, να κάνει η κυβέρνηση;
Αφότου η συχνότητα των κρουσμάτων της πολιτικής βίας έχει αυξηθεί, η κυβέρνηση -πολύ σωστά- έχει υιοθετήσει τη στάση να τα αντιμετωπίζει ανεξαρτήτως έντασης ή πολιτικού χρώματος. Μια στάση την οποία η αξιωματική αντιπολίτευση βδελύσσεται και καταγγέλλει ως «θεωρία των δύο άκρων». Είναι, ωστόσο, μια στάση που απευθύνεται σε όσους διαθέτουν τον κοινό νου. (Κατηγορία σχετικά μικρή, σε μια χώρα όπου ο κοινός νους δεν είναι και τόσο κοινός, και μάλλον ακόμη μικρότερη, αν ληφθεί υπ’ όψιν πόσοι από αυτούς που διαθέτουν τον κοινό νου τον βάζουν να λειτουργήσει...) Εν πάση περιπτώσει, όμως, η πειστικότητα της στάσης αυτής εξαρτάται μόνον από έναν παράγοντα: την αποτελεσματική λειτουργία των κρατικών μηχανισμών που εξασφαλίζουν την εφαρμογή της νομιμότητας, δηλαδή από την Αστυνομία και τη Δικαιοσύνη.
Επί του παρόντος, ο κοινός νους (ας μου επιτραπεί η υπόθεση...) επιβάλλει αυτό που γίνεται τώρα: Αστυνομία και Δικαιοσύνη να ξετινάξουν την υπόθεση, να μη διστάσουν να διερευνήσουν καμία διακλάδωσή της, να μην αφήσουν καμία πτυχή της στο σκοτάδι. Οπως ακριβώς έκαναν, προ μηνών, με την υπόθεση της τρομοκρατικής επίθεσης στις Σκουριές. Να αποδείξουν στον κόσμο, με άλλα λόγια, ότι υπάρχει κράτος δικαίου: ότι υπάρχει μια σταθερά στην οποία μπορείς να βασίζεσαι.
Είναι φυσικό και επόμενο, τις ώρες αυτές, η συναισθηματική φόρτιση για την τραγική απώλεια της ζωής ενός ανθρώπου να μην επιτρέπει τις συγκρίσεις που θα οδηγήσουν στη διαπίστωση αυτή. Μεσοπρόθεσμα, όμως, η ανταπόκριση της κυβέρνησης στην παρούσα κατάσταση θα κριθεί από την αποφασιστικότητα, τη σταθερότητα και τον επαγγελματισμό των μηχανισμών του κράτους στην εφαρμογή της νομιμότητας. Τα άλλα (π.χ., λέω εγώ, η σύγκριση με την ανταπόκριση του ίδιου κράτους, υπό διαφορετική κυβέρνηση όμως, στο εξίσου θλιβερό γεγονός της δολοφονίας των υπαλλήλων της Marfin) θα έλθουν αργότερα. Τώρα, προέχει η εφαρμογή του νόμου· δηλαδή, όπως στις Σκουριές, έτσι πρέπει να γίνει και στην περίπτωση της Αμφιάλης.
Η κυβέρνηση έχει το χρέος τώρα να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν δύο μέτρα και σταθμά. Αυτή είναι η μοναδική απάντηση στο πραγματικό πρόβλημα, που δεν είναι άλλο από την πολιτική βία σε κάθε πιθανή μορφή της. Ταυτοχρόνως, όμως, μπορεί να είναι και η ουσιαστική απάντηση στους διάφορους Αντώναρους που ξεπετάγονται (jack-in-the-box) από το πουθενά για να θυμίσουν ότι υπάρχουν. Είναι η ευκαιρία, με άλλα λόγια, της σημερινής Νέας Δημοκρατίας να ξεπλύνει την ντροπή του 2008, όταν ενέδωσε στη βία της άκρας Αριστεράς νομίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό εξιλεώνεται για τη βία ενός αστυνομικού.
Για να το πω με τους όρους που μάλλον καταλαβαίνει ο Αντώνης Σαμαράς, είναι η ευκαιρία για την υπέρβαση. Η δυσκολία, όμως, είναι ότι η υπέρβαση δεν έγκειται σε κάτι μαγικό που θα έλθει με ξόρκια. Η υπέρβαση, εν προκειμένω, δεν είναι τίποτε παραπάνω από την ομαλότητα που εξασφαλίζεται με την απαρέγκλιτη εφαρμογή του νόμου. Αν η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι η υποταγή στη βία και τις επιπτώσεις της είναι η κατηφόρα, τότε η νομιμότητα είναι ο μόνος δρόμος κι ας είναι ανηφορικός. Θα εκπλαγεί, όμως, όταν διαπιστώσει πόσοι είναι οι πρόθυμοι να προχωρήσουν μαζί της στην ανηφόρα.